Babyfather ονομάζεται το νέο πρότζεκτ του Dean Blunt μαζί με τους κολλητούς του, DJ Escrow και Gassman D.
Με απλά λόγια ο Dean Blunt είναι ένας από πιο ιδιοφυείς μουσικούς που έχουν βγει από τη Μεγάλη Βρετανία τα τελευταία χρόνια. Είναι επίσης από τους πιο απρόβλεπτους μουσικούς της γενιάς του, ένας πραγματικά εκκεντρικός καλλιτέχνης. Κανείς δεν γνωρίζει με ποιον τρόπο ή πότε θα κυκλοφορήσει τον επόμενο του δίσκο, με ποιο ψευδώνυμο. Στους Babyfather συνεργάζεται επίσης σε δυο κομμάτια με τον Arca και την Micachu. Με το όνομα Babyfather είχε τιτλοφορήσει αρχικά ένα άλμπουμ που κυκλοφόρησε πέρσι πριν κάνει το συγκρότημα. Αυτό κάνει αρκετούς να πιστεύουν ότι είναι ένα εικονικό γκρουπ, φτιαγμένο σαν όχημα μιας νέας σόλο δουλειάς του.
Ακόμη και ο τίτλος του άλμπουμ ‘BBF: Hosted by DJ Escrow’ κρύβει τεράστια ειρωνεία για την κουλτούρα των mixtapes που έχει κυριαρχήσει τελευταία στην σκηνή του χιπ χοπ. Ένα δύσκολο άλμπουμ με στοιχεία noise που ακούγεται εξίσου ενοχλητικό όσο και ενδιαφέρον. Πρέπει να επαναλαμβάνεται σε όλο το άλμπουμ η φράση ‘This makes me proud to be British’ πάνω από 100 φορές χωρίς να αιτιολογείται ποτέ γιατί τόση περηφάνια! Σε ένα δίσκο που διαρκεί περίπου 50 λεπτά πραγματικά σου σπάει τα νεύρα. Παρόλα αυτά καταφέρνει και ακούγεται συγκλονιστικό ανά στιγμές.
Δεν πιστεύω ότι έχω κάποιο μοντέλο. Απλά κάνω αυτό που με εκφράζει. Και δεν σκέφτομαι καν αν θα το θεωρήσουν πετυχημένο ή οτιδήποτε.
Ο Blunt δεν είναι ένας παραδοσιακός σταρ της μουσικής. Δεν παίζει με τους κανόνες. Αισθάνεται πιο βολικά στο περιθώριο αρκεί να έχει την ελευθερία να κάνει αυτά που έχει στο μυαλό του να κάνει. Είναι πολυγραφότατος – η δισκογραφία του είτε σόλο, είτε όχι είναι χαοτική – και αψηφάει κάθε μουσική κατηγορία σε κάθε άλμπουμ του. Το εξαιρετικό Black Metalπ.χ. που κυκλοφόρησε το 2014 ήταν ένα «λευκό» άλμπουμ γραμμένο από ένα μαύρο καλλιτέχνη.
Έχει μια περίεργη στάση από την αρχή απέναντι στα media, στην μουσική βιομηχανία, αλλά και τα μουσικά είδη που βγαίνουν κατά καιρούς. Πιο πολύ από άποψη παρά από οτιδήποτε άλλο. Δεν ξέρεις πότε λέει την αλήθεια και πότε όχι. Ακόμη και το Dean Blunt είναι ένα ψευδώνυμο που χρησιμοποιεί. Το πραγματικό του όνομα είναι Roy Nnawuchi. Μεγάλωσε στο Χάκνεϊ του Λονδίνου και συνήθιζε να παίζει μποξ. Δεν πήγε ποτέ πανεπιστήμιο αλλά τα έφτιαξε με ένα λευκό πλούσιο κορίτσι που του έμαθε τι είναι τα εικαστικά. Να σημειώσουμε ότι τα λευκά κορίτσια πάντοτε πρωταγωνιστούν στην μουσική του και μοιάζουν να τυραννούν τις σκέψεις του.
Εμφανίστηκε από πουθενά στον κόσμο της μουσική το 2009. Μαζί με την τότε σύντροφό του Inga Copeland είχαν το μυστηριώδες ντουέτο Hype Williams. HypeWilliams είναι το πραγματικό όνομα ενός πολύ πετυχημένο σκηνοθέτη μουσικών βίντεο στην Αμερική. Έχει γυρίσει βίντεο για ονόματα όπως ο Kanye West μέχρι και για τον Tupac. Φυσικά δεν είχαν καμία σχέση μαζί του. Ούτε καν συγγένεια.
Το στόρι των Hype Williams είναι από τα πιο συναρπαστικά στην σύγχρονη μουσική. Έπαιζαν art pop και κορόιδευαν τους πάντες. Είχαν καταργήσει κάθε μορφή σοβαρότητας στις συνεντεύξεις τους. Έλεγαν ότι κυκλοφορούσαν την μουσική τους σε στικάκια που έβαζαν μέσα σε μήλα και τα πουλούσαν στην αγορά, ότι έκλεβαν ρακούν και το κυριότερο κατέβαζαν την μουσική τους ή κάποια παράξενα φιλμάκια που είχαν αισθητική βιντεοκασέτας στο youtube όσο γρήγορα τα ανέβασαν και όποιος πρόλαβε, πρόλαβε να τα δει και να τα ακούσει.
Ακόμη και όταν και οι στίχοι του Blunt είχαν μια χιπ χοπ χροιά σύμφωνα με τους ειδικούς, ο αθεόφοβος δήλωνε τότε στην Guardian ότι το μισούσε σαν είδος.
«Το (What's the Story) Morning Glory είναι το καλύτερο άλμπουμ που έχει κυκλοφορήσει ποτέ. Αυτό ακούω όλη μέρα και όλη νύχτα. Η Inga μπορεί να το πιστοποιήσει – όταν μένει στην Λισαβόνα μαζί μου αυτό είναι το μόνο που ακούει. «Κλείσε επιτέλους αυτά τα κιθαριστικά σκατά!» Οπότε όχι δεν με έχει επηρεάσει το χιπ χοπ. Το μισώ. Και δεν αστειεύομαι».
«Δεν ακούς τίποτα άλλο από Oasis;» τον ρωτάει ο δύσμοιρος δημοσιογράφος και αυτός του απαντάει: «Μου αρέσει η επανάληψη. Ξέρεις όπως ο Steve Jobs φορούσε συνέχεια το ίδιο μπλουζάκι πόλο; Εγώ ακούω το ίδιο άλμπουμ συνέχεια».
Ο δημοσιογράφος δεν φαίνεται να το χάφτει άλλα γράφει ότι πραγματικά φαίνεται αυθεντικός σε όσα λέει. Κι αυτή είναι η μαγεία του Dean Blunt. Είναι μέγα προβοκάτορας. Κι όσο αδιαπέραστος και στον κόσμο του άλλα τόσο χαρισματικός είναι. Ακόμη κι όταν σαμποτάρει ο ίδιος τον εαυτό του με άλμπουμ που δεν ακούγονται ολόκληρο όσο καλή διάθεση και να έχεις. Έχει την πανκ στόφα μουσικών όπως ο Mark E. Smith. Έχει κυκλοφορήσει επίσης online ποίηση του που την ονομάζει PDF Poetry και είναι όπως θα περίμενε κανείς παρανοϊκή.
Με την Copeland χώρισε το 2012 αφού κυκλοφόρησαν την ίδια χρονιά δύο άλμπουμ ως Hype Williams. Και οι δύο πήραν ξεχωριστούς δρόμους. Κράτησε όμως αυτή την περιφρόνηση σε οτιδήποτε συνηθισμένο και στην συνέχεια της σόλο καριέρας του αλλά και στους Babyfather. Ως συνέπεια κάνει πολλές φορές αρκετούς μουσικοκριτικούς και ανθρώπους της βιομηχανίας να αισθάνονται άβολα στην θέση τους, να μην μπορούν να τον καταλάβουν και να μην γνωρίζουν ούτε καν πώς να τον αντιμετωπίσουν.
Αυτό το διάστημα βρίσκεται στο Χόλιγουντ όπου ετοιμάζει δυο ταινίες που γυρνάει μόνος του! Έδωσε μια από τις σπάνιες συνεντεύξεις του για το πρότζεκτ στο ραδιοφωνικό σταθμό NPR. Αρκετά αποκαλυπτικός λέει σε ένα σημείο:
«Δεν πιστεύω ότι πρέπει να με ακολουθήσει κάποιος. Όχι. Δεν πιστεύω ότι έχω κάποιο μοντέλο. Απλά κάνω αυτό που με εκφράζει. Και δεν σκέφτομαι καν αν θα το θεωρήσουν πετυχημένο ή οτιδήποτε. Απλά μπορώ ακόμη να το κάνω καθημερινά. Και αυτό είναι βασικά. Δεν θα μπορούσα, δεν θα ζητούσα από κανέναν να με ακολουθήσει επειδή κάνω το δικό μου πράγμα και ο καθένας θα πρέπει να κάνει το δικό του. Δουλεύω κυρίως με μάτσο περίεργους, ανθρώπους τόσο καθυστερημένους όσο εγώ κάτι που μας χαρακτηρίζει αν και είμαστε διαφορετικοί αλλά προφανώς κάτι μας ενώνει ώστε να είναι ΟΚ για εμάς να δουλεύουμε μαζί. Απλά. Και πολλές φορές αυτοί οι άνθρωποι είναι μουσικοί και μερικές φορές δεν είναι. Τις περισσότερες φορές δεν είναι. Δεν έχει να κάνει όμως με αυτός. Απλά υπάρχει ενός είδους μια διαφάνεια ως χαρακτηριστικό την οποία ο καθένας από εμάς μπορεί να έχει. Όλοι μας. Και αν συνδεθούμε ή έρθουμε κοντά με κάποιο τρόπο, θα κολλήσουμε απλά. Ναι, δουλεύουμε μαζί και κάπως έτσι πάει. Δεν ξέρω όμως. Μερικές φορές τα άτομα που συνεργάζομαι μαζί είναι αδέρφια μου που δεν τους αρέσει καν η μουσική αλλά καταλαβαίνουν ότι είναι μια συνομιλία και είμαστε απλά εδώ μαζί. Απλά το κάνουμε. Το να μιλάς μπορεί να είναι κάτι υπερεκτιμημένο».