Στις περιγραφές των βιβλίων του και στην προσεκτική - γυαλισμένη σχεδόν, αλλά όχι στρογγυλεμένη - επιλογή λέξεων το αναγνωστικό ανακάλυπτε και εξακολουθεί να ανακαλύπτει μια Αθήνα που ανασαίνει στις σκοτεινές φυλλωσιές και ελπίζει στην ανατροπή, μια διαφορετική, κάποτε τραχιά σοφία της αστικής ζωής, μια διαυγή καταγραφή των σημαντικών και των ασήμαντων που πλάθουν έναν ήρωα για το καλύτερο και το χειρότερο μαζί.
Ο Μένης Κουμανταρέας γεννιέται και μεγαλώνει στην Αθήνα, συνεργάζεται με περιοδικά και εφημερίδες, αλλά δεν αποδέχεται ποτέ την ιδιότητα του δημοσιογράφου, βραβεύεται για το συγγραφικό του έργο και τις τολμηρές αναζητήσεις του και πιστώνεται με κάποιες από τις πιο σοβαρές και προφητικές κουβέντες για το αθηναϊκό αστικό τοπίο και την εξέλιξη της ανθρωπογεωγραφίας του, για τη ζωή και τον θάνατο, για την αξία της παρατήρησης και της στοχαστικής καταγραφής. Δολοφονείται το 2014, αφήνοντας πίσω του δεκάδες σημειώσεις, αποκηρυγμένα κείμενα και άγνωστες εκδοχές των βιβλίων του, όλα δείγμα της πολύπλοκης σκέψης και της αναζήτησης της καλύτερης δυνατής εκδοχής ενός ήδη ολοκληρωμένου κειμένου.
1.
Περί πνευματικών ανθρώπων:
"Θεωρώ ότι είναι ανόητο αυτό που λένε για τη σιωπή των πνευματικών ανθρώπων. Δεν είναι δουλειά μας να βγαίνουμε στην τηλεόραση και να κάνουμε αφορισμούς. Δουλειά μας είναι να στηρίζουμε αυτό που ονομάζεται πνευματική ζωή στον τόπο. Παρεξηγεί ο κόσμος εύκολα. Ακόμα και οι διαμαρτυρίες που μας ζητούν να υπογράψουμε είναι εκ του πονηρού. Το κλισέ που λέει ότι δεν υπάρχουν πνευματικοί άνθρωποι σήμερα είναι μια μαλακία. Θα υπάρξουν, μοιραία. Κάθε εποχή έχει και τους ανθρώπους της. Λέγαμε για το θέατρο και την Κοτοπούλη. Υπάρχουν και σήμερα πολλές «Κοτοπούλες»". (Lifo.gr 19/1/2011).
2.
Περί συγγραφικής τεχνικής:
"Όταν γράφω, είμαι πάρα πολύ ψύχραιμος. Όταν είμαι ταραγμένος ή στεναχωρημένος, παίρνω καλές σημειώσεις, αλλά δεν κάθομαι να γράψω. Πρέπει να φωτίζει το χαρτί σου ένα κρύο φως". (Από μία μεγάλη ειλικρινή συνέντευξη του 1986 στον Στάθη Τσαγκαρουσιάνο. Αυτή η συνομιλία ψηφιοποιήθηκε για πρώτη φορά το 2014. Ολόκληρη ΕΔΩ).
3.
Περί πραγματικής αγάπης:
"Οι ευαίσθητοι αγαπούν μια και μοναδική φορά. Οι κάπως πιο αναίσθητοι αγαπούν συνέχεια". (Lifo.gr 12/5/2012)
4.
Μικρό απόσπασμα από τη "Βιοτεχνία Υαλικών"
"Φτασμένοι σπίτι, ο Βλάσης βούλιαζε στην πολυθρόνα, η Μπέμπα ξυπολιόταν και, μ' ένα άνοιγμα του φερμουάρ, άφηνε τη φούστα της να κυλήσει μπρος στον καθρέφτη. Η πρώτη γνωριμία στους διαδρόμους της Σχολής, ο Βλάσης τρέχοντας στη γραμματεία να διεκπεραιώσει κάποιες διατυπώσεις του πτυχίου, η Μπέμπα δευτεροετής με τις μικρές φροντίδες των υπογραφών. Έσμιγαν στα ζαχαροπλαστεία της οδού Σίνα, παρέα με συμφοιτητές της που συνδικαλίζονταν, οργάνωναν απεργίες και προβαίναν σε διαβήματα. Οι λέξεις φασίστας, δολοφόνος, χαφιές έπεφταν σαν πιστολιές. Αργότερα, Κυριακές στην Κόρινθο, του έφερνε αλλαξιές εσώρουχα, γλυκά, βιβλία κοινωνιολογίας τυλιγμένα σ' εφημερίδες της δεξιάς. Περνούσε τα δέματα μπροστά απ' τους σκοπούς προκλητικά, κι εκείνοι την έγδυναν με το μάτι. Φορούσε φορέματα ανοιχτά στο στήθος, την ίδια πάντα άσπρη κορδέλα στα μαλλιά, χτενισμένα πίσω, να φανερώνουν ένα μέτωπο λευκό κι ανάλαφρα προτεταμένο. Έπειτα ήρθε ο καιρός της απόσπασης· τα σαββατόβραδα κλεισμένα σε κάμαρες επαρχιακών ξενοδοχείων, τα τζάμια φραγμένα μ' εφημερίδες, το ίσο πάντα φόρεμα παρατημένο στην άκρη του δωματίου δίπλα σ' ένα ζευγάρι άρβυλα ξεχαρβαλωμένα". (Lifo.gr 6/12/2014).
5.
To αρχείο του Μένη Κουμανταρέα
«Με εξαίρεση τον "Νώε", όλα όσα γράφτηκαν υπό τη σκιά της Λιλής δεν φλερτάρουν το ίδιο με το στοιχείο της πρόκλησης. Από τον θάνατό της και μετά, όμως, τα πράγματα άλλαξαν μέσα του. Θεωρώ πως η ζωή του Μένη κινήθηκε ανάμεσα σε δύο άξονες: της επιθυμίας και της ενοχής. Η επιθυμία είχε καθαρά ερωτικό χαρακτήρα. Η δε ενοχή δεν πήγαζε μόνο από την ικανοποίηση της επιθυμίας αλλά και από μια αίσθηση κοινωνικής και οικονομικής υπεροχής. Καρπός της ενοχής και εξιλέωση ταυτόχρονα ήταν τα βιβλία του». Ο γραμματέας του, Θάνος Φωσκαρίνης μιλώντας για την εξέλιξη του έργου του Κουμανταρέα. (Lifo.gr 4/2/2015).