Ο Μιχάλης είναι ένας άνθρωπος που ζει για να τρέχει. Η ιστορία του ξεκινά από τη Ρόδο, όπου γεννήθηκε και ξεκίνησε τον στίβο σε ηλικία μόλις πέντε χρονών. Από τότε ερωτεύτηκε το τρέξιμο και δεν το έχει αποχωριστεί μέχρι σήμερα, ακόμη και όταν του έτυχαν δυσκολίες, απέναντι στις οποίες λίγοι θα τα κατάφερναν όπως εκείνος. Μετρά πάρα πολλές επιτυχίες σε πανελλήνιο αλλά και παγκόσμιο επίπεδο, ενώ το καλοκαίρι που πέρασε ήταν ένα από τα πιο επιτυχημένα στην καριέρα του, αφού κατάφερε να κατακτήσει το χρυσό μετάλλιο στα 400 μέτρα και το αργυρό στα 200 στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Παραολυμπιονικών Στίβου που έγινε στο Λονδίνο. Με αφορμή αυτές τις επιτυχίες αλλά και την ιστορία που κρύβεται πίσω του τον συναντήσαμε πριν από λίγες μέρες στο διαμέρισμά του στον Άλιμο. Στην πόρτα μάς υποδέχτηκε με ένα χαμόγελο και άνετη διάθεση σαν να γνωριζόμαστε από καιρό. Μας εξηγεί πως τον πετύχαμε στην κατάλληλη εποχή για κουβέντα, αφού είναι από τις σπάνιες περιόδους που του μένει χρόνος τα πρωινά για να χαλαρώσει. Για την ακρίβεια, μόλις τελείωσαν οι καλοκαιρινές του διακοπές και αυτές είναι οι πρώτες μέρες που επιστρέφει στις προπονήσεις, οπότε το πρόγραμμά του δεν είναι ιδιαίτερα φορτωμένο ακόμα.
Το χαμόγελο με το οποίο μας καλωσόρισε μεγαλώνει ακόμη περισσότερο όταν ξεκινά η συζήτησή μας και αρχίζει να θυμάται τα ανέμελα παιδικά του χρόνια. Τότε που έτρεχε με ένα ποδήλατο μαζί με τους φίλους του στην Κένεντι, τη γειτονιά όπου μεγάλωσε στη Ρόδο. Το παιχνίδι ξεκινούσε το πρωί και τέλειωνε το βράδυ, με κρυφτό, κυνηγητό και ό,τι μπορούσε να σκαρφιστεί η παρέα που τριγυρνούσε στους δρόμους της πόλης και στο αρχαίο στάδιο της Ρόδου. Βέβαια, λίγο αργότερα, στην εφηβεία, οι παρέες, η διασκέδαση, τα ξενύχτια, τα πάρτι και οι βόλτες έπρεπε να περάσουν σε δεύτερη μοίρα, αφού στο μυαλό του Μιχάλη είχε μπει για τα καλά η ιδέα πως μια μέρα θα γινόταν πρωταθλητής. Όσο μεγάλωνε, οι ώρες του περνούσαν μέσα στο στάδιο, με μόνη σκέψη πώς θα γίνει όλο και πιο γρήγορος. Τα δευτερόλεπτα έπεφταν σταδιακά στο χρονόμετρο που μετρούσε τις επιδόσεις του και λειτουργούσε σαν πυξίδα που του έδειχνε τον δρόμο προς την κορυφή.
Πρέπει πάντα να σκεφτόμαστε θετικά και να ψάχνουμε αυτό που μας αρέσει. Εγώ ήμουν τυχερός και το βρήκα. Προσωπικά, μου φαίνεται αδιανόητο απλώς να με πηγαίνει η ζωή κάπου, χωρίς να κάνω αυτό που αγαπώ.
Κάθε φορά που άκουγε το σήμα της εκκίνησης, έκανε κάθε πέρασμα στα εμπόδια που απλώνονταν για τετρακόσια μέτρα μπροστά του να μοιάζει παιχνιδάκι. Το δυσκολότερο εμπόδιο της ζωής του όμως θα εμφανιζόταν ένα βράδυ πριν από περίπου τέσσερα χρόνια. Ήταν μια νύχτα που γυρνούσε από διασκέδαση με φίλους όταν έχασε τον έλεγχο της μηχανής που οδηγούσε και βρέθηκε χτυπημένος στο έδαφος. Δεν έχασε ποτέ τις αισθήσεις του και κατάφερε να καλέσει μόνος του ασθενοφόρο. Από την πρώτη στιγμή αντιλήφθηκε πως κάτι δεν πήγαινε καλά, αλλά αντιμετώπισε την κατάσταση με τρομερή ψυχραιμία, όπως περιγράφει σήμερα. «Από την ώρα που έφτασα στο νοσοκομείο οι γιατροί έκαναν προσπάθειες να σώσουν το πόδι μου, αλλά ήταν σε άσχημη κατάσταση. Φαινόταν ότι δεν θα τα καταφέρουν και η αλήθεια είναι ότι κι εγώ δεν ήθελα να έχω ένα πόδι που θα το έσερνα ή να κουτσαίνω ή κάτι τέτοιο. Αυτό που ήθελα ήταν να κάνω αυτό που μου αρέσει, να τρέχω με οποιονδήποτε τρόπο». Κάπως έτσι εξοικειώθηκε με την απόφαση πως θα έχανε το ένα του πόδι, αλλά θα μπορούσε και πάλι να τρέχει. Μετά από μία εβδομάδα έκανε δεύτερο χειρουργείο, έγινε ο ακρωτηριασμός και από κει και πέρα ξεκίνησε η αποκατάσταση που θα τον βοηθούσε να περπατήσει, με πρόσθετο μέλος αυτήν τη φορά.
Στο νοσοκομείο έμεινε για περίπου έναν μήνα. Από τις πρώτες στιγμές ήταν δίπλα του η οικογένεια, οι φίλοι και πολλοί γνωστοί που πήγαν εκεί για να τον στηρίξουν. Όταν έμενε μόνος για να ξεκουραστεί έβλεπε βίντεο από παραολυμπιονίκες του στίβου που γνώριζε και θαύμαζε από πριν. Εκεί ήταν που καρφώθηκε στο μυαλό του η ιδέα να γίνει και ο ίδιος σύντομα ένας από αυτούς. «Αυτό που είχα στο μυαλό μου από την ώρα που άνοιξα τα μάτια μου δεν ήταν να περπατήσω αλλά να τρέξω. Χωρίς αμφιβολία, θα μπορούσαμε να πούμε πως ήταν αυτή η αγάπη για τον στίβο που με κράτησε δυνατό αυτές τις δύσκολες στιγμές. Όχι μόνο για τον στίβο αλλά και για το τρέξιμο. Στο παρελθόν έβγαινα έξω στον δρόμο κι έτρεχα μόνος μου τα βράδια. Μου αρέσει να τρέχω, νιώθω ελεύθερος όταν το κάνω και είναι αυτό που με χαλαρώνει όσο τίποτε άλλο».
Όσο δύσκολο και αν είναι για έναν άνθρωπο να χάνει ένα μέλος του σώματός του είτε να αντιμετωπίζει κάποιο πρόβλημα άλλης φύσεως, πρέπει πάντα να βρίσκει τρόπους να παλεύει. Ο χαρακτήρας του Μιχάλη, σε συνδυασμό με το «μέταλλο» του πρωταθλητή, τον έκανε να αντιμετωπίσει την όλη κατάσταση με ιδιαίτερη ψυχραιμία. «Δεν με πόνεσε ιδιαίτερα αυτή η απώλεια. Σίγουρα το ότι έχω μάθει να αγωνίζομαι σε ένα άθλημα όπως ο στίβος που είναι μοναχικό, να είμαι πειθαρχημένος και να παλεύω καθημερινά ήταν κάτι που βοήθησε στην αντίδρασή μου. Παρ' όλα αυτά, θεωρώ πως ο τρόπος που μεγάλωσα και η αντίληψη που είχα για τη ζωή από μικρός έπαιξαν επίσης πολύ μεγάλο ρόλο. Θεωρώ ότι γενικά το πήρα πολύ καλά και δεν άφησα αυτό το πράγμα να με ρίξει ποτέ. Γενικά, σκέφτομαι πολύ διαφορετικά. Πιστεύω πως μια φαινομενική ατυχία που μπορεί να έρθει στη ζωή μας είναι για να ανυψώσει το είναι μας και να μας εξελίξει ως ανθρώπους. Όμως δεν σκέφτονται όλοι με τον ίδιο τρόπο. Κάποιος μπορεί να πάθει κάτι παρόμοιο, να είναι μικρότερη η ζημιά, αλλά να τον πάρει από κάτω, να μην μπορεί να βγει από το σπίτι του και πολλά ακόμη. Η ψυχολογία είναι το Νο 1, μετά έρχονται όλα τα υπόλοιπα». Με όπλο τον χαρακτήρα και την ψυχολογία, λοιπόν, λίγες μόλις μέρες αφότου βγήκε από το νοσοκομείο ξεκίνησε την ενδυνάμωση, πάντα υπό το βλέμμα και τις συμβουλές του προπονητή του Γιώργου Παναγιωτόπουλου. Λίγο καιρό αργότερα θα είχε την τύχη να γνωρίσει και τους προσθετικούς του Δημήτρη και Κωνσταντίνο Χρονόπουλο, οι οποίοι θα ετοίμαζαν το νέο προσθετικό μέλος που θα του επέτρεπε να κυνηγήσει από την αρχή τα όνειρά του. Αν το καλοσκεφτεί κανείς, οι λίγες εβδομάδες που ακολούθησαν μετά το ατύχημα δεν ήταν τίποτα περισσότερο από ένα μικρό διάλειμμα στη ζωή του πρωταθλητή.
Το θάρρος με το οποίο αντιμετώπισε την κατάσταση αλλά και όσα έχει καταφέρει μέχρι σήμερα έχουν κάνει τον Μιχάλη πρότυπο για πολύ κόσμο. Σχεδόν καθημερινά τον σταματούν στον δρόμο άνθρωποι, άλλοι με μεγάλα και άλλοι με μικρότερα προβλήματα, και του λένε πως τους δίνει ιδιαίτερο κουράγιο. Πολύ συχνά φτάνουν μηνύματα στήριξης και αγάπης στους λογαριασμούς του στο Facebook και στο Instagram που του υπενθυμίζουν πόσο πολύ τους έχει βοηθήσει η περίπτωσή του ώστε να πάρουν θάρρος και να ξεπεράσουν τα δικά τους προβλήματα. Κάτι που λατρεύει να κάνει τον τελευταίο καιρό ο Μιχάλης είναι να επισκέπτεται διάφορα σχολεία που τον καλούν για να μιλήσει στα παιδιά για τις αξίες του αθλητισμού και το νόημα του να παλεύει κανείς καθημερινά ώστε να ξεπερνά τα εμπόδια. Κάπου εκεί είναι που έρχεται στο μυαλό του μια συγκινητική ιστορία που συνέβη μετά από μία από τις ομιλίες του. «Πέρσι, την Παγκόσμια Ημέρα Αθλητισμού, είχα μιλήσει σε κάποιους μαθητές σε δημοτικό, γυμνάσιο και λύκειο. Ανάμεσα στα παιδιά υπήρχε ένα του οποίου ο πατέρας είχε ένα ατύχημα και ήταν κλεισμένος στο σπίτι γιατί είχε πάθει κάποια ζημιά, την οποία δεν γνωρίζω ακριβώς. Μετά την ομιλία μου, το παιδάκι έβαλε στόχο της ζωής του να βγάλει τον πατέρα του από το σπίτι και να τον πείσει να ασχοληθεί με τον αθλητισμό. Λίγες μέρες αργότερα, ένας καθηγητής από το σχολείο με πήρε τηλέφωνο για να μου πει τι είχε συμβεί. Επίσης, με ενημέρωσε πως το παιδάκι τα κατάφερε και πλέον ο μπαμπάς του γυμνάζεται κάθε μέρα και βελτιώνεται. Η συγκίνηση που ένιωσα όταν το έμαθα ήταν απερίγραπτη».
Στις ομιλίες τα παιδιά εντυπωσιάζονται με την ιστορία του Μιχάλη. Το μήνυμα που προσπαθεί να τους δώσει είναι να παλεύουν γι' αυτό που θέλουν, να βρουν τι είναι αυτό που τα κάνει χαρούμενα, να κυνηγούν τα όνειρά τους και να ξέρουν πως από τη στιγμή που εκείνος τα κατάφερε, θα μπορέσουν να τα καταφέρουν κι εκείνα, όποιο εμπόδιο και αν εμφανιστεί μπροστά τους. Λίγο καιρό πριν μάλιστα, όπως θυμάται, είχε την ευκαιρία να βοηθήσει μια μικρή φίλη. «Πρόσφατα με είχαν καλέσει σε αγώνα που διοργανώνει μια φίλη μου, στο Μύκονος Run. Εκτός από τις διαδρομές των ενηλίκων, είχε και μια διαδρομή 800 μέτρων για παιδάκια. Εγώ έτρεξα με τα παιδάκια. Πριν ξεκινήσουμε, με βλέπανε, μιλούσαμε και ήταν πολύ ωραία η ατμόσφαιρα. Μετά ξεκινήσαμε να τρέχουμε, αλλά κάποια στιγμή ένα κοριτσάκι έπεσε και χτύπησε λιγάκι. Η αλήθεια είναι πως φοβήθηκε και ήθελε να σταματήσει. Την πήρα από το χεράκι και τρέξαμε τα 800 μέτρα. Της είπα "άμα κουράστηκες, πάμε σιγά και στο τέλος θα δεις πως θα μπορέσεις να τρέξεις γρήγορα", αλλά είχε φοβηθεί και έκλαιγε συνεχώς. Τότε της ξαναείπα: "Γιατί κλαις, αφού είσαι δυνατή και μπορείς να τα πας μια χαρά". Ξαφνικά σταμάτησε να κλαίει και άρχισε να τρέχει διστακτικά τα επόμενα μέτρα. Μόλις πλησιάσαμε στον τερματισμό, όχι μόνο ξέχασε τον φόβο που είχε λίγο πριν αλλά άρχισε να τρέχει με ταχύτητα. Ο κόσμος μας χειροκροτούσε και η μικρή ήταν πολύ περήφανη και χαρούμενη για τον εαυτό της. Τρομερή στιγμή, πραγματικά».
Οι μεγαλύτεροι μαθητές που ακούνε τις ομιλίες του προβληματίζονται και πολλές φορές μέσα από τα λόγια του ο Μιχάλης τους βοηθά να δουν με άλλη ματιά τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν όλοι οι νέοι στην εφηβεία. Τα μικρά, από την άλλη, δυσκολεύονται να καταλάβουν τι ακριβώς έχει συμβεί και, όπως λέει και ο ίδιος, όλο αυτό του προκαλεί πολύ γέλιο. «Μου λένε "να σας κάνω μια ερώτηση;". Απαντάω "ναι" και μετά ξεκινούν. "Πώς κάνετε μπάνιο;", μια πολύ λογική απορία. "Πώς κάνω μπάνιο; Έχω ένα πόδι θαλάσσης, γιατί αυτό δεν μπαίνει στη θάλασσα". Συνεχίζουν: "Και το βγάζετε για να κάνετε μπάνιο;". Ρωτούν αυτό που τους έρχεται κατευθείαν στο μυαλό. Τρέχετε με αυτό; Είναι βιονικό; Τρέχετε πιο γρήγορα; Είστε μισός ρομπότ; Πολύ γέλιο. Τα πολύ μικρά παιδιά δεν μπορούν να καταλάβουν τι έχει γίνει. Νομίζουν ότι θα βγάλω αυτό και θα βάλω το κανονικό. Δεν στενοχωριούνται πολύ τα μικρά γιατί σκέφτονται πως είμαι μισός ρομπότ. Με τα παιδάκια γελάμε γιατί είναι τελείως αυθόρμητα, ό,τι έχουν στο μυαλό τους το λένε και εκεί είναι όλη η ομορφιά στις συζητήσεις μας».
Κάποια στιγμή η κουβέντα μας πήγε στις δυσκολίες και στα φαινόμενα ρατσισμού που μπορεί να βιώνει στην Ελλάδα ένα άτομο με κινητικά προβλήματα. Ο Μιχάλης είναι ένας άνθρωπος που δεν έχει δώσει ποτέ δικαίωμα σε κανέναν να του φερθεί με άσχημο τρόπο. Ωστόσο μέσα από την επαφή του με ανθρώπους που αντιμετωπίζουν παρόμοιες καταστάσεις έχει μάθει πολλά περιστατικά που τον κάνουν να αναρωτιέται πώς θα μπορούσε κάποιος να φερθεί υποτιμητικά στον άλλον μόνο και μόνο επειδή αντιμετωπίζει κάποια κινητική δυσκολία ή αναγκάζεται να φορά ένα πρόσθετο μέλος. Χαρακτηριστικά αναφέρει: «Πρόσφατα πληροφορήθηκα ένα περιστατικό που με έκανε να μην πιστεύω στα αυτιά μου. Μια κοπέλα που είχε πρόσθετο μέλος περνούσε από μια παραλία. Τότε μια οικογένεια που καθόταν λίγο πιο δίπλα πήρε το παιδάκι της για να μη δει το πόδι. Αυτούς τους ανθρώπους θα τους χαρακτήριζα απαίδευτους και το να συμβαίνει κάτι τέτοιο την εποχή μας είναι απαράδεκτο. Και να σου πω κάτι; Χάρη στους αγώνες έχω έρθει σε επαφή με αθλητές απ' όλο τον κόσμο. Οι αθλητές με τους οποίους συναναστρέφομαι είναι Αμερικανοί, Ολλανδοί, Γερμανοί και γνωρίζω πως στις χώρες τους δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο». Αυτή η έλλειψη παιδείας, κατά τη γνώμη του, δεν φαίνεται μόνο σε τέτοια περιστατικά αλλά σε όλες περίπου τις στιγμές της ελληνικής καθημερινότητας. «Σχεδόν παντού στη χώρα όλοι οι άνθρωποι αντιμετωπίζουν πρόβλημα στη μετακίνησή τους. Από τα αμάξια, που μπορεί να είναι σταθμευμένα στο πεζοδρόμιο, από τα σκουπίδια, απ' ό,τι μπορείς να φανταστείς. Μια γυναίκα με ένα καροτσάκι, μια ηλικιωμένη κυρία, δεν μπορούν να βγουν στον δρόμο. Έχει λακκούβες, μηχανάκια, αυτοκίνητα στα πεζοδρόμια, έχει ξεφύγει εντελώς η κατάσταση. Τις προάλλες πήγαινα να κάνω τα ψώνια μου στο σούπερ μάρκετ και βλέπω κάποιον ο οποίος πάρκαρε σε αναπηρικό πάρκινγκ. Τον ρώτησα αν ήξερε τι έκανε. Εκείνος απάντησε: "Έλα, εντάξει μωρέ, δεν έγινε κάτι". Το αστείο είναι ότι έπιασε και τα δύο, όχι μόνο το ένα, σαν να το έκανε επίτηδες. Το μόνο που μας ενδιαφέρει είναι να κάνουμε τη δουλειά μας χωρίς να νοιαζόμαστε για τους άλλους».
Όσον αφορά τη ζωή του, του αρέσει να αφήνει πίσω όσα όμορφα ή άσχημα έχουν συμβεί και έχει πάντα το βλέμμα του στραμμένο στο επόμενο βήμα. Κοιτάζει το μέλλον με αισιοδοξία και θέτει τους στόχους του για τα επόμενα χρόνια. Αυτήν τη στιγμή είναι πρώτος στον κόσμο με βάση τις επιδόσεις του, αλλά δεν επαναπαύεται. Από μέρα σε μέρα ξεκινά δυνατά την προετοιμασία του για το επόμενο καλοκαίρι που θα συμμετάσχει στο Πανευρωπαϊκό Πρωτάθλημα, ενώ έναν χρόνο μετά ακολουθεί το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα και το 2020 ο μεγάλος στόχος, οι Παραολυμπιακοί Αγώνες στο Τόκιο. Μάλιστα, μας εκμυστηρεύεται πως η συγκεκριμένη διοργάνωση θα είναι και η τελευταία στην οποία θα τρέξει ως επαγγελματίας αθλητής. Η προσήλωσή του στο κυνήγι των μεταλλίων δεν τον αφήνει να σκεφτεί τι θα συμβεί μετά το 2020, ωστόσο υπάρχει στο πίσω μέρος του μυαλού του η σκέψη να δραστηριοποιηθεί επιχειρηματικά –όχι απαραίτητα στον χώρο του αθλητισμού– και αν υπάρξουν οι κατάλληλες συνθήκες, φαντάζεται τον εαυτό του με οικογένεια και παιδιά.
Κάπου ανάμεσα σε αυτές τις σκέψεις επικοινώνησε μαζί του ο προσθετικός του, που μας περίμενε, καθώς έπρεπε να δοκιμάσει το νέο προσθετικό μέλος που είχε φτιαχτεί λίγες μέρες πριν. Φτάσαμε παρέα στο κατάστημα, τη βιτρίνα του οποίου κοσμεί μια μεγάλη φωτογραφία του Μιχάλη την ώρα που τρέχει στο στάδιο. Με το που φόρεσε το καινούργιο του μέλος δεν χρειάστηκε να περπατήσει ούτε λίγα μέτρα. Άρχισε να τρέχει στον διάδρομο όπως ακριβώς και την πρώτη φορά που φόρεσε προσθετικό μέλος μετά το ατύχημα. Λίγα λεπτά μετά κατέβηκε για να μας χαιρετήσει, καθώς οι δρόμοι μας θα χώριζαν. Λίγο πριν φύγει ήταν που θέλησε να μας πει και το μυστικό χάρη στο οποίο είναι ευτυχισμένος. «Πρέπει να κάνουμε αυτό που αγαπάμε και μας αρέσει. Ακούγεται κάπως, αλλά όλα για κάποιον λόγο συμβαίνουν. Καθένας πρέπει να κοιτάζει μπροστά και να αλλάζει σελίδα στη ζωή του, βρίσκοντας αυτό που τον κάνει ευτυχισμένο. Μπορεί αυτό να είναι το να ακούει δυνατά μουσική, να διαβάζει ένα βιβλίο ή να βλέπει το ηλιοβασίλεμα. Πρέπει πάντα να σκεφτόμαστε θετικά και να ψάχνουμε αυτό που μας αρέσει. Εγώ ήμουν τυχερός και το βρήκα. Προσωπικά, μου φαίνεται αδιανόητο απλώς να με πηγαίνει η ζωή κάπου, χωρίς να κάνω αυτό που αγαπώ».