Mια ορμητική, ειλικρινή και απολαυστική συνέντευξη του Θωμά Κοροβίνη φιλοξενεί το καινούριο τεύχος του gay free press "Screw".
O ιδιαίτατος θεσσαλονικιός συγγραφέας και μουσικός είναι ξανά στην επικαιρότητα για το βιβλίο του "Ο Γύρος του θανάτου' που αναφέρεται στη ζωή και την εκτέλεση του φερόμενου ως δράκου του Σέιχ Σου Αριστείδη Παγκρατίδη.
Λέει σχετικά ο Κοροβίνης:
" (Αυτό είναι ) ένα μυθιστόρημα που έχω γράψει με αίμα και αφορά κυρίως 5 χρόνια ζωής στην Θεσσαλονίκη από το 1955 έως και το 1960 γύρω από την ιστορία του παιδιού που σκοτώσανε ως δράκο του Σέιχ Σου, του Αριστείδη Παγκρατίδη. Φτάνει μέχρι το' 68 που τον εκτέλεσαν στα 28 του χρόνια. Μέσα από εννιά αφηγήσεις, μιας λαϊκής τραγουδίστριας, ενός παιδικού του φίλου, ενός ρουφιάνου, μιας τραβεστί που την είχε δεσμό και άλλων περνάει όλο το κλίμα της Θεσσαλονίκης εκείνου του καιρού. Από όλο αυτό βγαίνει μια ζωή λούμπεν αγκαθοματωμένη μέσα από εκείνη την εφιαλτική εποχή που έζησαν.... Όμως παρά τη φτώχια, το κυνήγι των Αριστερών από την εξουσία, το βιασμό των προσωπικοτήτων, ζούσαν έντονα ερωτικά."
Την συνέντευξη παίρνουν ο Γιώργος Τσιτιρίδης και ο Τέλλος Φίλης.
Ορισμένες ωραίες στιγμές της:
Ποιος είσαι Θωμά Κοροβίνη? Ποιος είσαι σήμερα? Υπήρξες το απόλυτο ερωτικό φετίχ
Ο σπουδαίος Οθωμανός ποιητής Γιουνούς Εμρέ έχει ένα στίχο που λέει :«Σ' άλλους εγώ άναψα φωτιές και άλλοι σε μένα ανάψαν». Αυτό είναι, λοιπόν. Αν είχα την τύχη να προκαλέσω πυρκαγιές, τότε μου αναλογεί ένα μέρος της ερωτική μυθολογίας του παλιού καιρού. Όμως είναι έτσι?. Πάντως εγώ σίγουρα έχω καεί από τις φωτιές των άλλων. Δεν ξέρω ποιους έκαψα αλλά εγώ είμαι κατακαμένος.
Αυτή η φωτιά σου βγήκε σε δημιουργικότητα. Ένα από τα σημαντικότερα βιβλία της Θεσσαλονίκης είναι δικό σου.
Πέρα απ' το ταλέντο και την επίδοση στη συγγραφή, η πολυσχιδής δημιουργικότητα στην περίπτωσή μου οφείλεται και στην ανάγκη να αποφύγω την ανία και την τριβή με την επανάληψη. Το άλλο είναι ότι έχω καημό να διασώσω την ζώσα μνήμη και όχι μόνο της Θεσσαλονίκης. Ό,τι ποιο δυνατό συνάντησα και έζησα θέλω να το αποτυπώσω μέσα στη δουλειά μου. Δεν είναι μέριμνα όλων των δημιουργών αυτή. Είτε γιατί πιστεύω ότι πραγματικά αξίζει τον κόπο, είτε γιατί έζησα φλογερά και γουστάρω να τα μοιραστώ με άλλους. Ίσως και για ξορκίσω τη σημερινή μαλακοκαυλίαση με την υπενθύμιση ότι δυο δεκαετίες πριν κάποιοι από μας έζησαν ρωμαλέα και αγαπησιάρικα(...)
Αν έδινες έναν ορισμό μια ταυτότητα στον εαυτό σου τι θα έλεγες ότι είσαι, λαογράφος μουσικός, συγγραφέας, καθηγητής, ποιητής;
Είμαι ένα κράμα διαφόρων μετάλλων, που ταιριάζουν μεταξύ τους και που τα ισορροπώ. Θα σας πω κι ένα ανέκδοτο. Υπήρχε ένα μαγαζί που το έλεγαν «Σαλονίκη» ωραίο μαγαζί ,-έκλεισε τώρα-, απέναντι από τα λαδάδικα. Εκεί πήγα 2-3 φορές και τραγούδησα, πολύ ωραίες. Θα σας πω κι ένα ανέκδοτο. Υπήρχε ένα μαγαζί που το έλεγαν «Σαλονίκη» ωραίο μαγαζί ,-έκλεισε τώρα-, απέναντι από τα λαδάδικα. Εκεί πήγα 2-3 φορές και τραγούδησα, πολύ ωραίες καταστάσεις, με κέφια και μερακλωμένους φίλους από κάτω. Μια βραδιά που είχε πολύ κόσμο και κατά τις 3 η ώρα φτιάχτηκα και άρχισα να λέω πράγματα που δεν ξεστομίζονται και εύκολα, όταν τέλειωσε η παράσταση, με πλησιάζει ένας κύριος και αντί να μου πει «μα τι είναι αυτά που λές, ντροπή!» ή «ευχαριστούμε, φίλε τραγουδιστή», μου λέει «καληνύχτα σας, κύριε καθηγητά». Ένας σοβαρός κύριος εισαγγελέας με τα κουστούμια του και εγώ με τις φουλάρες μου απέναντι του, «η» αντίθεση. Γιατί και οι φουλάρες έχουν την σημασία τους. Εγώ καθιέρωσα ένα προσωπικό ενδυματολογικό στυλ που μόνος μου ταίριαξα από 17ετών μέχρι σήμερα που είμαι 57. Σαράντα χρόνια έμεινα έτσι ο ίδιος, δεν άλλαξα. Έχει σημασία αυτό γιατί οι άνθρωποι αλλάζουν πολύ και ιδεολογικά και μεταπηδήσεις κομμάτων κάνουν εύκολα και μεταποιήσεις στυλ, και προπαντός αχρείους συμβιβασμούς με ό,τι έφτυναν πριν. Προδίδουν το είναι τους και αυτό τους εκδικείται και γίνονται δυστυχείς. Εγώ δεν ξεπούλησα ούτε τις αρχές, ούτε το στυλ μου κι αυτό κάνει και τους άλλους να με παραδέχονται, καθώς μένω απαράλλαχτος όπως παλιά, κάτι που δεν ήταν εύκολα αποδεκτό, ειδικά εκείνα τα χρόνια. Τώρα μπορεί να μοιάζει φυσικό να ανοίγεις μια τρύπα στο τζιν και να βγαίνεις και να λες ό,τι θες, δεν ήταν έτσι το' 60 και το' 70, τότε μια τρύπα στο τζιν παρέπεμπε στην αλητεία και η ενασχόληση με την ποίηση στην ανωμαλία.
Εσύ μέσα από ιδεολογική επεξεργασία επέλεξες το στυλ σου χωρίς να το οριοθετήσεις σαν στυλ.
Εγώ είμαι ένα ανάμικτο πράγμα, είμαι ένας ιδιότυπος αριστερός ανένταχτος, αλλά τι συμβαίνει με μένα και με κάποιους άλλους ανθρώπους. Έχουμε πάρει στοιχεία και από άλλες περιοχές των ιδεών, των συμπεριφορών. Ο κόσμος είναι ένας μπαχτσές που φυτρώνουν κάθε λογής λουλούδια κι αυτό δεν το κατάλαβε η κατεστημένη ιδεολογία και η αντίδραση αλλά και η αριστερά δεν το καλοδέχτηκε. Γιατί φυσικά υπάρχουν τα διαιωνισμένα ταμπού, που στην Ελλάδα λειτουργούν στο φουλ. Δεν δέχτηκαν το ρεμπέτικο, τους ξίνιζαν τα ροκ, κυνηγούσανε το Ρίτσο ως ομοφυλόφιλο, που τράβηξε πολλά, και δεν είναι μόνο το θέμα των ερωτικών επιλογών αλλά η υιοθέτηση ενός ασυνήθιστου ύφους, ο τρόπος που μιλάς, το καινούριο που κομίζεις. Σήμερα έχει επικρατήσει ευτυχώς μια ανοχή αλλά είναι παραπλανητικό να την βαφτίζουμε πρόοδο. Πρόοδος είναι να υπάρχει μια πανδαισία όπου να αποδέχονται όχι μόνο αυτό που τους είναι οικείο αλλά κι εκείνο που τους βγάζει απ' το βόλεμά τους. Εδώ υπάρχει ακόμη λογοκρισία και θα σας πω ένα παράδειγμά. Κάναμε μια εκπομπή στην δική μας της ΕΡΤ και τα λόγια τα κόψανε. Είχα πει στο σκηνοθέτη ότι δεν με ενδιαφέρει να εμφανιστώ σαν τραγουδιστής, αν είναι να κοπούν αυτά που λέω και να μπουν μόνο τα τραγούδια, και όμως κόπηκαν. Ισχύει δηλαδή ακόμη η λογοκρισία και η φίμωση της φωνής και γι' αυτό πιστεύω πολύ στη δυναμική των προσωπικών φωνών. Μια κραυγή του δρόμου, ένας άνθρωπος που μιλάει προς τους άλλους και ξεσκεπάζει βρομιές ή λέει την αλήθεια της ψυχής του, είτε άνθρώπος με φήμη, είτε όχι. Δεν έχουν ακουστεί στην Ελλάδα ακόμα όλες οι φωνές οι αιρετικές, δεν τους δίνεται βήμα. Εγώ είχα την τύχη αλλά όχι μόνο την τύχη, -ήμουν και τολμηρός και αποφασιστικός-, να μιλήσω ανοιχτά για κάποια πράγματα μέσα από τις δουλειές μου. Αυτά που έζησα, ομολόγησα, δεν είπα κανένα ψέμα. Είπατα πράγματα όπως είναι άσχετα με την φόρμα που τους έδωσα πιο ρεαλιστική ή πιο λυρική ή με το τραγούδι, δεν απέκρυψα πράγματα που άλλοι κάνουν αγώνα να αποσιωπήσουν ή να καμουφλάρουν. Κι αυτό έχει την αξία του την κοινωνική, όχι μόνο την προσωπική, γιατί ο κόσμος είναι φοβισμένος, ζούμε σε μια φοβική πόλη και χώρα. Και όταν είσαι φοβισμένος, είσαι επικίνδυνος.
Γιατί πιστεύεις ότι συμβαίνει αυτό;
Το μικροαστιλίκι, η βιτρινομανία, η αυτολογοκρισία μας, η ενοχή και μια κρυφότητα, μια νοοτροπία φοβική έχει να κάνει με το ιστορικό μας background. Γιατί η πόλη μας, η Θεσσαλονίκη, μεταπολεμικά έγινε πεδίο εφαρμογής των ορέξεων της πρωτευουσιάνικης εξουσίας, ένα δοκιμαστήριο των σχεδίων τους, κι αυτό τους βόλευε, επειδή υπήρχε το ανθρώπινο και το κοινωνικό περιθωριακό κατεστημένο με τους παρακρατικούς και τα κατηχητικά που έπαιξαν ένα πολύ σκοταδιστικό και εγκληματικό ρόλο. Και κάποιοι αδιάφοροι ψευτοαστοί νεόπλουτοι και οι αυτιστικοί ποδοσφαιράκηδες. Απ' αυτή τη μοναδική, ιστορική βυζαντινή πόλη, βρήκαμε να αναδείξουμε το παπαδαριό αντί για τον βυζαντινισμό της Θεσσαλονίκης, που εξ αιτίας του και μόνο θα έπρεπε να' ναι οικουμενικός πόλος έλξης και όχι η παρακατιανή Συμπρωτεύουσα του Ψωμιαδιστάν. Αφήσαμε να γίνει μια πόλη αδιάφορη και αντιδραστική- μα και η Αθήνα, δυστυχώς, έτσι θα γίνει σιγά σιγά για πολλούς λόγους-. Εδώ χάθηκαν ή την κοπάνισαν και μερικές πολύτιμες πνευματικές φυσιογνωμίες που κρατούσαν το τόνο και κατάντησε πια μια ψευτοκυριλάτη επαρχιούπολη του ενός εκατομμυρίου -σ' αυτό πια πρέπει να' χει την παγκόσμια πρωτιά-, όπου πλην ελαχίστων εξαιρέσεων- όλοι φοβούνται να μιλήσουν και αυτό το ανθρωπογεωγραφικό μόρφωμα δεν μπορεί να είναι ελπιδοφόρο για το αύριο. Όταν μια Αμερικάνα καθηγήτρια ξεστομίζει με αποδείξεις έγκυρες ότι οι σύντροφοι του βασιλιά Φίλιππου μπορεί να ήταν και εταίροι του στο κρεβάτι και της εκσφενδονίζουν κοτρόνες ή όταν το φανατισμένο θρησκευάμενο πλήθος τσακίζει το πιάνο του Σάκη Παπαδημητρίου στη Ροτόντα, κι όταν οι νομάρχες βάζου φωτιά σε βιβλία αναβιώνοντας το Μεσαίωνα, τι άλλο να πει κανείς; Έτσι, λοιπόν, μια πόλη την οποία λατρεύουμε είναι δύσκολο να σωθεί, όταν έχει πάει μετά το' 80 τόσο πίσω. Κάποτε είχαμε λαϊκές σκηνές εκπληκτικές, πρωτοποριακό Πανεπιστήμιο, είχαμε έρωτα. Όλη η εποχή μάς πήγε πίσω. Μερικά πράγματα πιστεύω γίνονται σκόπιμα. Για να μπορεί ο κόσμος να ελεγχθεί. δεν πρέπει να είναι διαθέσιμος ερωτικά γιατί ο έρωτας είναι επανάσταση. Επειδή, όταν ζεις καλά, ζουν και οι άλλοι καλά μαζί σου, λάμπεις μέσα σου και δεν αφήνεις να σε καθυποτάξουν. .... Ειδικά όταν είσαι ερωτευμένος με τη ζωή και ανοιχτός ερωτικά και έχεις ζήσει πλούσια χωρίς να αφήσεις να νιάτα σου να φύγουν τζάμπα. Ο ερωτικός άνθρωπος είναι ζωντανή έκρηξη μέσα στο κόσμο. Θέλω να γράψω το «λεξικό της νεοελληνικής καύλας» κάποτε.
--------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
Ο Θωμάς Κοροβίνης έιχε δώσει και στη LifO μια σχετική συνέντευξη. Την αναδημοσιεύουμε εδώ:
Ο συγγραφέας Θωμάς Κοροβίνης περιγράφει πώς εμπνεύστηκε από την ιστορία του «δράκου» του Σέιχ Σου για να χτίσει τους χαρακτήρες του βιβλίου του Ο γύρος του θανάτου.
Το 1968, όταν εκτελέστηκε έξω απ' τα τείχη του Γεντί Κουλέ ο Αριστείδης Παγκρατίδης, ο φερόμενος ως «δράκος του Σέιχ Σου» και κατηγορούμενος για τρία φρικτά εγκλήματα, εκείνος ήταν εικοσιοχτώ χρονών κι εγώ δεκατεσσάρων. Το σκηνικό της δίκης ήταν κακοστημένο, η υπεράσπιση ανύπαρκτη, η καταδίκη του «τετράκις εις θάνατον» προειλημμένη. Ακόμη κι αν ήταν δράστης κάποιου ή όλων των εγκλημάτων ο Αρίστος, δεν είχε πεισθεί για την ενοχή του κανείς. Ο κόσμος κραύγαζε «αίσχος». Ακόμη και σήμερα όλοι τον θεωρούν αθώο.
Καθώς η παιδική μου ψυχή είχε ήδη συνταραχτεί από τη δολοφονία του Λαμπράκη, που άφησε βαριά τη σκιά της στη Θεσσαλονίκη για πάντα, κι επειδή είχα βαθιά αίσθηση της κοινωνικής αδικίας, αυτά τα δύο εμβληματικά γεγονότα για τη σκοτεινή πλευρά της ιστορίας της πόλης μου, που έκαναν πανελλήνια αίσθηση, με σφράγισαν ανεξίτηλα. Τον Αρίστο τον πόνεσα πολύ και η ιστορία αυτού του ωραίου -σαν στριμωγμένο αγρίμι- λεηλατημένου αλήτη, όπως τη μάθαμε απ' τις εφημερίδες της εποχής, με είχε συγκλονίσει. Πρόσωπα σαν κι αυτό, του καταραμένου, εκμαυλισμένου, σημαδεμένου απ' το χέρι μιας μοίρας αμείλικτης ερωτοπαθή και ερωτεύσιμου άντρα, ανήκουν στον θίασο της προσωπικής μου μυθολογίας. Χρωστούσα, φαίνεται, και στην ψυχή του. Μέσα μου όλα αυτά τα χρόνια δούλευε ένα ντέρτι. Τον σκεφτόμουν μικρό παιδί να πουλάει το κορμί του για μια φασουλάδα, και νεαρό παραδαρμένο να κυλιέται στον βούρκο με γυναίκες και άντρες, ανάμεσα σε χασικλώματα και κυνηγητά μπάτσων και πολιτών.
Εδώ και δυο χρόνια έχει έρθει η ώρα να μιλήσω γι' αυτόν. Επινόησα, λοιπόν, εννέα πρόσωπα που αντιστοιχούν σε φιγούρες της δεκαετίας του '50 και που το καθένα, εξομολογούμενο τη ζωή του, διαπλέκεται με διαφορετικό τρόπο με τις περιπέτειες του Παγκρατίδη: έναν παιδικό του φίλο, μια φιλενάδα της παραδουλεύτρας μάνας του, κάποιον που παρακολουθούσε τις εφηβικές του αμαρτίες στο λιμάνι, ένα δημοκρατικό χωροφύλακα που έζησε τους βασανισμούς του στην ασφάλεια, έναν ρουφιάνο περιπτερά που τον καταδίωκε, έναν αστό της παραλίας που τον κατέδωσε, το αφεντικό του στον περίφημο «γύρο του θανάτου», όπου δούλευε περιστασιακά, μία τραβεστί και μια λαϊκή τραγουδίστρια, άτομα με τα οποία συνδέεται ερωτικά. Ο μυθιστορηματικός χρόνος τον παρακολουθεί από το '55 έως το '60, από δεκαπέντε μέχρι είκοσι χρόνων, με φλασμπάκ στο παρελθόν του και αναφορές στο ολέθριο μέλλον του. Έφτιαξα ένα μυθιστόρημα με πρωτότυπη, σφιχτοδεμένη και ισορροπημένη δομή και με έντονο κοινωνικοπολιτικό χαρακτήρα, που αποδίδει με νατουραλιστική ακρίβεια το ψυχολογικό κλίμα και τις ιστορικές συνιστώσες της εποχής. Είναι ένα δυναμικό, νευρώδες, δραματικό πεζό που δεν διαπραγματεύεται καμία απ' τις ανθρώπινες αξίες και τις καταγγελίες που καταθέτει. Δεν χαρίζεται σε κανέναν, ούτε στους παιδεραστές και τους χαφιέδες, ούτε στο κράτος και το παρακράτος αλλά ούτε και στην αιωνίως αθώα-ένοχη κοινωνία. Είναι ένα σπαραχτικό, αληθινό βιβλίο, που γράφτηκε όχι με το μυαλό και με το χέρι, μα πιο πολύ με το αίμα μου.
Το βιβλίο «Ο γύρος του θανάτου» του Θωμά Κοροβίνη κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Άγρα.
------------------
σχόλια