Η ιστορία του νευροχειρουργού Stephen Stange, ο οποίος, αναρρώνοντας από ένα τρομερό αυτοκινητικό ατύχημα, θα ανακαλύψει μαγικές ιδιότητες σε ένα μέρος γνωστό ως Kamar-Taj και θα βρεθεί στην πρώτη γραμμή μάχης ανάμεσα στις σκοτεινές δυνάμεις που απειλούν να καταστρέψουν την πραγματικότητα όπως την ξέρουμε.
Καλώς να ορίσει ο φρέσκος στα κινηματογραφικά, αν και όχι τόσο νέος στο σύμπαν της Marvel, Doctor Strange, ο γιατρός που εμφανίστηκε το 1963 στα κόμικς και μετά από μια εμφάνιση σε ταινία για τηλεόραση εξαφανίστηκε, μέχρι την πανηγυρική του είσοδο φέτος, σε μια αλλιώτικη, εν μέρει, περιπέτεια φαντασίας που γεφυρώνει τη λογική του προστάτη του κόσμου με μια σημαντική διαφοροποίηση: ο χαρακτήρας που υποδύεται με γούστο ο Μπένεντικτ Κάμπερμπατς είναι ταλαντούχος νευροχειρουργός που τραυματίζεται ανεπανόρθωτα στα χέρια και γκρεμίζεται ο κόσμος που περιστρέφεται αποκλειστικά γύρω από το φουσκωμένο του εγώ. Ανήμπορος να βρει αποτελεσματική θεραπεία με τα υπάρχοντα ιατρικά μέσα, καταφεύγει κάπου στο Νεπάλ, σε ένα μοναστήρι στη μέση του πουθενά, μιλημένος, αλλά όχι πεπεισμένος πως θα εντοπίσει επιτέλους την πολυπόθητη ίαση που απελπισμένα ερευνά. Η Αρχαία είναι κατά κάποιον τρόπο η ηγουμένη της ομάδας, μια μυστηριώδης γυναίκα μεγάλης ηλικίας και άχρονης εμφάνισης, και οι μαθητές της μελετούν και εκπαιδεύονται σε γραφές και τέχνες δυνητικά επικίνδυνες αν πέσουν στα λάθος χέρια – όπως συμβαίνει με έναν πρώην «Απόστολο», ο οποίος αποσχίστηκε και εναντιώθηκε στους πρώην συνοδοιπόρους του, κλέβοντας πολύτιμες σελίδες από ένα ιερό κείμενο, παίρνοντας το μέρος του παντοδύναμου κακού.
Το θέμα της ταινίας είναι η αναμόρφωση του Στρέιντζ από αλαζονικό καθίκι σε αλτρουιστή, μια διαδικασία που κινηματογραφικά παρουσιάζει την πρόκληση του γεφυρώματος της ανατολικής φιλοσοφίας, για αρχάριους φυσικά, αλλά έξυπνα και σχετικά γοργά, με τον ρυθμό και τις απαιτήσεις μιας μεγάλης Marvel παραγωγής. Η πρώτη «φρεσκάδα», μετά την κούραση που έχει επιφέρει στους θεατές και στους ίδιους η επανάληψη του τσακωθείτε-εξολοθρεύστε-τελειώσατε μοτίβου των Εκδικητών, μαζί και χώρια, έρχεται λοιπόν με το μπόλιασμα του μυστικισμού, στο τέμπο και τις έννοιες, από έναν σκηνοθέτη, τον Σκοτ Ντέρικσον, στο ντεμπούτο του στη μεγάλη παρέα των υπερ-ηρώων. Η αποκατάσταση του πρωταγωνιστή μοιραία τρώει χρόνο, αλλά αξίζει τον κόπο, γιατί γίνεται σε αναλογία προς το ας πούμε βουδιστικό πνεύμα και την απαραίτητη κατανόηση του χρόνου.
Στα (πληγωμένα) χέρια και κυρίως το αστείρευτο ταλέντο του Κάμπερμπατς η μεταμόρφωση αποκτά διάσταση και χιούμορ που μόνο από τον Ρόμπερτ Ντάουνι συναντούσαμε άπλετα και δημιουργικά μέχρι τώρα. Το ότι ο Κάμπερμπατς, όπως ο Ετζιοφόρ και η Τίλντα Σουίντον σε υποστηρικτικούς ρόλους, είναι Βρετανοί δεν είναι καθόλου τυχαίο. Ο αξέχαστος Άλαν Τούρινγκ του Παιχνιδιού της Μίμησης και τηλεοπτικός Σέρλοκ δοκιμάστηκε στο Star Trek και έδειξε να αντέχει το σινεμά της ψυχαγωγίας και της δράσης – και μάλιστα του πάει περίφημα. Προσλαμβάνοντας έναν σαιξπηρικό ηθοποιό ή, καλύτερα, έναν ηθοποιό που έχει παίξει Σαίξπηρ στη σκηνή, αυτόματα φέρνεις την αόρατη, γόνιμη πληροφορία στον ρόλο, όταν ο χαρακτήρας υπαινίσσεται το τραγικό, και η κρίσιμη σκηνή εναγκαλίζεται με την τραγωδία. Ο Κάμπερμπατς σπάει το βάρος της υπαρξιακής κατάρρευσης και κάμπτει τη φόρα της αρχικής του αυθάδειας με πλάκα (εμπρός στον δρόμο που χάραξε ο επίσης κυνικός και μεγαλοπιασμένος Deadpool) και, όποτε χρειάζεται, σκάβει στα έγκατα της ψυχής για μια φευγαλέα ματιά στα ζόρικα. Ελάχιστοι Αμερικανοί είναι ικανοί για τα δύσκολα, γι' αυτό και πολύ συχνά το ρίχνουν στα ατακαδόρικα αστειάκια ή παίρνουν την αστεία υπόθεση πολύ σοβαρά, σφάλλοντας επί της ουσίας. Η σκηνή όπου ο Στρέιντζ με την Αρχαία μιλάνε για τη θνητότητα και τις τελευταίες στιγμές, με την ύλη να δίνει τη θέση της στο άπειρο, είναι μια λαμπρή εξαίρεση στον κανόνα των κομικίστικων ξύλινων διαλόγων και ενδεχομένως σηματοδοτεί μια ενδιαφέρουσα συνέχεια για τη συγκεκριμένη σειρά και το είδος γενικότερα. Στο μεταξύ, η δράση υφίσταται, με καλειδοσκοπικές ψηφιακές εικόνες που παραπέμπουν στο Inception του Νόλαν, αλλά στη νιοστή, και τις συγκρούσεις να πολλαπλασιάζονται προς το σχετικά ισχνό φινάλε.