«Στον Καρέα υπήρχε μια περιοχή με προσφυγικές πολυκατοικίες Ρουμάνων. Φαντάσου μια πολιτεία με τέτοια κτίσματα, που έχει όμως και κάποια μέλαθρα, απομεινάρια του 18ου και 19ου αιώνα. Έναν κόσμο εντελώς απαρχαιωμένο, μοναδικό, όπου συγκεντρώθηκαν ασυμβίβαστοι καλλιτέχνες, όχι μόνο μουσικοί αλλά και θεατράνθρωποι, χορευτές, για να δημιουργήσουν μια κολεκτίβα που θα εβγαζε τη ζωή μας από το αδιέξοδο της θλίψης». Είναι ξημερώματα και στην άλλη άκρη της γραμμής, στην πόλη Περμ στα αχανή βάθη της Ρωσίας, βρίσκεται ο σπουδαίος Έλληνας αρχιμουσικός Θεόδωρος Κουρεντζής, που μόλις τέλειωσε την πρόβα του. «Αν μπορούσα να προβάλω σε μια οθόνη όλα τα θέλγητρα αυτού του ιδιαίτερου κόσμου, που από άλλους θεωρείται εξορία, πιστεύω πως πολλοί Έλληνες θα ήθελαν να είναι εξόριστοι, όπως εγώ. Μιλώ για αληθινή αγάπη για τη ζωή και την τέχνη. Οι τελειότεροι μουσικοί να κάθονται στις πρόβες μερόνυχτα για ένα μέτρο μουσικής και το κοινό να σου προσφέρει ως ένδειξη ευγνωμοσύνης, με μια απλότητα, σοκολατάκια ή αγαθά απ’ το περιβόλι, πέρα από τον πλαστικό κόσμο μιας κεντροευρωπαϊκής αίθουσας και μιας εμπειρίας τετριμμένης, συχνά ξοφλημένης πριν καν αρχίσει. Υπάρχει αλήθεια στη ζωή και την τέχνη και πέρα από τα όρια αυτού που ονομάζουμε Δύση...». Αιρετικός, αντισυμβατικός και απόλυτος, ο ιδιοφυής μουσικός έχει καταφέρει, σε μια χώρα με τεράστια μουσική παράδοση, να στρέψει τα βλέμματα επάνω του. Η ορχήστρα που διευθύνει, η MusicAeterna, όχι μόνο έχει αρχίσει να θεωρείται παγκοσμίως ένα από τα σημαντικότερα μουσικά σύνολα αλλά έχει γίνει καταφύγιο για μια σειρά καλλιτεχνών που προτιμούν να εγκαταλείψουν σημαντικές σταδιοδρομίες στη Μόσχα, στην Αγία Πετρούπολη, αλλά και στις μεγαλουπόλεις της Δύσης, για να αναζητήσουν το νόημα της μεγάλης δημιουργίας. Σπουδαίοι σολίστ, που, όπως λέει ο Κουρεντζής, θα ήθελαν πολύ να έχουν στο δυναμικό τους οι καλύτερες συμφωνικές ορχήστρες του κόσμου. «Μια ομάδα φανατικών μουσικών οι οποίοι έρχονται να λάβουν το “σχήμα της εξορίας”, για να υπηρετήσουν τα μεγάλα οράματα της μουσικής. Και μέσα σ’ αυτή την εξορία αναπλάθονται και δίνουν ένα αποτέλεσμα που δεν έχει καμία σχέση με εκείνα των σχημάτων του mainstream. Το δικό μας είναι ένα σχήμα που μας απομακρύνει από τους τεχνητούς παραδείσους... Μας διακατέχει ένας πραγματικός οίστρος. Η έμπνευσή μας είναι ελληνοκεντρική και την εκφράζουμε μέσα από στοιχεία που πολλές φορές φαντάζουν ξένα στη δυτική πραγματικότητα». Γι’ αυτό το σύνολο τα κτίρια του 19ου αιώνα δεν είναι μουσεία, είναι ο χώρος όπου τρώνε όλοι μαζί, όπου γιορτάζουν παίζοντας μουσική για τους ίδιους. Ματαιώνουν την πρόβα όταν δεν έχουν έμπνευση, αποφασίζουν μαζί το πρόγραμμα της ορχήστρας. «Προσπαθούμε να κερδίσουμε τον χαμένο χρόνο. Μοιραζόμαστε την τέχνη μας σε ένα πεδίο αυτοσχεδιαστικού χαρακτήρα. Οργανώνουμε τι θα παίξουμε και πόσο θα παίξουμε από κοινού, αναιρώντας οποιαδήποτε νομοθεσία ή κοντράτο».
Σούπερ σταρ στη Ρωσία, όπου ολοκλήρωσε τις σπουδές του δίπλα στον Ιλία Μούσιν, μυθική μορφή στον χώρο της διεύθυνσης ορχήστρας και ο οποίος τον πρωτοχαρακτήρισε διάνοια, περνάει τη μισή του ζωή στη δυτική Ευρώπη, διευθύνοντας μερικές από τις σπουδαιότερες ορχήστρες. Ερμηνεύει τη σχέση του με το διεθνές μουσικό κατεστημένο με όρους ιδανικού έρωτα: «Προτιμώ την ανατολική Ευρώπη με τις καμπύλες της. Σαν να ‘ναι η Δύση μια γυναίκα ορθολογίστρια που σε κάνει να νοσταλγείς το ρομαντικό παραμύθι της Ανατολής. Στη Δύση δεν υπάρχει παραμύθι». Απεχθάνεται τον συνδικαλισμό στην τέχνη, τη νοοτροπία των μουσικών που σταματούν την πρόβα όταν το ρολόι σημάνει τη λήξη του ωραρίου. «Δεν κάνεις έρωτα με το ρολόι, οι μουσικοί δεν είναι call girls. Από την άλλη, δικαιολογώ κι αυτούς που κοιτάνε τα ρολόγια τους, εφόσον δεν ανήκουν σε μια ομάδα με αξιώσεις και χάνονται σ’ ένα σύνολο στο οποίο δεν έχουν καμία εγγύηση ότι η προσωπική τους προσπάθεια και ο χρόνος που επενδύουν θα αποφέρουν το αποτέλεσμα που οραματίζονται. Γι’ αυτό στα σύνολα που υπάρχει πραγματική δημοκρατία οι μουσικοί δουλεύουν χωρίς ρολόι, όπως στα ροκ συγκροτήματα. Και αυτό γιατί η ποιότητα τους αφορά άμεσα». Στη MusicAeterna είναι τέτοια η προσωπική εμπλοκή των μουσικών, που συχνά ξεπερνούν τα φυσικά τους όρια, παίζοντας με τρομακτική ενέργεια, όρθιοι καθόλη τη διάρκεια της συναυλίας.
Προσκεκλημένοι του Φεστιβάλ Αθηνών, με την οικονομική στήριξη του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος, θα παρουσιάσουν δύο βραδιές με καθαρά ρωσικό πρόγραμμα. Στις 10 Ιουλίου το δεύτερο κονσέρτο για πιάνο του Ραχμάνινοφ με σολίστ στο πιάνο τον Αλεξάντερ Μέλνικοφ και την Πέμπτη Συμφωνία του Σοστακόβιτς, και στις 12 Ιουλίου, μαζί με το Μπαλέτο της Όπερας του Περμ, δύο θρυλικά μπαλέτα του Στραβίνσκι από την εποχή του Ντιάγκιλεφ σε σύγχρονη εκδοχή: Οι Γάμους, σε χορογραφία του μεγάλου Γίρζι Κύλιαν, και Πετρούσκα ,σε χορογραφία του Νίκολο Φόντε.
σχόλια