Από την αυγή του ακόμα, και πριν γίνει πολιτισμικό καθεστώς, το κίνημα της πολιτικής ορθότητας έξυνε τα αντιδραστικά αντανακλαστικά πολλών ανθρώπων που απολάμβαναν να σαρκάζουν τον στεγνό συχνά ευσεβισμό του. Η αντίδραση, όμως, είναι ύπουλο και ανεξέλεγκτο πράγμα και η απόσταση από το να ρίχνεις «για πλάκα» δολώματα στις ευαισθησίες όσων υπεραμύνονται των δικαιωμάτων των μειονοτήτων μέχρι του να ενδυθείς έναν υπερσυντηρητικό, ξενοφοβικό, σεξιστικό (ζουρλο)μανδύα, μπορεί να είναι πολύ μικρή. Δεν είμαστε ως έθνος στην πρώτη γραμμή των πολιτιστικών πολέμων που έχουν προκαλέσει οι κανόνες πολιτικής ορθότητας, διαπιστώνει πάντως κανείς, καθημερινά πλέον, και εδώ την ευκολία με την οποία κάποιοι μετακινούνται από προοδευτικές και φιλελεύθερες θέσεις σε μια άκαμπτη συντηρητική ατζέντα, είτε με πρόσχημα είτε με βασική αιτία τον κυβερνητικό τραγέλαφο της «πρώτης φοράς Αριστερά». Το Διαδίκτυο, τα ηλεκτρονικά fora και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχουν γίνει τα πεδία όπου εκφράζεται έντονα τέτοιου είδους «απενοχοποιημένη ασέβεια» από άτομα που επικαλούνται έναν ιδιότυπο ορθολογισμό («τι μου λες τώρα, αυτά είναι θεωρίες, εγώ τα βλέπω μπροστά μου») ως μέσο αντίστασης στην υποκρισία και στη λογοκρισία που επιβάλλει, υποτίθεται, η προστασία πάσης φύσεως μειονοτήτων.
Τελευταία, σερφάροντας (λέμε ακόμα σερφάροντας, αφού προ πολλού δεν πρόκειται για αναψυχή η περιδίνηση στο Διαδίκτυο αλλά για βασική απασχόληση;), πετυχαίνω διαρκώς μπροστά μου στην οθόνη του υπολογιστή την περίπτωση του Milo Yiannopoulos (Μίλων Γιαννόπουλος), του 32χρονου δημοσιογράφου από την Αγγλία, αφηρημένα ελληνικής καταγωγής (ο ίδιος το τονίζει πάντως, όποτε του 'ρχεται να παίξει με εθνικά στερεότυπα), που έχει εξελιχθεί σε viral προβοκάτορα, πολέμιο της πολιτικής ορθότητας και της τρίτης γενιάς φεμινισμού και φανατικό υποστηρικτή του Ντόναλντ Τραμπ. Γνήσιο τέκνο των καιρών και παιδί του ψηφιακού σωλήνα, έχει προλάβει στα 32 του να ανοίξει και να κλείσει ψηφιακά μέσα, να μπλέξει σε ένα σωρό σύγχρονες πολιτικές διαμάχες (από τη «φλωροποίηση» των video games μέχρι τα δικαιώματα των trans που τον βρίσκουν αντίθετο, αν και ο ίδιος είναι ανοιχτά γκέι), ενώ τον τελευταίο καιρό περιοδεύει ως ομιλητής σε αμερικανικά πανεπιστήμια, όπου τον υποδέχονται με πολεμικές ιαχές οι νεοσυντηρητικοί κάγκουρες και με έντονες αποδοκιμασίες οι φεμινίστριες και οι ακτιβιστές. Θα μπορούσε να είναι το παιδί που έκανε ο flamboyant δήμαρχος του Λονδίνου Μπόρις Τζόνσον με τον δικό μας, τον αλήστου μνήμης bon vivant βασιλόφρονα κοσμικογράφο Sir Taki (Τάκη Θεοδωρακόπουλο). Ο Μάιλο έχει χιλιάδες ακολούθους, απολαμβάνει τη δημοσιότητα και τη φήμη του ασεβούς εικονοκλάστη που τρολάρει ασύστολα και γενικώς την έχει ψωνίσει κανονικά – και πώς να μην την ακούσεις, όταν το «Forbes» σε αποκαλεί «Πολίτη Κέιν των Ψηφιακών Μέσων»;
Δεν είμαστε ως έθνος στην πρώτη γραμμή των πολιτιστικών πολέμων που έχουν προκαλέσει οι κανόνες πολιτικής ορθότητας, διαπιστώνει πάντως κανείς, καθημερινά πλέον, και εδώ την ευκολία με την οποία κάποιοι μετακινούνται από προοδευτικές και φιλελεύθερες θέσεις σε μια άκαμπτη συντηρητική ατζέντα, είτε με πρόσχημα είτε με βασική αιτία τον κυβερνητικό τραγέλαφο της «πρώτης φοράς Αριστερά».
Τον τελευταίο καιρό, μάλιστα, στο στόχαστρο του Μάιλο είχε βρεθεί και ο Γερμανός υπουργός Εσωτερικών της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας, Ραλφ Γιέγκερ, επειδή είχε δηλώσει ότι «αυτά που συμβαίνουν στα δεξιά chatrooms του Διαδικτύου είναι εξίσου αποτρόπαια με τις επιθέσεις εναντίον των γυναικών στην Κολωνία». Για την Άνγκελα Μέρκελ, δε, η άποψη του Μάιλο είναι ότι η ανεκτική της στάση στο προσφυγικό θέτει σε άμεσο κίνδυνο τη ζωή των γυναικών και των Εβραίων της Γερμανίας (αυτά ζούμε, να τα βλέπουν κάποιοι αριστεροί κι εδώ, που κατηγορούν τη Γερμανίδα καγκελάριο ότι, εκτός των άλλων, σιγοντάρει με τις πολιτικές της τον ρατσισμό και την ξενοφοβία). Εκεί, όμως, που τα σπάει κυριολεκτικά, είναι στη φανατική υποστήριξη του Ντόναλντ Τραμπ, του Μεσσία που τα λέει χύμα, τσεκουράτα και ακομπλεξάριστα, εκφράζοντας τον πόνο όλων των καταπιεσμένων από τις «αριστερές ελίτ της πολιτικής ορθότητας».
Μοιάζει αδύνατον να τον πάρεις στα σοβαρά ακόμα και ως προβοκάτορα, οι οπαδοί του όμως φαίνονται να παίρνουν πολύ σοβαρά αυτά που λέει και η μετεωρική άνοδος τύπων σαν τον Τραμπ ή διάφορων πολιτικών ηγετών της Ανατολικής (αλλά όχι μόνο) Ευρώπης το επιβεβαιώνει. Ο ίδιος ο Τραμπ δεν είναι ακριβώς πολιτικός ηγέτης, είναι το ασεβές ίνδαλμα μιας σύγχρονης λούμπεν αντικουλτούρας. Στηρίζοντάς τον, πολλοί νιώθουν ότι αντιστέκονται στους τσάρους της πολιτικής ορθότητας, στην άρχουσα τάξη των πεφωτισμένων που τους καταπιέζει, υποδεικνύοντάς τους σωστές και πρέπουσες συμπεριφορές που δεν θίγουν τις ευαισθησίες των πάσης φύσεως μειονοτήτων, αλλά θίγουν τη δική τους, μίζερη ήδη, καθημερινότητα. Άπειροι τέτοιοι άνθρωποι βρίσκονται και ανάμεσα στους υποστηρικτές του Λεβέντη, του Καμμένου και των χρυσαυγιτών. Το σκέφτομαι κάθε μέρα που βλέπω το σύνθημα «Φασισμός είναι τα πουστοκάναλα» στον τοίχο μιας πολυκατοικίας δύο τετράγωνα πέρα από το σπίτι μου.