ΟΟΣΑ: Σε 7 χρόνια οι τιμές των ακινήτων στην Ελλάδα αυξήθηκαν 69%

ΟΟΣΑ: 69% αυξήθηκαν οι τιμές στα σπίτια από το 2017 έως το β' τρίμηνο του 2024 Facebook Twitter
Φωτογραφία αρχείου: Pexels
0

Με τις τιμές στα ακίνητα και το πόσο έχουν αυξηθεί τα τελευταία χρόνια ασχολείται, μεταξύ άλλων, ο ΟΟΣΑ στην αναλυτική έκθεσή του (OECD Economic Survey), που δόθηκε σήμερα το πρωί στη δημοσιότητα, για την ελληνική οικονομία.

Οι τιμές των κατοικιών αυξήθηκαν κατά 69% από το κατώτατο όριο του 2017 έως το δεύτερο τρίμηνο του 2024, σύμφωνα με την έκθεση του ΟΟΣΑ, επισημαίνοντας πως έχουν φτάσει σε υψηλά επίπεδα σε σχέση με τα εισοδήματα και τα ενοίκια, προκαλώντας ζητήματα για το πόσο προσιτά είναι. Η μεγάλη αύξηση στις τιμές των κατοικιών εντοπίζεται στις μεγαλύτερες πόλεις και εν μέρει, αυτό οφείλεται στο αυξανόμενο μερίδιο των αγοραστών στην ελληνική αγορά ακινήτων που δεν είναι κάτοικοι, ιδίως στην περιφέρεια της Αττικής που περιλαμβάνει την Αθήνα και τουριστικές περιοχές.

Μάλιστα, ο ΟΟΣΑ επισημαίνει πως «ενώ, βραχυπρόθεσμα, ο κίνδυνος μιας απότομης πτώσης στις τιμές των κατοικιών και οι σχετικοί κίνδυνοι χρηματοπιστωτικής σταθερότητας είναι περιορισμένοι, η αγορά κατοικίας απαιτεί προσεκτική παρακολούθηση. Η κυβέρνηση έκανε αυστηρότερους τους όρους του προγράμματος χρυσής βίζας τον Απρίλιο 2024, η οποία μπορεί να μειώσει τη ζήτηση για ακίνητα από ξένους αγοραστές και ξεκίνησε το «Renovate-Rent», πρόγραμμα για την αύξηση της προσφοράς κατοικιών μέσω επιδοτήσεων ανακαίνισης έως 50 εκατ. ευρώ».

ΟΟΣΑ: 69% αυξήθηκαν οι τιμές στα σπίτια από το 2017 έως το β' τρίμηνο του 2024 Facebook Twitter
Αναλυτικοί δείκτες τιμών σε σπίτια, στην έκθεση του ΟΟΣΑ

Σε χθεσινή έκθεσή του, εξάλλου, για τις προοπτικές της παγκόσμιας οικονομίας, ο ΟΟΣΑ ανέφερε ότι οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις έχουν αποφέρει οφέλη καθώς η Ελλάδα, μαζί με την Ισπανία και την Πορτογαλία, είναι μεταξύ λίγων χωρών-μελών του Οργανισμού, στις οποίες η δυνητική κατά κεφαλήν ανάπτυξη έχει αναθεωρηθεί θετικά. «Πολλές μεταρρυθμίσεις αντιμετωπίζουν βασικά θέματα που αναδεικνύονται σε αυτή και προηγούμενες εκθέσεις για την Ελλάδα», προσθέτει ο Οργανισμός, ο οποίος σημείωσε ότι η ελληνική οικονομία είναι ισχυρή και προβλέπεται να αναπτυχθεί με ρυθμό 2,2% το 2025 και 2,5% το 2026.

Ο διεθνής οργανισμός σημειώνει ότι η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας και η περαιτέρω πρόοδος στην αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής θα ενισχύσουν τα δημόσια έσοδα και θα δημιουργήσουν δημοσιονομικό χώρο για μέτρα που αποτελούν προτεραιότητα, αυξάνοντας παράλληλα τη πρωτογενή πλεονάσματα. Για το δημόσιο χρέος, ο ΟΟΣΑ αναμένει ότι θα μειώνεται ως ποσοστό του ΑΕΠ και το βασικό του σενάριο προβλέπει ότι θα υποχωρήσει στο 90% το 2060 ή στο 75%, αν η ανάπτυξη είναι ισχυρότερη, για παράδειγμα αν υλοποιηθούν πλήρως οι μεταρρυθμίσεις του εθνικού σχεδίου ανάκαμψης και ανθεκτικότητας. Παρά τις μειώσεις στη φορολογία τα τελευταία χρόνια, «η φορολογική επιβάρυνση της εργασίας παραμένει υψηλή, κυρίως όσον αφορά τις ασφαλιστικές εισφορές», σημειώνει η έκθεση, προσθέτοντας ότι μία περαιτέρω μείωσή της θα μπορούσε να αυξήσει την απασχόληση, μειώνοντας παράλληλα τα κίνητρα για αυτοαπασχόληση.

Για το χρηματοπιστωτικό σύστημα σημειώνει ότι η ανθεκτικότητά του έχει βελτιωθεί σημαντικά από το 2007, με την πιστοληπτική αξιολόγηση των ελληνικών τραπεζών να έχει αντίστοιχα βελτιωθεί τα τελευταία χρόνια. Αναφέρει ειδικότερα τη μείωση, χάρη στο σχέδιο «Ηρακλής», του ποσοστού των μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPL) στο 6,9% τον Ιούνιο του 2024 από το υψηλό επίπεδο του 49,1% τον Μάρτιο του 2017. Το σχέδιο «Ηρακλής» επεκτάθηκε το 2024, «αλλά πρόσθετα μέτρα θα μπορούσαν να βελτιώσουν περαιτέρω την αναδιάρθρωση των δανείων και τις διαδικασίες πτώχευσης καθώς και τη διαχείριση των NPLs που είναι τώρα υπό τον έλεγχο των εταιρειών διαχείρισης (servicers)».

Η κερδοφορία των τραπεζών και οι κεφαλαιακοί δείκτες τους έχουν επίσης βελτιωθεί, αν και οι τελευταίοι παραμένουν χαμηλότεροι από το μέσο επίπεδο των χωρών του ΟΟΣΑ. «Ωστόσο, η μακροχρόνια κερδοφορία και κεφαλαιακή επάρκεια παραμένουν πηγές ανησυχίας», σύμφωνα με την έκθεση, η οποία υπογραμμίζει πως η ποιότητα των εποπτικών κεφαλαίων των τραπεζών παραμένει χαμηλή, αποδυναμώνοντας τη δυνατότητά τους να απορροφούν ζημιές καθώς τον Ιούνιο του 2024 το 41% των κεφαλαίων αυτών αφορούσαν αναβαλλόμενες φορολογικές πιστώσεις.

Δείτε εδώ την έκθεση του ΟΟΣΑ

Οικονομία
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Κλιματική Κρίση: Δημιουργείται Ευρωπαϊκό Ειδικό Ταμείο για φυσικές καταστροφές στον πρωτογενή τομέα

Οικονομία / Κλιματική Κρίση: Δημιουργείται Ευρωπαϊκό Ειδικό Ταμείο για φυσικές καταστροφές στον πρωτογενή τομέα

Τα έντονα καιρικά φαινόμενα που έχουν πλήξει πολλές περιοχές της Ευρώπης, έχουν προκαλέσει σημαντικές ζημιές σε μεγάλες εκτάσεις του κοινοτικού γεωργικού τομέα
ΦΩΤ.: EUROKINISSI