Κάποτε κοσμούσε την κρεβατοκάμαρα του Αλέξανδρου Ιόλα. Από τα πλέον εντυπωσιακά αντικείμενα της προσωπικής του συλλογής, περιήλθε κι αυτό στην κατοχή του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου μαζί με άλλα σπάνια αρχαία έργα τέχνης.
Μετά από δύο χρόνια στα εργαστήρια συντήρησης και αποκατάστασης του μουσείου, παρουσιάζεται για πρώτη φορά ως ένα ακόμα κεντρικό έκθεμα στην ιδιαίτερα επιτυχημένη περιοδική έκθεση «Οι αμέτρητες όψεις του ωραίου» που ξεκίνησε έναν χρόνο πριν και συνεχίζει να εντυπωσιάζει το κοινό που την επισκέπτεται.
Μόνο που το συγκεκριμένο άγαλμα, μια μαρμάρινη Αφροδίτη, παρουσιάζει μερικές ενδιαφέρουσες αποκλίσεις απ' ό,τι έχουμε συνηθίσει μέχρι τώρα.
Όπως χαρακτηριστικά είπε η διευθύντρια του μουσείου κ. Λαγογιάννη στην πρώτη δημοσιογραφική παρουσίαση του αγάλματος, πρόκειται για μια Αφροδίτη που εκπροσωπεί «το ωραίο αλλιώς».
Η Αφροδίτη αυτή απαρτίζεται από θραύσματα πρωτότυπων έργων της αρχαιότητας, τα οποία όμως δεν ανήκουν στο ίδιο αρχικό γλυπτό.
Μια Αφροδίτη-patchwork, ένα άγαλμα υψηλής τέχνης, προϊόν της τεχνικής της συγκόλλησης, ένα «παστίτσιο», όπως συνήθως αποκαλείται από αρχαιολόγους και ιστορικούς τέχνης.
Το φαινόμενο πάει πίσω, στην εποχή λίγο μετά την Αναγέννηση, όταν η αρχαία ελληνική τέχνη αποτελούσε μόδα της αριστοκρατίας και των πλουσίων, εξού και οι μεγάλες αυλές της Ευρώπης γέμισαν ελληνικά γλυπτά.
Ωστόσο, οι μαικήνες και οι συλλέκτες εκείνης της εποχής δεν είχαν την εξοικείωση που έχουμε σήμερα με τα ακέφαλα αγάλματα, γι' αυτό τα αποκαθιστούσαν με έναν τρόπο κοινά αποδεκτό και ταιριαστό με τις αισθητικές απαιτήσεις της εποχής.
Ανέθεταν σε ειδικούς γλύπτες την αναγέννησή τους. Μια τέτοια περίπτωση είναι και η μαρμάρινη Αφροδίτη, που δεν είναι παρά μια παραλλαγή της Κνιδίας Αφροδίτης του Πραξιτέλη από τον γιο του Κηφισόδοτο τον Νεότερο.
Για να ακριβολογούμε, πρόκειται για ένα ακόμα αντίγραφο της ελληνιστικής εποχής, δηλαδή του τέλους του 300 π.Χ., καθώς το αυθεντικό ταξίδεψε από την Αθήνα στη Ρώμη την εποχή του Αυγούστου και μετά χάθηκε.
Πρόλαβε, πάντως, να δημιουργήσει μόδα και αντίγραφά του κατέκλυσαν όλα τα αρχοντικά της εποχής του. Είναι, βέβαια, χαρακτηριστικό όχι μόνο της ρωμαϊκής εποχής αλλά και του εμπορικού δαιμονίου κάθε περιόδου μέχρι σήμερα το ότι δεν έχει πάψει να επαναλαμβάνεται.
Η κ. Λαγογιάννη είπε: «Συμβαίνει, όμως, πολλές φορές να μην είναι τόσο απλά τα πράγματα και να μας παραδοθεί ένα άγαλμα σε διάφορα θραύσματα, στα οποία ένα άπειρο μάτι δεν διακρίνει τη διαφορά, αλλά το έμπειρο μάτι του αρχαιολόγου όπως και η διερεύνηση που θα κάνει ο συντηρητής θα δείξουν ότι αυτά ανήκουν σε διαφορετικές εποχές και διαφορετικούς αγαλματικούς τύπους.
Κι αυτό είναι το πάρα πολύ ενδιαφέρον, το πόσο επιθυμούν να αποδώσουν το ωραίο και να το αποκαταστήσουν, χρησιμοποιώντας θραυσματικές μορφές γλυπτών, συνενώνοντας τες και κάνοντας αποκαταστάσεις με τη συμπλήρωση μαρμάρων ή άλλων κομματιών».
Η Αφροδίτη αυτή, λοιπόν, απαρτίζεται από θραύσματα πρωτότυπων έργων της αρχαιότητας, τα οποία όμως δεν ανήκουν στο ίδιο αρχικό γλυπτό.
Σε άλλο άγαλμα ανήκε το κεφάλι και σε άλλο ο κορμός, ενώ έχουν γίνει συμπληρώσεις από διαφορετικά είδη μαρμάρου στα πόδια, στον κορμό και στο κεφάλι, πάντα με στόχο να προσομοιάζει στο πιο φημισμένο έργο γυμνής γυναίκας στην αρχαιότητα, την Κνιδία Αφροδίτη του Πραξιτέλη.
Ο Πραξιτέλης ήταν ο πρώτος που απέδωσε την Αφροδίτη ολόγυμνη, έχοντας ως μοντέλο του την πανέμορφη ερωμένη του Φρύνη, σε ένα στιγμιότυπο κατά το οποίο, την ώρα του λουτρού της, διαπιστώνοντας ότι κάποιος την παρακολουθεί, κάνει μια κίνηση για να προστατευτεί.
Βέβαια, η Κνιδία Αφροδίτη είναι απλώς ο μακρινός πρόγονός της, καθώς παρεμβλήθηκε η μετάπλαση του γιου του Πραξιτέλη, πενήντα χρόνια αργότερα, την οποία η αρχαιολογία χαρακτηρίζει ως τύπο του Καπιτωλίου.
Ο κορμός της Αφροδίτης ανήκει στη ρωμαϊκή εποχή, ενώ τα συμπληρώματα είναι του 18ου, του 19ου, μπορεί ακόμα και 20ού αιώνα. Δεν υπάρχει καμία πληροφορία για την προέλευσή του και απλώς πιθανολογείται ότι βρέθηκε στη Ρώμη.
Έχει ύψος δύο μέτρα μαζί με τη βάση της και για πρώτη φορά, στο εργαστήριο του μουσείου, πέρα από τη συνήθη διαδικασία με λάμπες υπεριώδους ακτινοβολίας και υπέρυθρου φωτός, χρησιμοποιήθηκαν και ακτίνες Γ' για να επιτευχθεί ένα είδος ακτινογραφίας και να εντοπιστεί εσωτερικά η συνδεσμολογία ώστε να μην κινδυνεύσει κατά τη μεταφορά της.
Η συντηρήτρια κ. Τσαγκρή βρέθηκε προ εκπλήξεων, καθώς η ομάδα της αντίκρισε αναπάντεχα ευρήματα, όπως ότι στον κορμό έχει τρεις πύρους, ενώ δύο θα ήταν αρκετοί για να κρατήσουν τον κορμό, ή τρύπες μέσα στο μάρμαρο απ' όπου έλειπαν οι πύροι.
Σαν να δοκίμαζε ο υπεύθυνος της ανάπλασης του αγάλματος τι θα του ταίριαζε καλύτερα. Ο κορμός είναι ενός ρωμαϊκού αντιγράφου, έργο Ρωμαίου αντιγραφέα, και το κεφάλι έργο ενός άλλου Ρωμαίου ‒ και τα δύο ενωθήκαν κατά τους νεότερους χρόνους.
Όπως είπε χαρακτηριστικά η κ. Λαγογιάννη: «Πρόκειται για μια επιστημονική πρόκληση από πλευράς αρχαιολογικής και συντήρησης. Το πιο δύσκολο κεφάλαιο στην κλασική αρχαιολογία είναι η μελέτη των αντιγράφων.
Φανταστείτε έναν Ρωμαίο καλλιτέχνη των ρωμαϊκών χρόνων που θέλει να πουλήσει ένα έργο τέχνης που να μοιάζει ελληνιστικό. Θα δημιουργήσει κάτι που να του μοιάζει όσο περισσότερο γίνεται. Ο αρχαιολόγος, 2.000 χρόνια μετά, καλείται να αποφανθεί αν είναι πρωτότυπο ή όχι. Αυτό είναι πολύ πιο δύσκολο όταν έχουμε ένα "παστίτσιο" όπως αυτό».
Η αποκάλυψη της Αφροδίτης αυτής από το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο έδωσε αφορμή να γίνει παρουσίαση δύο νέων αρωμάτων στηριγμένων σε οδηγίες αρωματοποιίας μυκηναϊκής εποχής.
Βάσει αυτής της υπέροχης ιδέας, το μουσείο ανέθεσε στην εταιρεία ΚΟΡΡΕΣ να αναβιώσει τις μυρωδιές του αρχαίου κόσμου, κάτι που έγινε πραγματικότητα με το άρωμα του ρόδου πέρσι, όταν ξεκίνησε η έκθεση, μια παγκόσμια πρωτοτυπία που μας ταξιδεύει χιλιάδες χρόνια πίσω, και ολοκληρώνεται τώρα με τη δημιουργία δύο ακόμα αρωμάτων, από κορίανδρο και φασκόμηλο.
Οι πινακίδες Γραμμικής Β που βρέθηκαν με λογιστικά στοιχεία σχετικά με τα υλικά παρασκευής αρωμάτων αποδεικνύουν ότι η τέχνη του αρώματος υπήρξε μια προσοδοφόρα δραστηριότητα τα μυκηναϊκά χρόνια και ότι τα αρώματα εξάγονταν σε όλη την ανατολική Μεσόγειο.
Τα logistics αυτής της μακρινής εποχής σε συνδυασμό με συνταγές από τα διασωζόμενα έργα του Διοσκουρίδη, στοιχεία από έργα του Θεόφραστου και νεότερες ερευνητικές μελέτες οδήγησαν στην κατανόηση των μεθόδων παρασκευής αρωματικών ελαίων από τους χημικούς της αρχαιότητας.
Τα εργαστήρια ΚΟΡΡΕΣ, με τη μεγάλη πείρα που έτσι κι αλλιώς διαθέτουν, πειραματίστηκαν, μελέτησαν σε βάθος και ανακάλυψαν μυστικά της αρχαίας παράδοσης και με συστατικά όπως το κύπειρο από την Αμοργό, τα φύλλα φασκόμηλου από το χωριό Φασκομηλιά στην Πελοπόννησο και το κορίανδρο προχώρησαν στη δημιουργία αγνών αρωμάτων που ο επισκέπτης της έκθεσης μπορεί να μυρίσει από ειδικές γυάλες, παίρνοντας μια ιδέα για το πώς μύριζαν οι γυναίκες των παλατιών του αρχαίου κόσμου. Το άρωμα από ρόδο, μάλιστα, κυκλοφορεί και στο εμπόριο.
σχόλια