ΓΟΥΡΟΥΝΙΑ ΣΤΟ ΔΙΑΣΤΗΜΑ
Καινούριοι Καιροί [Ανεξάρτητη Παραγωγή]
REMAIN IN LIGHT/ THE MOON IN JUNE
Dead Alaska/ Grey skies April skies [ARS NOCTURNA]
Αν το όνομα Remain in Light παραπέμπει εντελώς στους Talking Heads, το όνομα The Moon in June παραπέμπει εντελώς στην κομματάρα “Moon in June” των Soft Machine από το “Third” (μουσική, στίχοι: Robert Wyatt). Δεν το λέω για κακό αυτό, απεναντίας! Ποιοι είναι οι (The) Moon in June;
Ο Νίκος Δρίβας κιθάρα, μπάσο και η Μαρίλυ Κιτσιώνα φωνή, πιάνο. Το ντουέτο μπορεί να είναι καινούριο, ο Νίκος Δρίβας όμως είναι γνωστός από τα late 80s-early 90s μέσω των Distorted Image, ενώ κάποιοι ίσως τον ξέρουν και ως συγγραφέα του βιβλίου «Release the Bats…/Η ιστορία της ελληνικής σκοτεινής εναλλακτικής σκηνής» [ARS NOCTURNA, Αθήνα 2012].
Το “Grey skies April skies” είναι το πρώτο τραγούδι του σχήματος κι αυτό που τους συστήνει σ’ ένα ευρύτερο κοινό. Η mid-tempo απλωμένη μελωδία, τα καθαρά-κρυστάλλινα φωνητικά τής Κιτσιώνα, που κρατούν από την παράδοση του ethereal-wave (Elizabeth Fraser και τα τοιαύτα) και βεβαίως όλη η ηχητική συνέπεια με την παράδοση του στυλ που υφαίνεται στο background, δημιουργούν τις προϋποθέσεις για κάτι συνολικότερο στο μέλλον. Ίδωμεν…
SPINBALL
Ροκ μπάντα από την Αθήνα είναι οι Spinball, που υπάρχουν από το 2006 όπως διαβάζουμε στο bandcamp, έχοντας ηχογραφήσει έως τώρα δύο άλμπουμ. Το “Roger’s Fable” το 2011 και το “Shadows”, που τυπώθηκε πριν λίγο καιρό από την B-otherSide σε 250 αντίτυπα βινυλίου.
Στους Spinball παίζουν σήμερα οι Νίκος Καρατζίδης φωνή, Παναγιώτης Τσεβρένης κιθάρες, Γιάννης Βρεττάκος μπάσο, Κωνσταντίνος Μαυραντζάς πλήκτρα και Παντελής Χανδρής ντραμς (σ’ ένα track ακούγεται στο μπάσο ο Βαγγέλης Οικονόμου) με τον ήχο τους να κινείται προς το σύγχρονο κιθαριστικό ροκ (τα πλήκτρα θέλω να πω δεν καθορίζουν τον ήχο του γκρουπ), αλλά και με κάποια… επικά στοιχεία να βγαίνουν προς τα έξω, που θα μπορούσα να τα χαρακτηρίσω με κάποιαν υπερβολή(;) –πώς να το πω;– ακόμη και progressive. Και για να γίνω ακόμη πιο συγκεκριμένος…
Τα κιθαριστικά riffs και συχνότερα ο τρόπος διαχείρισης των φωνητικών δίνουν μιαν αίσθηση που με παραπέμπει στους Who. Μου αρέσει αυτός ο ήχος, που δεν είναι prog ακριβώς, αλλά που διατηρεί αυτή τη μυρωδιά από τα μεγάλα γκρουπ της εποχής.
Κομμάτια, ας πούμε, όπως το “Shadows” και το “I feel free” επιβεβαιώνουν εντός μου αυτή την διαδρομή – την διαδρομή εννοώ που ξεκινά εκεί κάπου στα τέλη του ’60, φθάνοντας σιγά-σιγά έως στις μέρες μας (στο stoner και τα υπόλοιπά του).
Το ατού των Spinball, πέρα από τα παιξίματα που είναι πολύ πρώτα, είναι οι συνθέσεις, που ακούγονται στ’ αυτιά μου επεξεργασμένες και ψαγμένες – δηλαδή ολοκληρωμένες. Το γκρουπ έχει συναίσθηση (και γνώση) της ροκ ιστορίας (έχει ακούσματα εννοώ) και αυτήν ακριβώς τη συναίσθηση την διαπιστώνεις σε κάθε κομμάτι τους. Με άλλα λόγια δεν υπάρχει track, που ν’ ακούγεται αδιάφορο ή ξεκομμένο από τα υπόλοιπα. Όλα έχουν μιαν ενότητα, ένα στόχο, ένα σκοπό, με το προτελευταίο δραματικό “Absence” (που είναι instro) να σε απογειώνει και με το έσχατο “Time to go” να σε επαναφέρει άρδην σε σημερινές καταστάσεις (“Wake up my son/ someone has said/ your time has come/ please don’t be late. Wake up young man/ drive me away/ it’s time to run/ you cannot stay”).
Θα το πούμε ξανά. Παλιά, στα χρόνια του ’80 και του ’90 για παράδειγμα, έκανες κρα για να βρεις συγκροτήματα με τόσο χωνεμένες και ευρύτατες αναφορές, που να έχουν ήχο δικό τους, να παίζουν άψογα τα όργανά τους, έχοντας και τις σωστές παραγωγές. Σήμερα σκάνε συχνότατα μπάντες από παντού (ελληνικές εννοώ), που στέκονται πολύ ψηλά.
Τα παιδιά μαθαίνουν να παίζουν μουσική από τα σχολειά τους, ακούν τα πάντα (ή εν πάση περιπτώσει ό,τι περισσότερο μπορούν, καθότι υπάρχει ευκολία), έχουν ταλέντο και με το πέρασμα του χρόνου ξέρουν να φτιάξουν δίσκους που να στέκουν – και να στέκουν γερά. Βελτιώσεις πάντα μπορεί να γίνουν – και γίνονται. Αλλά όταν το επίπεδο είναι ήδη πολύ ψηλό, οι βελτιώσεις θα το κάνουν απλώς ψηλότερο. Και τούτο συμβαίνει και με τους Spinball.
LOW NOISE
Low Noise [Dia de Los Muertos/ B-otherSide]
Ανέκδοτες ηχογραφήσεις από την ιστορία του ελληνικού ροκ βγαίνουν… και πάντα θα βγαίνουν στην επιφάνεια. Κάτι που αφορά, βεβαίως, σε όλες τις δεκαετίες. Υπάρχει πολύ ηχογραφημένο υλικό (και είναι λογικό αυτό), οπότε πάντα θα έχουμε τον τρόπο ν’ ακούμε εγγραφές που δεν κυκλοφόρησαν στον καιρό τους – εγγραφές οι οποίες θα προσθέτουν κάθε φορά και από κάτι σε μιαν ιστορία, που δεν θα σταματήσει ποτέ να ανανεώνεται. Τελευταία βουτιά στο παρελθόν είναι αυτή που επιχείρησαν οι εταιρείες Dia de Los Muertos και B-otherSide, οι οποίες φέρνουν στο φως ηχογραφήσεις των Low Noise από το 1987. Το άλμπουμ τυπώθηκε σε 200 συνολικώς αντίτυπα και σε δύο διαφορετικού χρώματος βινύλια. Για πάμε όμως και στα πιο μέσα…
Δεν ξέρω πόσοι θυμούνται τους Low Noise από τα eighties. Προσωπικά τους θυμάμαι και από τα live και από τα fanzines της εποχής (το Rollin Under για παράδειγμα), αλλά και από… ηχογραφήσεις. Ναι, οι Low Noise ακούγονταν στην κασέτα “Straight to Hellas”, που είχε κυκλοφορήσει από την Lazy Dog στις αρχές του ’89, διασκευάζοντας σκληρά και με έπαρση το “Love me two times” των Doors. Έκτοτε τους έχασα, αλλά να τώρα… τους ξαναβρίσκω μπροστά μου, και μάλιστα μέσα από τις στροφές ενός βινυλίου! Τίποτα, τελικά, δεν πάει χαμένο…
Από το Rollin Under #17 (Ιανουάριος-Φεβρουάριος ’89) αντιγράφω:
«Γκρουπ, που έχοντας σαν βασικό πυρήνα τον Ιάκωβο Μανή, πέρασε από πάρα πολλές ανακατατάξεις και αλλαγές μελών. Εκτός από τον Ι. Μανή κιθάρα, φωνή (πρώην Cpt Neφos) στο σχήμα παίζουν και οι Στάθης Καλυβιώτης μπάσο (πρώην Ανυπόφορος) και Βασίλης Κασκαμπάς τύμπανα (πρώην Yeah). Όπως λένε και οι ίδιοι είναι μάλλον υβρίδιο των επιρροών τους παρά ένα γκρουπ αναβίωσης ή αναμετάδοσης συγκεκριμένων ρευμάτων, ενώ βασική τους επιδίωξη είναι να αναπτύξουν ένα προσωπικό ύφος μέσα από τις βασικές τους επιρροές, που είναι ο ήχος της δεκαετίας του ’60, το new wave, η νεοψυχεδέλεια και η ηλεκτρική μπαλάντα. Έχουν κάνει αρκετές εμφανίσεις (ανάμεσά τους και μια σαπόρτ στους Angst)».
Στις… εμφανίσεις ας σημειωθεί και μια τηλεοπτική παρουσία τους στην εκπομπή της ΕΤ1 «Μουσική Τομή (Rock στην Ελλάδα/ η άλλη άποψη)» το 1987 σε σκηνοθεσία Γιάννη Κασπίρη, εκεί όπου οι Low Noise λένε live το “Tonight” (lead track στο πρόσφατο άλμπουμ τους).
Εκείνη λοιπόν την εποχή (1987) μέλη του συγκροτήματος ήταν οι Ιάκωβος Μανής φωνή, κιθάρα, Βάιος Ζηνωτούλης μπάσο και Γιάννης Τρυφερούλης ντραμς, με τον Γιώργο Δημητριάδη ν’ ακούγεται ως lead τραγουδιστής σε τρία tracks. Ο Γιώργος Δημητριάδης είναι ο γνωστός Γιώργος Δημητριάδης από τους Μικρούς Ήρωες και τους Απροσάρμοστους, ενώ τους Ζηνωτούλη και Τρυφερούλη τους έχω κατά νου, τα πιο πρόσφατα χρόνια, με τους Dr.Atomik.
Τι παίζουν οι Low Noise; Λένε πως ξεκίνησαν σαν νιουγουεβάδες (δεν τους θυμάμαι σ’ αυτή τη φάση τους), όμως εδώ στο LP-συμπαραγωγή είναι γκαραζέρηδες. Ακολούθησαν και αυτοί θέλω να πω την πορεία των Villa 21, που μέσα σε λίγα χρόνια είχαν αλλάξει εντελώς τον ήχο τους. Λογικό-ξελογικό έτσι συνέβη.
Στο πρώτο μισό των eighties κουμάντο στις επιρροές –χοντρικώς– έκαναν τα βρετανικά new-wave, dark και τα λοιπά συγκροτήματα (αφήνω το punk κατά μέρος), ενώ στο δεύτερο μισό τη σκυτάλη είχαν πάρει τα αμερικάνικα της «ερήμου», της «αναβίωσης», όπως και τα αυστραλέζικα ανάλογα (και τα σουηδικά από κοντά κ.ο.κ.). Εντάξει, υπήρχαν και κάποια γκρουπ που ήταν από την αρχή αμερικανόθρεφτα, όπως οι Last Drive για παράδειγμα, ή άλλα που συνέχισαν στο νιουγουεβάδικο στυλ, όπως οι South of No North.
Αυτή η μεταβολή, πάντως, που ήταν 180 μοιρών σε όσους συνέβη, αφορά και στους Low Noise. Το γκρουπ παίζει ωραία, δυνατά και καθαρά, και κομμάτια όπως το “Tonight”, το πιο... λυσεργικό “Night escape”, το γρήγορο και βαρύ “Burn”, το αυθάδες “Out of the door” ή και το “Lonely driver” θα μπορούσε άνετα να συναγωνίζονταν –όπως και το έπρατταν– τα καλύτερα των Last Drive της ίδιας εποχής ή των Melting Ashes.
Το άλμπουμ αυτό πέραν του γεγονότος ότι είναι «μια χαρά» και στέκει και σήμερα με την πρέπουσα ροκ άνεση, έρχεται να συμπληρώσει ένα χαμένο κομμάτι τού παζλ του ελληνικού garage-punk του ’80 και απ’ αυτήν την άποψη είναι διπλά καλοδεχούμενο.