1.
Σίκλγκρουμπερ. Ο πολύς Νόρμαν Μέιλερ είχε χωρίσει το μεγαλειώδες αφήγημά του για τις εξεγέρσεις στις Ηνωμένες Πολιτείες, τις Στρατιές της Νύχτας (1968), σε δύο μέρη: Το Μυθιστόρημα σαν Ιστορία και Η Ιστορία σαν Μυθιστόρημα. Την ίδια εποχή, συγκεκριμένα δύο χρόνια πριν, ο Τρούμαν Καπότε, με το Εν ψυχρώ (1966), το οποίο ο ίδιος χαρακτήρισε μη μυθοπλαστικό μυθιστόρημα (non-fiction novel) επιχειρεί, επίσης, μια δυναμική σύνθεση γεγονότων και φαντασίας. Ο Χάρης Βλαβιανός (Ρώμη, 1957) επιχειρεί, και επιτυγχάνει καίρια, να συνθέσει ένα «μυθοπλαστικό ντοκουμέντο» που εκκινεί από τον εγκλεισμό του Αδόλφου Χίτλερ στις φυλακές Λάντσμπεργκ και όχι μόνο δεν σταματάει εκεί αλλά προσφέρει και κρίσιμες αφορμές για σκέψεις σχετικά με το σήμερα. Το βιβλίο Το κρυφό ημερολόγιο του Χίτλερ (εκδ. Πατάκη) θεμελιώνεται στιβαρά στα δύο έλλογα πάθη του Βλαβιανού, την Ποίηση και την Ιστορία, όπως άλλωστε επισημαίνει στην εισαγωγή ο Κώστας Κωστής: «Το έργο του αναπτύσσεται γύρω από δύο άξονες. Ο πρώτος είναι η Ιστορία, την οποία σπούδασε στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης [...] Ο δεύτερος άξονας, η Ποίηση, έρχεται για να προσφέρει στον Βλαβιανό το κατάλληλο θεωρείο αλλά και τις αναγκαίες διόπτρες για να βλέπει τον κόσμο και να τον κατανοεί. Διότι ο Βλαβιανός είναι, πριν από οτιδήποτε άλλο, ποιητής». Προσθέτω και έναν τρίτο άξονα: το χιούμορ. Ένα χιούμορ λίαν σοβαρό, ας μου επιτραπεί το παράδοξο, ένα χιούμορ που συνδυάζει το βρετανικό όμβριο φλέγμα και την ηλιόλουστη μεσογειακή ευφροσύνη. Οι τρεις αυτοί άξονες επιτρέπουν στον Βλαβιανό να βάλει τον Χίτλερ να προβαίνει στην εξής ημερολογιακή εγγραφή: «11 Ιανουαρίου 1924. Το μόνο καλό που έκανε ο παππούς μου ήταν να αλλάξει το φριχτό του όνομα από "Σίκλγκρουμπερ" σε "Χίτλερ". (Δεν μπορώ να φανταστώ τους οπαδούς μου να με επευφημούν, φωνάζοντας "Zήτω Σίκλγκρουμπερ!". Θα ήταν γελοίο.). Και το μόνο καλό που έκανε ο μεθύστακας ο πατέρας μου ήταν να παντρευτεί αυτό τον άγγελο που άκουγε στο όνομα Κλάρα».
2.
Πάλι ρέγγα. Επιμένω στον τρίτο άξονα, το χιούμορ. Διότι όταν το χιούμορ δεν συνδυάζεται με ευρύτητα γνώσεων, εμπεριστατωμένη τεκμηρίωση και βαθιά αγωνία για το σήμερα και το αύριο, είναι μια ελεεινή πλάκα. Απεναντίας, όπως στην περίπτωση του Βλαβιανού, όταν είναι απόρροια γνώσεων και ευαισθησίας, και ιδίως όταν εντάσσεται οργανικά στην αφήγηση, το χιούμορ γίνεται ισχυρό μέσο διαύγασης, σύμφωνα με τον Κορνήλιο Καστοριάδη, γίνεται ο προβολέας που ρίχνει φως στις σκοτεινές πτυχές ή/και σε εκείνες που αφήνουμε να περάσουν απαρατήρητες. Το χιούμορ του Βλαβιανού αποδομεί την εξουσιομανία του Χίτλερ, αποδιαρθρώνει την τάχατες φιλοσοφικά διαρθρωμένη σκέψη του, αποσυναρμολογεί το μοντέλο που ήθελε να επιβάλει στην ανθρωπότητα. Μέσα από το χιούμορ αποκαλύπτεται ο συμπλεγματικός χαρακτήρας του τότε τριανταπεντάρη Χίτλερ και επίσης η απέχθειά του για τις γυναίκες, οι ποταπές ραδιουργίες του εναντίον και των πιο πιστών οπαδών του, οι μηχανισμοί μέσα του που τον ωθούν να κομπάζει τη μια στιγμή και την άλλη να ξεπέφτει σε έναν καταγέλαστο αυτο-οικτιρμό. Ήδη, στην πρώτη εγγραφή, της 14ης Νοεμβρίου 1923, ο Χίτλερ ελεεινολογεί: «Είμαι ένα τίποτα», και στην έκτη, της 25ης Νοεμβρίου, το επαναλαμβάνει: «Είμαι ένας απλός χωριάτης, ένας αποτυχημένος καλλιτέχνης, ένα τίποτα». Ακόμα και οι πιο καθημερινές, φυσιολογικές στιγμές και λειτουργίες των ανθρώπων γίνονται αφορμή για συμπλεγματικά ξεσπάσματα που αριστοτεχνικά αποδίδει η πένα του Βλαβιανού, θυμίζοντάς μας εκείνο το τραγούδι του Μπομπ Ντίλαν, το περιλάλητο «It's alright, Ma (I 'm only bleeding», που λέει σαρκαστικά: «But even the President of the United States / Sometimes must have / To stand naked».
3.
Η επιδημία του «ντανταϊσμού». Στο Κρυφό Ημερολόγιο, όπου βρίσκουμε και τα σχεδιάσματα για τη συγγραφή, μάλλον την υπαγόρευση στον Εμίλ Μωρίς, αρχικά, και στον Ρούντολφ Ες εν συνεχεία, του διαβόητου «μανιφέστου» του Χίτλερ, Ο Αγών μου, ο Βλαβιανός καταγράφει και τις αντιλήψεις του Φίρερ σχετικά με τη φιλοσοφία και την τέχνη. Μας τον παρουσιάζει, ορθότατα, ως έναν φρικαλέα τσαπατσούλη αναγνώστη που συναντάται με κορυφαία έργα της ανθρώπινης σκέψης μόνο και μόνο για να σπεύσει, στρεβλώνοντάς τα μες στην ακατανοησία του, να επιβεβαιώσει ήδη ειλημμένες αποφάσεις και ήδη συγκροτημένες απόψεις. Στην εγγραφή της 4ης Σεπτεμβρίου 1924 διαβάζουμε το παραλήρημα: «Ο εκφυλισμός της τέχνης στη σημερινή Γερμανία. Η επίδραση του μπολσεβικισμού. Η πνευματική κατάπτωση, όπως αποτυπώνεται στα έργα των φουτουριστών και των κυβιστών. Η επιδημία του "ντανταϊσμού" [...] Αν ο Παρθενώνας συμβολίζει τον αιώνα του Περικλή, μια μπολσεβίκικη, αποτρόπαια, κυβιστική γκριμάτσα συμβολίζει τον δικό μας αιώνα».
radiobookspotting.blogspot.gr/
To άρθρο δημοσιεύτηκε στην έντυπη LIFO.