Σχεδόν τα δύο τρίτα των ανδρών που διαπράττουν σεξουαλικά αδικήματα κατά ανηλίκων χρησιμοποιούν εφαρμογές γνωριμιών, σύμφωνα με μελέτη που φέρνει στο φως το Παγκόσμιο Ινστιτούτο Childlight. Η έρευνα δημοσιεύεται καθώς η Ευρωπαϊκή Ένωση εξετάζει την αναθεώρηση της νομοθεσίας για την online σεξουαλική κακοποίηση παιδιών.
Η μελέτη, που διεξήχθη σε δείγμα 5.000 ανδρών στο Ηνωμένο Βασίλειο, τις ΗΠΑ και την Αυστραλία, αποκάλυψε ότι οι δράστες παιδικής κακοποίησης έχουν σχεδόν τετραπλάσιες πιθανότητες να χρησιμοποιούν εφαρμογές γνωριμιών σε σχέση με τους μη δράστες. Από αυτούς, ένας στους πέντε δηλώνει καθημερινός χρήστης τέτοιων πλατφόρμων.
Ακόμα πιο ανησυχητικά είναι τα ποσοστά εκείνων που αναγνωρίζουν την προβληματική συμπεριφορά τους. Στις ΗΠΑ, ένας στους εννέα συμμετέχοντες παραδέχθηκε ότι η online συμπεριφορά του συνιστά σεξουαλική κακοποίηση παιδιών — ποσοστό που ανέρχεται σε 7% και 7,5% στο Ηνωμένο Βασίλειο και την Αυστραλία αντίστοιχα. Το 11,5% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι έχει σεξουαλικά αισθήματα για παιδιά, ενώ το 11% παραδέχθηκε τη διάπραξη σεξουαλικών αδικημάτων κατά ανηλίκων.
Οι ερευνητές περιγράφουν το φαινόμενο ως «πανδημία», με περισσότερα από 300 εκατομμύρια παιδιά να επηρεάζονται ετησίως. Την ίδια ώρα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξετάζει προτάσεις για την ενίσχυση του πλαισίου εθελοντικής ανίχνευσης κακοποιητικού περιεχομένου από τις πλατφόρμες, σε μια προσπάθεια να καλυφθούν νομικά και τεχνολογικά κενά. Ένα από τα πιο αμφιλεγόμενα σημεία είναι η πιθανή ανίχνευση των κρυπτογραφημένων επικοινωνιών. Η προσωρινή εξαίρεση που επιτρέπει στις εταιρείες να εντοπίζουν παράνομες εικόνες χωρίς να παραβιάζουν τη νομοθεσία της ΕΕ για την προστασία προσωπικών δεδομένων λήγει τον Απρίλιο του 2026.

Τα πιθανά μέτρα αντιμετώπισης του φαινομένου
Ο καθηγητής Michael Salter, συνυπογράφων της έκθεσης, υπογραμμίζει ότι οι εφαρμογές γνωριμιών δεν διαθέτουν επαρκείς μηχανισμούς προστασίας. Όπως σημειώνει, οι πλατφόρμες αυτές συχνά αξιοποιούνται από δράστες για να στοχεύσουν ανύπαντρους γονείς και να προσεγγίσουν τα παιδιά τους. «Δεν υπάρχει κανένας λόγος να μην εφαρμόζονται και εδώ ισχυρές μέθοδοι ταυτοποίησης, όπως αυτές που χρησιμοποιούνται στις τράπεζες ή στις στοιχηματικές πλατφόρμες», δήλωσε, επισημαίνοντας και τη δυνατότητα αξιοποίησης εργαλείων τεχνητής νοημοσύνης για την ανίχνευση grooming συμπεριφορών.
Ο Salter ζητά την καθιέρωση υποχρεωτικών ελέγχων ταυτότητας, καθώς και εργαλείων εντοπισμού ύποπτων μοτίβων στις συνομιλίες. Η Debi Fry, Παγκόσμια Διευθύντρια Δεδομένων του Childlight και καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου, περιγράφει τη σεξουαλική κακοποίηση παιδιών ως «κατάσταση έκτακτης ανάγκης για τη δημόσια υγεία», που απαιτεί άμεση και πολυεπίπεδη αντίδραση.
Η Fry επιμένει ότι πρόκειται για φαινόμενο που μπορεί να προληφθεί, εφόσον αντιμετωπιστούν οι βαθύτερες αιτίες του, από τα τεχνολογικά κενά μέχρι τα οικονομικά οικοσυστήματα που το επιτρέπουν και το ενισχύουν.
Η έκθεση επισημαίνει επίσης τον ρόλο που παίζουν οι ίδιες οι εταιρείες τεχνολογίας. Οι ερευνητές σημειώνουν ότι ορισμένες από αυτές όχι μόνο αδιαφορούν για τη λογοδοσία, αλλά και επωφελούνται από την επισκεψιμότητα που προκύπτει από κακοποιητικό περιεχόμενο — ακόμη και μέσω διαφημιστικών εσόδων.
Οι δράστες είναι συχνά μορφωμένοι
Τέλος, η μελέτη εντοπίζει και άλλα κοινά χαρακτηριστικά μεταξύ των δραστών: είναι συχνά μορφωμένοι, ζουν σε νοικοκυριά με παιδιά ή εργάζονται σε περιβάλλοντα όπου έρχονται σε επαφή με ανηλίκους. Επίσης, έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα να χρησιμοποιούν κρυπτονομίσματα και να αγοράζουν σεξουαλικό περιεχόμενο στο διαδίκτυο.
Επιπλέον, η έκθεση διαπίστωσε ότι οι άνδρες που έχουν διαπράξει σεξουαλικά αδικήματα κατά παιδιών είναι πιο πιθανό να κατέχουν και να χρησιμοποιούν κρυπτονομίσματα, καθώς και να αγοράζουν σεξουαλικό περιεχόμενο στο διαδίκτυο.

Όσον αφορά το κοινωνικοοικονομικό τους υπόβαθρο, οι εμπειρογνώμονες διαπίστωσαν ότι ένα μεγάλο ποσοστό των ανδρών θεωρείται αξιόπιστο, λόγω του ότι πολλοί έχουν υψηλό επίπεδο εκπαίδευσης, ζουν σε νοικοκυριά όπου υπάρχουν παιδιά ή εργάζονται σε θέσεις εργασίας όπου έρχονται σε επαφή με παιδιά.
Με πληροφορίες από Euronews