Αν την προηγούμενη εβδομάδα είχε προκύψει, από τα τσαλιμάκια της ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ, κυβέρνηση Παπατσάλνικου, πιθανότατα η χώρα να είχε πτωχεύσει επισήμως και να καιγόταν αυτές τις μέρες. Το τελευταίο δεν πρέπει ν’ αποκλείεται, καθώς η κοινωνική οργή συσσωρεύεται, αλλά προς το παρόν, με τη νέα κυβέρνηση Παπαδήμου, παίρνουμε παράταση ζωής: αν η ευρωπαϊκή, πλέον, κρίση χρέους δεν βγει εκτός ελέγχου τις επόμενες εβδομάδες, η κυβέρνηση θα πάρει την έκτη δόση και πιθανότατα θα κάνουμε Χριστούγεννα, έστω και τα πιο θλιμμένα και φτωχικά της πρόσφατης ελληνικής ιστορίας.
Είναι γεγονός ότι οι ηγεσίες των δύο μεγάλων κομμάτων έκαναν ό,τι μπορούσαν για ν’ αποτρέψουν τη λύση Παπαδήμου. Ο Παπανδρέου ούτε καν του το είχε προτείνει, γιατί πίστευε ότι με τον προστατευόμενό του πρόεδρο της Βουλής ως πρωθυπουργό-μαριονέτα θα κυβερνούσε από τα παρασκήνια. Τώρα, τι διάολο θα έκανε διαφορετικά απ’ όσα έκανε θάλασσα τα δύο προηγούμενα χρόνια είναι ένα ερώτημα, αλλά το χούι της εξουσίας είναι σαν την ψυχή: φεύγει τελευταίο.
Το γεγονός είναι ότι ακόμη και την τελευταία στιγμή, μετά την καταρχήν συμφωνία στο πρόσωπο του Παπαδήμου, το Μέγαρο Μαξίμου προσπάθησε να την υπονομεύσει, σκορπώντας διαδόσεις για κάποιους όρους που έθεσε, διαδόσεις που είχαν στόχο να προβοκάρουν τον Σαμαρά. Ο πρόεδρος της ΝΔ δεν τσίμπησε, με αποτέλεσμα ο ομόλογός του στο ΠΑΣΟΚ να είναι ο δεύτερος πρωθυπουργός στην πρόσφατη ιστορία που χάνει τη θέση του μόλις δύο χρόνια μετά τις εκλογές, γιατί δεν μπορεί να κυβερνήσει. Ενώ, όμως, το 2009 ο Καραμανλής έκανε ό,τι μπορούσε για να μην επανεκλεγεί, ο Παπανδρέου πάλεψε μέχρι τέλους για να παραμείνει στη θέση του.
Από δω και στο εξής θα την πληρώσει το ΠΑΣΟΚ, καθώς ο πρόεδρός του δείχνει αποφασισμένος να ολοκληρώσει την πατροκτονία, καταστρέφοντας, μετά το κράτος, και το κόμμα του Ανδρέα. Για τον αρχηγό της ΝΔ, οι Πετσάλνικος, Κακλαμάνης κ.λπ. και όποια άλλη πασοκική λύση περνούσε απ’ το αρρωστημένο μυαλό του Μαξίμου ήταν βούτυρο στο ψωμί του. Το δήλωνε, άλλωστε, ανοιχτά ότι θα δεχόταν
για πρωθυπουργό οποιονδήποτε πρότεινε ο κ. Παπανδρέου (με την εξαίρεση, εννοείται, της κυρίας Μπακογιάννη), ακόμη και τον θυρωρό των κεντρικών γραφείων του ΠΑΣΟΚ. Η χαρά του Σαμαρά μεγάλωνε όσο ο Βενιζέλος έριχνε διάφορα άσχετα πρόσωπα στη δημόσια φημολογία για το πρόσωπο του πρωθυπουργού, με τη γνωστή μακιαβελική του μαεστρία, που είχε στόχο να κουραστεί τόσο πολύ η κοινή γνώμη, ώστε να αποδεχτεί τελικώς τον ίδιο.
Ο πρόεδρος της ΝΔ φοβάται μήπως ο Παπαδήμος, αν τα κουτσοκαταφέρει, αναδειχτεί σε μόνιμη συμβιβαστική, κυβερνητική λύση, δεδομένου ότι οι επόμενες εκλογές πιθανότατα δεν θ’ αναδείξουν κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Χρειάστηκε η εξέγερση των βουλευτών του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ για να πέσει σοβαρά το όνομα του Παπαδήμου στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, την τελευταία κυριολεκτικά στιγμή.
Ο Σαμαράς ήταν υποχρεωμένος να το αποδεχτεί με κρύα καρδιά, ξεκινώντας τις εχθροπραξίες μόλις την επόμενη μέρα της ορκωμοσίας της νέας κυβέρνησης, όταν άρχισε να προσδιορίζει ακόμη και την ημερομηνία των εκλογών (κάτι που αρνήθηκε να κάνει ο νέος πρωθυπουργός στις προγραμματικές του δηλώσεις). Το γεγονός ότι, όπως δηλώνει, η ΝΔ υποστηρίζει μια κυβέρνηση με την πολιτική της οποίας διαφωνεί ριζικά και δεν συμμετέχει σε μια κυβέρνηση στην οποία μετέχουν και οι δυο αντιπρόεδροι του κόμματος δείχνει το μέγεθος των ακροβασιών που πρέπει να κάνει και ο νέος πρωθυπουργός προκειμένου να κυβερνήσει για μερικές εβδομάδες.
Το γεγονός ότι έχαιρε γενικότερης αποδοχής θα έπρεπε να κάνει τον Παπαδήμο να βάλει πραγματικά κάποιους όρους. Να επιλέξει αυτός βασικούς υπουργούς, αντί γι’ αυτό το υπουργικό συνονθύλευμα, κακέκτυπο του παλιού σχήματος με προσθήκη ΝΔ-ΛΑΟΣ, ν’ αρνηθεί τη συμμετοχή ακροδεξιών εκπροσώπων από το τελευταίο, πράγμα που προκάλεσε και μεγάλες διεθνείς αντιδράσεις, ν’ απορρίψει το βέτο Σαμαρά για τη συμμετοχή της Δημοκρατικής Συμμαχίας και να εξαρτήσει την ημερομηνία διεξαγωγής των εκλογών από την ολοκλήρωση κάποιων ενεργειών απαραίτητων, όχι από τα κομματικά ημερολόγια.
Αντίθετα, τώρα ξεκινάει μ’ ένα μεγάλο βάρος στην πλάτη του, στο οποίο πρέπει βασικά να προστεθεί η αποτυχημένη πολιτική που είναι υποχρεωμένος, ακόμη και αν δεν ήθελε, ν’ ακολουθήσει και η διευρυνόμενη κρίση της ευρωζώνης, που εμποδίζει κάθε σοβαρό προγραμματισμό στην οποιαδήποτε κυβέρνηση του κόσμου, πολύ περισσότερο στην ελληνική.
σχόλια