Είναι ανακουφιστικά, αισιόδοξα, βολικά, ενίοτε δε «ηρωικά», γι΄αυτό και συχνά-πυκνά ελκυστικότερα από τις αλήθειες από τις οποίες τείνουμε να τα προτιμάμε ακόμα κι ενσυνείδητα, αναδεικνύοντάς τα έτσι σε κυρίαρχο λόγο και αφήγημα. Δεν παύουν όμως να είναι ψεύδη, είτε ιδεολογικά, είτε πολιτικά, είτε εθνικά, είτε έμφυλα, καλλιτεχνικά, «κατά συνθήκην» κ.λπ. Εντούτοις, με έναν τρόπο κάπως παράδοξο, τα τόσα ψέματα, αντί να κρύψουν την αλήθεια, καταλήγουν να τη φωτίζουν ακόμα περισσότερο. Κατασκευασμένες ιδέες, ειδήσεις και ταυτότητες, ηθικός πανικός, αυτοεκπληρούμενες προφητείες, αυτοεπιβεβαιούμενα στερεότυπα, όλα προσάναμμα στον βωμό της «υπερκανονικοποίησης» μέσω μιας ολοκληρωτικού χαρακτήρα «υπερταύτισης»: «Η διαρκής και ενίοτε κυνική (αυτο)υπονόμευση των πολιτικών εναλλακτικών, η διαρκής επιστροφή της ρητορικής περί της "εθνικής κυριαρχίας" και της "απώλειάς της", η αναπαραγωγή παραδοσιοκεντρικών προταγμάτων ζωής από τον κυρίαρχο ριζοσπαστικό λόγο, το εκκρεμές ανάμεσα στον ηρωισμό της "αντίστασης" και τη συλλογική αυτοθυματοποίηση, ο οριενταλισμός με τον οποίο το διεθνές πεδίο της τέχνης και της διανόησης συχνά αντιμετωπίζει το τοπίο της ελληνικής κρίσης, συγκροτούν τον πυρήνα μιας εμπειρίας που δεν προσφέρει καθαρές και ασφαλείς επιλογές ανάμεσα στην "αντίσταση" και τον "κομφορμισμό".
Έχω την αίσθηση ότι τα παραδείγματα τα οποία εντοπίζω στη σύγχρονη ελληνική συνθήκη "παίζουν" με τη δημόσια σφαίρα με αντίστοιχο τρόπο: αναπαράγουν κυρίαρχα ιδεολογικά σχήματα, κυρίαρχες κοινωνικές ταυτότητες, με τρόπο που μπορεί να μας αναγκάσει να συζητήσουμε για τις υπαρκτές» φρονεί ο συνομιλητής μου, επιμελητής και συντονιστής της εκδήλωσης, στον οποίο ευχαρίστως παραχωρώ στη συνέχεια τον λόγο.
H «πολιτική του ψέματος» δεν αποτελεί κάποια μορφή χειραφέτησης με την κλασική έννοια. Δεν έχει ως στόχο να αποκαλύψει σε κάποιο ιδεώδες κοινό μια βαθιά αλήθεια που κρύβεται πίσω από πέπλα μυστηρίου, που αφορά τη ζωή μας ή τις κοινωνικές σχέσεις.
— Πώς σου ήρθε η έμπνευση γι' αυτόν το «μίνι μαραθώνιο για την πολιτική του ψέματος»; Ποια είναι η προβληματική του και πώς συνδέεται με τη σύγχρονη εγχώρια και διεθνή πραγματικότητα;
Παρατηρώ εδώ και καιρό πως πυκνώνουν γύρω μου τα καλλιτεχνικά παραδείγματα από την ελληνική πραγματικότητα που πειραματίζονται με την κατασκευή ενός δημόσιου ψέματος ή τις συνθήκες ώστε αυτό να αναδυθεί. Το προσωπικό μου ενδιαφέρον είναι πιο παλιό, καθώς ως KavecS, το καλλιτεχνικό ντουέτο μου με τη Βάνα Κωσταγιόλα, πειραματίζομαι περίπου μια δεκαετία με τη δομή του ψέματος και της προσποίησης. Μέσα στις δράσεις που έχουμε οργανώσει συμπεριλαμβάνεται ένα γκρουπ new age θεραπευτών που προσφέρει θεραπευτικές συνεδρίες για τη βελτίωση της επαγγελματικής απόδοσης σε εταιρείες, δίκτυα εργασίας και εταιρικές διοικήσεις, ένα γραφείο συμβουλευτικής για την απόκτηση βίζας για μετανάστευση στην Αυστραλία, μια περίεργη οργάνωση που κινείται στον ιδεολογικό χώρο του «αυτόνομου εθνικισμού» και άλλα πολύ ζοφερά.
Νομίζω ότι για 'μας, αλλά και για αρκετά πιο πρόσφατα καλλιτεχνικά εγχειρήματα, σημαντικό ρόλο έπαιξε η επαφή με την έννοια της «υπερταύτισης» (overidentification), η επαφή με την Ιστορία και τις δυνατότητες των πρακτικών υπερταύτισης. Πολύ συνοπτικά, ο όρος αναφέρεται σε μια σειρά καλλιτεχνικά παραδείγματα από την ανατολική Ευρώπη, κυρίως από τη δεκαετία του '80, αλλά και σε διάφορες μορφές διαδικτυακού ακτιβισμού στη Δύση, από τη δεκαετία του '90 μέχρι σήμερα. Φυσικά, η ιστορικότερη αναφορά είναι οι Σλοβένοι Laibach, το κίνημα και μετέπειτα «κράτος του NSK». Στα παραδείγματα αυτά τα υποκείμενα επιλέγουν να μη διατηρήσουν μια ασφαλή/κριτική απόσταση απέναντι στα ιδεολογικά μορφώματα που βιώνουν ως καταπιεστικά αλλά ταυτίζονται μαζί τους με μεγαλύτερη συνέπεια απ' ό,τι επιδεικνύουν οι ίδιοι οι ιδεολογικοί τους μηχανισμοί. Με αφορμή τη σκανδαλώδη ταύτιση των Laibach με τα ίχνη του καθολικισμού, το σλοβένικο παγανιστικό παρελθόν, τον τιτοϊκό σοσιαλισμό και τη γερμανική επιρροή στη χώρα τους, διανοητές όπως ο Slavoj Zizek και η Marina Grzinic ξεκίνησαν να χρησιμοποιούν την έννοια της «υπερταύτισης» για να περιγράψουν μια αισθητική «πιο ολοκληρωτική και από τον ίδιο τον ολοκληρωτισμό», μια αισθητική που, εν τέλει, αποσυντόνιζε τους όρους με τους οποίους προσλαμβάνουμε τέτοιες έννοιες και εμπειρίες.
Έχω την αίσθηση ότι τα παραδείγματα τα οποία εντοπίζω στη σύγχρονη ελληνική συνθήκη «παίζουν» με τη δημόσια σφαίρα με αντίστοιχο τρόπο. Αναπαράγουν κυρίαρχα ιδεολογικά σχήματα και κυρίαρχες κοινωνικές ταυτότητες με τρόπο που μπορεί να μας αναγκάσει να συζητήσουμε για τις υπαρκτές. Καθώς, λοιπόν, οργανώναμε αυτήν τη συνάντηση παραδειγμάτων που αξιοποιούν το ψέμα ξέσπασε η συζήτηση για τα post-truth politics, που μας αναγκάζει να συζητήσουμε για τις συνέπειες των επιλογών μας.
— Μερικά χαρακτηριστικά παραδείγματα «made in Greece» πολιτικής του ψέματος;
Υπάρχει ένας διαρκώς αυξανόμενος αριθμός παραδειγμάτων. Δεν έχω τη δυνατότητα να αναφερθώ σε όλα, αλλά προσπαθούμε να φιλοξενήσουμε πολλά μέσα στο πλαίσιο που μας προσφέρει το Circuits and Currents και η ΜοΚΕ της ΑΣΚΤ. Όποιος έρθει στη συνάντησή μας θα γίνει μάρτυρας της ιδιαίτερης ιστορίας και των συνεπειών διαφόρων ψεμάτων. Ο Πάνος Σκλαβενίτης δίνει οδηγίες σε έναν συντάκτη free press εφημερίδας για την κατασκευή μιας είδησης με θέμα τον «ελληνικό ήλιο». Ο συντάκτης βάζει τον Donald Tusk να παροτρύνει με δήλωσή του τους Έλληνες να «βάλουν τον ήλιο τους εκεί που ξέρουν». Ξεσπά ένας ηθικός πανικός στις ιστοσελίδες, που αναπαράγουν την είδηση. Οι Rylene Markopoulou και Εύα Γιαννακοπούλου τοποθετούν μια αγγελία σε εφημερίδες του εξωτερικού που αναφέρει ότι «ζητούνται γλαύκες για να μεταφερθούν στην Αθήνα». Διάφορα ελληνικά ακροδεξιά sites εντοπίζουν τις αγγελίες και διασπείρουν συνωμοσιολογικές ερμηνείες. Τα ΦΥΤΑ παίρνουν συνέντευξη από μια Ελληνίδα μοριακή βιολόγο βρετανικού πανεπιστημίου που παρουσιάζει τα ευρήματά της για την «κατωτερότητα του ελληνικού DNA». Μια ομάδα καλλιτεχνών εγκαινιάζει ένα μουσείο αφιερωμένο στον Nick Boricua (Νικία Φωκά), ιστορική μορφή τόσο της ελληνικής εθνικής επανάστασης όσο και του πορτορικάνικου αντι-αποικιακού αγώνα. Μια επιτροπή στο Facebook αγωνίζεται υπέρ της απονομής Νόμπελ Ειρήνης στον Ai WeiWei. Μια σχολή με τίτλο Προσωρινή Ακαδημία Τεχνών παρέχει ορισμένα περίεργα μαθήματα για τη σύγχρονη τέχνη σε δημότες του Περιστερίου. Ένα Ινστιτούτο αναλαμβάνει τη διαχείριση της μελαγχολίας που θα επικρατήσει στην εγχώρια καλλιτεχνική σκηνή όταν φύγει η Documenta από την Αθήνα. Ένας λαογράφος μελετάει τις εκδηλώσεις της ομοερωτικής επιθυμίας σε ελληνικά δημοτικά τραγούδια και πολλά άλλα.
— Σε παλιότερες εποχές οι άνθρωποι προσπαθούσαν να προσεγγίσουν την αλήθεια μέσα από τον μύθο. Θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για μια νεωτερική αντιστροφή των όρων, με την έννοια ότι αντικειμενικά γνωρίζουμε πια πολύ περισσότερες αλήθειες, αλλά ταυτόχρονα λέμε, ακούμε κι εμπιστευόμαστε –συχνά ενσυνείδητα– ακόμα περισσότερα ψέματα;
Συμφωνώ απόλυτα, θα ήθελα όμως να εξετάσω αυτή την «εμπιστοσύνη» μας στις κατασκευασμένες αλήθειες και τα προφανή ψέματα μέσα από το ιδιαίτερο πρίσμα της ιστορικής μας συγκυρίας. Νομίζω ότι τα παραδείγματα που αναφέρω συνιστούν μια, περισσότερο ή λιγότερο, αυθόρμητη στάση απέναντι σε φαινόμενα «υπερκανονικοποίησης» της πολιτικοκοινωνικής ζωής και της δημόσιας σφαίρας, και αναφέρομαι βεβαίως στην ιδιαίτερη εμπειρία των τελευταίων χρόνων στην Ελλάδα. Η δημόσια σφαίρα μας κυριαρχείται από έναν λόγο που βασίζεται στην επανάληψη επικοινωνιακά τελειοποιημένων σχημάτων. Υπερκανονικοποίηση θα πει να μιλάμε όλοι καθημερινά για τον τάφο της Αμφίπολης, έναν τάφο χωρίς νεκρό, έναν τάφο «καθαρό σημαίνον», θα έλεγε κανείς. Από τη δική μου σκοπιά, που δεν υποχρεούται κανένας να συμμεριστεί, η υπερκανονικοποίηση που δέσποσε τα τελευταία χρόνια ήταν η διασπορά και «φυσική» αναπαραγωγή όλων εκείνων των λόγων που καθημερινά διαπιστώνουν την «απώλεια της εθνικής κυριαρχίας» και μάχονται για την «ανάκτησή» της.
Υπερκανονικοποίηση είναι ο εντεινόμενος φορμαλισμός του δημόσιου λόγου: τα συχνά καλέσματα να μετατρέψουμε την «κρίση σε ευκαιρία» ή το γενικευμένο παράπονο για τη μετατροπή του «εθνικού χώρου» σε «αποικία χρέους», από τις πιο λαϊκές μέχρι τις πιο ακαδημαϊκές του διατυπώσεις. Υπερκανονικοποίηση είναι οι διαρκώς αναπαραγόμενοι μύθοι της ελληνικής αντιστασιακότητας, του φιλότιμου, της ανθρωπιστικής ανωτερότητας του ελληνικού λαού κ.ο.κ. Όπως μας προτείνουν ορισμένοι ανθρωπολόγοι, η «υπερκανονικοποίηση» εμφανίστηκε στη φάση της κρίσης του ύστερου σοσιαλισμού και του ύστερου φιλελευθερισμού. Στη δική μας περίπτωση, υπερκανονικοποίηση είναι αυτή η παλίνδρομη κίνηση ανάμεσα στα ακυρωμένα όνειρα της ύστερης Μεταπολίτευσης και τους παιάνες της αντίστασης – η λούπα των τελευταίων χρόνων. Αξίζει να παρατηρήσουμε αυτό το εκκρεμές ανάμεσα στην αδυναμία να αποδεσμευτεί κανείς από τις προσδοκίες κοινωνικής κινητικότητας που πρόσφερε η Ελλάδα πριν από την κρίση και την υιοθέτηση μιας μυθολογικής αυτο-εικόνας ενός λαού που ενσαρκώνει κάποιο δήθεν αρχέγονο «αντικαπιταλιστικό ένστικτο». Αυτό είναι το «υλικό» της κρίσης. Τα ψέματα, λοιπόν, που παρουσιάζουμε μιλούν την ίδια τη γλώσσα της νέας αυτής κανονικότητας κι έχουν αρκετούς λόγους γι' αυτό.
— Υπάρχει όμως αυτό που λέμε καθαρή, αναμφισβήτητη αλήθεια ή μπορεί επίσης να κατασκευαστεί, όπως στο «Matrix»; Κι αν οι λέξεις αποτυγχάνουν να την περιγράψουν στην ολότητά της, καθώς λέει ο Λακάν που μνημονεύεις, με ποια άλλη αίσθηση ή δεξιότητα θα μπορούσε να συλληφθεί;
Χαίρομαι που βάζεις τον Λακάν στην κουβέντα, καθώς μια κεντρική έννοια στη σκέψη του είναι η έννοια της προσποίησης, του προσποιητού (le semblant). Και το 18ο σεμινάριό του είναι αφιερωμένο σε αυτή την έννοια. Στο σεμινάριο αυτό προτείνει πως η αλήθεια δεν είναι το αντίθετο της προσποίησης αλλά μια διάσταση άρρηκτα συνδεδεμένη με το προσποιητό. Η αλήθεια προϋποθέτει ένα είδος εμπιστοσύνης στο νόημα που παράγει ο λόγος, εντός του οποίου αναδύεται ως γλωσσικό ολίσθημα, ως παραπραξία, ως αίσθηση του διφορούμενου, ως σύμπτωμα. Ο Λακάν κατανοεί την προσποίηση ως βασικό χαρακτηριστικό του λόγου – τα σημαίνοντα που χρησιμοποιούμε είναι προσποίηση, η προσποίηση είναι η ίδια η τάξη του σημαίνοντος. Ο αναλυόμενος, εντός της ψυχαναλυτικής διαδικασίας, δεν «λέει την αλήθεια» αλλά μισο-αλήθειες που προϋποθέτουν την «αυτο-εξαπάτησή» του: τη σχέση του με τον αναλυτή, με το «υποκείμενο που υποτίθεται ότι ξέρει». Από αυτήν τη σκοπιά, θα έλεγε κανείς ότι οι καλλιτεχνικές πρακτικές για τις οποίες συζητάμε, η «πολιτική του ψέματος», δεν αποτελεί κάποια μορφή χειραφέτησης με την κλασική έννοια. Δεν έχει ως στόχο να αποκαλύψει σε κάποιο ιδεώδες κοινό μια βαθιά αλήθεια που κρύβεται πίσω από πέπλα μυστηρίου, που αφορά τη ζωή μας ή τις κοινωνικές σχέσεις. Το παιχνίδι που κάνουν οι πρακτικές αυτές είναι ένα παιχνίδι με τα σημαίνοντα – τα βάζουν να λειτουργήσουν κατασκευάζοντας σενάρια. Γι' αυτό συνήθως η σχέση που αναπτύσσεται ανάμεσα στον «καλλιτέχνη του ψέματος» και το κοινό του είναι μια σχέση αμοιβαίας παραγνώρισης. Το μοντέλο αυτό παρεκκλίνει από τη συνήθη μορφή των σύγχρονων, «κοινωνικά ευαίσθητων» καλλιτεχνικών πρότζεκτ. Κυριαρχεί σήμερα, ιδιαίτερα στην Ελλάδα, ένας καλλιτεχνικός ουμανισμός στα όρια της υποκριτικής φιλανθρωπίας: η ψευδής «ταύτιση» με τη θέση του πρόσφυγα φορώντας ένα πορτοκαλί σωσίβιο, η οργάνωση καλλιτεχνικών γιορτών και δρωμένων με τη συμμετοχή προσφύγων, η κοινωνική σημασία της τέχνης ως «κοινωνική προσφορά», «αφύπνιση» ή δομή πρόνοιας. Νερό στον μύλο της εθνικής αυτο-ηρωοποίησης.
Η αναφορά στον Λακάν και την άρρηκτη σχέση που περιγράφει μεταξύ της αλήθειας και της προσποίησης βοηθάει, νομίζω, να ρίξουμε φως και σε μια άλλη διάσταση του κυνισμού της πολιτικής πραγματικότητας. Πρόκειται, φυσικά, για τη συζήτηση που έχει ξεσπάσει σχετικά με τις επιπτώσεις μιας post-truth πολιτικής, μιας πολιτικής που χρησιμοποιεί ασύστολα την ψευδή, κατασκευασμένη είδηση. Νομίζω ότι ο Λακάν μας βοηθάει να δούμε γιατί μια post-truth πολιτική είναι, τελικά, αδύνατη. Όταν λέει «λέω πάντα την αλήθεια», εννοεί ότι δεν μπορώ να μη την πω – ακόμα κι όταν λέω ψέματα «λέω την αλήθεια», καθώς η επιθυμία μου, το ασυνείδητο και τα μορφώματά του εγγράφονται στο ψέμα που κατασκευάζω. Έχω την αίσθηση, λοιπόν, πως ο τωρινός πανικός σε σχέση με την εκτεταμένη χρήση του ψέματος στη διεθνή πολιτική σφαίρα είναι, ως έναν βαθμό, υποκριτικός.
Info:
Circuits & Currents, Νοταρά 13, Εξάρχεια
• Παρασκευή 25/11 (17:00-22:00)
Μίνι μαραθώνιος για την «πολιτική του ψέματος». Παρουσιάσεις, εισηγήσεις, ομιλίες, επιτελεστικές δράσεις από τις/τους συμμετέχουσες/χοντες. Στον χώρο θα γίνεται προβολή επιπλέον υλικού για τις πρακτικές που φιλοξενούνται. Το υλικό αυτό θα είναι επισκέψιμο και την επόμενη μέρα (Σάββατο 26/11). Συμμετοχές: Ai WeiWei for the Nobel Peace Prize 2016 (Βασίλης Βλασταράς, Πάνος Σκλαβενίτης, Κωστής Σταφυλάκης), Ελεάνα Γιαλούρη, Εύα Γιαννακοπούλου & Ριλέν Μαρκοπούλου, Σοφία Γρηγοριάδου, ΔΟΚΟΥΜΕΝΑ, ΙΔΑΜΜ (Ινστιτούτο Διαχείρισης της Αθηναϊκής Μεταντοκουμενταϊκής Μελαγχολίας), Ελπίδα Καραμπά, Δέσποινα Ζευκιλή, Γλυκερία Σταθοπούλου (Προσωρινή Ακαδημία Τεχνών), KavecS (Βάνα Κωσταγιόλα & Κωστής Σταφυλάκης), Aysenur Babuna, Μάνος Μπαζάνης, Λυκούργος Πορφύρης, Puerto Rico (Πάνος Σκλαβενίτης, Κωστής Σταφυλάκης, Αλέξης Φιδετζής), Πάνος Σκλαβενίτης, Αλέξης Φιδετζής, ΦΥΤΑ, Ηώ Χαβιαρά, Μάριος Χατζηπροκοπίου.
• Σάββατο 26/11 (11:00-17:00)
Workshop με θέμα την ιστορία της τέχνης της υπερταύτισης. Συλλογικοί και ατομικοί πειραματισμοί με την κατασκευή ψεμάτων. Συμμετέχουν φοιτητές και απόφοιτοι της ΑΣΚΤ, φοιτητές και απόφοιτοι του Τμήματος Ανθρωπολογίας του Παντείου και όποια/όποιος επιθυμεί.
BIO
Ο Κωστής Σταφυλάκης είναι θεωρητικός τέχνης και εικαστικός. Απόφοιτος της ΑΣΚΤ, έχει μάστερ στη Θεωρία και Ιστορία της Μοντέρνας Τέχνης (Uni. Essex) καθώς και στην Ευρωπαϊκή Φιλοσοφία (Uni. Essex). Απέκτησε διδακτορικό από το Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου, εστιάζοντας στον πολιτικό λόγο που διατύπωσαν οι διεθνείς καλλιτεχνικές εκθέσεις του 21ου αιώνα και ειδικά η Documenta 11. Επιμελήθηκε, μαζί με τον Γιάννη Σταυρακάκη, το ανθολόγιο «Το πολιτικό στη σύγχρονη τέχνη» (εκδ. Εκκρεμές 2008). Δίδαξε «Τέχνη βασισμένη στην Έρευνα» στη Μονάδα Καινοτομίας και Επιχειρηματικότητας της ΑΣΚΤ (2012-2015), με την οποία συνεχίζει να συνεργάζεται. Σήμερα διδάσκει Τέχνη και Οπτική Επικοινωνία στο Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του Πανεπιστημίου Πατρών. Ήταν συνεπιμελητής της AGORA, της 4ης Μπιενάλε της Αθήνας. Μαζί με τη Βάνα Κωσταγιόλα δημιούργησαν τους KavecS. Μερικές πρόσφατες συμμετοχές τους περιλαμβάνουν τις 1st NSK Biennial of Folk Art (2014), Hell as Pavilion, Palais de Tokyo (2013), Truth is Concrete, Graz (2012), 3d Athens Biennial, Media Impact (4th Moscow Biennial, 2011).