Τις μέρες του εγκλεισμού κάποιοι άνθρωποι ξεκινήσαμε διαδικτυακά μια συζήτηση για την επόμενη μέρα. Τιτλοφορήσαμε έτσι την πρωτοβουλία «Επόμενη Μέρα» και ξεκινάμε διαδικτυακές συζητήσεις σεμιναριακού τύπου, ανοιχτές στο κοινό, για τρεις συνεχείς Παρασκευές. Πιστεύουμε πως η «κρίση είναι η στιγμή της συλλογικότητας. Της συλλογικότητας που αμύνεται αλλά και συνάμα σχεδιάζει: παλεύει με τη δική της δημιουργία, τη φαντασία της να συγκροτήσει τους όρους ενός καλύτερου μέλλοντος». Το να μιλήσουμε για τα διλήμματά μας στην υγειονομική, ιστορική και πολιτική τους διάσταση είναι η πρόκληση στην οποία επιχειρούμε να ανταποκριθούμε.
Η επόμενη μέρα άρχισε ήδη
Όταν πέφτουν πολλά μαζί, οι άνθρωποι πνίγονται. Ψυχοπλακώνονται. Είναι αδύνατο να διαχειριστούμε το όλον. Γι' αυτό, στα δύσκολα, οι γιατροί, οι ψυχοθεραπευτές αλλά και οι δικηγόροι λένε στους πελάτες τους: «Ζήσε για σήμερα. Μη σκέφτεσαι μακριά, αλλά μόνο τη μέρα. Μία αγωνία τη φορά». Η λογική είναι απλή: ο άνθρωπος από κάπου πρέπει να ξεκινήσει κι αυτό είναι το άμεσο. Το σήμερα. Σοφό αυτό. Όταν οι προβλέψεις είναι δυσοίωνες, κάθε μέρα που περνάει χωρίς να τα πράγματα να χειροτερεύουν είναι κέρδος.
Κάπως έτσι πορευτήκαμε ως κοινωνία με την υγειονομική κρίση, με θαυμαστά αποτελέσματα. Ωστόσο, όσο κρίσιμο είναι να μην πνιγούμε στο άγχος της προβολής ενός εφιάλτη, άλλο τόσο είναι επιτακτικό να έχουμε συναίσθηση αυτών που έπονται. Άλλο κινδυνολογία, άλλο επίγνωση.
Η Ελλάδα είναι μια χώρα στραγγισμένη έπειτα από χρόνια λιτότητας. Εξουθενωμένη ψυχικά και υλικά. Από την άλλη, δοκιμασμένη για πολλοστή φορά στα δύσκολα. Μια χώρα ταλαιπωρίας, αλλά δοκιμασμένης αντοχής.
Η επόμενη μέρα της κρίσης δεν είναι ένα απώτατο ή έστω απώτερο μέλλον. Είναι ήδη εδώ: δύσκολες σταθμίσεις με αναγκαστική ανάληψη διαχείρισης κινδύνων με βαρύ ηθικό, οικονομικό και πολιτικό φορτίο. Οι προβλέψεις εφιαλτικές για την κοινωνία, την εργασία, την οικονομία. Η δημοκρατία και οι συνταγματικές εγγυήσεις, ευκολότερη λεία στη λαιμαργία της εκτελεστικής εξουσίας που καλόμαθε να κυβερνά χωρίς αντισώματα.
Ακόμη κι αν το 10% ύφεσης (το μεγαλύτερο στον ΟΟΣΑ) που προβλέπει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο για την Ελλάδα είναι μία ακόμη υπερβολική προβολή του για το μέλλον, αυτά που έπονται δεν χωρούν εξωραϊσμό. Παρότι η Ελλάδα ασφαλώς δεν είναι Ουγγαρία, κανείς δεν θα βγει κερδισμένος από τον εφησυχασμό για τη λειτουργία των θεσμών και των συνταγματικών εγγυήσεων. Καμία εξουσία δεν παρατάει τα προνόμια που απέκτησε σε καιρούς έκτακτους, από ανιδιοτελή πίστη στο κράτος δικαίου και μόνο. Χρειάζεται έλεγχο.
Η έκτακτη ανάγκη δημιουργεί νέους κοινωνικούς συσχετισμούς. Κανείς δεν είναι αφελής να απολέσει τα πλεονεκτήματα που αυτοί κομίζουν. Αυτό είναι η περιβόητη «κρίση ως ευκαιρία». Ευκαιρία για τι και για ποιους όμως; Προς τα πού; Θα πυροδοτήσει η κρίση μια αλλαγή στο μοντέλο; Ή απλώς θα επιταχύνει διαδικασίες που ήδη εντοπίζαμε; Ως τώρα οι μεγάλες κρίσεις έχουν κάνει και τα δύο. Συχνότερα όμως το δεύτερο: η κρίση της 11ης Σεπτεμβρίου, η χρηματιστηριακή κρίση του 2008-2009 στις ΗΠΑ, η δημοσιονομική κρίση του 2010 στη νότια Ευρώπη, εδραίωσαν διεργασίες που είχαν δρομολογηθεί ήδη, κονιορτοποιώντας τον χρόνο. Από την άλλη, το κραχ του 1929, ο Β' Παγκόσμιος (όχι όμως ο Α') Πόλεμος, ώθησαν τις κοινωνίες να σκεφτούν και να δράσουν αλλιώς για να σωθούν.
Αυτά είναι διλήμματα που υπερβαίνουν το μοντέλο της ολικής πειθάρχησης στο οποίο έχουμε μπει και από το οποίο σταδιακά θα εξέλθουμε. Εκεί θα δοκιμαστούμε.
Η Ελλάδα κουβαλάει το φορτίο μιας κοινότητας που ανταποκρίθηκε με περισσή επιτυχία και αποτελεσματικότητα στα μέτρα της απομόνωσης, των περιορισμών και των απαγορεύσεων, αλλά ταυτόχρονα μιας κοινωνίας που, ανάμεσα στα άλλα, έχει εναποθέσει το 26% της συνολικής απασχόλησης στον τουρισμό –καλοκαιρινό κυρίως–, με συνολική συμμετοχή στο ΑΕΠ που αγγίζει το 31% και συνολικό αριθμό απασχολουμένων που φτάνει το ένα εκατομμύριο. Μια χώρα στραγγισμένη έπειτα από χρόνια λιτότητας. Εξουθενωμένη ψυχικά και υλικά. Από την άλλη, δοκιμασμένη για πολλοστή φορά στα δύσκολα. Μια χώρα ταλαιπωρίας, αλλά δοκιμασμένης αντοχής.
Το παιχνίδι θα «ανοίξει», λοιπόν, στο δεύτερο ημίχρονο: η απόλυτη άμυνα έσωσε μεν, πνίγει δε. Η επιτυχημένη ανάσχεση είναι που επιτρέπει στη χώρα να αγοράσει χρόνο ώστε να θωρακιστεί σε μεσοπρόθεσμο επίπεδο. Αν δεν ληφθούν οι δέουσες αποφάσεις, όμως, και χρόνος και χρήμα σπαταληθούν αλόγιστα σε πριμοδοτήσεις του ιδιωτικού τομέα (οικεία συνήθεια στα καθ' ημάς), τότε το πρόβλημα το έχουμε μπροστά μας πάλι. Αν δεν θωρακιστεί η δημόσια υγεία, αν δεν ενισχυθεί η πρωτοβάθμια περίθαλψη, αν..., αν..., τότε στην ίδια τάξη θα μείνουμε. Κι έτσι, αντί η χώρα να θερίσει τη σπορά της προνοητικότητας, θα μαζεύει τα κομμάτια της μεγαλύτερης κοινωνικής καταστροφής και ανθρωπιστικής κρίσης, που μπορεί να κάνει τα χρόνια των μνημονίων να μοιάζουν παιχνίδι.
Η υγειονομική κρίση που προκάλεσε ο Covid-19 είναι η κατεξοχήν στιγμή της πολιτικής, συμπυκνωμένης σε μεγάλες αποφάσεις και σχέδια. Η κρίση είναι η στιγμή που θα ακούσουμε τους βιολόγους, τους επιδημιολόγους, τους λοιμωξιολόγους, τους πνευμονολόγους και όλους τους κλινικούς. Οι αποφάσεις που θα ληφθούν, όμως, οι παράμετροι που θα μετρήσουν, είναι προϊόντα πολιτικών αποφάσεων ή ηθικών-αξιακών σταθμίσεων και όχι συνέπειες καθαρών τεχνικών αξιολογήσεων. Φυσικά, θα ακούμε τους επιστήμονες, αλλά να μη νομίζουμε πως κι αυτοί είναι στο δημόσιο απυρόβλητο λόγω ειδημοσύνης. Είναι οι έντιμοι επιστήμονες που λένε «δεν ξέρω» σήμερα. Τέλος, στον πυρήνα της επιστήμης είναι οι διαφορετικές οπτικές και οι διαφωνίες.
Δεν υπάρχει εντελώς «καθαρή» επιστήμη. Ο καθηγητής Τσιόδρας κάθε απόγευμα δεν κάνει μάθημα «επιστήμης», αλλά επιστήμης, ανθρωπιάς και επικοινωνίας συνάμα. Η άποψη πως «οι Ρομά δεν είναι απειλή αλλά ευάλωτη ομάδα» είναι μια πολιτική θέση, την οποία ο συνετός άνθρωπος (και συνετός και άνθρωπος συνάμα) επιδοκιμάζει. Το γεγονός ότι ακόμη δεν έχει εκφραστεί –ούτε φυσικά υλοποιηθεί– αντίστοιχη θέση για τους πρόσφυγες που ζουν στοιβαγμένοι σε καταυλισμούς, παραβιάζοντας όλους τους κανόνες του social distancing, είναι επίσης μια πολιτική επιλογή. Ένα προϊόν της διαρκούς ιδεοληπτικής απώθησης του προβλήματος αυτού στα μυαλά των κυβερνώντων.
Ανάλογα με την τοποθέτησή μας, τη μια θέση τη χειροκροτούμε, την άλλην την αποδοκιμάζουμε. Αυτό όμως είναι πολιτική. Δεν είναι επιστήμη. Και η κριτική στην πολιτική είναι το κατεξοχήν όπλο των ανθρώπων. Αν σιγήσει, ατροφεί η δημοκρατία. Το πώς ασκεί καθείς την κριτική είναι θέμα δικό του. Όχι θέμα του κράτους.
Το πρώτο σεμινάριο θα πραγματοποιηθεί την Παρασκευή 24/4/2020, στις 18:30, με θέμα «Διλήμματα της επόμενης μέρας» και ομιλητές τον ιστορικό Αντώνη Λιάκο, τον ψυχίατρο Γιώργο Νικολαΐδη και τον καθηγητή του ΑΠΘ Γιάννη Σταυρακάκη. Την εκδήλωση θα συντονίσει η δημοσιογράφος της ΕΡΤ, Μαριλένα Κατσίμη.
Για να παρακολουθήσετε τη συζήτηση μέσω Zoom μπείτε εδώ