ΚΑΘΕ ΦΟΡΑ ΟΙ ΜΟΥΣΙΚΟΙ και τα συγκροτήματα της ελληνικής τζαζ μας δείχνουν τι αξίζουν. Άνθρωποι με σπουδές στα καλύτερα μουσικά σχολεία, με ακούσματα, με... χιλιόμετρα live στα χέρια τους, όταν αποφασίζουν να μπούνε στα στούντιο έχουν, πάντα, κάτι πολύ ενδιαφέρον να προτείνουν. Να μια πεντάδα πρόσφατων ελληνικών τζαζ άλμπουμ, που ξεχωρίζουν...
Asterismyth
Music about the Constellations and Mythical Figures
[Jazz Breeze Records & Radio, 2024]
Ας υποθέσουμε ότι Asterismyth είναι η ονομασία του γκρουπ, ή εν πάση περιπτώσει (είναι η ονομασία) του project του συνθέτη και πιανίστα της jazz Στέφανου Κοζάνη. Ένα σχήμα λοιπόν, υπό τον Κοζάνη ή μαζί με τον Κοζάνη αν προτιμάτε, που το συναποτελούν οι Κατερίνα Κωνσταντίνου τραγούδι, στίχοι, Δημήτρης Μαργαρίτης βιολί, εισαγωγικά ποιήματα, στίχοι, Κώστας Πατσιώτης κοντραμπάσο και Νίκος Σιδηροκαστρίτης ντραμς, είναι υπεύθυνο για τη μουσική και τα λόγια, που ακούγονται σε τούτη την πολύ ωραία σχεδιασμένη παραγωγή, την ηχογραφημένη στο Artracks Studio, στο διάστημα 8-10 Ιουλίου 2024. Περί τίνος πρόκειται;
Άρα συζητάμε για ένα άλμπουμ, μακρύ στο χρόνο, που πρέπει να έχει τον τρόπο να «κρατάει» τον ακροατή, με τις εναλλαγές και τη γενικότερη προοπτική του. Συμβαίνει αυτό; Απολύτως θα πω, και αυτή είναι η πιο μεγάλη επιτυχία του Κοζάνη και των συνεργατών του.
Κατ’ αρχάς στο “Music about the Constellations and Mythical Figures” υπάρχει concept. Όπως διαβάζεις στο ωραίο ένθετο του άλμπουμ, με τα λόγια του Κοζάνη:
«Αυτή είναι η μουσική που γράφτηκε για 12 αστερισμούς του ουρανού και τα πρόσωπα που σύμφωνα με την αρχαία Ελληνική μυθολογία είναι πίσω από αυτούς. Η δουλειά αυτή ξεκίνησε με δύσκολους οιωνούς, σε περίοδο συναισθηματικής ένδειας, από την ανάγκη να συνδεθώ και να συμπράξω με ανθρώπους και μουσικούς που αγαπώ και θαυμάζω.(...) Ακολούθησε η σύνθεση της μουσικής, που είναι εμπνευσμένη τόσο από τους μύθους, όσο και από την γκάμα συναισθημάτων που νιώθω όταν παρατηρώ τον νυχτερινό ουρανό, ένα από τα καταφύγιά μου από την παιδική μου ηλικία(...)».

Το concept που περιγράφει ο Κοζάνης αναπτύσσεται σε τέσσερα μέρη, έναν επίλογο και δώδεκα συνολικώς tracks – με τη διάρκεια του δίσκου να ξεπερνά τη μία ώρα. Άρα συζητάμε για ένα άλμπουμ, μακρύ στο χρόνο, που πρέπει να έχει τον τρόπο να «κρατάει» τον ακροατή, με τις εναλλαγές και τη γενικότερη προοπτική του. Συμβαίνει αυτό; Απολύτως θα πω, και αυτή είναι η πιο μεγάλη επιτυχία του Κοζάνη και των συνεργατών του.
Η βεβαιότητα, δηλαδή, πως το “Music about the Constellations and Mythical Figures” αποτελεί ένα ολοκληρωμένο έργο, με πολλές και ενδιαφέρουσες μεταλλαγές, που έχουν να κάνουν, βασικά, με τις επιρροές του συνθέτη – οι οποίες μπορεί να εκκινούν από την κλασική μουσική και την chamber music, για να φθάσουν έως τον Μάνο Χατζιδάκι και την jazz (εννοείται). Και όλα αυτά μέσα από ανεπαίσθητες αλληλουχίες, που δεν διαταράσσουν ποτέ τη συνέχεια και την ατμόσφαιρα του δίσκου.
Φυσικά, εδώ υπάρχουν μουσικές και τραγούδια που σε ελκύουν άμεσα και με την πρώτη ακρόαση – και ανάμεσά τους θα ανέφερα τα «ζυγά» tracks «Ο αστερισμός του Ηρακλή», «Ο αστερισμός της Παρθένου-Το τραγούδι της Περσεφόνης», «Ο αστερισμός του Περσέα» και «Ο αστερισμός-Το τραγούδι της Ανδρομέδας», με τον σπάνιο, για την ελληνική περίπτωση, συνδυασμό συνθέσεων και πρωτότυπων τραγουδιών (στην ελληνική γλώσσα), που να υπηρετούν, άμεσα και ουσιαστικά, ένα όραμα. Αν και το ακόμη πιο σπάνιο που συμβαίνει, με το “Music about the Constellations and Mythical Figures”, είναι η ενότητά του και η σφριγηλή ανάπτυξή του, που δεν επιτρέπει ούτε κατά το ελάχιστον την απόσπαση της προσοχής του ακροατή.
Ένα διαφορετικό άλμπουμ από τους Asterismyth και τον Στέφανο Κοζάνη, που περιποιεί τιμή στο χώρο της ελληνικής jazz ή και πέραν αυτής.
Hercules
Yiannis Kassetas
Far
[Puzzlemusik, 2025]

Πρόκειται για το πιο νέο, και έκτο στη σειρά, άλμπουμ του σαξοφωνίστα (τενόρο, βαρύτονο) Γιάννη Κασέτα (Yiannis Kassetas), που έχει τίτλο “Far”. Ηχογραφημένο στην Αθήνα, από τους Γιώργο Πρινιωτάκη και Clyde Jabra, το “Far” περιλαμβάνει επτά συνθέσεις του Κασέτα, τις οποίες αποδίδουν, πέραν του ιδίου, οι Κωστής Χριστοδούλου πιάνο, Δημήτρης Παπαδόπουλος τρομπέτα, Γρηγόρης Θεοδωρίδης μπάσο και Δημήτρης Κλωνής ντραμς. Λέμε, λοιπόν, για ένα κουιντέτο, που αποτελείται από καλούς και έμπειρους μουσικούς της ελληνικής σκηνής, ικανούς να ανταπεξέλθουν σε όλες τις οργανοπαικτικές απαιτήσεις.

Κατ’ αρχάς να πω πως οι συνθέσεις του Κασέτα έχουν ποικίλες διάρκειες (από δύο έως δέκα λεπτά), με αποτέλεσμα να δημιουργείται στο άλμπουμ μια... ανισορροπία. Το λέω αυτό και σε σχέση με το ύφος, περαιτέρω, των συνθέσεων, που εμφανίζουν ποικίλες αναφορές. Δεν υπάρχει, εννοώ, κάποιο κόνσεπτ συνθετικό που να τις ενώνει, με αποτέλεσμα ο δίσκος να ακούγεται κάπως σαν... συλλογή.
Το έχω πει κι άλλες φορές, και το ξαναλέω κι εδώ, πως από το χώρο της ελληνικής τζαζ λείπουν οι παραγωγοί. Οι άνθρωποι με μουσικές και τεχνικές γνώσεις εννοώ, που να μπορούν να δημιουργήσουν ύφος ηχητικό. Απεναντίας έχουμε τους μουσικούς, που παίζουν σχεδόν πάντα το ρόλο του παραγωγού, που μπορεί να ηχογραφούν τα κομμάτια τους σε διάφορες sessions –ακόμη και απομακρυσμένες χρονικώς, χωρίς να έχουν κάτι κεντρικό στο νου τους–, και τα οποία (κομμάτια), αφού τα συγκεντρώσουν, τα τυπώνουν μετά σ’ ένα CD. Όμως, η δισκογραφία δεν θα πρέπει να λειτουργεί με αυτό τον τρόπο.
Ο Κασέτας είναι πολύ καλός συνθέτης και κομμάτια σαν τα “The armenian” (με τις θαυμάσιες eastern αναφορές), “Return of the albino rhino” (με την εξωστρεφή, δυναμική γραφή του), “Bad trip in Venice” (ένα καταπληκτικό blues) και “Far” (ένα σύνθετο, μακροσκελές track, με ωραία «αρχιτεκτονική» και προσωπικές καταδείξεις) κρίνονται ως αξιολογότατα, όμως κάτι λείπει απ’ αυτό το CD, στο επίπεδο της ηχογράφησης-παραγωγής, ώστε να μπορεί να συναγωνιστεί, επί ίσοις όροις, τις καλύτερες τζαζ κυκλοφορίες, που μας έρχονται από Ευρώπη και Αμερική.
Bad Trip In Venice
The Storyville Ragtimers
High Society
[Private Pressing, 2024 / 2025]

Μετά από το προπέρσινο “Live in Almagesti” ένα νέο LP ή μάλλον mini-LP των Storyville Ragtimers στρίβει τώρα στο πλατό. Αποκαλείται “High Society” και περιλαμβάνει έξι κομμάτια (όλα είναι διασκευές) παλαιάς jazz, προερχομένης από την πρώτη 30ετία του 20ου αιώνα, όταν η μεγάλη μαύρη μουσική ανέπτυσσε τη γραμματική και το συντακτικό της, εξελισσόμενη σε πλήρη τέχνη – συνθέσεις, με άλλα λόγια, των Porter Steele, Joe “King” Oliver, Lew Pollack-Ray Gilbert, Louis Armstrong και W.C. Handy.
Τέσσερα ορχηστρικά λοιπόν (“High society rag”, “Dippermouth blues”, “That’s-a-plenty”, “Potato head blues”) και δύο τραγούδια (“Dr. Jazz”, “Make me a pallet on your floor”) έχουμε επί του προκειμένου, τα οποία αποδίδουν οι Γιάννης Καραγιαννάκης τρομπέτα, Κωστής Βαζούρας σοπράνο σαξόφωνο, Βασίλης Παναγιωτόπουλος τρομπόνι, Βασίλης Τζαβάρας πιάνο, φωνή, Μελέτης Πόγκας κιθάρα, μπάντζο, Μάνος Λούτας κοντραμπάσο και Theo Christo ντραμς.

Κατ’ αρχάς ένα ερώτημα, που θα μπορούσε να τεθεί, σε σχέση με την παρούσα κυκλοφορία, θα είχε να κάνει με το... τι σημαίνει το να παίζει, σήμερα, ένα ελληνικό συγκρότημα, μια μουσική εκατό ή και εκατόν είκοσι ετών παλιά; Δεν νομίζω πως είναι δύσκολη η απάντηση. Η jazz, εκτός των άλλων, είναι πια και μια «κλασική μουσική» για τον 20ο αιώνα και ως τέτοια δεν θα παύσει να ερμηνεύεται παντού στον κόσμο, όπως συμβαίνει εξάλλου με τη μεσαιωνική μουσική, το μπαρόκ, την «κλασική» κ.λπ. Αν είναι δυνατόν να μην αποδίδονται οι Μπαχ και Μπετόβεν, από έλληνες ή μη μουσικούς, επειδή έχουν περάσει κάτι αιώνες από τότε που ζούσαν και δημιουργούσαν.
Ένα δεύτερο ερώτημα είναι το... κάτω από τι συνθήκες θα μπορούσε να αποδοθεί, σήμερα, η jazz της Νέας Ορλεάνης; Επ’ αυτού υπάρχουν δύο τουλάχιστον απαντήσεις. Άλλοι θα πουν πως μια τέτοια αναδίφηση στο ηχητικό χθες, δεν θα πρέπει να ακυρώνει τις σημερινές τεχνικές ηχογράφησης, τις δυνατότητες που σου δίνει η σύγχρονη τεχνολογία με άλλα λόγια, ώστε να παρουσιάσεις τις μουσικές που αγαπάς με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Τι σημαίνει, όμως, «καλύτερος»; Και εδώ ερχόμαστε στη δεύτερη απάντηση, που είναι αυτή που πρεσβεύουν οι Storyville Ragtimers.
Τη συγκεκριμένη μουσική, λοιπόν, δεν μπορείς να τη βγάλεις έξω από τον χώρο και τον χρόνο που γεννήθηκε, έζησε κι αναπτύχθηκε, και άρα θα πρέπει να μπορείς να αναπαραστήσεις το σκηνικό του Storyville ας πούμε –με κείμενα, με γραφιστικά της εποχής, μα και με «πρωτόγονους» τρόπους εγγραφής–, ώστε η μουσική αυτή να «ανασάνει» ξανά στο περιβάλλον της. Υπάρχει, εννοώ, και η εν λόγω άποψη και είναι αυτή που θα γίνει πράξη, τελικά, στο “High Society” – και γραφιστικά, και κειμενικά, και τεχνικο-ηχογραφικά.
Έτσι, και όπως σημειώνουν οι ίδιοι οι Storyville Ragtimers... όλα τα κομμάτια ηχογραφήθηκαν ένα-ένα “ζωντανά”, με όλους τους μουσικούς σ’ ένα δωμάτιο, χωρίς ξεχωριστά χωρίσματα, χωρίς προσωπικά μικρόφωνα κι ενισχυτές, παίζοντας ζωντανά, μ’ ένα μόνο μικρόφωνο στη μέση της αίθουσας και αποτυπώνοντας με αυτό τον τρόπο τη μοναδική “ζωντανή” αίσθηση τούτης της παλαιάς jazz.
Και περαιτέρω; Ό,τι γράφτηκε... γράφτηκε, χωρίς μεταγενέστερες στουντιακές διορθώσεις, εφφέ, επιμέλειες και τα λοιπά. Άρα ό,τι ακούμε στο “High Society” είναι εκείνο που παρήχθη σε χρόνο πρώτο, με τους επτά μουσικούς να παίζουν, σαν να είναι σε κάποια κέντρο του... Storyville – εκατό χρόνια πριν. Αυτή την αίσθηση, περιττό να το πω, τη μεταφέρει 100% η εγγραφή.
Antonis Plessas
Musing / The Acoustic Sessions
[2024]

Ο Αντώνης Πλέσσας, γιος του αείμνηστου Μίμη Πλέσσα, έχει μακριά μουσική διαδρομή, που χάνεται στις δεκαετίες. Ο Α. Πλέσσας έπαιζε ντραμς στην ορχήστρα του πατέρα του, που απέδιδε τις συνθέσεις του Andrew Lloyd Webber στην ελληνική απόδοση του «Ιησούς Χριστός Υπέρλαμπρο Άστρο», τη σεζόν 1978-79, στο θέατρο Άννα-Μαρία Καλουτά, ενώ στη δεκαετία του ’80 και σε όλες τις επόμενες δεκαετίες θα τον γνωρίζαμε από τις τζαζ και «έντεχνες» ενασχολήσεις του, σε στούντιο-δισκογραφία και συναυλίες, και βεβαίως από τα βιβλία του που διερευνούσαν τη σχέση της μουσικής με την τεχνολογία.
Ρίχνοντας μια ματιά στη δισκογραφία του Αντώνη Πλέσσα, όπως εκείνη καταγράφεται στο discogs, διαπιστώνω πως ο τελευταίος δίσκος του προέρχεται από το 2005 – ήταν οι «Ιστορίες του Νερού» στην Protasis. Άρα συζητάμε για ένα διάστημα 19 χρόνων αποχής του Α. Πλέσσα από τις επίσημες ηχογραφήσεις. Ερχόμαστε λοιπόν στο σήμερα, για ν’ ακούσουμε μια νέα δουλειά (γραμμένη στο Sierra Studio) του ξεχωριστού συνθέτη και μουσικού, ο τίτλος της οποίας είναι “Musing / The Acoustic Sessions”.
![Antonis Plessas Musing / The Acoustic Sessions [2024]](/sites/default/files/inline-images/a%20LIFO%20greek%20jazz%204%20Antonis%20Plessas%201.jpg)
Βασικά συζητάμε για πέντε πρωτότυπα tracks, συνθέσεις του Α. Πλέσσα, τα οποία ενορχηστρώνονται από τον Χρήστο Ραφαηλίδη. Ο ίδιος ο Ραφαηλίδης (Christos Rafalides) χειρίζεται βιμπράφωνο και μαρίμπα στα sessions, ενώ συμμετέχουν επιπλέον σ’ αυτά και οι Ανδρέας Πολυζωγόπουλος τρομπέτα, φλούγκελχορν, Γιώργος Λιμάκης ακουστική κιθάρα, Θωμάς Μελετέας ούτι, Γιάννης Παπαδόπουλος πιάνο, Πέτρος Κλαμπάνης κοντραμπάσο, bass guitar και Αλέξανδρος Δράκος Κτιστάκης ντραμς, κρουστά. Λέμε για ένα σχήμα, που αποτελείται από μουσικούς πρώτης τάξεως και κλάσεως, οι οποίοι προσφέρουν στις συνθέσεις του Α. Πλέσσα τα άψογα παιξίματά τους.
Έπειτα είναι οι συνθέσεις αυτές καθ’ αυτές, που κάνουν το “Musing” να ξεχωρίζει. Ο Α. Πλέσσας συνθέτει με βάση και τη μεγάλη εμπειρία του, αλλά και τις διαχρονικές επιρροές του, που έχουν να κάνουν α. με την jazz και βασικά την mellow contemporary jazz, που έχει τον τρόπο να παρασύρει τον ακροατή με τις άψογα διαρθρωμένες μελωδίες της, και β. με την ελληνική και την ευρύτερη μουσική της Ανατολής. Και είναι το ούτι, βεβαίως, σαν όργανο που συμβολίζει αυτή τη διάσταση, ενώ υπάρχει και το φερώνυμο track, το “Musing” – ένας «φάρος», εκεί στη μέση του άλμπουμ, που επιχειρεί να φωτίσει την εν λόγω διαδρομή, από δυσμάς προς ανατολάς και τούμπαλιν.
Βεβαίως ο Ραφαηλίδης, σαν arranger, έχει κάνει σπουδαία δουλειά εδώ, βεβαίως οι σολίστες είναι όλοι κι ένας, όμως πάνω απ’ όλα υπάρχουν οι συνθέσεις του Αντώνη Πλέσσα, που είναι απέριττες, χωρίς να είναι αναμενόμενες, μεταφέροντας ευγενή και ευχάριστα vibes, διαθέτοντας διακριτική χορευτικότητα, έχοντας συγχρόνως το χάρισμα να σε ταξιδεύουν. Ισχύει για όλα τα κομμάτια τούτου του βινυλιακής διάρκειας άλμπουμ, που ελπίζω να το δούμε σύντομα και σε κάποια φυσική μορφή.
Musing
Local Heroes
Local Heroes
[Private Pressing, 2024]

Οι Local Heroes είναι ένα αθηναϊκό κουιντέτο, που έχει ως βασικά μέλη τους Αλέξανδρο Δανδουλάκη κιθάρα, Γιώργο Δούσο κλαρίνο, Μενέλαο Μωραΐτη τούμπα, Βασίλη Παναγιωτόπουλο τρομπόνι και Άγγελο Πολυχρόνου κρουστά (υπάρχει και ο Δημήτρης Κλωνής ντραμς σε τρία tracks), και που πριν από μερικούς μήνες κυκλοφόρησε αυτό τον φερώνυμο, και υποθέτω, παρθενικό δίσκο του. Λέω για ένα digipak CD, στο οποίο καταγράφονται εννέα συνθέσεις (έξι πρωτότυπα και τρεις versions), που είναι σχεδόν όλες ορχηστρικές. Σχεδόν όλες; Ναι, επειδή στο “27” έχουμε λόγια (ποίημα) του Δανδουλάκη, τα οποία απαγγέλλονται από τον καλό ηθοποιό Μανώλη Μαυροματάκη.

Οι Local Heroes είναι και πολύ καλοί μουσικοί, και πολύ καλοί συνθέτες επίσης. Το κρατάμε αυτό. Το άλμπουμ τους μπορεί να ακούγεται κάπως «ξεπερασμένο» σήμερα –καθότι είναι πολύ του ethnic-rock και του ethnic-funk, και θα ταίριαζε σαν ήχος καλύτερα στα 90s, τότε όταν μεσουρανούσαν οι Mode Plagal και άλλα αναλόγου τύπου συγκροτήματα–, όμως αυτό δεν θα πρέπει να αποτελεί ζήτημα.
Σήμερα, θέλω να πω, το να παίζεις... βαλκανικό rock και funk, μπορεί να θεωρείται κάπως ξεκάρφωτο – όμως η εποχή το «σηκώνει». Η εποχή, εννοώ, «σηκώνει» τα πάντα. Μουσικά κινήματα δεν υπάρχουν πια, και αν υπάρχουν δεν μπορούν να επηρεάσουν τα πλήθη, όπως τα επηρέαζαν παλιά, οπότε...ό,τι και να παίζεις μέσα είσαι. Το κριτήριο, εν τέλει, φαίνεται να είναι ένα και μόνο. Το να κάνεις το κέφι σου. Οπότε, αν αυτό το κάνεις με καταφανές γούστο, εμφανίζοντας περίσσευμα ταλέντου, τότε είσαι μάγκας, και άξιος, και οφείλεις να αδιαφορείς για το αν είσαι σύγχρονος, μοντέρνος, σημερινός ή... οπισθοδρομικός.
Το “Local Heroes” CD διαθέτει τρία πνευστά (κλαρίνο, τούμπα, τρομπόνι), κιθάρα και κρουστά. Αντί για μπάσο διαθέτει τούμπα δηλαδή, με τα πνευστά να κρατάνε σχεδόν όλο τον ήχο, δίνοντάς αυτό το τόσο ευφρόσυνο balkan ηχόχρωμα, ανεξαρτήτως αν οι μελωδίες είναι λίγο ή περισσότερο βαλκανικές.
Μέτριο κομμάτι δεν υπάρχει εδώ, και αν λάβεις κατά νου πως τα τρία παραδοσιακά (“Emvatirio Smyrnis”, “Mais Vlastis”, “Patinada”) συμπλέκονται αθόρυβα με τα έξι πρωτότυπα (“Tsifteteli tou Herbie”, “Love theme”, “Tou Pavlou”, “Kalokairaki”, “27”, “Ou zo”) τότε το μόνο που σου μένει να κάνεις είναι να... βγάλεις το καπέλο σου στους Local Heroes, στέλνοντας το δισκάκι τους κατ’ ευθείαν στη λίστα με τα πιο... ευχάριστα της εποχής.
Tsifteteli Tou Herbie (feat. Dimitris Klonis)