☛ «Τι ήταν αυτό που έκανε τα '80s ξεχωριστά;» αναρωτήθηκε στο άρθρο του ο Θοδωρής Αντωνόπουλος, απαριθμώντας τα θετικά και τα αρνητικά της δεκαετίας.
Η αναγνώστρια Χριστίνα Μπέλλου (της γενιάς των '90s, όπως γράφει) μας έστειλε την ακόλουθη επιστολή:
«Κύριε Αντωνόπουλε, το 1980 ήμουν 2 χρονών.
Ξεκίνησα, λοιπόν, να διαβάζω το άρθρο σας προκειμένου να πάρω μια γεύση από μια δεκαετία που δεν θυμάμαι σχεδόν καθόλου, εκτός από κάτι θολές αναμνήσεις από φριχτά μαλλιά με περμανάντ, τεράστιες βάτες και άλλα τέτοια στυλιστικά τέρατα (που εύχομαι η ανθρωπότητα να μη χρειαστεί να αντιμετωπίσει ποτέ, ποτέ ξανά) και κάτι ανεκδιήγητες βιντεοταινίες που ελπίζω να μην πέσουν ποτέ στα χέρια εξωγήινων και γίνουμε ρεζίλι ως ανθρώπινο είδος.
Αν ανάμεσα στα θετικά της δεκαετίας πρέπει να λογίζεται η ευκολία "να πλαγιάσεις με έναν ή και περισσότερους αγνώστους που γνώρισες κάπου τυχαία" ή το να "πετύχεις έναν μεγάλο συγγραφέα να εκδίδεται ως τρανς" (Ειλικρινά, αυτό το θέλατε και το γράψατε; Η ιδιωτική ζωή του καθενός είναι ΙΔΙΩΤΙΚΗ και σε καμία περίπτωση λόγος για μια δεκαετία να είναι "και γαμώ τις φάσεις, δικέ μου" ή όχι), τότε είμαι πανευτυχής που ούτε έζησα τα '80ς ούτε και πρόκειται να επιστρέψουν ποτέ. Μήπως αυτό με κατατάσσει κι εμένα στους "συντηρίλες νοικοκυραίους"; Ή μήπως μου αναγνωρίζετε το δικαίωμα να έχω διαφορετικές απόψεις για το σεξ και την πολυγαμία, χωρίς να μου κολλάτε υποτιμητικές ταμπέλες; (...)».
Ο δε Vardaris σχολίασε: «Είναι πραγματικά εντυπωσιακό πόσο διαφορετική ανάγνωση κάνουμε για την ίδια περίοδο, η οποία δεν απέχει και τόσο από το σήμερα, κ. Αντωνόπουλε.
Τελικά, τα αρνητικά ποια ήταν; Ότι ο Αντρέας δεν έκανε περισσότερα "καλά"; Ή ότι ουσιαστικά άρχισε η καταστροφή της χώρας; Διάλυση του Δημοσίου, ηθική κατάπτωση, υπερχρέωση, απαξίωση της αριστείας και της αξιοκρατίας, παντού κομπίνα και λαμογιά, για να πω λίγα μόνο. Και δεν ήταν "αριστερούτσικο" το ΠΑΣΟΚ του '81, ήταν καραμπινάτη αριστερά, εκτός αν αριστερά είναι για σας μόνο ο κομμουνισμός. Έξω από το ΝΑΤΟ λέγανε, έξω από την ΕΟΚ, έξω οι βάσεις κ.λπ. Κρατικοποίηση των πάντων, κλείσιμο και καταστροφή της εγχώριας βιομηχανίας κ.λπ. Τι άλλο θα έπρεπε, δηλαδή, να κάνουν;
Κατανοώ ότι για κάποια κοινωνικα στρώματα, τα οποία ήταν στη φτώχεια, ο Ανδρέας ήταν ο σωτήρας που τους έδωσε τη δυνατότητα να λαδώσουν το αντεράκι τους στο όνομα της αλλαγής και της, και καλά, επανόρθωσης των ηττημένων του Εμφυλίου. Το ότι μ' αυτά και μ' αυτά διέλυσε μακροπρόθεσμα τη χώρα, δεν απασχολεί κανέναν. Αλλά κάποια στιγμή πρέπει να μας απασχολήσει...».
Τέλος, ο mimikos έγραψε: «Εν ολίγοις, στα '80s υιοθετήσαμε ό,τι πιο καρακίτς με καμένη ρίζα, μαλλί κάγκελο απ' τη λακ, μια τεράστια τρύπα του όζοντος από τη λακ, βάτες που έπαιρναν κεφάλια, αναβιώσαμε την ομηρική διάλεκτο: "πού 'σαι, ρε δικέ μου", "έλα, ρε δικιά μου", "είδα τον έτσι να κυκλοφορεί με ένα εργαλείο!", αλλά βγήκαν μακράν τα καλύτερα συγκροτήματα και τα ωραιότερα τραγούδια όλων των εποχών. Ξέχασα κι ένα ξεπούλημα του αξιακού συστήματος της χώρας, που πληρώνουμε σήμερα».
☛ «Θέλω να γυρίσω σπίτι» λεγόταν το εντιτόριαλ του Στάθη Τσαγκαρουσιάνου, στο οποίο κατέληγε πως καθένας γίνεται αυτό που είναι.
«Αγαπητέ Στάθη, έχουμε γυρίσει ήδη στο "σπίτι" μας εδώ και καιρό» του έγραψε ο Μιχάλης Ζευγουλάς. «Στους φίλους που μας στάθηκαν, στο ερωτικό μας κρεβάτι που δεν μας πρόδωσε, στην πόλη, που αν και κακοποιημένη, έχει ακόμη φωτεινά δρομάκια και ανοίγματα στον ουρανό. Στους στίχους που απαγγέλλουμε μπροστά σε ανοιχτά παράθυρα. Σε πρόσωπα που δεν ξέρουν ποιος είναι ο Προυστ, δεν έχουν ακούσει Σκαλκώτα η Τσάρλς Άιβς, που δεν διάβασαν Τζούντιθ Μπάτλερ ή Μίλτο Σαχτούρη και ίσως γι' αυτό σε κατανοούν, σ' αγαπούν και σε συμπονούν.
Κι όταν χτυπάς την πόρτα τους σε φιλεύουν σπιτικό τουρσί και ζυμωτό ψωμί και σε τρατάρουν βύσσινο γλυκό! Τότε συνειδητοποιείς ότι αυτοί και αυτή είναι η χώρα σου και αποφασίζεις να χτίσεις εδώ, για πάντα, την καλύβα σου!»
☛ Για τη Μαρφίν, έξι χρόνια μετά, έγραψε ο Νικόλας Σεβαστάκης, και ο ανώριμος23 σχολίασε:
«Δυστυχώς, αυτή η πράξη της Μαρφίν εκφράζει απόλυτα μεγάλο μέρος της νεοελληνικής κοινωνίας και την ηθική του λαού. Όποιος δεν έχει δουλειά ή χρήματα, εύχεται να πεθάνουν όσοι έχουν ακόμα ένα εισόδημα ή βγάζουν φήμες ότι π.χ. "κάθισαν" σε κάποιον κ.λπ. για να πάρουν τη δουλειά, ξεφτιλίζοντας προσωπικότητες. Αυτή είναι η καθαρά εκδικητική, μισάνθρωπη φύση του λαουτζίκου απέναντι σε όσους έχουν ακόμα ένα εισόδημα και τους ευκατάστατους. Όχι, ο Έλληνας δεν θέλει να ψοφήσει η κατσίκα του γείτονα, αυτό είναι ωραιοποίηση. Θέλει να ψοφήσει ο γείτονας επειδή έχει δύο φράγκα παραπάνω (για τα οποία εργάστηκε σκληρά αυτός ή οι πρόγονοί του)».