Ο σύγχρονος Σκωτσέζος ποιητής Ντον Πάτερσον είχε γράψει κάποτε: «Ο αφορισμός είναι ένα σύντομο χάσιμο χρόνου. Το ποίημα είναι ένα πλήρες χάσιμο χρόνου. Η νουβέλα είναι ένα μνημειώδες χάσιμο χρόνου». Πλάκα έκανε (σχεδόν) πάντως, και όταν σκάρωνε αυτό το ημιπροβοκατόρικο τσιτάτο δεν είχαν γραφτεί ακόμα ένα κάρο μικροαναλύσεις που τοποθετούν τα tweets στη μακρά παράδοση του αφοριστικού λόγου που ξεκινά επίσημα από τους Αφορισμούς του Ιπποκράτη για να περάσει από τις Σκέψεις του Πασκάλ και τα Maximes (Αξιώματα) του Λα Ροσφουκώ στις πνευματώδεις ατάκες του Όσκαρ Ουάιλντ και της Ντόροθι Πάρκερ ως τις μέρες μας, που, λίγο-πολύ, όλοι ταλαιπωρούμε το είδος στα social media. «Ars longa, vita brevis»: τη ρήση του Ιπποκράτη ακόμα κι εμείς από τα λατινικά τη μάθαμε, παρ' ότι στα ελληνικά λέει πολύ περισσότερα: «Ο βίος βραχύς, η δε τέχνη μακρή, ο δε καιρός οξύς, η δε πείρα σφαλερή, η δε κρίσις χαλεπή». Και συνεχίζει με κάτι αμιγώς ιατρικά, όπως αμιγώς ιατρικά ήταν και τα περισσότερα αποφθέγματά του, με πιο χαριτωμένο ίσως αυτό που σημείωνε καθησυχαστικά ότι «οι ευνούχοι δεν παθαίνουν ουρική αρθρίτιδα ούτε κάνουν φαλάκρα».
Η Αμερικανίδα συγγραφέας (συγγραφέας σθεναρή, όχι ευκαιριακή τσιτατολόγος) Sarah Manguso είναι ίσως η πιο σημαντική εκπρόσωπος του σύγχρονου αγγλόφωνου αφοριστικού λόγου και συνειδητά δεν έχει λογαριασμό στο Twitter επειδή, όπως έχει τονίσει, «άλλο πράγμα η συνοπτικότητα των σπαραγμάτων και των θραυσμάτων στον συλλογικό αποχνουδωτή μυαλών του Ίντερνετ κι εντελώς άλλο η συνοπτικότητα των καλύτερων αφορισμών, που είναι αυτόνομοι και πλήρεις... Σας παρακαλώ, μην προσπαθήσετε να με πείσετε ότι το ρομάντσο μου με τον συνοπτικό, λακωνικό λόγο έχει να κάνει με τον τρόπο που βιώνουμε πλέον την πραγματικότητα ή ότι θα έπρεπε να είμαι στο Twitter επειδή προτιμώ τη σύντομη λογοτεχνία ή ότι το γούστο μου δεν είναι παρά ένα σύμπτωμα της παθολογικής μου αδυναμίας να εστιάσω ή να αφοσιωθώ κάπου ή ότι, αφού έχω παιδί, δεν έχω πια τον χρόνο να γράψω μακροσκελή κείμενα».
«Σπανίως βαριέμαι στο σπίτι, βαριέμαι συχνά όμως όταν ταξιδεύω. Στο σπίτι, όπου η καθημερινή ρουτίνα είναι αρκετά αυτοματική έτσι ώστε να μπορώ να την αγνοώ σχεδόν, είμαι ελεύθερη να σκεφτώ ό,τι θέλω»
Φυσικά και έχει γράψει μακροσκελή κείμενα, συχνά υπό τη μορφή βιωματικών αφηγήσεων που τοποθετούνται αμήχανα στο είδος των απομνημονευμάτων (memoirs), όπου όμως οι (δουλεμένοι και διόλου αβασάνιστοι) αφορισμοί σκάνε σαν προβολές ενόρασης που έχουν γεννηθεί μέσα από την εμπειρία και την παρατήρηση. «Ο χρόνος μάς τιμωρεί, παίρνοντάς μας τα πάντα, αλλά επίσης μας σώζει – παίρνοντάς μας τα πάντα» είχε γράψει στο βιβλίο Ongoingness: The end of a diary, σε μία από τις πολλές αποστροφές που έχουν να κάνουν με απόπειρες διαχείρισης του χρόνου και συχνά τίθενται εναντίον της παραλυτικής ενδοσκόπησης, της αέναης προσμονής και της άστοχης ονειροπόλησης ενός μέλλοντος όπου όλα κάπως θα έχουν δέσει ως διά μαγείας. Από το Two kinds of decay: «Η ύπαρξή μου, από ένα βέλος φωτός που στόχευε στο μέλλον, συρρικνώθηκε σε μια κηλίδα φωτός που ήταν η παρούσα στιγμή. Έγινα καλύτερη στο να ζω μ' αυτό το σημείο αναφοράς. Του έδωσα όλη την προσοχή μου. Το αγάπησα πολύ».
Στο ίδιο βασανιστικό μοτίβο πηγαινοέρχεται τακτικά. Από το Ongoingness και πάλι: «Το να ζεις με το όνειρο του μέλλοντος θεωρείται ατέλεια χαρακτήρα. Το να ζεις στο παρελθόν, μουσκεμένος στη νοσταλγία, επίσης θεωρείται ατέλεια του χαρακτήρα. Το να ζεις στην παρούσα στιγμή μπορεί να χαιρετίζεται συχνά ως πνευματικά αξιοθαύμαστο, η άγνοια όμως αυτών που μας διδάσκει η Iστορία ή η αποτυχία να σχεδιάσεις στοιχειωδώς το μέλλον επίσης θεωρούνται ατέλειες του χαρακτήρα... Το μόνο που ήθελα ήταν να μάθω πώς να κατοικήσω στον χρόνο μ' έναν τρόπο που δεν μπορούσε να θεωρηθεί ατέλεια του χαρακτήρα... Ίσως το πρόβλημα είναι ότι η υφή της ζωής είναι ελαστική, ότι μπορεί να μοιάζει και να είναι πλήρης σε ποικίλα επίπεδα πληρότητας. Ή ίσως τελικά να είμαστε κακοί κριτές της πληρότητας της ζωής μας. Ή ίσως οι έννοιες της κενότητας και της πληρότητας αποτελούν φτωχές μεταφορές για την ευτυχία, αν η ευτυχία είναι στην πραγματικότητα το θέμα που συζητάμε».
Στο νέο της βιβλίο, που κυκλοφορεί αυτές τις μέρες στην Αμερική, η Sarah Manguso εγκαταλείπει τα προσχήματα και παρουσιάζει ένα μανιφέστο ύπαρξης, ένα σχέδιο ζωής με τη μορφή 300 αφορισμών ή επιχειρημάτων, όπως δηλώνει ο τίτλος της έκδοσης (300 Arguments). Ιδού κάποια που έχουν προδημοσιευτεί και τα προσυπογράφω με χέρια και πόδια:
«Σπανίως βαριέμαι στο σπίτι, βαριέμαι συχνά όμως όταν ταξιδεύω. Στο σπίτι, όπου η καθημερινή ρουτίνα είναι αρκετά αυτοματική έτσι ώστε να μπορώ να την αγνοώ σχεδόν, είμαι ελεύθερη να σκεφτώ ό,τι θέλω».
«Η θέληση μπορεί να επιτύχει κάποια πράγματα, πρέπει όμως κανείς να εξαντλήσει τη θέλησή του για να μάθει ποια είναι αυτά».
«Η πρόοδος συμβαίνει στο σκοτάδι, όταν δεν προσπαθείς πια».
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO
σχόλια