Το «The Man from Managra» είναι η νέα δουλειά του Coti K., ένα lo-fi άλμπουμ με τραγούδια φτιαγμένα μόνο με μπάσο και μια φωνή που δεν έχει τον συνηθισμένο ηλεκτρονικό χαρακτήρα των προηγούμενων. Είναι επίσης ένα άλμπουμ βαθιά προσωπικό και ιδιαίτερο, με εξώφυλλο που θυμίζει τον Γέρο και τη θάλασσα του Χέμινγουεϊ και υπαρξιακά τραγούδια για το νόημα της ζωής. Ένα υπέροχο άλμπουμ μέσα στην απλότητά του.
Τον βρίσκουμε στον Φλοίσβο. Απέναντί μας βλέπουμε θάλασσα, το ιδανικό τοπίο για να μας μιλήσει για τα τραγούδια του. «Γράφτηκε ολόκληρο στην Τήνο και ήμουν τελείως μόνος μου. Το έγραψα σε τρία sessions. Ούτε καν σκεφτόμουν τι θα γράψω. Κάπως ξύπνησα ένα πρωί, βγήκε το πρώτο κομμάτι, μετά βγήκαν 3-4 και σκέφτηκα "τι έπαθα και γράφω τραγούδια;". Μου άρεσε και ξαναγύρισα στην Τήνο μετά από δυο βδομάδες κι έγραψα άλλα τόσα και πήγα και τρίτη φορά κι έγραψα παραπάνω από όσο χρειαζόταν. Μερικές φορές σε πιάνει πανικός δημιουργίας. Το κόνσεπτ βγήκε από μόνο του. Ήμουν σε μια ψυχαναλυτική φάση και είχα ανάγκη από κάτι τέτοιο, οπότε όλα τα τραγούδια έχουν μια ανάλογη αυτοψυχαναλυτική διάθεση. Από κει και πέρα, προέκυψε και αυτό το λανθάνον ναυτικό στοιχείο. Τον τίτλο "Man from Managra" τον έχω στο μυαλό μου εδώ και 15 χρόνια. Το Managra είναι ένα φανταστικό νησί. Στο site του άλμπουμ γράφω ένα αστείο κείμενο για τον άνθρωπο από τη Managra: έχει έρθει από ένα νησί κάπου στη Μεσόγειο που έχει χαθεί σε μια έκρηξη ηφαιστείου. Αυτό το νησί είναι, για μένα, κατά κάποιον τρόπο η Τήνος, αλλά μπορεί να είναι και κάποιο άλλο. Κάπως κόλλησε με αυτή την κιτς ζωγραφιά με τον γέρο και την πίπα που έχω βάλει στο εξώφυλλο.
Γράφω εδώ και αιώνες instrumental, ηλεκτρονικά πράγματα. Καλά είναι, με ενδιαφέρουν ακόμα, αλλά η εμπειρία δεν συγκρίνεται με το να γράφεις ένα τραγούδι. Συμβαίνει να ακούσεις ένα instrumental και να συνταράξει το είναι σου, αλλά είναι πολύ πιο σπάνιο απ' ό,τι όταν ακούς ένα τραγούδι. Επίσης, ήθελα το άλμπουμ είναι να μην είναι καθόλου σύγχρονο. Το φανταζόμουν να είναι λίγο άχρονο για μένα, να μην είναι του τώρα. Νομίζω ότι έχει κάποια στοιχεία folk. Για μένα είναι κάτι σαν cityfolk, παρόλο που δεν γράφτηκε στην πόλη.
Είμαι μπασίστας από τη δεκαετία του '80 και βάλε. Χάλια βέβαια, αλλά δεν έχει σημασία. Αυτό ήταν το όργανό μου. Έκανα πειράματα με ένα μπάσο και του άλλαξα τα φώτα, άλλαξα το κούρδισμα στις χορδές, γεγονός που μου επέτρεπε να παίζω συγχορδίες, και από σύμπτωση τελείωσε όταν άρχισα να γράφω τα κομμάτια. Είχα την ανάγκη να τα κάνω όλο μόνος μου. Ήρθα, βέβαια, και σε επαφή με μια εταιρεία που δεν ενδιαφερόταν, αλλά σκέφτηκα "καλύτερα". Πριν από μια εβδομάδα πήγαινα με μια τσάντα στα δισκάδικα των Εξαρχείων και ρώταγα: "Έχω βγάλει έναν δίσκο, σας ενδιαφέρει;".
Νομίζω ότι υπάρχει ακόμα αρκετό underground. Βέβαια, υπάρχει και πολύ ποζεριά και χιπστεριά, που είναι χαζές και ηλίθιες, αλλά αυτές είναι εποχές χιπστεράδικες. Τη δεκαετία του '80, στην οποία έχω μεγαλώσει, αν έβλεπες κάποιον με μοϊκάνα, ήξερες ότι ακούει GBH, τώρα ακούει Πλούταρχο κι έχει μοϊκάνα. Εκεί υπάρχει μεγάλη σύγχυση κι εκεί μάλλον φαίνεται η ηλικία μου. Είμαι 48. Δεν μπορώ να το καταλάβω αυτό το πράγμα. Πέρα από αυτό, νομίζω ότι ο καθένας πρέπει να κάνει τη δουλειά του όσο καλύτερα μπορεί, δεν με απασχολεί κάτι άλλο.
Με επηρέασε η κρίση, επειδή είμαι από αυτούς που ζουν από τη μουσική. Κάνω μουσική για θέατρο, για κινηματογράφο. Έχει μειωθεί η δουλειά μου στο ένα τέταρτο, μη σου πω και ακόμα περισσότερο. Για μένα, όμως, ήταν μια ευκαιρία να αφιερωθώ στη μουσική πιο πολύ, στην προσωπική μου μουσική. Το 2013 συγκεντρώθηκα σε αυτό που ήθελα να κάνω. Εντάξει, αν δεν είχα να φάω, θα ανησυχούσα λίγο παραπάνω. Δεν έχω φτάσει σε σημείο που να μην έχω να φάω. Το ρύζι είναι και φτηνό.
Έχω ένα σπίτι στην Τήνο και περνάω αρκετό καιρό εκεί πέρα και τον χειμώνα. Είναι το μέρος όπου ησυχάζω. Μένω σε ένα χωριό που έχει τρομερή θέα. Είναι σχεδόν πάνω στη θάλασσα. Κάθε μέρα ξυπνάς και αναρωτιέσαι τι καιρό θα κάνει. Είναι ένα πολύ έντονο γεωλογικά μέρος και, κατ' επέκταση, έντονη είναι και η ψυχολογία που σου δημιουργεί. Είχα μια συζήτηση για το μεταφυσικό της Τήνου. Δεν πιστεύω στη θρησκεία καθόλου, αλλά πιστεύω στη μεταφυσική που σου μεταδίδει ένα τοπίο. Δηλαδή, όταν είσαι σε ένα βουνό και κοιτά κάτω, παθαίνεις την πλάκα σου και νιώθεις την ύπαρξη ενός υπέρτατου όντος, αλλά δεν είναι αναγκαστικά ένας κύριος με ένα μούσι πάνω από ένα σύννεφο. Νιώθεις, όμως, το μεγαλείο του τι είμαστε όλοι μαζί ως φύση.
Πλέον βαριέμαι να πηγαίνω οπουδήποτε και να ακούω δυνατά μουσική. Κάποτε είχα πει ότι η μουσική θα έπρεπε να απαγορευτεί. Θα ήταν τέλειο! Θα μαζευόμασταν όλοι στα υπόγεια και θα ακούγαμε κρυφά μουσική».
σχόλια