Έχω προλάβει ηλικιακά όλους τους ΠτΔ της «Γ' Ελληνικής Δημοκρατίας», όπως κάποιες φορές αποκαλείται με στόμφο η μακρά περίοδος της Μεταπολίτευσης (τελείωσε ή ακόμα;). Ήταν πάντα εκεί, στο περιθώριο ουσιαστικά της πολιτικής επικαιρότητας, ως επίτιμοι εθνικοί εκπρόσωποι (ως παροπλισμένοι λυκειάρχες που καλούνται τιμής ένεκεν στις εθνικές επετείους να εκφωνήσουν τον πανηγυρικό) και ως διεθνείς παραστάτες της χώρας, που ασκούσαν «κατά διακριτική ευχέρεια», λιγότερο ή περισσότερο χαρισματικά, τις περιορισμένες τους αρμοδιότητες – συμβολικές της ενότητας και συνέχειας του κράτους και ρυθμιστικές του πολιτεύματος. Κατανοώ μεν τον συμβολικό, διακοσμητικό, άχαρο, ενωτικό χαρακτήρα του θεσμού, αλλά και να μην είχαν υπάρξει –ή να ήταν άλλοι, αντιστοίχως «εργαλειοποιημένοι» από τα μεγάλα κόμματα, στη θέση τους–, δεν θα είχε αλλάξει απολύτως τίποτα στη ζωή μου (μας). Ουδείς μου ήταν ποτέ ιδιαιτέρως συμπαθής (εντάξει, προφανώς ο Κωνσταντίνος Καραμανλής δεν μπορεί να κριθεί από τη θητεία του αυτή, στην οποία έμπλεξε δύο φορές μάλιστα), εκ των υστέρων πάντως αναγνωρίζω ότι ο γλαφυρός/γραφικός Σαρτζετάκης του «αναδέλφου» γένους και των κωμικοτραγικών επιλογών σε ζητήματα επικοινωνίας και δημόσιας εικόνας τουλάχιστον ήταν κάτι διαφορετικό σ' αυτή την γκρίζα αλληλουχία «πρώτων πολιτών του κράτους».
Ήταν ο πρώτος και ο τελευταίος ΠτΔ που δέχτηκε τόσο έντονο μπαράζ σκωπτικών σχολίων εις βάρος του (στη σύγχρονη εποχή των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, ουδείς αλώβητος, βέβαια, όπως συχνά αντιλαμβάνεται ο Προκόπης Παυλόπουλος, όχι ότι δεν πάει γυρεύοντας με τον ληθαργικό του οίστρο) και επίσης ο τελευταίος, πριν καθιερωθούν για λόγους ισορροπίας, καλλιέργειας συναινετικού κλίματος, στρατηγικής και εκλογομαγειρέματος, τα «αλλαξοκωλίδια» των κομμάτων εξουσίας με τις εκάστοτε υποψηφιότητες για τη θέση του «θεματοφύλακα των θεσμών». Από τότε, κατά κανόνα επιλέγεται κάποιος επιφανής πολιτικός β' διαλογής ως τοποτηρητής μιας αφηρημένης εθνικοφροσύνης –για να κρατάει τα μπόσικα κοινώς– που συνήθως καταγράφεται ως δημοφιλής στις σχετικές δημοσκοπήσεις, από τη στιγμή που κανείς δεν τρέφει έντονα συναισθήματα, ούτε για το πρόσωπο ούτε για τον ρόλο. Και πιο δημοφιλής απ' όλους υπήρξε ο πρόσφατα αποθανών Κωστής Στεφανόπουλος, ο οποίος, κατά τη διάρκεια των δύο προεδρικών θητειών του τη δεκαετία 1995-2005, διατηρούσε σταθερά την κορυφαία θέση στις θετικές γνώμες των πολιτών για τα δημόσια πρόσωπα στις σχετικές σφυγμομετρήσεις.
Έτσι είναι η φύση αυτού του ύπατου αξιώματος. Λειτουργεί και ως κολυμβήθρα του Σιλωάμ, στην οποία λειαίνονται οι κοφτερές γωνίες και ξεπλένονται τα αμφιλεγόμενα στοιχεία του πρότερου πολιτικού βίου.
Χαίρω πολύ! Ειδικά τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο της «επίπλαστης ευδαιμονίας», ακόμα κι ο Μπομπ Σφουγγαράκης να ήταν Πρόεδρος της Δημοκρατίας, θα χτύπαγε αστρονομικά ποσοστά δημοτικότητας. Και είναι βέβαιο ότι πολλοί τον έχουν συνδέσει με τα χρόνια της ευμάρειας και της πολιτικής σταθερότητας, γεγονός που εξηγεί –πέρα από τον στεγνό ευπρεπισμό που εξέπεμπε και το ότι «την είπε» στον Κλίντον μ' εκείνο το περίφημο λογύδριο αφηρημένης, οικουμενικής εθνικοφροσύνης– τις διθυραμβικές νεκρολογίες που έχουν γραφτεί αυτές τις μέρες. Ακόμα και ως εκπρόσωπος ενός κεντρώου φιλελευθερισμού παρουσιάστηκε ο εκλιπών ή, έστω, ως φορέας μιας καλοπροαίρετης κεντροδεξιάς (άλλο ένα δείγμα στροφής στο καταφύγιο του συντηρητισμού εν μέσω άγριων κοινωνικοπολιτικών συνθηκών), παρά το γεγονός ότι στην κομματική του καριέρα εμφανιζόταν ως ακραιφνής (καρα)δεξιός, ενώ οι στομφώδεις, καθαρευουσιάνικες ομιλίες του στο Κοινοβούλιο (πριν ανακηρυχθεί ΠτΔ) όχι μόνο δεν δικαιολογούσαν τον χαρακτηρισμό «αηδόνι της Βουλής», όπως τον αποκαλούσαν κάποιοι, αλλά θύμιζαν συχνά «δικολάβο επαρχιακού δικαστηρίου», όπως νομίζω τον είχε αποκαλέσει κάποτε ο Πάγκαλος.
Έτσι είναι η φύση αυτού του ύπατου αξιώματος.Λειτουργεί και ως κολυμβήθρα του Σιλωάμ, στην οποία λειαίνονται οι κοφτερές γωνίες και ξεπλένονται τα αμφιλεγόμενα στοιχεία του πρότερου πολιτικού βίου. Δεν θα μάθουμε ποτέ πώς ακριβώς θα λειτουργούσε ο ίδιος και ποια θα ήταν η συμπεριφορά της «κοινής γνώμης» αν είχε βρεθεί ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης σ' αυτήν τη θέση. Το βέβαιο είναι ότι όταν φύγει κάποτε κι εκείνος, οι RIPολογίες που θα ακολουθήσουν ένθεν και ένθεν θα ρίξουν πραγματικά το Ίντερνετ.
To άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO