Ο ΑΜΕΡΙΚΑΝΟΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ Τομπάιας Γουλφ (γ. 1945), παρά τα βραβεία που έχει αποσπάσει για τις νουβέλες και τα τσεχοφικής υφής διηγήματά του, όχι μόνο άργησε να μεταφραστεί στη γλώσσα μας, αλλά και από τα τρία βιβλία του που εκδόθηκαν κάποια στιγμή στην Ελλάδα («Το παλιό σχολείο», «Ο κλέφτης του στρατοπέδου», «Η χαρά του πολεμιστή και άλλα διηγήματα») κανένα δεν κυκλοφορεί πια…
Όσοι έχουν δει τις «Αγεφύρωτες σχέσεις» του Μάικλ Κέιτον-Τζόουνς με τους Ρόμπερτ ντε Νίρο και Έλεν Μπάρκιν, δεν αποκλείεται να έχουν εντοπίσει τον Γουλφ «κρυμμένο» πίσω από την εφηβική μορφή του Λεονάρντο ντι Κάπριο, σ’ έναν από τους πρώτους ρόλους της καριέρας του. Βασισμένη στο αυτοβιογραφικό του μυθιστόρημα «This boy’s life», η ταινία εκτυλίσσεται στην επαρχία τα χρόνια του ’50, τότε που το αμερικανικό όνειρο αναζωπυρωνόταν, και παρακολουθεί την προσπάθεια μιας χωρισμένης μητέρας να ξαναφτιάξει τη ζωή της μ’ έναν νέο δυναμικό σύντροφο. Στο πρόσωπο, ωστόσο, του τελευταίου, ο γιος της αντικρίζει έναν άξεστο δυνάστη. Και η μόνη διέξοδος που του προσφέρεται είναι η επανάσταση και η φυγή.
Έργο μυθοπλασίας βασισμένο σε βιωμένο υλικό, το «Παλιό σχολείο» (μετ. Π. Κοντογιάννης, Πόλις, 2008) πιάνει τη σκυτάλη από το σημείο που το alter ego του Τομπάιας Γουλφ, πάντα μανιώδης αναγνώστης και υπότροφος σπουδαστής τώρα σ’ ένα αριστοκρατικό οικοτροφείο αρρένων της Νέας Αγγλίας, αγωνίζεται να ισορροπήσει ανάμεσα στην ντροπή που νιώθει για την ταπεινή καταγωγή του και τη φιλοδοξία που συνεπαίρνει όλο του το είναι, να καταξιωθεί δηλαδή μια μέρα ως σπουδαίος συγγραφέας. Πώς, όμως, είναι δυνατόν να διαπρέψει σ’ έναν στίβο όπου για να λάμψει κάτι πρέπει να ’ναι αληθινό, όταν ο ίδιος συνεχίζει να παίζει κρυφτό με το παρελθόν του, απαλείφει τις εβραϊκές του ρίζες και απορρίπτει τον πραγματικό του εαυτό;
Ο εκκολαπτόμενος συγγραφέας προχωρεί σε λογοκλοπή, ανήμπορος ν’ αντιληφθεί πως οικειοποιείται, έστω και παραλλάσσοντάς το ελαφρώς, το ξένο έργο. Απ’ τη μεριά του, ουδέποτε είχε υπάρξει τόσο ειλικρινής, αλλά η αλήθεια του δεν παύει να στηρίζεται σ’ ένα ψέμα που θ’ αποκαλυφθεί.
Δομημένο σ’ εννιά κεφάλαια, μέσα από τα οποία ζωντανεύουν και οι μορφές του ποιητή Ρόμπερτ Φροστ, της δημοφιλούς αλλά αμφιλεγόμενης Άιν Ραντ και του καταπονημένου Έρνεστ Χέμινγουεϊ λίγους μήνες πριν αυτοκτονήσει, το «Παλιό σχολείο» μάς εισάγει σ’ ένα σύμπαν όπου η λογοτεχνία διαθέτει μεγαλύτερη βαρύτητα από την πολιτική, όπου τ’ αγόρια νοιάζονται περισσότερο για τις λέξεις παρά για τα κορίτσια κι όπου, όταν παραβιάζεται ο σχολικός κώδικας τιμής, οι κυρώσεις είναι εξευτελιστικές.

Όπως όλοι σχεδόν οι συμμαθητές του, έτσι κι ο ανώνυμος αφηγητής του βιβλίου λαχταράει να διακριθεί στον ετήσιο διαγωνισμό διηγήματος που συνοδεύει την επίσκεψη ενός διάσημου συγγραφέα στο σχολείο, με έπαθλο μια κατ’ ιδίαν συνομιλία του εκλεκτού προσκεκλημένου με τον σπουδαστή που εκείνος έχει στέψει νικητή. Παραλυμένος από θαυμασμό τόσο για τα γραπτά όσο και για τον μύθο που περιβάλλει τον Χέμινγουεϊ, ο ήρωας του Γουλφ αναβάλλει διαρκώς την αναμέτρησή του με τη λευκή σελίδα. Μέχρι που, ξεφυλλίζοντας μια παλιά λογοτεχνική επιθεώρηση αντίπαλου κολεγίου θηλέων, η ματιά του πέφτει σ’ ένα διήγημα που τον εκφράζει σε τέτοιο σημείο, λες κι η δημιουργός του είχε λεηλατήσει το θησαυροφυλάκιό του κι όλα του τα μυστικά είχαν εκτεθεί: το ξεπούλημα των παλιών του φίλων για καινούργιους, η λύσσα του για κοινωνική μετεγγραφή, το βάσανο να υποδύεται πως είναι άλλος για να τον αποδεχτούν.
Ο εκκολαπτόμενος συγγραφέας προχωρεί σε λογοκλοπή, ανήμπορος ν’ αντιληφθεί πως οικειοποιείται, έστω και παραλλάσσοντάς το ελαφρώς, το ξένο έργο. Απ’ τη μεριά του, ουδέποτε είχε υπάρξει τόσο ειλικρινής, αλλά η αλήθεια του δεν παύει να στηρίζεται σ’ ένα ψέμα που θ’ αποκαλυφθεί. Παρ’ όλα αυτά, η αποβολή του από το σχολείο, η ολιγόμηνη επιβίωσή του στη Νέα Υόρκη με χαμαλοδουλειές και η εθελοντική του στράτευση αργότερα στον πόλεμο του Βιετνάμ δεν θα τον απομακρύνουν από τον στόχο του. Κι όταν πια θα τον έχει πετύχει, όλες του οι ψευδαισθήσεις θα έχουν κάνει φτερά. Γιατί, στο μεσοδιάστημα, δούλεψε τόσο σκληρά όπως όλοι εκείνοι που κάποτε περιφρονούσε, έζησε περισσότερο «σαν τραπεζίτης παρά σαν παράνομος» και οι μεγαλύτερες χαρές του δεν ήταν άλλες από τις οικογενειακές…
Ο συγγραφέας, μας λέει ο Τομπάιας Γουλφ, δεν ζει οπωσδήποτε μια συναρπαστική ζωή. Και κατά κανόνα, οι «παράνομοι» γράφουν το ίδιο καλά με τους «τραπεζίτες», αν και για πιο σύντομο χρονικό διάστημα. «Κάποιοι ευδοκιμούν σαν καιροσκόπα παράσιτα, κρυμμένοι ανάμεσα στους συμπολίτες τους, κι άλλοι προτιμούν την κακουχία κάθε μορφής ερήμου». Κανένας όμως δεν μπορεί να πει πότε ακριβώς έγινε συγγραφέας. «Όλα συγκροτούνται πολύ αργότερα, κι αφού οι ιστορίες ειπωθούν πολλές φορές, παίρνουν το χαρακτήρα της ανάμνησης και μπλοκάρουν κάθε άλλο μονοπάτι ιχνηλασίας». Κάπως έτσι προέκυψε και το «Παλιό σχολείο»: ένα μυθιστόρημα ενηλικίωσης και μαθητείας στην Αμερική του 1960, ιδανικό για τους γητεμένους από την τέχνη της γραφής σε κάθε χώρα, σε κάθε εποχή.