Όλο και περισσότεροι παρουσιάζουν σημεία ψυχολογικής κόπωσης με την πανδημία. Τα κίνητρα συμμόρφωσης στα περιοριστικά μέτρα και το lockdown και ένας καθηγητής κοινωνιοψυχολογίας εξηγεί το φαινόμενο.
Υπάρχουν πολλοί που «παρεξηγούν» τα απαγορευτικά μέτρα λόγω πανδημίας ως απλή σύσταση. «Καλούν λοιπόν πολλούς φίλους μαζί στο σπίτι, φέρνουν την κομμώτρια στο σπίτι για τα μαλλιά τους και μετονομάζουν ολιγοήμερες διακοπές αναψυχής σε επαγγελματικό ταξίδι.» Μάλιστα όταν τα απαγορευτικά μέτρα χαλαρώνουν, οι πολίτες παραμελούν τα υπόλοιπα ακόμη περισσότερο: αυτό τουλάχιστον φοβούνται οι επιδημιολόγοι. «Όποιος κάνει λόγο για το λεγόμενο φαινόμενο «κόπωσης της πανδημίας», υποβαθμίζει τις διαστάσεις του διλήμματος, ενώπιον του οποίου βρίσκεται ο κόσμος,» τονίζει ο καθηγητής Κοινωνιοψυχολογίας Ούλριχ Βάγκνερ στο Πανεπιστήμιο του Μάαρμπουργκ
Υπάρχουν άνθρωποι που σταματούν όταν το φανάρι για πεζούς είναι κόκκινο, ακόμη κι αν δεν περνά αυτοκίνητο και είναι μεσάνυχτα. Οι ψυχολόγοι αποκαλούν το φαινόμενο ως εσωτερίκευση εξωτερικών κινήτρων. Ο καθηγητής Βάγκνερ φοβάται ότι τη δεύτερη χρονιά της πανδημίας τα κίνητρα των ανθρώπων για την εσωτερίκευση και τήρηση των κανόνων έχουν ατονήσει.
«Πολλοί εφαρμόζουν τα μέτρα, μόνο όταν βρίσκονται υπό παρακολούθηση, και αυτό είναι από μόνο του πολύ δύσκολο. Άρα αποτελεί ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα». Όπως εξηγεί ο Γερμανός καθηγητής, μετά από περιορισμούς μηνών οι άνθρωποι έχουν την αίσθηση ότι ούτως ή άλλως η κατάσταση δεν αλλάζει, ανεξαρτήτως της δικής τους συμπεριφοράς.
«Αυτό περιγράφεται ως εμπειρική απόγνωση και οδηγεί σε τρεις πιθανές συμπεριφορές, στην κατάθλιψη, στην αντίδραση ή στην αδιαφορία. Δείγματα και των τριών συμπεριφορών έχουν καταγραφεί, υπογραμμίζει ο Ούλριχ Βάγκνερ, που θεωρεί ότι μελλοντικά και τα τρία στοιχεία συμπεριφοράς θα ενισχυθούν ακόμη πιο πολύ. Οι πολύπλοκοι κανόνες που υιοθετήθηκαν τις περασμένες εβδομάδες κρύβουν έναν επιπρόσθετο κίνδυνο, ότι λειτουργούν ακόμη πιο επιβαρυντικά για τους περισσότερους».
«Μια κοινωνία λειτουργεί μόνο όταν οι άνθρωποι είναι διατεθειμένοι να εφαρμόσουν τα μέτρα με τη δική τους θέληση, κι αυτό προϋποθέτει ότι τα μέτρα αυτά είναι πειστικά και κατανοητά», λέει ο Βάγκνερ. Ο καθηγητής Ψυχοκοινωνιολογίας δεν πιστεύει ότι αυτό ισχύει για όλους σε ό,τι αφορά στην πανδημία. “Οι άνθρωποι καταφέρνουν να τηρούν τα μέτρα, όταν φοβούνται ότι διαφορετικά εκτίθενται οι ίδιοι σε αρνητικές συνέπειες. Αλλά αυτό το κίνητρο σε αυτήν τη φάση περνά στο παρασκήνιο, γιατί αυτό που βλέπει ο κόσμος είναι ότι ο αριθμός των νεκρών βαίνει μειούμενος».
Το ιατρικό και το κοινωνικό τέλος της πανδημία
«Αυτοπροστασία για την προστασία των άλλων ως επιχείρημα δεν λειτουργεί πια. Ηθικά είναι αξιοσέβαστο, αλλά δεν δουλεύει ψυχολογικά σε βάθος χρόνου. Σήμερα πρόκειται για μια ωραία ιστοριούλα που διηγούμαστε».
Ο Γερμανός καθηγητής θεωρεί προβληματικό κι ένα άλλο αφήγημα. Εδώ κι ένα χρόνο η ευθύνη για την εξέλιξη της πανδημίας έχει μετατοπιστεί σε προσωπικό επίπεδο. «Η κατηγορία που εκφράζεται είναι ότι όταν η κατάσταση δεν βελτιώνεται, συμβαίνει γιατί δεν συμμορφωνόμαστε αρκετά με τα μέτρα. Με τον τρόπο αυτό αποσύρει το κράτος τις ευθύνες από πάνω του».
Το ότι οι άνθρωποι απευαισθητοποιούνται φαίνεται από τους αριθμούς της Ομοσπονδιακής Στατιστικής Υπηρεσίας. Από πρόσφατες αναλύσεις της κινητής τηλεφωνίας αποδεικνύεται ότι ένα χρόνο μετά την έναρξη της πανδημίας οι άνθρωποι περιορίζουν ελάχιστα την κινητικότητά τους. «Από αρχές του χρόνου παρατηρείται ευθυγράμμιση της κινητικότητας με τα επίπεδα προ πανδημίας, μάλιστα στο δεύτερο μισό του Φεβρουαρίου η κινητικότητα λόγω και των ανοιξιάτικων θερμοκρασιών είναι σχεδόν η ίδια με πριν».
Μια ματιά στα βιβλία ιστορίας δείχνει ότι υπάρχουν δύο δρόμοι για το πώς τελειώνει μια πανδημία. Είτε ιατρικά, είτε κοινωνικά. Το ιατρικό τέλος έρχεται όταν ένα μεγάλο τμήμα της κοινωνίας έχει περάσει τη λοίμωξη ή έχει αποκτήσει ανοσία δια του εμβολιασμού. Το κοινωνικό τέλος συμβαίνει μάλλον στο κεφάλι. Ο φόβος της ασθένειας μειώνεται, η προσοχή ατονεί, άλλα θέματα αποσπούν την προσοχή, οι άνθρωποι δεν αποδέχονται πλέον τους περιορισμούς και μαθαίνουν να ζουν με την ασθένεια.
«Νομίζω ότι η κατάσταση θα κυλήσει κάπως έτσι» προβλέπει ο Βάγκνερ. «Όταν με τα εμβόλια και τα φάρμακα μειωθούν οι θάνατοι, περιοριστούν οι βαριές περιπτώσεις και αισθανθούμε ψυχολογικά ότι ελέγχουμε την πανδημία, τότε θα την ορίσουμε και ως τελειωμένη».