Για το έργο της τελευταίας δεκαετίας στην Πανεπιστημιακή Ανασκαφή της ακρόπολης και των τειχών της Βεργίνας αλλά και την οχύρωσή της, ενός εκ των σημαντικότερων νεοαποκαλυφθέντων μνημείων της Μακεδονίας, μίλησε στο ραδιόφωνο του ΑΠΕ ΜΠΕ, 'Πρακτορείο FM 104,9' o Αναπληρωτής Καθηγητής του ΑΠΘ, Παναγιώτης Φάκλαρης.
«Προσθέσαμε στην πόλη της Βεργίνας μια έκταση εξήντα περίπου στρεμμάτων που ήταν άγνωστη έως τώρα με την έρευνα του τοίχους» αναφέρει ο Έλληνας καθηγητής, για να προσθέσει πως οι «μεγάλες προσχώσεις που είχαν προέλθει από έναν χείμαρρο είχαν καταχώσει την περιοχή αυτή σε ένα ύψος τεσσεράμισι τουλάχιστον μέτρων».
Σύμφωνα με τον κ.Φάκλαρη τα φυσικά αυτά φαινόμενα καθόρισαν τα αποτελέσματα της ανασκαφικής έρευνας: «Δεν γνωρίζαμε ότι η πόλη επεκτείνονταν σε εκείνο το σημείο οπότε έχουμε ένα μεγάλο τμήμα της πόλης το οποίο σώζεται σε πολύ καλύτερη κατάσταση από την υπόλοιπη πόλη (...) δεν έχουν πάθει φθορές τα αρχιτεκτονικά (στοιχεία) κυρίως».
Μια εποχή συγκρούσεων
Ιδιαίτερα σημαντική εκτιμά ο αναπληρωτής καθηγητής του ΑΠΘ πως είναι η συμβολή των ανασκαφικών ερευνών στην εν λόγω περιοχή σε ότι αφορά τη γνώση των επιστημόνων για την οχυρωματικό σχεδιασμό. «Μαθαίνουμε για την οχυρωματική τέχνη στη Μακεδονία, η ανασκαφή μας δίνει πολλές πληροφορίες για το πώς οχυρώνεται η πόλη», τονίζει, «είμαστε στη εποχή της Βασιλείας των Κασσάνδρων προς το τέλος της, μετά το τέλος του 307 π.χ, έως το 300 π.χ, κάπου εκεί πρέπει να χτίστηκε το τείχος όταν απειλείτο ο Κάσσανδρος από τους άλλους διαδόχους κυρίως από τον Δημήτριο τον Πολιορκητή», αναφέρει ο κ. Φάκλαρης, μια εποχή στην οποία υπάρχουν συγκρούσεις και έτσι επενδύεται μέρος του βασιλικού θησαυροφυλακίου, που του κληροδότησε η ασιατική εκστρατεία του Μ. Αλεξάνδρου αφού "αναγκάζεται να οχυρώσει πόλεις μεταξύ των οποίων και την πόλη όπου βρισκόταν, τη Βεργίνα».
Σχεδιαστική εξέλιξη απέναντι στις νέες απειλές
«Οι τεχνικές έχουν σχέση με τις πολιορκητική τέχνη που είχε αναπτυχθεί τότε με τις πολιορκητικές μηχανές που είχαν συστηματοποιηθεί, δηλαδή με τους καταπέλτες. Αυτό το λαμβάνουν υπόψιν στην κατασκευή των πύργων και της οχύρωσης γενικότερα. Έχουμε διαφορετικά μέτρα (που λαμβάνονται) στις οχυρώσεις. Πλέον οι καταπέλτες πρέπει να αντιμετωπιστούν (η χρήση τους) έχει συστηματοποιηθεί από τον Φίλιππο και τον Αλέξανδρο», αναφέρει ο Έλληνας επιστήμονας. «Έτσι βλέπουμε εδώ πέρα τα καινούργια στοιχεία της οχυρωματικής τέχνης, έκαναν πιο μεγάλους πύργους, σε πιο πυκνή διάταξη στα ομαλά σημεία, οι στήλες ήταν πιο ενισχυμένες, έχουμε βρει μια πολύ καλή πύλη, καλύτερη της Μακεδονίας με δύο μεγάλους κυκλικούς σχεδόν πύργους με δύο εσωτερικές αυλές, δύο κλίμακες για να ανεβαίνουν οι υπερασπιστές, ένα πολύ καλό, οργανωμένο αμυντικό σύστημα», τονίζει ο κ. Φάκλαρης.
Αξιοσημείωτο δε είναι πως πρόκειται για μνημείο που σώζεται σε εξαιρετική κατάσταση διατήρησης ενώ ένα τμήμα της ανασκαφής μήκους 300 μέτρων περίπου σύμφωνα με τον καθηγητή του ΑΠΘ είναι αξιοποιήσιμο και σε πολύ καλή κατάσταση γιατί είναι αυτό που έχει καταχωθεί από τον χείμαρρο και με τη συνδρομή της πολιτείας μπορεί στο μέλλον να είναι επισκέψιμο για το ευρύ κοινό.
Πρόκειται για ανασκαφή στην οποία εκπαιδεύονται ασκούμενοι παράλληλα στην ανασκαφική πρακτική κάθε χρόνο και φοιτητές αρχαιολογίας του ΑΠΘ ενώ στην ερευνητική ομάδα όπως ενημερώνει ο αναπληρωτής καθηγητής, πολύτιμοι συνεργάτες ήταν οι Δρ αρχιτεκτονικής Θανάσης και Άγγελος Νακάσης, οι τοπογράφοι Γιάννης και Αντώνης Γκάτζιος, η πολ. μηχανικός Σοφία Γκάτζιου ο αρχαιολόγος Αντώνης Γαβριηλίδης και οι φοιτητές Άγγελος Μεφσούτ, Γιάννης Κοφινάς, Αθανασία Σβώλη, Γιάννης Αποστόλου, Ραφαήλ Λαουτάρης, Βασιλική Καράμπαμπα, Χρύσα Χατζηνικολάου.
σχόλια