☛ Ο συγγραφέας Δημήτρης Δημητριάδης (μεταξύ των έργων του είναι και το εμβληματικό Πεθαίνω σαν χώρα) δημοσίευσε στο περασμένο τεύχος της LiFO ένα άρθρο που συζητήθηκε πολύ.
Ο Νικόλας Σεβαστάκης έγραψε στο facebook μια νηφάλια (επικριτική) γνώμη: «Ένας συγγραφέας μπορεί να ονοματίζει τους αντιπάλους, τους εχθρούς, αυτούς που βδελύσσεται κι όσους αγαπάει, αν αγαπάει κανέναν. Δεν έχει ηθικό καθήκον να μην τελεί σε απόγνωση, να εκθειάζει το κοινό ή να συμμερίζεται τις λεγόμενες εθνικές αλήθειες ή να προσκυνά λαϊκά εικονίσματα. Ο λίβελος, εξάλλου, είναι μια μορφή ελευθερίας. Από κει και πέρα, όμως, με χωρίζει άβυσσος από τον λόγο αυτό. Εννοώ ότι, για μένα, το συγκεκριμένο κείμενο του Δημήτρη Δημητριάδη είναι απλώς μια ακραία αντιστροφή της συνηθισμένης, φιλολαϊκής, δημοκρατικής, ελληνοκεντρικής ρητορείας: το μπρούτο πέρασμα από την αποθέωση του λαού ως θυμωμένης δικαιοσύνης και της Ελλάδας ως αδικημένου ιστορικού όντος σ' έναν "ανθελληνικό" μηδενισμό. Ο λαός μας, από αντικείμενο κακομεταχείρισης, επιβολής και βίας, μετατρέπεται σε συλλογικό Φονιά και αυτουργό της ίδιας του της αποτυχίας. Από την αθωωτική πρόζα περνάμε, λοιπόν, στη δαιμονολογική απέχθεια. Είναι, άραγε, κριτική τόλμη η μισανθρωπία που μας πιάνει στο λεωφορείο ή στις ουρές των εφοριών και των νοσοκομείων, εκεί όπου τα στριμωγμένα σώματα συχνά δεν αντέχουν το ένα το άλλο; Είναι μήπως δείγμα πνευματικού θάρρους το βίαιο αναποδογύρισμα του ειδώλου/«ελληνικός λαός», η αντικατάσταση δηλαδή της μεταφυσικής αθωότητας από την ενοχή και το στίγμα;
Εγώ απαντώ όχι. Προσοχή: η απόγνωση έχει κάθε δικαίωμα να υπάρχει μέσα στην τέχνη. Το "βρίζοντας το κοινό" είναι ένας από τους θεατρικούς κώδικες της εποχής μας, μιας εποχής που πρέπει όντως να αναμετρηθεί με ποικίλες συλλογικές αυταπάτες. Δεν είναι ανάγκη να αναπτύσσει κάποιος μια θετική και συμφιλιωτική εικόνα για να θεραπεύει τις αντιφάσεις ή να ανακουφίζεται προσωρινά. Αλλά η ρητορική του χαμού και του βδελύγματος είναι η άλλη όψη της συλλογικής κολακείας. Και συνδέεται (πέρα από προθέσεις) με έναν χρεοκοπημένο αριστοκρατισμό. Αν αυτό μπορεί να λογιστεί ως αντικομφορμιστική σκέψη, για μένα είναι κυρίως θόρυβος. Ένας ανώδυνος "εξτρεμισμός" δίπλα σε όλες τις άλλες απιθανότητες της εποχής των selfies».
Ο Φλύαρος σχολίασε κάποιες αποστροφές του κειμένου: «"Ο λαός αυτός πρέπει να τιμωρηθεί" λέτε, κύριε Δημητριάδη. Από ποιον; "Πρέπει να επιβληθεί αναφανδόν αυτή η τιμωρία". Από ποιον και με ποιο δικαίωμα; Ποιος αποφασίζει, κ. Δημητριάδη; Εσείς; Η "θεία δίκη"; Και σε περίπτωση που δεν καταλάβατε, οι γενικόλογες αυτές απόψεις (όλοι, ένοχοι και αθώοι, στην πυρά) παραπέμπουν οι ίδιες στο τέρας του φασισμού».
Ο aristogeton πρόσθεσε: «Aφού η αφύπνιση των νεοελλήνων δεν επήλθε με το σπουδαιότατο και προφητικότατο Πεθαίνω σαν χώρα... ο Δημητριάδης επανέρχεται με τα πιστοποιητικά του θανάτου της Βδελυγμελλάδος. Ένα κείμενο κόντρα στον λαϊκισμό, φαινομενικά με τη γλώσσα και το ύφος των λαϊκιστών και ο νοών νοείτω. Πράξη καθαυτήν καθαρτική!».
Η Vasilia σχολίασε στο LIFO.gr «Τι άνθρωπος επιθυμεί να "τιμωρηθεί ο λαός (επομένως και τα παιδιά) χωρίς κανένα έλεος"; Μια χαρά δέχομαι την αλήθεια, τα λάθη μας, τις ευθύνες μας ως λαού και άλλα τόσα, όμως ένα τέτοιο αρνητικό κείμενο, με βαρείς χαρακτηρισμούς, με υπονοούμενα και καθόλου εξηγήσεις και αναλύσεις δεν με αγγίζει. Μια χαρά αναγνωρίζω και τα "λάθη" των ανώτερων πολιτικών και δεν θα πάρω εγώ την ευθύνη αν βγήκαν σκάρτοι. Πρόσφατα γράφτηκε ένα όμορφο άρθρο στους ΝYT για τους φτωχούς, δοκιμασμένους Έλληνες και την αξιέπαινη, αξιοπρεπή στάση τους απέναντι στους πρόσφυγες, σε αντίθεση με άλλα κράτη. Υπάρχει "πνευματική υγεία" σε αυτήν τη χώρα και εκεί πρέπει να εστιάσουμε. Ελπίζω πως θα βρούμε τον δρόμο μας. Δεν φτάνει να έχεις καθαρές πόλεις, δρόμους και οργανωμένη ζωή, θα πρέπει να είσαι πάνω απ' όλα άνθρωπος. Αν τα έχεις και τα δύο, καλύτερα ακόμα. Νομίζω πως το μεγαλύτερο ελάττωμα των Ελλήνων (όχι όλων) είναι το σύμπλεγμα κατωτερότητας που τους διακατέχει».
Ο Μουχός πρόσθεσε: «Θυμάμαι που έλεγε σε παλιότερη συνέντευξη να εφορμήσει ο λαός στο Κοινοβούλιο και να τους σφάξει όλους. Σίγουρα, η οργή και η απελπισία για την Ελλάδα έχουν εμπνεύσει στον Δημητριάδη σημαντικά έργα, αλλά ό,τι μπορεί να λειτουργήσει ως τέχνη δεν μπορεί απαραίτητα να λειτουργήσει ως κριτικός λόγος. Κάποτε, μάλιστα, μοιάζει με σκέτο παραλήρημα».
Τέλος ο los pollos έγραψε: «Η αυτοκριτική ενός λαού, μέσω της πένας πνευματικών ανθρώπων, είναι δείγμα υγιούς σκέψης. Ο κ. Δημητριάδης, έχοντας ζήσει όλες τις φάσεις της μεταπολεμικής Ελλάδας, πιστεύω ότι περιγράφει με εύγλωττο τρόπο όσα θα έλεγε οποιοσδήποτε άνθρωπος της ηλικίας του. Εμείς, ως αναγνώστες, λοιπόν, θα πρέπει να ξεχωρίσουμε τα "ξερά από τα χλωρά" της κριτικής του κ. Δημητριάδη και να προβληματιστούμε με το αν όντως, μέσω της τιμωρίας, που, κακά τα ψέματα, δεν έχουμε υποστεί ακόμα, θα επέλθει η κάθαρση».
σχόλια