Η παλιά πορτοκαλιά τηλεόραση είχε ένα σημάδι στην ασπρόμαυρη οθόνη της. Η Ερασμία την είχε ακουμπήσει με το ζεστό σίδερο μια μέρα που σιδέρωνε και πήγε να αλλάξει κανάλι. Μετά έτριψε την οθόνη με το άζαξ για να διώξει το κάψιμο, λες κι ήταν λεκές. Η τηλεόραση καταστράφηκε για πάντα και κατέληξε λάφυρο στο παιδικό δωμάτιο. Ως εκ θαύματος δούλευε. Ασπρόμαυρη και θαμπή, μα δούλευε. Έτσι κι αλλιώς πάντα αγαπούσα να δίνω καταφύγιο στο ανάπηρα πλάσματα (τότε δεν υπήρχαν πράγματα – μόνο πλάσματα). Η αγαπημένη μου Μαντάμ Σουσού είχε πάντα μια βαθιά χαρακιά στα κοντινά της. Δε με ενόχλησε ποτέ. Της ταίριαζε απόλυτα και κάπου μέσα μου ένιωθα γιατί.
Η Κυρία με το φουσκωτό μαλλί και τις βάτες που έλεγε τις ειδήσεις είχε το ίδιο βαθύ κάψιμο στο μάγουλο. Δικαιολογημένο. Ο κόσμος είναι κακός. Σκοτώνει, ληστεύει, γκρινιάζει και κρύβει λεφτά σε χαρτόκουτα από πάνες. Είχαμε τις ίδιες πάνες για το μωρό μας. Δεν είχαν λεφτά μέσα, όσο κι αν έψαχνα – εκτός κι αν τα μαζεύανε προτού ξυπνήσω. Δεν παραμόνεψα ποτέ. Κάθε πρωί έπαιζε ο εθνικός ύμνος. Ο μπαμπας, ως στρατιωτικός, έλεγε πως πρέπει να στέκομαι ακίνητος όταν τον ακούω γιατί είναι το τραγούδι της πατρίδας μας. Πάντα είχα απορία τι σόι πατρίδα είναι αυτή που αντί να χορεύει το τραγούδι της κάθεται ασάλευτη. Δεν το ρώτησα ποτέ. Μεταξύ μας ούτε και στάθηκα ποτέ. Η σημαία στην οθόνη ήταν θαμπή κι είχε ένα κάψιμο. Στο δόξα πατρί. Εκεί που ήταν ο σταυρός. Κάθε ιδιωτική εικόνα μιας ολόκληρης δεκαετίας είχε το ίδιο σημάδι. Αδέρφια εικόνες και νοήματα. Το 90 αλλάξαμε τηλεόραση και το τοπίο καθάρισε. Είχε χρώμα πια. Και περισσότερα κανάλια. Σπουδαία αλλαγή. Παρά το χρώμα και τον καταιγισμό εικόνων το κάψιμο μου έλειπε. Εξηγούσε τόσο καλά τα πάντα.
Δεν αφήσαμε ποτέ την Ερασμία να πλησιάσει την καινούργια τηλεόραση.
σχόλια