☛ Πολύ ενδιαφέρουσα ήταν η κουβέντα που ξεκίνησε το εξαιρετικό άρθρο του Χρήστου Παρίδη «1458-1833: Όταν η Αθήνα ήταν οθωμανική επαρχία». Ο Δημήτρης απ' την Αθήνα αναρωτήθηκε, παρότι το άρθρο είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον και η σχετική έκθεση στη Γεννάδειο αναμφίβολα εξίσου ενδιαφέρουσα: τι ήταν η Αθήνα επί Τουρκοκρατίας ώστε να θεωρείται «πολυπολιτισμική»; Μας έγραψε λοιπόν: «Εν αντιθέσει προς τη Θεσσαλονίκη της εποχής, η οποία ήταν μια μεγαλούπολη και στην οποία οι Εβραίοι της Ισπανίας, συνεπικουρούμενοι από Τούρκους, Έλληνες, Βούλγαρους και λίγες χιλιάδες κατοίκους άλλων εθνοτήτων, έδιναν το στίγμα του δυτικού τρόπου ζωής, και εν αντιθέσει προς την άλλη πολύ μεγάλη πλούσια και αμιγώς ελληνική πόλη της εποχής, τη Μοσχόπολη των Βλάχων στη Βόρειο Ήπειρο, η Αθήνα ήταν μια μίζερη επαρχιακή πολίχνη, με περίπου 10.000 κατοίκους. Για ποια "πολυπολιτισμική" Αθήνα μιλάμε; Αυτήν των Αρβανιτών; Ποιοι είναι οι Αρβανίτες εδώ (εκτός από τους Τούρκους;) και πόσοι; Σε αναφορά του 1674, ο Ιωάννης Ζιρώ, Άγγλος πρόξενος στην Αθήνα, αναφέρει 1.300 σπίτια Ελλήνων, 600 Τούρκων, 150 Αρβανιτών και μόλις 3 σπίτια Δυτικών (ένα απ' αυτά και το δικό του). Υπ' όψιν ότι οι Αρβανίτες, οι οποίοι εκτός των Αθηνών ήταν το κυρίαρχο στοιχείο στην υπόλοιπη Αττική (πλην κάποιων περιοχών της), διακρίνονταν σε σχέση με τους υπόλοιπους Έλληνες ως προς τη γλώσσα και την τάξη (ήταν οι φτωχότεροι Έλληνες). Έχουμε, λοιπόν, μια αμελητέα ποσότητα Δυτικών (3 σπίτια) που χάνονται ανάμεσα σε δύο κυρίαρχες πληθυσμιακές ομάδες: τους Έλληνες και τους Τούρκους. Στο άρθρο αναφέρεται ακόμα ότι τα διάφορα έθνη και φυλές "ζούνε σχετικά αρμονικά". Η ιστορία του νεαρού Αθηναίου Μπακνανά, ο οποίος εκτελέστηκε από τους Τούρκους και έγινε άγιος (και σήμερα στάση του τραμ), δείχνει ξεκάθαρα πόσο "σχετικά αρμονικά" ζούσαν. Στο άρθρο αναφέρεται επίσης ότι "η πόλη δεν υστερεί σε ορθόδοξες εκκλησίες, καθώς χτίζονται ελεύθερα". Οι περισσότερες εκκλησίες που γνωρίζουμε προέρχονται από τη βυζαντινή περίοδο (Καπνικαρέα, Λουμπαρδιάρης, Ραγκαβής κ.λπ.). Ελάχιστες χτίστηκαν επί Τουρκοκρατίας...».
Ο Χρήστος Παρίδης απαντά στο σχόλιο αυτό: «Οι πληροφορίες που παραθέτω είναι βασισμένες στο αρχειακό υλικό της Γενναδείου Βιβλιοθήκης, όπως παρουσιάζεται στην έκθεση και την οποία μπορείτε να επισκεφθείτε και να θέσετε τα ερωτήματά σας. Αποκαλώ την Αθήνα "πολυπολιτισμική" γιατί προφανώς δεν είχε αμιγή πληθυσμό. Δεν έχω στη διάθεσή μου τα ακριβή ποσοστά, αλλά νομίζω ότι από την καταγραφή του 1674, στην οποία αναφέρεστε, μέχρι το 1821, χρονιά κατά την οποία ξεσπάει η Επανάσταση, πολλά άλλαξαν και οι Δυτικοί επισκέπτες πολλαπλασιάστηκαν, όπως και οι διπλωματικές αντιπροσωπείες. Δεν νομίζετε ότι η ύπαρξη, ας πούμε, μοναστηριού Καπουτσίνων σημαίνει κάτι για την "πολυπολιτισμικότητα" της εποχής; Υπήρχαν ή δεν υπήρχαν Εβραίοι; Η απάντηση είναι "ναι", αλλά δεν συμπεριέλαβα αυτό το στοιχείο, επειδή ακριβώς δεν είχα σαφή στοιχεία. Τώρα, όσον αφορά τη "σχετικά" καλή συμβίωση, δεν σας λέει κάτι το ότι χριστιανοί και μουσουλμάνοι γιόρταζαν, όπως λένε οι μαρτυρίες, μαζί τις θρησκευτικές τους γιορτές; Κατά τα άλλα, η έκθεση βρίσκεται στην οδό Σουηδίας για να σας ενημερώσει για όλα όσα θέλετε να μάθετε».
☛ «Να πληρώσουμε το ΔΝΤ ή τους μισθούς και τις συντάξεις;» αναρωτήθηκε στο άρθρο του με τίτλο «Το νόμιμο και το ηθικό» ο Θοδωρής Αντωνόπουλος. «Κ. Αντωνόπουλε, το θέμα είναι τι θα γίνει αν δεν πληρώσουμε το ΔΝΤ» σχολίασε ο Δον Ιδιώτης. «Αν το αποτέλεσμα είναι έξοδος απ' το ευρώ και άτακτη χρεοκοπία, τότε νομίζω πως δεν υπάρχει δίλημμα. Αναγκαστικά το πληρώνουμε, γιατί αλλιώς οι συνέπειες για τους μισθωτούς και τους συνταξιούχους θα είναι πολύ χειρότερες. Οι μισθοί και οι συντάξεις αναγκαστικά θα πέσουν σε επίπεδο που να μπορούν να χρηματοδοτούνται απ' τους φόρους των Ελλήνων πολιτών. Δεν γίνεται να χρηματοδοτεί κανείς άλλος το συνταξιοδοτικό μας σύστημα. Αυτό πρέπει να το κατανοήσουμε όλοι μας, ώστε να μην τρέφουμε φρούδες ελπίδες. Αλλιώς, πάμε σε δραχμή, αλλά, αν θυμάστε, επί δραχμής οι μισθοί στο Δημόσιο ήταν "τρεις κι εξήντα" και αναγκαστικά εκεί θα πέσουν πάλι, ειδικά με δραχμή της πτωχευμένης Ελλάδας».
☛ Συνεχίστηκε η κουβέντα με αφορμή το άρθρο μας για τις Πανελλήνιες. Η Τζέλα Δελαφράγκα σχολίασε στο «Feedback» της περασμένης εβδομάδας: «Και όμως, και στη Βρετανία αλλά και στις ΗΠΑ δίνουν εισαγωγικές εξετάσεις, τα GCEs και ASTs αντίστοιχα, απείρως δυσκολότερου επιπέδου. Δεν γίνεται να μπαίνει σε κάθε πανεπιστήμιο όποιος θέλει. Υπάρχουν σχολές που απαιτούν ένα συγκεκριμένο επίπεδο γνώσεων (ώστε να είναι σε θέση να ανταποκριθεί κανείς και στα μαθήματα της σχολής) και αυτό χρειάζεται έναν έλεγχο. Δυστυχώς ή ευτυχώς, οι εξετάσεις είναι η πλέον αξιοκρατική διαδικασία και τα κριτήρια που πρέπει να πληρούν οι μαθητές δεν έχουν καμία σχέση με την οικονομική αποκατάστασή τους, ούτε βέβαια με το άγχος που δημιουργείται στην προοπτική της εξέτασης (Πανελλήνιες, εξεταστικές στη σχολή, άδεια ασκήσεως επαγγέλματος κ.λπ.)».
σχόλια