Η ελληνική κοινωνία εξοικειώνεται με το ανοίκειο. Μέσα στον συνωστισμό των ανθρώπων και των πληροφοριών, με τη σύγχυση μπροστά στο απειλητικά καινούργιο και άγνωστο και την αναγκαστική αποδοχή του αόρατου εχθρού, ισορροπώντας σε τεντωμένο σκοινί ανάμεσα στην ελευθερία, στον καταναγκασμό και στην αυτοπροστασία, το διακύβευμα του ανθρώπου είναι να μπορέσει να διαφυλάξει ατομικά και συλλογικά τις αξίες του ανθρωπισμού, της κοινωνικής δικαιοσύνης και της αλληλεγγύης για τους ασθενείς και οδοιπόρους. Σε εποχή μεγάλων αμφιβολιών, των μεγάλων κρίσεων και των μεγάλων αποφάσεων, στις ιστορικές στιγμές που καταρρέει ο λεγόμενος «ευρωπαϊκός τρόπος ζωής» και η ανθρώπινη κοινότητα ρέπει προς τη βαρβαρότητα, πεδίον δόξης λαμπρό για να οξυνθούν οι κοινωνικές ανισότητες και να γκρεμιστούν οι στοιχειώδεις ηθικοί νόμοι της ανθρώπινης συμβίωσης, νόμοι και αξίες που η ανθρωπότητα έχει τόσο σκληρά παλέψει και θυσιαστεί γι’ αυτούς.
Η τέχνη, παρηγορητική και ζωογόνα έκφραση του έσω εαυτού, είναι ο διαλεκτικός ιμάντας που συνδέει άρρηκτα το ιδιωτικό και το δημόσιο, είναι η κριτική συνείδηση της εποχής της, ο αντικατοπτρισμός των κινητήριων δυνάμεων της ζώσας πραγματικότητας.
Πώς μπορεί να μιλήσει κανείς σήμερα για οδύνη; Πώς μπορεί να σχεδιάσει τον εκπατρισμό, να ζωγραφίσει την ερημιά και τον πόνο, να χαράξει την απελπισία, να πλάσει με τα χέρια του ένα γλυπτό για τον ξενιτεμό και την προσφυγιά; Πώς μπορεί να βλέπει τις θάλασσες με αθώο βλέμμα, να περπατά στις ακρογιαλιές αναζητώντας βότσαλα και κοχύλια, να βυθιστεί αμέριμνα στα γαλάζια νερά, ανάμεσα στις βυθισμένες βάρκες, στις ξεβρασμένες ψυχές;
Ένας ανεξέλεγκτος χείμαρρος πληροφοριών, ένας βομβαρδισμός από εικόνες έχει κατακλύσει την καθημερινή ζωή, με τις τραγικές ανθρώπινες υπάρξεις να μάχονται απελπισμένα να διαφύγουν από τους ρημαγμένους τόπους τους.
Και παντού ο θάνατος, σχεδόν σαν φυσικό φαινόμενο. Και ο μέσος καταναλωτής εικόνων, ο τηλεθεατής, να βρίσκεται κι αυτός σε μια αργή πορεία εξοικείωσης με τη φρίκη, μαθαίνοντας να συμβιώνει με το τραγικό μέσα από την οθόνη σαν έναν κόσμο έξω απ’ αυτόν, άυλο, σε αντίθεση με την πραγματική ζωή, που βιώνεται μέσα στο σαλόνι του, προφυλαγμένη στο ιδιωτικό του καταφύγιο. Ο άνθρωπος του νέου αιώνα μετέχει σε ένα παράλογο, τραγικό θέατρο, όπου η ζωή παίζεται πάνω σε μια θεατρική σκηνή που σκοτεινιάζει γρήγορα, είτε για να κλείσει οριστικά η αυλαία είτε για να ανοίξει σε μια παράσταση που μόλις αρχίζει. Τι θα συντελεστεί πάνω σ’ αυτήν τη σκηνή; Στο θέατρο της ζωής το έργο γράφεται χωρίς σταματημό με υλικά τη δυστυχία και την ευτυχία, τον πόνο και την καρτερία, την πτώση, τη δοκιμασία, την υπέρβαση.