Η μορφή και η φωνή του έχουν εγγραφεί σε όλες τις ελληνικές ταινίες που έβαλαν τα θεμέλια για μια εθνική κινηματογραφία εκεί γύρω στα μέσα της δεκαετίας του 1950: «Στέλλα» του Μιχάλη Κακογιάννη, «Μαγική Πόλη» του Νίκου Κούνδουρου, το «Κορίτσι με τα μαύρα» πάλι του Κακογιάννη, «Ποτέ την Κυριακή» του Ζιλ Ντασέν λίγο αργότερα.
Ο Κούνδουρος, σε εκείνη την τελευταία συνέντευξή του ως Αθηναίου της Εβδομάδας στη LiFO, είχε αναφερθεί σ' αυτόν: «Εγώ επέβαλα κατά έναν τρόπο τον Ντίνο Ηλιόπουλο και τον Γιώργο Φούντα. Μετά τη "Μαγική Πόλη", ο Κακογιάννης πήρε τον Φούντα στη "Στέλλα"».
Ο Γιώργος Φούντας ήταν το λαϊκό παλικάρι που μπορούσε να είναι καλόκαρδο και εξαιρετικά άγριο ταυτόχρονα.
Και έλεγε την αλήθεια: το 1952, τότε που ακόμη ψαχνόταν για το πώς θα γύριζε την πρώτη του ταινία, είχε δει τη «Μαύρη Γη» του μαρξιστή Στέλιου Τατασόπουλου, ένα αμιγώς νεορεαλιστικό φιλμ με πρωταγωνιστή τον νεαρό Γιώργο Φούντα στον ρόλο ενός σμυριδωρύχου που αδυνατούσε, λόγω φτώχειας, να παντρευτεί το κορίτσι του.
«Ήταν η προσωποποίηση του ρωμαίικου φιλότιμου αυτός ο ηθοποιός» μου είχε πει σε ραδιοφωνική του συνέντευξη τον Οκτώβριο του 2007 ο «πάπας» του ελληνικού κινηματογράφου. «Το λαϊκό παλικάρι που μπορούσε να είναι καλόκαρδο και εξαιρετικά άγριο ταυτόχρονα. Όταν γύριζα τη "Μαγική Πόλη" μου είχαν συστήσει τον Αλεξανδράκη, που ξεκίνησε σχεδόν μαζί με τον Φούντα. Ωραίο παιδί, καλός ηθοποιός, αλλά δεν έκανε για τον ρόλο. Τον αξιοποίησε καλύτερα ο Κακογιάννης στη "Στέλλα", όπως αξιοποίησε και τον Φούντα. Η "Μαγική Πόλη", όμως, παραμένει η πρώτη ενήλικη ταινία στην οποία δούλεψε ο Φούντας»!
Μαγική Πόλη - 1954
Ακόμα και στο θρυλικό «America - America» του '63, πάλι μέσω Κούνδουρου, ο Ελία Καζάν έδωσε ρόλο στον Φούντα. «Κάναμε όλοι παρέα τότε, ο Φούντας, ο Στάθης Γιαλελής, εγώ και ο Καζάν τις σπάνιες φορές που συναντιόμασταν. Σε μία απ' αυτές, αποφάσισε μια κι έξω να του προτείνει συμμετοχή στην ταινία διεθνών προδιαγραφών που θα έφτιαχνε» θυμόταν ο Κούνδουρος.
Βέβαια, η εμπλοκή ενός πραγματικά λαϊκού παιδιού από τη Φωκίδα με τα κινηματογραφικά δεν είχε εκκίνηση τις ταινίες του Κούνδουρου και του Κακογιάννη.
Γεννήθηκε το 1924 ή το '25 και μεγάλωσε σε μια πολυμελή οικογένεια με πέντε αδέρφια. Λέγεται πως είχε τέτοια ευαισθησία ως έφηβος, που ο χαμός του καλύτερού του φίλου, σπουδαστή δραματικής σχολής, τον ώθησε να ακολουθήσει τον καλλιτεχνικό δρόμο.
Τραγική ειρωνεία: όταν ο ηθοποιός Στράτος Φλώρος έχασε νεαρότατος τη ζωή του κατά τα γυρίσματα της ταινίας «Πικρό Ψωμί» (1951) του Γρηγόρη Γρηγορίου, ο Φούντας κλήθηκε να τον αντικαταστήσει, παίζοντας μόνο πλάτη στη συνέχεια των ήδη γυρισμένων σκηνών!
Ως σπουδαστής της Δραματικής Σχολής του Ωδείου Αθηνών με δάσκαλο τον Αιμίλιο Βεάκη, ασχολoύνταν παράλληλα με το ποδόσφαιρο ως παίκτης της ΑΕΚ – ήταν κι ένας από τους λόγους που υποδύθηκε με φυσική άνεση τον Μίλτο, τον ποδοσφαιριστή και εγκληματία πάθους στη «Στέλλα».
Σύντομα, το παιδί που μέχρι πρότινος μοίραζε γάλα με το ποδήλατό του, βοηθώντας στο γαλατάδικο του πατέρα του στου Ψυρρή, γίνεται επαγγελματίας ηθοποιός στους θιάσους του Μουσούρη και της Κυρίας Κατερίνας. Εμφανίζεται σε θέατρο και κινηματογράφο την εποχή που ο τελευταίος διαμορφωνόταν καλλιτεχνικά: στα «Χειροκροτήματα» (1944) του Γιώργου Τζαβέλλα με Αττίκ και Χορν και στην «Καταδρομή στο Αιγαίον» (1946) του Μιχάλη Καραγάτση με Κωνσταντάρα, Κατράκη, Χατζηαργύρη.
Έχει σημασία να αναφέρουμε πως ναι μεν ο Φούντας θεωρείται σήμερα ένας από τους πιο δημοφιλείς Έλληνες κινηματογραφικούς ηθοποιούς, η αλήθεια είναι όμως πως τυποποιήθηκε στους ρόλους του «καλού» και του «κακού». «Μέσοι» ρόλοι δεν του δίνονταν. Είχε το ερμηνευτικό ταλέντο, ωστόσο, να τους κάνει δικούς του αυτούς τους ρόλους, έως και να αφήνει μια αίσθηση εκτός εμπορικής λογικής, τουλάχιστον σε ό,τι αφορούσε τη δική του συμμετοχή στις ταινίες.
Τον Φούντα δεν θα τον έβλεπες στις κωμωδίες της χρυσής εποχής του Φίνου. Κι όταν δεν δούλευε με τον Κακογιάννη, τον Κούνδουρο, τον Ντασέν και τον Καζάν, θα έπαιζε άλλοτε σε κάτι ιδιαίτερα έργα («Η λίμνη των πόθων»), άλλοτε σε πολεμικά δράματα («Η αυγή του θριάμβου») και άλλοτε σε κορυφαίες ταινίες («Τα κόκκινα φανάρια»).
Το 1966 κερδίζει το Βραβείο Α' ανδρικού ρόλου στο 7ο Φεστιβάλ Ελληνικού Κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης για την ερμηνεία του στην ταινία «Με τη λάμψη στα μάτια» των Πάνου Γλυκοφρύδη (σκηνοθεσία) - Ιάκωβου Καμπανέλλη (σενάριο). Έναν χρόνο αργότερα τιμάται με το ίδιο σημαντικό βραβείο στη Θεσσαλονίκη για τον ρόλο του ευσυνείδητου αρχιφύλακα Μέρκου στο δράμα «Πυρετός στην άσφαλτο» των Ντίνου Δημόπουλου (σκηνοθεσία) - Νίκου Φώσκολου (σενάριο).
Με τον Φώσκολο, που κατά τη γνώμη μου ανανέωσε την παρουσία του Φούντα στο σινεμά –καλώς ή κακώς, δεν έχει σημασία–, είχαν πρωτοδουλέψει στο «Κάθαρμα» του Κώστα Ανδρίτσου και, φυσικά, στα «Κόκκινα Φανάρια» του Βασίλη Γεωργιάδη, του '63 – και οι δύο ταινίες σε σενάριο Φώσκολου.
Ο «Πρόσφυγας» του 1969, επίσης, ήταν ένα δικαστικό μελό, κομμένο και ραμμένο στα μέτρα του Νίκου Ξανθόπουλου. Ο Φώσκολος, που είχε γράψει κι εκείνο το σενάριο, μεσολάβησε στον σκηνοθέτη Χρήστο Κυριακόπουλο και ο πρωταγωνιστικός ρόλος δόθηκε στον Φούντα, προσδίδοντας έτσι μια καλλιτεχνική αξία σε ένα μελό του συρμού.
Το 1980, ως σκηνοθέτης πλέον, ο Φώσκολος του ξαναδίνει τον ρόλο του καλού, ευσυνείδητου μπάτσου Μάρκου Αγγέλου στην καλτ αστυνομική ταινία «Έξοδος Κινδύνου» με Καρλάτου, Εσκενάζυ, Κούρκουλο.
Ο Φούντας δεν έμεινε εκτός τηλεόρασης, αν και οι εκεί δουλειές του είναι μετρημένες στα δάχτυλα. Συμμετείχε στην περίφημη τηλεοπτική μεταφορά του καζαντζακικού «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται» (1975) και στη σειρά «Στον αργαλειό του φεγγαριού» (1985, ΕΡΤ 2) του καλού σκηνοθέτη Κωστή Ζώη δίπλα στην Αλέκα Κατσέλη. Τελευταίο πέρασμά του από τις τηλεοπτικές οθόνες έγινε με το σίριαλ «Γόβα στιλέτο» (1993, ΑΝΤ1) σε σκηνοθεσία Ρέινας Εσκενάζυ και σενάριο Έλενας Ακρίτα - Γιώργου Κυρίτση.
Άνθρωπος που ποτέ δεν απασχόλησε τα ΜΜΕ με την ιδιωτική του ζωή, ο Γιώργος Φούντας υπήρξε παντρεμένος με τη χορεύτρια Χρυσούλα Ζώκα από το 1954. Ο έρωτάς τους ήταν τέτοιος, που ενώ η Ζώκα διέπρεπε στο Ακροπόλ μαζί με τον Μανώλη Καστρινό, δέχτηκε να παντρευτεί τον ανερχόμενο ηθοποιό και να συζήσουν σε μια μικρή γκαρσονιέρα. Έμειναν μαζί μέχρι το τέλος.
Κι όταν ο Φούντας, σε προχωρημένη ηλικία, χτυπήθηκε από το Αλτσχάιμερ (όπως ακριβώς και ο χαρακτήρας που υποδύθηκε στην «Έξοδο Κινδύνου»), η Ζώκα και ο γιος τους Πάνος έμειναν στο πλευρό του. Πέντε χρόνια μετά, τον Απρίλιο του 2015, τον ακολούθησε κι εκείνη στον θάνατο, απομονωμένη στο σπίτι τους.
Ο Γιώργος Φούντας απεβίωσε στις 28 Νοεμβρίου του 2010, σε ηλικία 86 ετών, με την ερμηνεία του στη «Στέλλα» του Κακογιάννη να έχει περάσει στην αθανασία.
σχόλια