Έχουμε αναμνήσεις από την παιδική μας ηλικία, θυμόμαστε πρόσωπα, μυρωδιές, φίλους, παραμύθια και παιδικά τραγουδάκια, όμως, σχεδόν κανείς δεν θυμάται το παραμικρό από την πιο συγκλονιστική στιγμή της ζωής του, τη γέννηση του, και πολλοί λίγοι έχουν έστω και την παραμικρή ανάμνηση από τα δύο, μπορεί και τρία, πρώτα χρόνια της ζωής τους.
Γιατί; Τα πρώτα μας βήματα, οι πρώτες μας λέξεις, οι πρώτες μας μπουκιές από κάτι που μας άρεσε να τρώμε, οι πρώτες μας συναναστροφές με άλλα νήπια, απλά δεν υπάρχουν στη μνήμη μας. Ή καλύτερα υπάρχουν, επειδή τις θυμούνται οι γονείς μας για να μας τις πουν και να ισχυροποιήσουν κάτι που δεν είναι καν ανάμνηση, παρά μόνο μια θολή εικόνα ίσως.
Να ένα ζήτημα που βραχυκύκλωνε δεκαετίες τώρα ψυχολόγους, νευρολόγους, γλωσσολόγους. Αυτή η μαύρη τρύπα των χαμένων αναμνήσεων μας, από τα πρώτα χρόνια της ζωής μας, που συνήθως μας καθορίζουν ως χαρακτήρες και αυτόνομες προσωπικότητες.
Αυτή ήταν και μια εμμονή του Ζίγκμουντ Φρόιντ πριν από 100 χρόνια και από αυτήν ακριβώς γεννήθηκαν και κάποιες εξαιρετικά προβοκατόρικες απορίες για τη “βρεφική αμνησία”, όπως ονομάστηκε αυτού του είδους η αδυναμία του ανθρώπινου είδους.
Όπως για παράδειγμα: αυτές οι πρώτες αναμνήσεις συνέβησαν ως πραγματικά γεγονότα ή ήταν κάτι που τελικώς “κατασκευάσαμε” εμείς από όσα είδαν και μας περιέγραψαν άλλοι; Μπορούμε να θυμηθούμε γεγονότα από μία περίοδο της ζωής μας που δεν γνωρίζαμε ακόμη τις λέξεις, ούτε καλά καλά να μιλάμε για να τα περιγράψουμε; Και τι πιθανότητες υπάρχουν προκειμένου μια μέρα να ανακτήσουμε αυτές τις χαμένες μας αναμνήσεις;
Ένα κομμάτι του παζλ που ίσως να δίνει κάποιες απαντήσεις σε όλα αυτά, βρίσκεται στο γεγονός ότι ο εγκέφαλος των μωρών μοιάζει με ένα είδος σπόγγου που απορροφά τα πάντα: ήχους, λέξεις, εικόνες, διαμορφώνοντας περίπου 700 νευρολογικές συνδέσεις κάθε δευτερόλεπτο και κατασκευάζοντας ένα ευρύ δίκτυο εκμάθησης λέξεων, αληθινά γρήγορο και με τεράστια χωρητικότητα.
Αν μάλιστα, λάβει κανείς υπ’ όψιν και μια πιο πρόσφατη έρευνα, ο εγκέφαλος των μωρών δουλεύει με αυτούς τους ρυθμούς από τη στιγμή που ήδη στο συγκεκριμένο όργανο σχηματίζεται μέσα στη μήτρα.
Κάπου εδώ οι επιστήμονες παρεμβάλουν το εξής: ακόμη και ως ενήλικες δεν θυμόμαστε λεπτομέρειες και πληροφορίες, αν δεν καταβάλουμε προσπάθεια να τις συγκρατήσουμε. Έτσι μια εξήγηση για τη «βρεφική αμνησία» είναι ότι αυτή είναι αποτέλεσμα ακριβώς της έλλειψης προσπάθειας να συγκρατηθούν αυτές οι μνήμες. Με λίγα λόγια τα μωρά δεν είναι σε θέση να γνωρίζουν αυτόν τον μηχανισμό, οπότε οι πρώτες αναμνήσεις χάνονται πανεύκολα. Σε αυτό συμβάλλει – σύμφωνα και με έναν Γερμανό ψυχολόγο και ερευνητή του 19ου αιώνα, τον Hermann Ebbinghaus - και το αν η ανάμνηση είναι προσωπικού περιεχομένου, αφορά δηλαδή εμάς ή αφορά κάτι που είδαμε ή ακούσαμε.
Και ενώ σύμφωνα με μελέτες και πολυετείς έρευνες, η πιο παλιά ανάμνηση που μπορεί να έχει κάποιος είναι απ' όταν ήταν δύο χρονών, ενώ κατά βάσει οι άνθρωποι έχουν αξιόπιστες αναμνήσεις από τα 6-7 χρόνια τους και μετά, το γιατί κάποιοι θυμούνται πολύ πιο πίσω από το συνηθισμένο εξηγήθηκε μετά από ένα αρκετά ευρύ πείραμα.
Η γλώσσα βοηθά στο να δημιουργηθεί μία δομή για τις αναμνήσεις μας, μία αφηγηματική δομή. Δημιουργώντας μια ιστορία, η εμπειρία μας οργανώνεται συστηματικότητα και γινόμαστε πιο ικανοί στο να ανακαλούμε πράγματα που συνέβησαν πίσω στον χρόνο.
Αυτό είχε πραγματοποιηθεί από τον ψυχολόγο Qi Wang στο πανεπιστήμιο του Κορνέλ, μεταξύ Κινέζων και Αμερικανών φοιτητών. Όπως απέδειξαν τα περί εθνών στερεότυπα, οι αναμνήσεις των Αμερικανών ήταν πιο μακροσκελείς, επεξεργασμένες και ύποπτα εγωκεντρικές. Αντίθετα, οι αναμνήσεις των Κινέζων ήταν πιο σύντομες και στηρίζονταν σε γεγονότα. Και κυρίως, ξεκινούσαν 6 μήνες αργότερα.
Δεν πρόκειται για ένα ασυνήθιστο μοτίβο σε ό,τι αφορά τη μελέτη των αναμνήσεων. Όταν προσπαθούμε να ανακαλέσουμε στη μνήμη μας κάτι που μας έχει συμβεί, η περιγραφή του είναι πιο εύκολη, σαφής και σύντομη. Στηρίζεται σε γεγονότα. Είναι η διαφορά ανάμεσα στο "υπήρχαν τίγρεις στο ζωολογικό κήπο" και "είδα τίγρεις στον ζωολογικό κήπο και φοβήθηκα". Γεγονός και συναίσθημα φτιάχνουν μία απολύτως αξιόπιστη ανάμνηση.
Αν δεν το θυμάστε, ρίξτε την ευθύνη στους γονείς σας που δεν σας ρώτησαν σχετικά, λέει ο Wang. "Αν ο κοινωνικός περίγυρος σας λέει ότι αυτές οι αναμνήσεις είναι σημαντικές για εσάς, θα τις συγκρατήσετε". Και λέει αλήθεια. Σε κάποιους πολιτισμούς που δίνουν έμφαση στο παρελθόν - όπως οι Μαορί, όπως αναφέρει ο ερευνητής - τα παιδιά έχουν αναμνήσεις από το 2ο έτος της ζωής τους. Φυσικά, μεγάλο ρόλο παίζει και η δύναμη της ομιλίας, επισημαίνει ο Robyn Fivush, ψυχολόγος στο Πανεπιστήμιο του Emory University.
"Η γλώσσα βοηθά στο να δημιουργηθεί μία δομή για τις αναμνήσεις μας, μία αφηγηματική δομή. Δημιουργώντας μια ιστορία, η εμπειρία μας οργανώνεται συστηματικότητα και γινόμαστε πιο ικανοί στο να ανακαλούμε πράγματα που συνέβησαν πίσω στον χρόνο.
Υπάρχει βέβαια και η θεωρία που υποστηρίζει ότι είναι αδύνατον να θυμηθούμε τα πρώτα χρόνια της ζωής μας, ακριβώς επειδή ο εγκέφαλος μας δεν διαθέτει σ' αυτές τις ηλικίες ακόμη την κατάλληλη... τεχνική υποστήριξη. Ο λόγος για τον ιππόκαμπο, το κέντρο της ικανότητας του εγκεφάλου να μαθαίνει και να θυμάται. Κατά την επιστήμη, όταν είμαστε ακόμη μωρά, ο ιππόκαμπος δεν έχει ακόμη αναπτυχθεί πλήρως ώστε να συγκρατεί καλά αναμνήσεις γεγονότων, προσώπων, συζητήσεων, εξ ου και το κενό στο αρχείο των πρώτων χρόνων της ζωής μας.
Με στοιχεία από το BBC
σχόλια