Σήμερα το απόγευμα, η Γαλλία παίζει τον τρίτο της τελικό Παγκοσμίου Κυπέλλου μέσα σε είκοσι χρόνια, δείχνοντας μια συνέπεια που είχαμε να δούμε από τη Βραζιλία του 2002.
Έχουμε πολλούς λόγους να συμπαθούμε το γαλλικό ποδόσφαιρο κι αυτή ειδικά την Εθνική. Για ορισμένους, το αξιοσημείωτο είναι το πόσο πολύχρωμη είναι.
Μελανό παράδειγμα το ρατσιστικό σχόλιο του πρώην προπονητή της Εθνικής Κροατίας, Ιγκόρ Στίματς, ότι η Κροατία παίζει «εναντίον της Αφρικανικής Ηπείρου». Παρόμοιες δηλώσεις έχει κάνει κατά καιρούς κι ο Ζαν-Μαρί Λεπέν, που είχε μιλήσει για «ξένους παίκτες που τους βαφτίζουμε Εθνική Γαλλίας».
Το χρώμα τους καθόλου δεν σημαίνει ότι είναι «ξένοι» αλλά έτσι κι αλλιώς το γαλλικό ποδόσφαιρο δεν καταλαβαίνει από αυτά. Ο δρόμος έχει ανοίξει από το 1931 με τον Ραούλ Ντιάνιε ή «Μαύρη Αράχνη», τον πρώτο μαύρο Γάλλο διεθνή –για να συγκρίνουμε, ο πρώτος μαύρος ποδοσφαιριστής έπαιξε στη Εθνική Αγγλίας στα 1978 και ήταν ο Βιβ Άντερσον
Στην πραγματικότητα, κι αν έχει κάποια σημασία, όλοι οι Γάλλοι διεθνείς εκτός από δυο –τον Σαμουέλ Ουμτιτί που γεννήθηκε στο Καμερούν και τον Στεβ Μανταντά που γεννήθηκε στο Κονγκό– γεννήθηκαν στη Γαλλία κι όλοι μεγάλωσαν σε αυτήν.
Το χρώμα τους καθόλου δεν σημαίνει ότι είναι «ξένοι» αλλά έτσι κι αλλιώς το γαλλικό ποδόσφαιρο δεν καταλαβαίνει από αυτά. Ο δρόμος έχει ανοίξει από το 1931 με τον Ραούλ Ντιάνιε ή «Μαύρη Αράχνη», τον πρώτο μαύρο Γάλλο διεθνή –για να συγκρίνουμε, ο πρώτος μαύρος ποδοσφαιριστής έπαιξε στη Εθνική Αγγλίας στα 1978 και ήταν ο Βιβ Άντερσον.
Ο Ραούλ Ντιάνιε έπαιζε δεξί μπακ αλλά αυτό είναι λεπτομέρεια. Ήταν ψηλός και γρήγορος αλλά δεν ήταν και τόσο τεχνικός μέσα στο γήπεδο. Έξω από αυτό, στο μποέμικο Παρίσι του Μεσοπολέμου, ο αριστοκρατικός και καλοντυμένος Ραούλ, στενός φίλος της Ζοζεφίν Μπέικερ, κυκλοφορούσε με μια εξημερωμένη λεοπάρδαλη ως κατοικίδιο.
Παρά την όχι και πολύ αθλητική ζωή που έκανε –ξενυχτούσε στα καμπαρέ της Μονμάρτρης έκανε παρέα με τραγουδιστές κι ηθοποιούς όπως ο Ζαν Γκαμπέν, πόζαρε για τα εξώφυλλα περιοδικών και κάπνιζε δυο πακέτα τσιγάρα τη μέρα– ήταν πολύ καλός ποδοσφαιριστής.
Το 1936 κέρδισε το ντάμπλ με τη Ρασίγκ Παρί, παίζοντας, μάλιστα, πολλά ματς τερματοφύλακας διότι ο κανονικός τερματοφύλακας απαίτησε καλύτερο συμβόλαιο.
Στις 15 Φεβρουαρίου 1931, είκοσι μόλις ετών, έγινε λοιπόν ο πρώτος μαύρος ποδοσφαιριστής στην Εθνική Γαλλίας. Η πρώτη του συμμετοχή έγινε στο φιλικό ματς Γαλλία-Τσεχοσλοβακία γεμίζοντας με πίκρα τον πατέρα του που δεν ήρθε καν να καμαρώσει τον γιο του στο στάδιο. Μα γιατί;
Ο πατέρας του, ο Μπλεζ Ντιάνιε ήταν εξίσου, αν όχι πιο διάσημος από τον γιο του. Την ίδια χρονιά έγινε ο πρώτος μαύρος υφυπουργός σε γαλλική κυβέρνηση ενώ από το 1914 έγινε και ο πρώτος μαύρος βουλευτής που εκπροσώπησε τη Σενεγάλη.
Τα επιχειρήματα με τα οποία έπεισε τους συντοπίτες του να τον ψηφίσουν θα μπορούσαν να διαφωτίσουν και τον Ιγκόρ Στίματς και τον Ζαν-Μαρί Λεπέν: «Σας λένε πως δεν είστε Γάλλοι, πως δεν είμαι Γάλλος! Σας λέω πως είμαστε και πως έχουμε όλοι ίδια δικαιώματα. Είμαι μαύρος, η γυναίκα μου λευκή, τα παιδιά μου μιγάδες. Ποιος άλλος μπορεί να εκπροσωπήσει καλύτερα όλους τους Γάλλους;»
Ο Ραούλ, λοιπόν, δεν μεγάλωσε στα γκέτο, όπως θέλει το στερεότυπο για κάθε μαύρο ή Άραβα ποδοσφαιριστή. Ήταν γιος βουλευτή και δεν έμαθε ποδόσφαιρο στις αλάνες αλλά στο Λύκειο Janson de Sailly, ένα από τα καλύτερα παριζιάνικα σχολεία.
Πήγαινε στις προπονήσεις σκαστός από το σπίτι του: ο υπηρέτης του κατέβαζε τον σάκο με τα αθλητικά ρούχα και άλλαζε στο ταξί. Η εμμονή του με την μπάλα δεν ενθουσίασε καθόλου τον πατέρα Ντιάνιε που τον προόριζε για γιατρό όπως τον άλλο γιο του, ή στρατιωτικό.
Προσπάθησε, μάλιστα, με το κύρος που του έδινε η θέση του, να εμποδίσει την επαγγελματικοποίηση του ποδοσφαίρου. Χωρίς αποτέλεσμα. Το γαλλικό πρωτάθλημα έγινε επαγγελματικό το 1932 κι ο Ραούλ Ντιάνιε σκόραρε δυο φορές στην πρεμιέρα.
Βέβαια, δεν πρέπει να ξέχνάμε ότι ο Μπλεζ κι ο Ραούλ Ντιάνιε ήταν μέλη μιας πλούσιας, ενσωματωμένης ελίτ, ενώ, την ίδια εποχή, η συντριπτική πλειοψηφία των ιθαγενών κατοίκων των αποικιών στερούνταν τα βασικά δικαιώματα.
Μερικούς μήνες μετά την πρώτη κλήση του γιου του στην Εθνική Γαλλίας, ο Μπλεζ εγκαινίασε την μεγάλη «Έκθεση Αποικιών», η οποία γνώρισε τεράστια επιτυχία.
Οι επισκέπτες συνέρρεαν για να δουν, μεταξύ άλλων, ιθαγενείς ντυμένους με παραδοσιακά ρούχα να ζουν μέσα σε παραδοσιακές καλύβες και παρουσιάζονται ως εκθέματα σε ένα είδος ζωολογικού κήπου με ανθρώπους. Ανάμεσα στους ιθαγενείς, ο Κανάκος προπάππους του παγκόσμιου πρωταθλητή του 1998, Κριστιάν Καρεμπέ...
Ο Ραούλ Ντιάνιε φόρεσε τα εθνικά χρώματα 18 φορές και συμμετείχε στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1938 στη Γαλλία. Συμπαίκτες στην Εθνική είχε ανθρώπους που δεν γεννήθηκαν ή δεν έγιναν ποτέ Γάλλοι, όπως τους Αυστριακούς Χένρι Χιλτλ, Γκούστι Τζόρνταν και Ρούντι Χίντεν, που, μετά την προσάρτηση της χώρας τους από τον Χίτλερ το 1938, πήραν τη γαλλική υπηκοότητα για να μην παίξουν στην ναζιστική Εθνική Γερμανίας.
Επίσης, τους βορειοαφρικάνους Αμπντελκαντέρ Μπεν Μπουαλί και το «Μαύρο μαργαριτάρι», τον Λαρμπί Μπεν Μπαρέκ, που ήταν για χρόνια ο πιο καλοπληρωμένος ποδοσφαιριστής στη Γαλλία και ο πρώτος Γάλλος ποδοσφαιριστής που πήρε μεταγραφή για ξένη ομάδα, την Ατλέτικο Μαδρίτη
Όταν η Εθνική Γαλλίας, τον Δεκέμβρη του 1938, αντιμετώπισε την Εθνική της φασιστικής Ιταλίας στη Νάπολη, οι Ιταλοί αποδοκίμασαν το «μαύρο μαργαριτάρι». Αυτός στάθηκε στη μέση του γηπέδου και τραγούδησε τη Μασσαλιώτιδα.
Ο Μπεν Μπαρέκ δεν απέκτησε ποτέ τη γαλλική υπηκοότητα αν και έπαιζε, όπως το επέτρεπαν τότε οι κανονισμοί, με τα χρώματα της Γαλλίας μέχρι τα 37 του, το 1954.
Περισσότερα για τον Ραούλ Ντιάνιε μπορείτε να διαβάσετε εδώ.
σχόλια