Ο Ντόναλντ Τραμπ θα είναι ο πρώτος καταδικασθείς για κακουργήματα που θα ορκιστεί πρόεδρος των ΗΠΑ στην αμερικανική ιστορία.
Τον περασμένο Μάιο, οι ένορκοι της Νέας Υόρκης έκριναν ομόφωνα τον Τραμπ ένοχο για 34 κακουργήματα που αφορούν την παραποίηση επιχειρηματικών αρχείων προκειμένου να εξαγοράσει τη σιωπή της Στόρμι Ντάνιελς με 130.000 δολάρια πριν τις αμερικανικές εκλογές του 2016, για τη σεξουαλική επαφή που είχαν πριν μία δεκαετία.
Η υπόθεση της Στόρμι Ντάνιελς συνδέθηκε με ευρύτερη συνωμοσία εξαπάτησης του εκλογικού σώματος των ΗΠΑ πριν τις εκλογές του 2016 και απόκρυψη από τους Αμερικανούς ψηφοφόρους στοιχείων που θα μπορούσαν να επηρεάσουν την κρίση τους. Ήταν η πρώτη φορά που ένας πρόεδρος των ΗΠΑ - πρώην ή εν ενεργεία - καταδικάστηκε ή κατηγορήθηκε για ποινικό αδίκημα. Ο Τραμπ δήλωσε αθώος και χαρακτήρισε την υπόθεση απόπειρα του Μπραγκ, ενός Δημοκρατικού, να βλάψει την εκστρατεία του το 2024.
Χθες, Δευτέρα (16/12), ο Ντόναλντ Τραμπ έχασε την προσπάθεια ανατροπής της ποινικής καταδίκης του, παρά την απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου των ΗΠΑ τον Ιούλιο που αναγνωρίζει ασυλία από την ποινική δίωξη για τις επίσημες πράξεις ενός προέδρου. Η απόρριψη από τον δικαστή, Χουάν Μέρτσαν, της αίτησης του Τραμπ να απορρίψει την υπόθεση της πολιτείας της Νέας Υόρκης αποκλείει μια οδό για τον Ρεπουμπλικανό εκλεγμένο πρόεδρο να εισέλθει στον Λευκό Οίκο στις 20 Ιανουαρίου για τη δεύτερη τετραετή θητεία του με καθαρό ποινικό μητρώο.
Ο δικαστής δήλωσε ότι η δίωξη του Τραμπ για «ξεκάθαρα προσωπικές πράξεις παραποίησης επαγγελματικών αρχείων δεν ενέχει κίνδυνο επέμβασης στην εξουσία και τη λειτουργία του εκτελεστικού κλάδου». Σε δήλωσή του, ο εκπρόσωπος του Τραμπ, Στίβεν Τσανγκ, χαρακτήρισε την απόφαση του Μέρτσαν «άμεση παραβίαση της απόφασης του Ανώτατου Δικαστηρίου για την ασυλία».
«Ανεπίσημη συμπεριφορά» εκ μέρους του Τραμπ
Η υπόθεση χρηματισμού της Στόρμι Ντάνιελς ήταν η μόνη από τις τέσσερις ποινικές υποθέσεις κακουργηματικού χαρακτήρα του Τραμπ το 2023 που έφτασε σε δίκη. Οι ομοσπονδιακές υποθέσεις σχετικά με τις προσπάθειές του να αλλάξει το αποτέλεσμα των εκλογών του 2020 και τον χειρισμό διαβαθμισμένων εγγράφων κατά την αποχώρησή του από το αξίωμα έχουν απορριφθεί, σύμφωνα με την πολιτική του αμερικανικού υπουργείου Δικαιοσύνης που ορίζει ότι οι πρόεδροι δεν μπορούν να διώκονται ομοσπονδιακά.
Μια άλλη ποινική υπόθεση εναντίον του Τραμπ σχετικά με τις αμερικανικές εκλογές του 2020 σε πολιτειακό δικαστήριο της Τζόρτζια βρίσκεται σε εκκρεμότητα.
Ο εκλεγμένος πρόεδρος των ΗΠΑ έχει δηλώσει αθώος σε όλες τις υποθέσεις.
Το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ, αποφάνθηκε ότι οι Αμερικανοί πρόεδροι έχουν ασυλία από διώξεις που αφορούν τις επίσημες ενέργειές τους και ότι στους ενόρκους δεν μπορούν να παρουσιαστούν στοιχεία για επίσημες πράξεις σε δίκες για προσωπική συμπεριφορά. Ήταν η πρώτη φορά που το δικαστήριο αναγνώρισε οποιονδήποτε βαθμό προεδρικής ασυλίας από τη δίωξη.
Οι δικηγόροι του Τραμπ δήλωσαν ότι οι ένορκοι της Νέας Υόρκης που τον καταδίκασαν έδειξαν στους εισαγγελείς αποδεικτικά στοιχεία για τις αναρτήσεις του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ως πρόεδρος και άκουσαν μαρτυρίες από πρώην συνεργάτες του για συνομιλίες που έγιναν στον Λευκό Οίκο κατά τη διάρκεια της θητείας του 2017-2021.
Οι εισαγγελείς του γραφείου του Μπραγκ αντέτειναν ότι η απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου δεν έχει καμία σχέση με την υπόθεση, η οποία, όπως είπαν, αφορούσε «εντελώς ανεπίσημη συμπεριφορά». Το Ανώτατο Δικαστήριο στην απόφασή του δεν διαπίστωσε καμία ασυλία για τις ανεπίσημες πράξεις ενός προέδρου.
Με πληροφορίες από Reuters