Tην εβδομάδα των δύο μεγάλων αποκαλυπτηρίων στη μόδα – του Haider Ackermann στον Tom Ford και της Sarah Burton στον Givenchy - δεν υπάρχει δημοσιογράφος, αγοραστής ή στιλίστας που να μην ελπίζει πως ανοίγει ένας νέος κύκλος στη μόδα.
Αν υπολογίσουμε και το couture ντεμπούτο του Matthieu Blazy στην Chanel, τον ερχόμενο Οκτώβριο, μαζί με τον επικείμενο διορισμό νέου σχεδιαστή στην Gucci και την, επί μήνες θρυλούμενη, αναβάθμιση του Jonathan Anderson ως top creative στον Dior, μιλάμε για μια γενικευμένη καλλιτεχνική επανεκκίνηση σε κορυφαίους οίκους, που θέτει το σύνολο της βιομηχανίας σε μια δοκιμασία επιβίωσης.
Στην αντίστροφη μέτρηση προς τις κρίσιμες επιδείξεις των ημερών, ένα άτυπο soft launching μας έδειξε τι έπρεπε να περιμένουμε: Ο Τιμοτέ Σαλαμέ και η Ελ Φάνινγκ εμφανίστηκαν στα Όσκαρ με looks Givenchy, από τη συλλογή που η Burton έδειξε μόλις σήμερα, ενώ στο after party του Vanity Fair o «Τίμυ» λάνσαρε ένα κοστούμι με βούλες του Ackermann για τον Tom Ford, όχι το πρώτο του teaser από τον νέο οίκο του φίλου του, αφού και στις Χρυσές Σφαίρες είχε φορέσει custom Tom Ford by Haider Ackermann, ένα μαύρο κοστούμι σε στενή γραμμή, πασπαλισμένο με στρας κι ένα θαλασσί μεταξωτό φουλάρι δεμένο χαλαρά αντί γραβάτας.
Χθες, λοιπόν, μετά από πολλές συζητήσεις με τον Ford, o Ackermann πρότεινε ένα νέο ύφος για τον οίκο, αναζητώντας «ένα νήμα ανάμεσα σε αυτό που εγώ αποκαλώ αισθησιασμό και ο κύριος Ford σεξουαλικότητα».
Τίποτα, όμως, δεν αντικαθιστά τον αντίκτυπο της πρώτης επίδειξης ενός σχεδιαστή, ιδιαίτερα τώρα, που η βιομηχανία προσλαμβάνει και απολύει με ελαφριά καρδιά όσους δεν περνούν το τεστ των υψηλών τζίρων.
Ο Γαλλο-Κολομβιανός Haider Ackermann πέρασε χθες το βράδυ πρώτος τις “εξετάσεις”, παρουσιάζοντας τη συλλογή του για τον Tom Ford στο Παρίσι, όπου η επίδειξη του οίκου μεταφέρθηκε για πρώτη φορά από το Μιλάνο.
Tom Ford | Fall/Winter 2025/26 | Paris Fashion Week
«Βρίσκω και τις ανδρικές και τις γυναικείες του σειρές εξίσου συναρπαστικές. Είναι σπουδαίος κολορίστας, η τεχνική του είναι ευδιάκριτη και πάνω απ΄όλα είναι σύγχρονος», τον εκθείαζε ο Tom Ford τον Σεπτέμβριο, όταν του παρέδωσε με ένα τηλεφώνημα τα κλειδιά του οίκου του, με τον CΕΟ του brand, Guillaume Jesel, να συμπληρώνει ότι χάρη στη βαθιά του κατανόηση για την παγκόσμια κουλτούρα και τις τέχνες, δημιουργεί καθηλωτική μόδα και αξέχαστες συναισθηματικές συνδέσεις».
Αυτό που δεν έθιξε κανείς τότε ως το μεγαλύτερο ατού του Ackermann είναι ότι είναι άφθαρτος. Εκτός από ένα βραχύ πέρασμα από την Berluti και μια συνεργασία με την Fila η οποία τον οδήγησε στη σύνδεσή του με την Canadian Goose, o σχεδιαστής ακόνισε νωχελικά την τέχνη του στο προσωπικό του brand, ξετυλίγοντας ένα ξεκάθαρο όραμα για ένα tailoring εκκεντρικό και σέξι, εμπνευσμένο από ταξίδια στις άκρες της γης. Το κάλεσμά του στην πρώτη εθνική της μόδας ενεργοποιήθηκε όταν ο Jean Paul Gaultier τον προσκάλεσε ως guest σχεδιαστή για μια συλλογή υψηλής ραπτικής η οποία αποθεώθηκε και πουλήθηκε όσο λίγες.
Χθες, λοιπόν, μετά από πολλές συζητήσεις με τον Ford, o Ackermann πρότεινε ένα νέο ύφος για τον οίκο, αναζητώντας «ένα νήμα ανάμεσα σε αυτό που εγώ αποκαλώ αισθησιασμό και ο κύριος Ford σεξουαλικότητα».
Ακούγεται περίπλοκο, και είναι. Ιδίως αν δεχτούμε ότι ο οίκος Tom Ford είναι ο ίδιος ο Ford, είδωλο και πρεσβευτής ενός lifestyle που μόνο εκείνος ορίζει. Στους ιστορικούς οίκους που φέρουν το όνομα του ιδρυτή τους (Dior, Chanel, Saint Laurent, Balenciaga), η ταυτότητα του brand έχει πλέον αποσυνδεθεί από το όραμα του ανθρώπου που το δημιούργησε, έτσι ώστε ένας νέος καλλιτεχνικός διευθυντής να έχει χώρο να αφήσει το δικό του σημάδι.

Πώς να αναμετρηθείς, όμως, με έναν οίκο 20 μόλις χρόνων, του οποίου ο ιδρυτής ήταν ήδη διάσημος όταν τον σύστησε, ως ο marketer designer που ανέστησε την Gucci και εν συνεχεία δημιούργησε (με τον συνέταιρό του, Domenico De Sole), την Gucci Group - προάγγελο του σημερινού κολοσσού της Kering, ενώ στο μεταξύ πρόλαβε να γίνει και cult κινητογραφιστής; Ρωγμή στην θεοποίηση του Ford είναι το γεγονός ότι παρά το sex appeal του δεν μπόρεσε να επιβάλλει το ομώνυμο brand του. Ενώ τα περιφερειακά προϊόντα (αρώματα και καλλυντικά σε συνεργασία με την Lauder) έσκισαν και η ανδρική σειρά (με την Zegna) κινήθηκε συμπαθητικά στην Αμερική, τα γυναικεία δεν περπάτησαν ποτέ εμπορικά. Γι αυτό και το 2022, ο οίκος αγοράστηκε από την Estée Lauder. Ο ίδιος, όμως, δεν έπαψε να ασχολείται προσωπικά με το δημιούργημα του,
Ο Ackermann, πάντως, έκανε το άλμα, και στάθηκε όρθιος μπροστά στο «φάντασμα» του Ford. Στον εναγκαλισμό των δυο ανδρών στο τέλος του σόου κρυβόταν ανακούφιση και αποδοχή. Στους θεατές που χειροκροτούσαν όρθιοι, διακρίνονταν αγαλλίαση ότι επιτέλους κάτι πηγαίνει σωστά. Στους γνώστες, η συλλογή αυτή ήρθε σαν επιβεβαίωση ότι ακόμα υπάρχει χώρος για μια μόδα χωρίς εντυπωσιασμούς, όπου τα ρούχα κόβονται με τέχνη και ακρίβεια.
Σε μια ακροβατική ισορροπία αντιθέτων, αρχιτεκτονικές σιλουέτες μαλάκωσαν από αισθησιασμό, νωχελικά βραδινά και ρευστά σταυρωτά κοστούμια φλέρταραν με την κατά Tom Ford αποπλάνηση, μελαχρινές καλλονές (υπέροχες η Vittoria Ceretti και η Mona Tougaard) και μυστηριώδη αγόρια (iconic o Henry Kitcher) καθρεφτίστηκαν στους μουτζουρωμένους καθρέφτες του σόου (αναφορά στην εποχή που ο Ackermann εργαζόταν σε κλαμπ στην γειτονιά με τα κόκκινα φανάρια της Αμβέρσας και στις πριβέ καμπίνες των κοριτσιών όπου όλα ήταν δυνατά). Ο Haider έκανε ό,τι μπορούσε για να τιμήσει το φιλήδονο πνεύμα του άνδρα που τον δέχτηκε στον οίκο του.




Τα πρώτα looks της επίδειξης ήταν εμπνευσμένα από την ΄90ς περίοδο του οίκου: Χαμηλοκάβαλα δερμάτινα παντελόνια και ασύμμετρα τζάκετ, μεταξωτές φούστες που κατέβαιναν κάτω από τη μέση, όλα σε μαύρο – άσπρο, αλλά με χτυπητό μακιγιάζ. Άλλα μοντέλα θύμιζαν αγριεμένα στελέχη πολυεθνικών, με τσάντες – φακέλους και φουσκωτούς μίνιμαλ κότσους. Το χρώμα, όποτε εμφανιζόταν, χτυπούσε στο μάτι σαν γροθιά, σε έντονο κόκκινο ή πράσινο, βάφοντας χείλια ή καμπαρντίνες. Το μοτίβο άλλαξε σταδιακά, αποκαλύπτοντας την 70ς υπερβολή, για την οποία κυρίως έγινε γνωστός ο Ford. Φορέματα με βαθιά κοψίματα σε βουτυρένιο κίτρινο και εκτυφλωτικό μπλε ταίριαξαν με μεγάλα βραχιόλια και βρέθηκαν δίπλα σε στενά κοστούμια με neon τόνους κι ένα χορευτικό φουστάνι με κρόσια στο χρώμα της λεβάντας.
«Υποψιάζομαι ότι θα είμαι ο πρώτος που θα σηκωθώ να τον χειροκροτήσω στο τέλος του σόου τον Μάρτιο», έλεγε πριν από μερικούς μήνες ο Tom Ford, κι έτσι έγινε, καθώς έσβηναν οι μουσικές φράσεις του Nick Cave και ο Haider ξεπρόβαλλε από τα παρασκήνια.




Η διαδρομή του Haider Ackermann προς την κορυφή υπήρξε πληθωρική όσο και τα ρούχα που πρότεινε χθες βράδυ.
Γεννημένος το 1971 στην Μπογκοτά, υιοθετήθηκε μόλις εννέα μηνών από ένα ζευγάρι Γαλλο-Αλσατών, με τους οποίους μετακινείτο διαρκώς (ο πατέρας του ήταν χαρτογράφος) – από την Αιθιοπία και το Τσαντ στο Ιράν και την Αλγερία, πριν εγκατασταθούν στην Ολλανδία, στα 12 του χρόνια. Η πρώτη του επαφή με τη μόδα έγινε στη Βασιλική Ακαδημία Καλών Τεχνών της Αμβέρσας, το 1994, απ΄όπου αποπέμφθηκε τρία χρόνια αργότερα γιατί δεν πήγαινε στα μαθήματα, όχι χωρίς να έχει διαφανεί το ταλέντο του.
Μέσα από συνεργασίες (όπως με τον John Galliano) και μαθητείες στο πλευρό αβαν γκαρντ σχεδιαστών (σαν τον Bernhard Willhelm), o Ackermann εκτοξεύθηκε ραγδαία στο στερέωμα της high fashion: Το 2009, θεωρήθηκε πιθανός διάδοχος του Galliano στον Dior και τον Martin Margiela, ενώ την επόμενη χρονιά ο Lagerfeld τον κατονόμασε ως ιδανικό «κληρονόμο» της Chanel του. Αντιστεκόμενος στις Σειρήνες του μεγαλείου, το 2013 παρουσίασε τη δική του αντρική συλλογή. Λίγο αργότερα, σε ένα βραχύ πέρασμα από τον οίκο Berluti (2016 – 2018), εμπλούτισε τις αυστηρές του γραμμές με ντραπαρίσματα και αισθαντικότητα που τον συνοδεύει μέχρι σήμερα. Το 2020, λόγω διαφορών με τους επενδυτές του, έχασε τον έλεγχο της προσωπικής του επωνυμίας, μια αποτυχία που τον οδήγησε σε αυτό που είναι σήμερα.
Στις συνεντεύξεις που παραχώρησε τον Φεβρουάριο στην Vogue και πριν από μερικές μέρες στους Νιού Γιορκ Τάιμς, ο Ackermann δήλωσε ρομαντικά πως δεν θέλει να συμμετέχει στο «celebrity game”, γιατί πιστεύει πως η αξία της μόδας βρίσκεται στον σχεδιασμό, στη δημιουργική δουλειά που είναι συνυφασμένη με αυτήν, κι όχι σε όσους την φορούν». Παραδέχθηκε, ωστόσο, ότι η κατάσταση με τα social media “μας αναγκάζει να βρούμε έναν βηματισμό κι ένα όριο μέσα στο παιχνίδι με τις διασημότητες, και κυρίως να αναρωτηθούμε: Ποιος είναι celebrity σήμερα;».

Η ειρωνεία της παραπάνω δήλωσης βρίσκεται στο γεγονός ότι η καθιέρωση του σχεδιαστή επισπεύσθηκε από την αστρική λάμψη του Τιμοτέ Σαλαμέ, αφοσιωμένου πελάτη και φίλου του, ο οποίος από το 2018, που πρωτοεμφανίστηκε με ένα κρεμ tuxedo της Berluti στα Όσκαρ, εμπιστεύεται τον Ackermann για κάθε του εμφάνιση. Το άλλο κεφαλαίο «T» στη ζωή και την καριέρα του, είναι η Tilda Swinton, η «σύντροφος στο παιχνίδι» του, όπως λέει, υπαινισσόμενος μια πνευματική συνενοχή που κινητοποιεί και δυναμώνει και τους δυο τους. «Είναι ένας αληθινά ρομαντικός κι ένας αυθεντικός πανκ, ο τέλειος συνδυασμός», αντιγυρίζει η Τίλντα, περιγράφοντας τη δουλειά του ως «αρχαία και υπερηχητική την ίδια στιγμή». Μια άλλη του μούσα, η Daphne Guiness, η οποία διαθέτει ήδη 40 δημιουργίες Ackermann στην γκαρναρόμπα της, τον αποκαλεί «έναν Saint Laurent για τη διαστημική εποχή».
Καλώς ήρθατε στην επαγγελματική λίγκα της μόδας Mr.Ackermann. Μακάρι να παραμείνετε ένας Δον Κιχώτης ανάμεσα στους βιαστικούς και κυνικούς …