Τζον Γουότερς: Ένα «αμετανόητο φρικιό» μιλά στη LiFO για όσα τον έκαναν τόσο λατρεμένα απαράδεκτο Facebook Twitter

Τζον Γουότερς: Ένα «αμετανόητο φρικιό» μιλά στη LiFO για όσα τον έκαναν τόσο λατρεμένα απαράδεκτο

3

«Δεν είναι τελικά δύσκολο να είσαι νορμάλ!» αποφαινόταν η μούσα του Divine στο φινάλε του Polyester, μίας από τις λατρεμένα αναρχικές, εξωφρενικές, «αρρωστημένες» όσο και σπαρταριστές κομεντί που γύρισε με πρωταγωνίστρια εκείνη, καθιστώντας τους διάσημο ντουέτο. Για τον 73χρονο σήμερα εστέτ πρωτοπόρο του ανεξάρτητου σινεμά Τζον Γουότερς, όμως, που, εμπνεόμενος από την κουλτούρα της αμφισβήτησης, σατίρισε αλύπητα το κοινωνικοπολιτικό και καλλιτεχνικό κατεστημένο, τα χρηστά ήθη και τον μικροαστικό καθωσπρεπισμό, ομνύοντας σε μια απελευθερωτική, ρηξικέλευθη και χαοτική κακογουστιά, η κανονικότητα φαίνεται πως υπήρξε το δυσχερέστερο πράγμα στη ζωή του.


Απλώς δεν του ταίριαξε ποτέ όσο κι αν το προσπάθησε, καθώς λέει, όσο κι αν κατάφερε από την underground σκηνή της Βαλτιμόρης –αγαπημένου του γενέθλιου τόπου που ουδέποτε εγκατέλειψε‒ να βρεθεί στο Χόλιγουντ, να κερδίσει χρήματα και φήμη, πράγματα που ελάχιστα τον άλλαξαν, όπως έδειξε και η προ λίγων ετών αποκοτιά του να ταξιδέψει μόνος με οτοστόπ από την Ανατολική μέχρι τη Δυτική Ακτή των ΗΠΑ. Κι αυτό γιατί έκανε ό,τι έκανε καταρχάς «για την πλάκα του», κάτι που, αφότου σταμάτησε να γυρίζει ταινίες, συνεχίζει σε άλλα πεδία, όπως η τέχνη (κολάζ και κατασκευές), η συγγραφή (έχει εκδώσει μέχρι σήμερα επτά βιβλία με καλλιτεχνικό και αυτοβιογραφικό κατά βάση περιεχόμενο, έχει επίσης στα σκαριά μια νουβέλα) και το stand up comedy που διαφημίζει ευθαρσώς ως «το καλύτερο στον πλανήτη»!


Τη βασισμένη στο ομώνυμο ντοκιμαντέρ που γύρισε το 2006 περιοδεύουσα παράσταση This filthy world θα παρουσιάσει επί σκηνής στη Θεσσαλονίκη (Σινέ Ολύμπιον), στο πλαίσιο του 60ού Κινηματογραφικού Φεστιβάλ, όπου είναι φέτος τιμώμενο πρόσωπο. Θα του απονεμηθεί ο Χρυσός Αλέξανδρος για τη συνολική του προσφορά στον κινηματογράφο, θα παρουσιάσει δέκα αγαπημένες του ταινίες, θα διευθύνει ένα εργαστήρι, καθώς και ένα masterclass, ανοιχτό στο κοινό. Με αφορμή την πρώτη του επίσκεψη στην Ελλάδα μιλήσαμε τηλεφωνικά για τα «αισχρά, ρυπαρά» επιτεύγματά του, για την Αμερική του Τραμπ, την πολιτική ορθότητα, την γκέι κουλτούρα και μια απελευθέρωση «που έχει πια έντονο ταξικό πρόσημο», για τον έρωτα, το σινεμά βεβαίως, την έννοια της σάτιρας, την τέχνη της κωμωδίας αλλά και την τέχνη του να παραμένεις νέος στο πνεύμα και την καρδιά, ακόμα και σε προχωρημένη ηλικία. Διαρκώς ανοιχτός στις προκλήσεις, περήφανος για τις καλύτερες αλλά και τις χειρότερες στιγμές του, δεν έχει, λέει, μετανιώσει για τίποτα, εκτός από το ότι ξεκίνησε το τσιγάρο, μία από τις ελάχιστες κακές συνήθειες που κατάφερε να κόψει, παρακινεί, δε, κάθε καπνιστή να τον μιμηθεί «τουλάχιστον σε αυτό!».

Αν κάτι ενοχλεί ορισμένους είναι η αθυροστομία μου και το γεγονός ότι είμαι μεγάλο πειραχτήρι, δηλαδή δεν διστάζω να σατιρίσω το οτιδήποτε και τον οποιονδήποτε, με πρώτο τον εαυτό μου. Δεν πιστεύω καν ότι υπάρχει κάποιο «άβατο» για τη σάτιρα, αρκεί βεβαίως να μην καταντά φτηνή, χυδαία – αλλά τότε δεν είναι πραγματική σάτιρα.

— Είναι, νομίζω, η πρώτη φορά που επισκέπτεστε την Ελλάδα. Τι εικόνα έχετε γι' αυτήν;

Από παλιά ήθελα να σας επισκεφθώ, αλλά δεν το είχα καταφέρει, να όμως που δεν το γλιτώσατε! Μιλώντας κινηματογραφικά, όταν άκουγα για την Ελλάδα πάντα μου ερχόταν στον νου η ταινία του Ζιλ Ντασέν Ποτέ την Κυριακή με τη Μελίνα Μερκούρη πρωταγωνίστρια, που είχε ανέβει και στο Μπρόντγουεϊ ως θεατρικό. Διέθετε μια ιδιαίτερη λάμψη αυτή η γυναίκα. Η Φαίδρα επίσης, πάλι του Ντασέν, με τη Μελίνα πλάι στον Άντονι Πέρκινς και, βέβαια, μία από τις πιο αγαπημένες μου pop trash νεανικές κομεντί των '80s, το Summer Lovers, που είχε παρεμπιπτόντως κι ένα πολύ καλό σάουντρακ!


«This filthy world» είναι ο τίτλος της stand up comedy που θα παρουσιάσετε στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης. Βρίσκετε τον κόσμο μας στ' αλήθεια βρόμικο και σιχαμένο;

Βασικά, χρησιμοποιώ τον όρο αυτό με την πανκ έννοια, όταν λοιπόν αποκαλώ κάποιον «λέρα», ουσιαστικά του κάνω κομπλιμέντο! Θα μπορούσε, βέβαια, να περιγράφει μια χαρά και την αμερικανική πολιτική της εποχής του Τραμπ, που είναι ό,τι πιο απευκταίο για τις ΗΠΑ και τον κόσμο όλο. Και δυστυχώς, δεν υπάρχει τίποτα θετικό ή αστείο σε αυτό. O Ντόναλντ Τραμπ, ως προσωπικότητα, είναι ακόμα χειρότερος και από τον Ουίλιαμ Ράντολφ Χιρστ, ο οποίος τουλάχιστον διέθετε μια αίσθηση ειρωνείας, ένα κάποιο ποιοτικό χιούμορ, ακόμα και οι ακρότητές του είχαν ένα στυλ. Δηλαδή, ήξερες ότι είναι κακός, αλλά τον παραδεχόσουν.

Επιπλέον, ο Τραμπ δεν είναι απλώς ένας αρχομανής, αλαζόνας μεγαλοεκδότης, όπως ο Χιρστ, αλλά κυβερνά μια υπερδύναμη σε μια ταραγμένη εποχή. Το κακό είναι ότι αν γίνονταν τώρα ξανά προεδρικές εκλογές, πάλι αυτός θα τις κέρδιζε. Και ξέρετε γιατί; Επειδή τα λέει χύμα, κάνει την πλάκα του και βγάζει γέλιο. Ξέρει ότι είναι απαίσιος και του αρέσει, κάτι που αρέσει και στους ψηφοφόρους του, λατρεύει δε να έχει haters. Ο Ομπάμα είχε επίσης πλάκα, κάτι που δεν συμβαίνει με τη Χίλαρι, τον Σάντερς ή τον Μπάιντεν. Προσωπικά, πιστεύω ότι ο καλύτερος τρόπος να τον αντιμετωπίσουμε δεν είναι να υπερθεματίσουμε προς τα αριστερά αλλά να πείσουμε τους οπαδούς του ή, έστω, μία κρίσιμη μερίδα τους να αλλάξει μυαλά. Όχι πως αισιοδοξώ ιδιαίτερα ότι θα συμβεί αυτό, μοιάζει εντούτοις ο καλύτερος δυνατός τρόπος.


— Είχα διαβάσει μια συνέντευξη του Τζον Κλιζ, που, αναφερόμενος στην πολιτική ορθότητα στην τέχνη, έλεγε ότι το χιούμορ δεν έχει νόημα δίχως κάποιο στοιχείο σαρκασμού και ότι τη διαφορά την κάνει ο τρόπος του. Όντας της ίδιας περίπου γενιάς και έχοντας επίσης δεχτεί κάποιες ανάλογες κριτικές, πόσο συμφωνείτε;

Καταρχάς, να επαναλάβω ότι θεωρώ τον εαυτό μου εξαιρετικά πολιτικά ορθό. Κάποιοι μπορεί να γελάσουν ακούγοντάς το, αλλά η ίδια η φιλμογραφία μου το αποδεικνύει. Κυρίαρχοι χαρακτήρες στις ταινίες μου είναι γυναίκες, drag περσόνες, έγχρωμοι, «περιθωριακοί», άνθρωποι γενικότερα έξω από τα κοινωνικά στάνταρ και τα συμβατικά πρότυπα ομορφιάς, οι οποίοι κιόλας ουδέποτε προκαλούν. Την ησυχία τους γυρεύουν, αλλά στοχοποιούνται και δέχονται μπούλινγκ από τους «φυσιολογικούς». Αυτό όμως τους εξοργίζει και στο τέλος καταφέρνουν να εκδικηθούν τους κακούς, διατηρώντας την αξιοπρέπειά τους!

Αν κάτι ενοχλεί ορισμένους είναι η αθυροστομία μου και το γεγονός ότι είμαι μεγάλο πειραχτήρι, δηλαδή δεν διστάζω να σατιρίσω το οτιδήποτε και τον οποιονδήποτε, με πρώτο τον εαυτό μου. Δεν πιστεύω καν ότι υπάρχει κάποιο «άβατο» για τη σάτιρα, αρκεί βεβαίως να μην καταντά φτηνή, χυδαία – αλλά τότε δεν είναι πραγματική σάτιρα. Η διαφορά –και, ναι, εδώ θα συμφωνήσω απόλυτα με τον Τζον‒ είναι ότι αγαπώ στ' αλήθεια τους ανθρώπους και τις καταστάσεις που σατιρίζω, μεγάλωσα και εγώ μέσα σε υποκουλτούρες, όπως η ροκ, η ομοφυλόφιλη κ.λπ., κι αυτό είναι, νομίζω, ευρέως αντιληπτό, γι' αυτό άλλωστε την έχω σκαπουλάρει πενήντα χρόνια τώρα!

Τζον Γουότερς: Ένα «αμετανόητο φρικιό» μιλά στη LiFO για όσα τον έκαναν τόσο λατρεμένα απαράδεκτο Facebook Twitter
H Divine ήταν πρωτοπόρα, καθώς συνέβαλε πολύ στην ορατότητα της drag κουλτούρας.


— Κάποιες λεσβιακές οργανώσεις είχαν διαμαρτυρηθεί, διαβάζω, για το Desperate Living (1977).

Ναι, διότι έβρισκαν, λέει, άτοπο ένας άντρας σκηνοθέτης, έστω γκέι, να γυρίζει μια κωμωδία που να αναφέρεται σε λεσβίες. Τις προάλλες κάποιες λεσβίες ακτιβίστριες έκαναν εράνους σε κολέγια ώστε να χρηματοδοτήσουν καμπάνια ενάντια στις τρανς που «επιμένουν» να θεωρούν εαυτόν γυναίκες. Δηλαδή αυτό τώρα είναι πολιτικά ορθό; Ευτυχώς, η πλειοψηφία έχει διαφορετική άποψη. Ανεξαρτήτως αυτών, πάντως, η συγκεκριμένη ταινία υπήρξε κατά γενική ομολογία –και δική μου‒ μια αποτυχία.


— Ποια ταινία σας εκτιμάτε ως την καλύτερη;

Το Serial Mom καταρχάς, και αμέσως μετά το Female Troubles. Δημοφιλέστερες, πάντως, ταινίες μου αποδείχτηκαν το Hairspray αφενός, που έγινε και επιτυχημένο μιούζικαλ, το Cry-Baby αφετέρου, κυρίως λόγω της παρουσίας του Τζόνι Ντεπ, που έγινε αργότερα σούπερ σταρ. Ωστόσο ούτε το Female Troubles ‒μάλλον η καλύτερη ταινία που έκανα με την Divine‒ ούτε το Cry-Baby είχαν καλή υποδοχή στις κινηματογραφικές αίθουσες, όταν πρωτοπροβλήθηκαν. Στην πορεία αναδείχτηκαν και γίνανε cult.


— Μιλώντας για τη θρυλική Divine, την οποία εσείς «βαφτίσατε» έτσι, δίνοντάς της και το προσωνύμιο «η ομορφότερη γυναίκα στον κόσμο ‒ σχεδόν», πώς τη θυμάστε;

Με την Divine κάναμε πολύ καλή παρέα ήδη προτού συνεργαστούμε. Ήμασταν συντοπίτες, με πολλά κοινά ενδιαφέροντα. Πολύς κόσμος, ξέρεις, δεν έχει αντιληφθεί ότι δεν υπήρξε τρανς αλλά drag queen, και μάλιστα μόνο για τις ανάγκες των κινηματογραφικών της χαρακτήρων (αν και υποδύθηκε και ανδρικούς ρόλους) ή για τα μουσικά σόου που έδινε – στην καθημερινή της ζωή φορούσε παντελόνια και κομψά, ακριβά ανδρικά πουκάμισα που τα λάτρευε.

Ήταν, βέβαια, πρωτοπόρα, καθώς συνέβαλε πολύ στην ορατότητα της drag κουλτούρας. Η παροιμιώδης βουλιμία, όπως και η παχυσαρκία της, είχαν παθολογικά αίτια. Η κινηματογραφική της περσόνα φάνταζε τερατώδης, κάτι που εξίταρε και την ίδια, επιδίωκε μάλιστα να βγαίνει όσο πιο εξωφρενική και τρομακτική γινόταν. Στην πραγματικότητα, όμως, ήταν ένας πολύ ήσυχος και γλυκός άνθρωπος, ανοιχτόκαρδος, διασκεδαστικός και πνευματώδης. Μεγάλη απώλεια που τον χάσαμε νωρίς.

Τζον Γουότερς: Ένα «αμετανόητο φρικιό» μιλά στη LiFO για όσα τον έκαναν τόσο λατρεμένα απαράδεκτο Facebook Twitter
Το χιούμορ που κάνω αφορά τις υπερβολές, το να κάνουμε κάτι όχι επειδή το θέλουμε πραγματικά αλλά για να νιώσουμε πιο ομαλοί και κοινωνικά αποδεκτοί, τη σοβαροφάνεια και τον καθωσπρεπισμό «από την ανάποδη».


— Συνηθίζατε κάποτε να σοκάρετε με τις ταινίες σας. Πιστεύετε ότι το σύγχρονο κοινό μπορεί να σοκαριστεί το ίδιο εύκολα;

Δεν επιδίωκα να σοκάρω επίτηδες τον κόσμο αλλά να τον κάνω, καταρχάς, να γελάσει. Ναι, αληθεύει ότι οι άνθρωποι σήμερα είναι πολύ πιο κυνικοί και χοντρόπετσοι, οπότε δύσκολα τους συγκινεί το οτιδήποτε, εφόσον έχουν εθιστεί πια στις ακραίες σκηνές και εικόνες. Πιστέψτε με, όμως, ακόμα κι έτσι είναι πολύ ευκολότερο να σοκάρεις κάποιον παρά να τον κάνεις να γελάσει πραγματικά, με την καρδιά του. Αυτό το τελευταίο θέλει μεγάλη εφευρετικότητα.

Προϋποθέτει, επίσης, ο θεατής να είναι προδιατεθειμένος να εκπλαγεί, να ξεκαρδιστεί, να «βγει από τα ρούχα του», όπως ξέρει να κάνει το καλό αμερικανικό χιούμορ. Πάντως, όπως φαίνεται, εξακολουθώ να προκαλώ. Η τελευταία μου ταινία A dirty shame είχε επίσης αρκετά προβλήματα με τη λογοκρισία από την Ένωση Αμερικανών Κινηματογραφιστών (MPAA). Όσο για το αν καταφέρνω να κάνω ακόμα τους ανθρώπους να γελούν, νομίζω πως, ναι. Όλοι ξέρουν, άλλωστε, ότι αυτό τον καιρό παρουσιάζω το καλύτερο stand up comedy στον πλανήτη!


— Είστε μια αντιπροσωπευτική φυσιογνωμία του ανεξάρτητου σινεμά. Πόσο εύκολο είναι όμως να κάνει κανείς σήμερα τέτοια φιλμ και πώς βλέπετε γενικότερα το μέλλον του κινηματογράφου την εποχή του Ίντερνετ;

Δεν είναι εύκολο και το διαπίστωσα αναζητώντας στούντιο για την τελευταία μου ταινία. Παλιότερα υπήρχαν τουλάχιστον καμιά δεκαριά στούντιο όπου μπορούσα να απευθυνθώ, γνωρίζοντας ότι ενδιαφέρονται και στηρίζουν ανεξάρτητες παραγωγές, τώρα πλέον υπάρχουν ένα ή δύο. Κάποτε κατάφερνα να εξασφαλίσω μέχρι και 7 εκατ. δολάρια για μια ταινία, στην τελευταία περιορίστηκα στο 1. Εντούτοις, θέλουν ακόμα επώνυμους πρωταγωνιστές, φροντισμένη παραγωγή, προσεγμένο σάουντρακ κ.λπ. Οι εποχές έχουν δυσκολέψει και για το εμπορικό σινεμά, ο ανταγωνισμός από το Netflix και άλλες ανάλογες πλατφόρμες είναι πια μεγάλος, όμως εξακολουθώ να πιστεύω στη μεγάλη οθόνη και να τη στηρίζω.

Πάω συχνά σινεμά και σε κάθε πόλη που ταξιδεύω συνηθίζω να επισκέπτομαι κάποιον κινηματογράφο και όχι δωρεάν, πληρώνω εισιτήριο κανονικά. Έχει άλλη γοητεία η κινηματογραφική αίθουσα. Δεν πιστεύω ότι θα την εκτοπίσει η οθόνη του υπολογιστή ή του κινητού, όπως δεν το έκαναν η τηλεόραση και το βίντεο. Χρειάζεται, βεβαίως, να αλλάξει αρκετά φιλοσοφία η κινηματογραφική βιομηχανία, ώστε να καταφέρει να ανταγωνιστεί τις ιντερνετικές παραγωγές που πλέον διεκδικούν μερίδιο και στα Όσκαρ. Μολαταύτα, είναι ένα ζήτημα πολύπλοκο, δεν επιδέχεται εύκολες απαντήσεις.

Δεν νομίζω ότι έγινα ποτέ ιδιαίτερα mainstream, ασχέτως του ότι με καλοδέχτηκε το Χόλιγουντ. Οι περισσότερες παραγωγές μου ήταν ανεξάρτητες ‒ γύρισα και ταινίες που δεν ευτύχησαν. Άσε που η αναγνώριση και η αποδοχή ένιωθα πως με «ακυρώνουν»!


— Υπήρξατε από τους πρώτους επώνυμους ανοιχτά γκέι κινηματογραφιστές και υποστηρίξατε εξαρχής τις δικαιωματικές διεκδικήσεις της κοινότητας. Ωστόσο, έχετε σατιρίσει την άκρατη εμπορικοποίηση, τις πολιτικά ορθές «ακρότητες», την «εμμονή» με τον γάμο...

Μα, δεν επικρίνω τον γάμο ως κατάκτηση, ασχέτως του ότι προσωπικά δεν θα παντρευόμουν ποτέ ‒ με τον τωρινό μου σύντροφο π.χ. αποφασίσαμε ότι δεν μας χρειάζεται ο γάμος. Μάλιστα, είχα πιέσει κι εγώ ώστε να τον αναγνωρίσει η Πολιτεία του Μέριλαντ όπου ζω. Υπόψη, βέβαια, ότι, θεσμοθετώντας τον γάμο και την τεκνοθεσία, θεσμοθετείς επίσης τα διαζύγια, τις διατροφές κ.λπ., πράγματα για τα οποία δεν μιλά κανείς! Το χιούμορ που κάνω αφορά τις υπερβολές, το να κάνουμε κάτι όχι επειδή το θέλουμε πραγματικά αλλά για να νιώσουμε πιο ομαλοί και κοινωνικά αποδεκτοί, τη σοβαροφάνεια και τον καθωσπρεπισμό «από την ανάποδη».

Γίνανε αναμφίβολα τεράστιες πρόοδοι απ' όταν ήμουν τινέιτζερ, τις οποίες φυσικά επικροτώ και στηρίζω. Υπάρχουν σήμερα ελευθερίες που ούτε καν ονειρευόμασταν τότε. Τα νέα παιδιά έχουν πολύ περισσότερη πληροφόρηση, δυνατότητες και ευκαιρίες, μπορούν να έχουν συνείδηση του εαυτού τους χωρίς καν να χρειαστεί να πάνε σε κάποιο γκέι κλαμπ, να γραφτούν σε μια οργάνωση ή ακόμα και να κάνουν coming out. Δεν χρειάζεται να φτιάξουν ένα «γκέτο» για να υπάρξουν, όπως κάναμε σε άλλες εποχές, η κοινωνία έχει αλλάξει κι αυτό το βρίσκω απολύτως υγιές. Ωστόσο, από την κατάλυση κάθε κανονικότητας που οραματιζόμασταν φτάσαμε στο άλλο άκρο, στην επικράτηση ολοένα περισσότερων κανόνων στο πώς εκφραζόμαστε, πώς συμπεριφερόμαστε, πώς αυτοπροσδιοριζόμαστε κ.λπ. Αναφέρομαι σχετικά και στο σόου μου. Κοντολογίς λέω ότι ίσως είναι καιρός να «τρομάξουμε ξανά τα άλογα» αντί να προσπαθούμε εναγωνίως να πείσουμε ότι είμαστε πιο βαρετά νορμάλ και από τους συμβατικότερους στρέιτ!

Το ότι γίναμε πλέον νόμιμοι και πιο ευέλικτοι στον τρόπο ενσωμάτωσης δεν σημαίνει ότι δεν μπορούμε να είμαστε διαφορετικοί. Δεν είναι, βέβαια, όλοι έτσι, υπάρχει μάλιστα μια «νεο-μποέμ» τάση που εστιάζει ακριβώς σε αυτό. Πολύ καλά κάνουμε και διεκδικούμε ίσα δικαιώματα, αλλά μερικές φορές η «παρανομία» και το περιθώριο είχαν περισσότερη πλάκα κι αυτό μου έχει κάπως λείψει. Ακόμα και στο Pride της Νέας Υόρκης βλέπεις πια ένα σωρό στρέιτ! Όμως, είναι γεγονός ότι όλη αυτή η απελευθέρωση ευνοεί βασικά τους πλούσιους και την ευκατάστατη μεσαία τάξη. Οι φτωχοί γκέι, οι φτωχές λεσβίες και τρανς δεν έχουν τις ίδιες ευκαιρίες, πολλές φορές ούτε καν μέσα στην κοινότητά τους. Η γκέι απελευθέρωση έχει πλέον περισσότερο ταξικό πρόσημο.

— Θα λέγατε ότι είσαστε ερωτικά «χορτάτος»;

Χα, ναι ισχύει αυτό κι ευτυχώς! Στα νιάτα μου, ξέρεις, αλλάζαμε πολύ συχνά ερωτικούς συντρόφους, ήταν τίτλος τιμής ο αριθμός των κατακτήσεων και οι άνθρωποι πιο «ανοιχτοί» σε εμπειρίες και πειραματισμούς – όχι όπως τώρα, που κοντεύει να ποινικοποιηθεί ακόμα και το απλό φλερτ! Ήταν, βλέπεις, η εποχή της σεξουαλικής απελευθέρωσης. Εντούτοις, στην πορεία έκανα και μακροχρόνιες σχέσεις, τρεις δεσμούς με τους οποίους παραμείναμε φίλοι αφότου χωρίσαμε.

Δεν μπορώ στην ηλικία μου να παραμένω «sex machine», χαίρομαι όμως που παραμένω ερωτεύσιμος για μερικούς, τουλάχιστον, ανθρώπους. Ο νυν σύντροφός μου είναι χαμηλών τόνων και πολύ διακριτικός, αποφεύγει τη δημοσιότητα και τις πολλές κοινωνικές συναναστροφές κι αυτό διευκολύνει κι εμένα, γιατί δεν χρειάζεται να τον «τραβάω» με το ζόρι σε επαγγελματικά ταξίδια, πρεμιέρες, εκδηλώσεις και άλλα τέτοια ‒ εξάλλου δεν θέλησα ποτέ έναν συνοδό-«γλάστρα».


— Πώς ήταν η καλλιτεχνική σας μετάβαση από το underground στο mainstream;

Δεν νομίζω ότι έγινα ποτέ ιδιαίτερα mainstream, ασχέτως του ότι με καλοδέχτηκε το Χόλιγουντ. Οι περισσότερες παραγωγές μου ήταν ανεξάρτητες ‒ γύρισα και ταινίες που δεν ευτύχησαν. Άσε που η αναγνώριση και η αποδοχή ένιωθα πως με «ακυρώνουν»! Έμαθα, ωστόσο, να διαπραγματεύομαι καλύτερα – δεν θα κατάφερνα να προχωρήσω χωρίς αυτή την ικανότητα. Μιλάω διεξοδικά για όλα αυτά στο τελευταίο μου βιβλίο Mr. Know-it-all: The tarnished wisdom of a filth elder (εκδ. FSG 2019). Δεν έχω, παραταύτα, ιδιαίτερα παράπονα από την καριέρα μου, κι ας «ξινίζουν» κάποιοι φίλοι όταν το λέω. Πέτυχα αρκετά απ' όσα ήθελα, πραγματοποίησα πολλά όνειρά μου –κάποια, εντελώς θεότρελα– και μπόρεσα να παραμείνω στην επικαιρότητα μισό αιώνα.

Τζον Γουότερς: Ένα «αμετανόητο φρικιό» μιλά στη LiFO για όσα τον έκαναν τόσο λατρεμένα απαράδεκτο Facebook Twitter
Ξεκίνησα, λοιπόν, από τη Βαλτιμόρη, κρατώντας μια ταμπέλα που έγραφε από μπροστά ως προορισμό «Τέρμα Διαπολιτειακής Οδού 70, Δύση» και πίσω «ΔΕΝ είμαι ψυχάκιας»!


— Ανατρέχοντας στο μπεστ σέλερ σας Carsick - John Waters hitchhikes across America (εκδ. FSG 2014), όπου αφηγείστε απολαυστικά τις εμπειρίες ενός ταξιδιού με οτοστόπ από τη Βοστώνη μέχρι το Σαν Φρανσίσκο, αναρωτιόμουν τι σας ώθησε να επιχειρήσετε κάτι τέτοιο στα εξήντα τόσα σας χρόνια.

Ήθελα να με «ταρακουνήσω» λίγο, να βγω από τη ρουτίνα μου, να διαπιστώσω αν, όντας πια μεγάλος, βολεμένος και τακτοποιημένος, μπορώ ακόμα να «πάρω τους δρόμους» με ένα σακίδιο και να επιβιώσω. Ήθελα κιόλας να «αφουγκραστώ» τη σημερινή Αμερική πίσω από τη βιτρίνα σε ώριμη, πλέον, ηλικία. Γερνάς πραγματικά όταν αρχίζεις να παραιτείσαι, να αποσύρεσαι, να βαριέσαι. Χρειάζεται να ξανανιώνεις πού και πού ‒ ξαναπήρα π.χ. πρόσφατα LSD μετά από πολλά χρόνια, μαζί με τη Mink Stole, και περάσαμε καταπληκτικά!

Είχα, που λες, μεγάλη περιέργεια να δω πώς θα ήταν ένα τέτοιο ταξίδι τώρα. Το είχα πρωτοκάνει στα νιάτα μου, οπότε το οτοστόπ ήταν μια συνηθισμένη πρακτική ακόμα και για τα γυμνασιόπαιδα. Ήταν, βέβαια, και οι οδηγοί πιο πρόθυμοι να μαζέψουν έναν άγνωστο. Ξεκίνησα, λοιπόν, από τη Βαλτιμόρη, κρατώντας μια ταμπέλα που έγραφε από μπροστά ως προορισμό «Τέρμα Διαπολιτειακής Οδού 70, Δύση» και πίσω «ΔΕΝ είμαι ψυχάκιας»! Ήταν μια εμπειρία περιπετειώδης, αλλά συναρπαστική, σωστό road movie, διέφερε δε αρκετά από ανάλογες παλιότερες. Καταρχάς, δεν συνάντησα πουθενά σε όλη αυτήν τη διαδρομή των σχεδόν 5.000 χλμ. μέχρι το Σαν Φρανσίσκο, όπου διατηρώ επίσης σπίτι, άλλη ψυχή να κάνει οτοστόπ, ενώ τέσσερις δεκαετίες πριν θα είχα πετύχει ένα σωρό χίπηδες...


— Δεν ήταν λίγο ρίσκο;

Μα, αυτό με γοήτευε. Και δεν γνωστοποίησα ούτε στους εκδότες μου ότι σκοπεύω να γράψω βιβλίο, προτού σιγουρευτώ ότι μπορώ να αποτολμήσω αυτό το μακρύ ταξίδι. Διάφοροι γνωστοί προσπάθησαν να με αποτρέψουν, «σου έχει στρίψει τελείως», λέγανε, «δεν θα σε πάρει κανείς», «είναι επικίνδυνο», «αποκλείεται να φτάσεις έτσι στον Ειρηνικό». Όμως, εν τέλει, έφτασα σώος και αβλαβής. Δεν με απήγαγαν για λύτρα, δεν με λήστεψαν, δεν μου φόρτωσαν ναρκωτικά, δεν έπεσα σε σχιζοφρενή δολοφόνο, δεν δέχτηκα έστω μια ανήθικη πρόταση, όπως ενίοτε ευχόμουν! Ορισμένοι –κι αυτό με κολάκευε‒ δεν πείθονταν με τίποτα ότι είμαι ένας καλλιτέχνης σε «ταξίδι αναζήτησης» και όχι κάποιος άστεγος, περιπλανώμενος αλητάμπουρας.

Γνώρισα μερικούς ενδιαφέροντες τύπους, ανέβηκα σε αγροτικά, σε καρότσες φορτηγών, σε βαν, μέχρι και με μια μουσική μπάντα συνταξίδεψα. Στην αμερικανική ενδοχώρα συνάντησα επίσης ορίτζιναλ οπαδούς των ρεπουμπλικανών, κάτι που σε Ανατολική και Δυτική Ακτή, στους κύκλους στους οποίους εγώ κινούμαι τουλάχιστον, σπανίζει ή απλώς το κρύβουν. Συνάντησα ακόμα, στις Μεσοδυτικές ιδίως Πολιτείες, πολλούς παραδοσιακούς, αρχετυπικούς στρέιτ λευκούς άνδρες –κάποιοι με μετέφεραν κιόλας‒ και είχα να το λέω στις φίλες μου πίσω στη Βοστώνη που παραπονιούνται ότι τα πραγματικά αρσενικά είναι είδος προς εξαφάνιση! Το κυριότερο, επιβεβαίωσα την πεποίθησή μου ότι η χώρα αυτή έχει πάρει για τα καλά την κατηφόρα από πολλές απόψεις.


— Όντας λάτρης των ακροτήτων, υπάρχει κάτι για το οποίο έχετε μετανιώσει;

Για ένα και μόνο: που ξεκίνησα το κάπνισμα. Κάπνιζα σαν φουγάρο για αρκετά χρόνια προτού αποφασίσω να το κόψω ‒ πάνε ακριβώς 6.117 μέρες από σήμερα που μιλάμε. Ήταν από τις σοφότερες αποφάσεις μου και, ξέρεις, δεν έχω πάρει πολλές τέτοιες. Διαβάζω ότι στη χώρα σας υπάρχουν προβλήματα με την εφαρμογή του αντικαπνιστικού νόμου, πολλοί τον καταστρατηγούν, άλλοι αδιαφορούν επιδεικτικά. Εγώ, πάλι, από την εμπειρία μου θα σας έλεγα ότι αν πρόκειται να συμμορφωθείτε με ένα και μόνο νομοθέτημα, ας είναι αυτό!


— Τι θα ορμηνεύατε έναν φιλόδοξο, ικανό νέο δημιουργό;

Να μη φοβάται την απόρριψη και να μην το βάζει ποτέ κάτω, όσα «όχι» κι αν ακούσει, όσες απογοητεύσεις και αντιξοότητες κι αν συναντήσει. Ας έχει μάτια και αυτιά μόνο για εκείνο το «ναι» που μπορεί να αργήσει, αλλά που ίσως αποδειχτεί καθοριστικό, δικαιώνοντας την προσπάθεια και το ταλέντο του.

Info

Ο Τζον Γουότερς στο 60ό Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης

Ο θρυλικός εκπρόσωπος του cult cinema θα βρεθεί από τις 6 μέχρι τις 8 Νοεμβρίου στη Θεσσαλονίκη, όπου θα του απονεμηθεί ο Χρυσός Αλέξανδρος για την προσφορά του στον κινηματογράφο. Παράλληλα, θα επιλέξει 10 αγαπημένες του ταινίες που θα προβληθούν στο φεστιβάλ, θα παρουσιάσει το one man show This Filthy World στον κινηματογράφο Ολύμπιον και θα δώσει ένα masterclass ανοιχτό για το κοινό.

Οθόνες
3

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Τα κατάφερε ο Χρήστος Μάστορας ως Στέλιος Καζαντζίδης;

The Review / Τα κατάφερε ο Χρήστος Μάστορας ως Στέλιος Καζαντζίδης;

Ο Αλέξανδρος Διακοσάββας και η Μίνα Μπιράκου είδαν το «Υπάρχω», το πολυαναμενόμενο biopic του Γιώργου Τσεμπερόπουλου για τον Στέλιο Καζαντζίδη, και εντυπωσιάστηκαν με την ερμηνεία του Χρήστου Μάστορα. Ποιο κομμάτι της ταινίας δεν τους άρεσε;
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΔΙΑΚΟΣΑΒΒΑΣ
Γιατί ο «Άρχοντας των Δαχτυλιδιών» παραμένει ακαταμάχητος μετά από τόσα χρόνια;

Σαν σήμερα έκανε πρεμιέρα / Γιατί ο «Άρχοντας των Δαχτυλιδιών» παραμένει ακαταμάχητος μετά από τόσα χρόνια;

Στις 19/12/2001 έκανε πρεμιέρα η «Συντροφιά του Δαχτυλιδιού», το πρώτο μέρος του κινηματογραφικού άθλου του Πίτερ Τζάκσον που καθόρισε το σινεμά του φανταστικού.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Γιώργο Καπουτζίδη, γιατί βλέπουμε τόσο σπάνια ανάπηρους χαρακτήρες στις ελληνικές σειρές;

Ζούμε, ρε! / Γιώργο Καπουτζίδη, γιατί βλέπουμε τόσο σπάνια ανάπηρους χαρακτήρες στις ελληνικές σειρές;

Πόσο κοντά είμαστε στο να βλέπουμε ανάπηρους ηθοποιούς στην οθόνη μας; Η Χρυσέλλα Λαγαρία και ο Θοδωρής Τσάτσος συζητούν με τον σεναριογράφο, ηθοποιό και σκηνοθέτη Γιώργο Καπουτζίδη για τη συμπερίληψη στην ελληνική τηλεόραση και τη δική του προσπάθεια να γράψει ανάπηρους χαρακτήρες για μία νέα σειρά.
THE LIFO TEAM
Oι δέκα αγαπημένες ταινίες του Λάμπρου Κωνσταντέα

Μυθολογίες / «Στα 13 μου φρίκαρα με το The Ring»: Oι δέκα αγαπημένες ταινίες του Λάμπρου Κωνσταντέα

Παιδί των ’90s, ο ηθοποιός έχει φτιάξει μια λίστα που χωράει από τη «Μικρή γοργόνα» της Disney και τον Harry Potter του Κουαρόν μέχρι Ινιάριτου και Γουόνγκ Καρ Γουάι.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΝΙΝΕΤΤΑ ΓΙΑΚΙΝΤΖΗ
«Yacht Rock»: Το πιο απολαυστικό μουσικό ντοκιμαντέρ της χρονιάς 

Daily / «Yacht Rock»: Το πιο απολαυστικό μουσικό ντοκιμαντέρ της χρονιάς 

Από τους Steely Dan, τους Toto και τον Kenny Loggins μέχρι τον Questlove, τον Thundercat και τον Mac De Marco, τo ντοκιμαντέρ του HBO συνδέει τις κουκίδες ενός φαινομένου που αποτελεί λιγότερο ένα μουσικό είδος και περισσότερο μια αίσθηση, μια ιδέα, ένα vibe.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
Έξι ηθοποιοί θυμούνται τη συνεργασία τους με τον Παντελή Βούλγαρη

Οθόνες / «Ο Παντελής Βούλγαρης είναι ένας σκηνοθέτης που σου αφήνει πολλά περιθώρια»

Άννα Βαγενά, Δημήτρης Καταλειφός, Θέμις Μπαζάκα, Στράτος Τζώρτζογλου, Σοφία Κόκκαλη, Ανδρέας Κωνσταντίνου: Έξι ηθοποιοί θυμούνται στιγμές από τα γυρίσματα ταινιών του σπουδαίου Έλληνα σκηνοθέτη, με αφορμή το αφιέρωμα «Όλα είναι δρόμος» του Cinobo.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
«Mary»: Η ταινία του Netflix για τη ζωή της Παναγίας προκαλεί έντονες αντιδράσεις

Οθόνες / «Mary»: Η ταινία του Netflix για τη ζωή της Παναγίας προκαλεί έντονες αντιδράσεις

Η ταινία, στην οποία πρωταγωνιστεί μια Ισραηλινή ηθοποιός, δέχεται επιθέσεις από δύο (τουλάχιστον) κατευθύνσεις ταυτόχρονα, εξοργίζοντας τόσο τους υποστηρικτές της Παλαιστίνης όσο και τους συντηρητικούς χριστιανούς.
THE LIFO TEAM
Οι 10 αγαπημένες ταινίες του Σύλλα Τζουμέρκα (κι ανάμεσά τους «Ο δολοφόνος του Τόκιο»)

Μυθολογίες / «Όλοι ξέρουμε για τι μιλάνε οι "Ηλίθιοι" του Τρίερ»: Οι 10 αγαπημένες ταινίες του Σύλλα Τζουμέρκα

Κουρασάουα, Ταρκόφσκι, Βέντερς, διπλό Κασσαβέτη και τη «Διαφθορά» του Έιμπελ Φεράρα περιλαμβάνει η δεκάδα του σκηνοθέτη Σύλλα Τζουμέρκα.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΠΑΝΟΣ ΜΙΧΑΗΛ
Τέιλορ Σέρινταν: Ποιος είναι ο νέος Μίδας της τηλεόρασης;

Οθόνες / Τέιλορ Σέρινταν: Ποιος είναι ο νέος Μίδας της τηλεόρασης;

Ο άνθρωπος που βρίσκεται πίσω από την επιτυχία του «Yellowstone» και ενός ολόκληρου τηλεοπτικού σύμπαντος παραμένει ένας καουμπόι που αρνείται ότι οι σειρές του απευθύνονται σε συντηρητικό ακροατήριο.
THE LIFO TEAM
Ο δημιουργός του «Love Actually» χαρίζει στα παιδιά ένα χριστουγεννιάτικο animation

Οθόνες / Ο δημιουργός του «Love Actually» χαρίζει στα παιδιά ένα χριστουγεννιάτικο animation

Ο Ρίτσαρντ Κέρτις διασκευάζει για λογαριασμό του Netflix μια τριλογία δικών του βιβλίων, σε ένα σπονδυλωτό, χαριτωμένο και καλόψυχο φιλμ, απευθυνόμενο κυρίως σε θεατές μικρότερης ηλικίας.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ