Ο Αύγουστος δεν μπορεί να είναι Γενάρης, Φλεβάρης, Μάρτης, Απρίλης, Μάης, Ιούνης, Ιούλης, Σεπτέμβρης, Οκτώβρης, Νοέμβρης, Δεκέμβρης... Είναι πάντα Αύγουστος και δεν σηκώνει τέτοια δημώδη υποκοριστικά. Ο Αύγουστος σού επιτρέπει να επιδίδεσαι στα επτά θανάσιμα αμαρτήματα χωρίς ενοχές, παρόλο που η τεμπελιά μοιάζει να έχει γίνει ταμπού ακόμα και στις διακοπές, αν κρίνει κανείς από τον αριθμό των ανθρώπων που βλέπει κανείς με laptop στα νησιά, ακόμα και στις παραλίες. Σαν γιαπωνέζικος εφιάλτης φουτουριστικής εργασιομανίας είναι αυτό το πράγμα... Εγώ ακόμα και σε βιβλίο δυσκολεύομαι να συγκεντρωθώ, όταν έξω από το περίγραμμα της σελίδας συμβαίνουν τόσα όμορφα πράγματα με φόντο τον ήλιο και τη θάλασσα, πόσω μάλλον σε οθόνη. Αφύσικα πράγματα. Και η πλάκα είναι ότι αυτοί με τα laptop στις παραλίες δεν είναι οι εργασιομανείς γιάπηδες (οι οποίοι έχουν άλλου τύπου work hard-play hard νοοτροπία), αλλά τα ψώνια του αέναου networking, που πρέπει σώνει και καλά να ανανεώσουν τις ηλεκτρονικές σελίδες ή να τσεκάρουν τα mail τους... Μάλλον γι' αυτούς ο Αύγουστος δεν είναι τόσο πολύτιμος μήνας όσο για τον υπόλοιπο κόσμο που θέλει να κάνει διακοπές από αυτό που έκανε τον υπόλοιπο χρόνο (συνήθως πλέον, να περνά τις ώρες του μπροστά από μια οθόνη).
Όταν είσαι παιδί, ο Αύγουστος δεν είναι τόσο σημαντικός - είναι απλά άλλος ένας μήνας του μεγάλου καλοκαιριού. Η σημειολογία του βαραίνει απότομα όταν πιάσεις δουλειά και γνωριστείς με το μίζερο concept της άδειας και όλο το νταραβέρι διακανονισμών και διαπραγματεύσεων που προϋποθέτει. (Πότε; Πού; Για πόσο;) Αν έχεις και οικογένεια, άστα να πάνε... Σχεδιάζεις και κανονίζεις ξανά και ξανά και μετά κάνεις το σταυρό σου να πάνε όλα καλά στο ναρκοπέδιο των οικογενειακών διακοπών, όπου, εκτός των άλλων, η 24ωρη περιφρούρηση των παιδιών (ακόμα και σε ηλικία που κάποτε μπορούσες να εξαφανιστείς, αναζητώντας νέα ερεθίσματα παιχνιδιού για ώρες) περίπου επιβάλλεται πλέον. Γι' αυτό και βλέπεις όλο και περισσότερες νταντάδες πια στα νησιά, και όχι μόνο στις ευκατάστατες οικογένειες. Νταντάδες στις διακοπές... Ολόκληρο κεφάλαιο από μόνο του: το πρωί να τρέχεις ασθμαίνουσα πίσω από ξένα παιδιά και το βράδυ, στην έξοδο, να σου την πέφτουν οι local καυλιάρηδες. Ζωή κι αυτή...
Η ένταση του μήνα κορυφώνεται το Δεκαπενταύγουστο, και είναι κατανοητό ότι πολλοί δεν μπορούν να αντέξουν τόση διέγερση και τόσους «απελευθερωμένους» ανθρώπους σε περιορισμένο χώρο (αγοραφοβία στον παράδεισο), γι' αυτό και επιλέγουν να παραμείνουν στην πόλη. Κατανοητό μεν, ψιλοπαθολογικό δε. Είναι πολύ περίεργη ιστορία «η Αθήνα τον Αύγουστο». Το καλό είναι ότι, αν μη τι άλλο, έχουν εξατμιστεί η αναμονή και οι αμήχανες συζητήσεις που στοιχειώνουν τις συνευρέσεις του Ιουλίου (εσύ πότε φεύγεις;), αλλά, από την άλλη, πώς μπορείς να σνομπάρεις συνειδητά κάτι που για πολλούς πλέον συμπολίτες σου είναι άπιαστο όνειρο; Την ψυχή της εγκαταλελειμμένης πόλης (τον Αύγουστο οι κάτοικοι της Αθήνας τής δείχνουν κανονικά πού τη γράφουν, τρέχοντας μακριά με κάθε μέσο και συχνά κάτω από τις πιο απάνθρωπες συνθήκες) δεν τη σώζουν οι εστέτ urban αναχωρητές του Αυγούστου, αλλά οι ξένοι «μετανάστες» που ζουν στις παρυφές του κέντρου.
Δεν είναι όμως μόνο κάποιοι απ' αυτούς που επιλέγουν να μείνουν στην πόλη που προδίδουν έτσι τα αντιλαϊκά (για να μην πει κανείς μισανθρωπικά) τους ένστικτα, αλλά και πολλοί από τους «προχωρημένους» παραθεριστές. Άκουσα κάποιον να λέει τις προάλλες «εγώ ή μένω σε κότερο ή κάνω ελεύθερο κάμπινγκ» και δεν μου φάνηκε και τόσο εξωφρενικό. Είναι η επέκταση της λογικής «θέλω όλη την ερημική παραλία για μένα και τους φίλους μου, μακριά από τα «μπάνια του λαού». Το αστείο είναι ότι πολλοί από αυτούς τους ανθρώπους είναι (προνομιούχα και μη) φρικιά, που στην πόλη σκίζονται διαρκώς περί δημόσιου χώρου, κοινότητας κ.λπ... (Είναι προφανές ότι για κάποιους η έννοια της κοινότητας περιορίζεται σε όσους «είναι ακριβώς σαν τα μούτρα μας»). Από την άλλη, αν όντως σου κάτσει το «ιδανικό μέρος» μακριά από τις πάσης φύσεως τουριστοπαγίδες, γλιτώνεις από την απογοήτευση που παραμονεύει σε κάθε «αυθεντική» γωνιά, σε κάθε «γραφικό» σοκάκι, σε κάθε «παραδοσιακή» ταβέρνα, σε κάθε «ειδυλλιακή» παραλία. Γι' αυτό, από μια ηλικία και μετά ειδικά, πάει κανείς στα ίδια και στα σίγουρα: πού να τρέχεις τώρα να ανακαλύψεις καινούργια νησιά... Νιώθεις διαρκώς ότι παίζει κάτι που αγνοείς και μόνο οι «παλιοί» το ξέρουν, σαν νεοσύλλεκτος στο στρατό («χα χα, γιατί πήγατε εκεί ρε κωλόψαρα; Μόνο οι άσχετοι πάνε εκεί...).
Μ' όλα αυτά θέλω απλά να τονίσω το προφανές: λιγότερες προσδοκίες, λιγότερες απογοητεύσεις. Τα καλύτερα είναι πάντα τα απροσδόκητα. Ειδικά τον Αύγουστο...
σχόλια