O Gus G. ματώνει τα δάχτυλά του.

O Gus G. ματώνει τα δάχτυλά του. Facebook Twitter
Φωτό: Στάθης Μαμαλάκης
0

Πρόσφατα έπεσε στα χέρια μου το φωτογραφικό λεύκωμα του Jörg Brüggemann Metalheads: The Global Brotherhood. Ένα εικονοκλαστικό ταξίδι στα «βαριά» μονοπάτια του μέταλ από την Αργεντινή και την Ινδονησία μέχρι την Αίγυπτο, την Ελβετία και την Αμερική. Μαύρα t-shirts με logo από μέταλ μπάντες, τζιν μπουφάν με καρφιά, χαίτες στο μαλλί, λάσπες στις μπότες, μπόλικος ιδρώτας και ανελέητο moshing. Αν και εντυπωσιάστηκα από τις δυνατές εικόνες του Brüggemann (μου θύμισαν αντίστοιχα πανκ λευκώματα από τις καλές εποχές της Νέας Υόρκης), συνειδητοποίησα ότι είναι μια κουλτούρα που δεν με αφορά - και που ποτέ δεν με αφορούσε, ούτε καν στην εφηβεία μου, οπότε παραδοσιακά, όσοι ακούνε κιθαριστική μουσική, κάνουν ένα πέρασμα, έστω, από τους AC/DC, τους Metallica, τους Black Sabbath ή τους Sepultura. Εγώ δεν το έκανα ποτέ.

Και ο Gus G. δεν μπορεί να με αποκωδικοποιήσει. Κλασικός, παραδοσιακός μεταλλάς με μακρύ μαλλί, μεγάλη αυτοπεποίθηση και επικά κιθαριστικά σόλο που τον έφεραν μέχρι την πιο σημαντική θέση που έχει φτάσει ποτέ Ελληνας ροκ μουσικός, αυτή του βασικού κιθαρίστα του Όζι Όζμπορν. Στα σχετικά βίντεο στο YouTube οι fans του Όζι παραληρούν με τη νέα ανακάλυψη του ανθρώπου που κάποτε δάγκωνε νυχτερίδες (αστικός μύθος;) κι έφτυνε το αίμα τους στο κοινό: ο πιτσιρικάς από τη Θεσσαλονίκη είναι ο νέος κιθαριστικός θρύλος της μέταλ σκηνής, χωρίς να έχει χρειαστεί να κάνει δημοσιοσχετίστικα sessions ή να αποδείξει ότι μπορεί να δαγκώνει κι αυτός ζωντανές νυχτερίδες. Το μόνο που κάνει, και αυτό που έκανε πάντα, είναι να παίζει κιθάρα. Με τις ώρες. Να προσπαθεί να βγάλει τα ριφ του Πίτερ Φράμπτον, του Άλις Κούπερ, του Slash των Guns’n’Roses και του Τόνι Ιόμμι - του πρώτου και εμβληματικού κιθαρίστα των Black Sabbath.

«Στα 14 μου έψησα τον πατέρα μου και μου αγόρασε την πρώτη μου κιθάρα, μια Stratocaster με διπλό μαγνήτη και Floyd rose, ενώ με έγραψε και στο Σύγχρονο Ωδείο Θεσσαλονίκης, όπου βρήκα έναν πολύ καλό δάσκαλο, ο οποίος ήταν και κιθαρίστας των Northwind, ενός κλασικού ροκ σχήματος της δεκαετίας του ’80 που είχε κυκλοφορήσει και δύο καλά άλμπουμ στην ΕΜΙ». Στα 17 του θα πάρει υποτροφία για το Μπέρκλεϊ της Βοστώνης (ένα από τα καλύτερα μουσικά κολέγια στον κόσμο). Στις δύο εβδομάδες θα το παρατήσει.

«Το κλίμα ήταν πολύ ακαδημαϊκό, δεν μ’ ενδιέφερε να ξαναμάθω τις θεωρίες και τις αρμονίες της μουσικής. Αυτό που μ’ ενδιέφερε ήταν να φτιάξω μια μπάντα και ν’ αρχίζω να παίζω».

Μετά το Μπέρκλεϊ ο Gus πηγαίνει στο Γκέτενμποργκ της Σουηδίας, γνωστής «μεταλλούπολης» της -έτσι κι αλλιώς μέταλ-Σκανδιναβίας και μαζί με τον Μάριο Ηλιόπουλο (πρώην μέλος των Exhumation) φτιάχνουν τους Nightrage και γράφουν στο στούντιο του σπουδαίου Σουηδού παραγωγού Fredrik Nordström, ο οποίος του οργανώνει και μια νέα μπάντα, τους Dream Evil. Με τους Dream Evil θα πιάσει το νήμα του μεγάλου του ονείρου, μια μεγάλη

παγκόσμια περιοδεία. Πρώτος σταθμός η Οσάκα της Ιαπωνίας.

« Ήμουν μόλις 21 ετών και ήμουν χεσμένος πάνω μου. Κατευθείαν στα βαθιά. Μέχρι τότε ξέραμε για τα θρυλικά λάιβ των Deep Purple και των Iron Maiden στην Ιαπωνία, αλλά δεν φανταζόμασταν τι μας περίμενες. Ήταν φοβερή εμπειρία η Ιαπωνία. Έχεις δει το έργο Χαμένοι στη μετάφραση; Ε, αυτό είναι ακριβώς. Μιλάω με κόσμο και μου λέει τι μαλακία ταινία είναι αυτή, που ένας τύπος απλώς δεν μπορεί να κοιμηθεί σ’ ένα ξενοδοχείο και περιφέρεται μεταξύ του λόμπι και του δωματίου του, αλλά όποιος δεν έχει πάει στην Ιαπωνία δεν μπορεί να καταλάβει ότι αυτή είναι η πραγματικότητα για έναν ξένο. Νιώθεις σαν εξωγήινος. Και εκεί καταλαβαίνεις και όλο αυτό το ego trip στο οποίο μπαίνουν οι μεγάλες μπάντες όπως οι Metallica. Σου συμπεριφέρονται σαν μεγάλο ροκ σταρ, ανεξάρτητα αν είσαι ή όχι. Συναντάς fans που σε περιμένουν στο ξενοδοχείο, σου φέρνουνε απίστευτα δώρα κι έχεις ό,τι ζητήσεις.

Εμένα μια φορά μου είχαν φέρει ένα κουκλάκι-μινιατούρα με τη φιγούρα μου. Σαν βουντού κούκλα ήτανε».

Ταυτόχρονα, στην Ελλάδα ο Gus έχει αρχίσει και στήνει τους Firewind, την μπάντα που έμελλε να γίνει γνωστή παγκοσμίως, βάζοντας στον μέταλ χάρτη την Ελλάδα, μαζί με τους

Rotting Christ και τους Septic Flesh. Το μεγάλο ελληνικό metal big bang.

«H πλάκα ήταν ότι στον πρώτο δίσκο των Firewind δεν ήξερα κανένα μέλος. Είχα στείλει ένα ντέμο στην εταιρεία του David Chastain στην Ατλάντα, ο οποίος ανέλαβε να βρει τα κατάλληλα άτομα ανά τον κόσμο για να γράψουμε τον πρώτο δίσκο. Όλο το πράγμα έγινε μέσω ίντερνετ. Ακόμα και οι πρόμο φωτογραφίες μας ήταν προϊόν photoshop. Τον τραγουδιστή μου τον γνώρισα επτά χρόνια μετά από αυτόν το δίσκο».

Έκτοτε οι Firewind έχουν αλλάξει πολλές συνθέσεις κι έχουν παίξει ζωντανά στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα, από την Αμερική μέχρι την Ταϊβάν και τη Θεσσαλονίκη, σ’ εκείνο το λάιβ-ορόσημο στο Principal Theater μετά την κυκλοφορία του τέταρτου άλμπουμ τους, όπου είχαν έρθει δημοσιογράφοι από τα Metal Hammer της Αγγλίας, της Γαλλίας, της Ισπανίας και της Γερμανίας. «Σε εκείνο το λάιβ περιμέναμε 300 με 400 άτομα και τελικά έγινε ένα ασφυκτικό sold out με 1.500 άτομα. Κάποια στιγμή έσπασαν μέχρι και οι μπαριέρες που υπήρχαν μεταξύ σκηνής και αρένας. Μια κόλαση».

Τον Μάιο του 2009, κι ενώ ο Gus G. προετοιμαζόταν για μια περιοδεία με τους Firewind στην Αγγλία κι έκανε πρόβες στο σπίτι του στην Καλαμαριά, ήρθε ένα μέιλ από τον μάνατζερ του Όζι που τον καλούσε στην Αμερική για οντισιόν για τη θέση του κιθαρίστα της μπάντας του. « Ήπια τρία ουίσκι το ένα πίσω από το άλλο για να συνέλθω, γιατί η καρδιά μου πήγαινε να σπάσει, κι έκατσα τρεις εβδομάδες κι έβγαλα κάποια τραγούδια πριν πάω στο Λος Άντζελες. Όταν πήγα στην οντισιόν ήμουν ο τελευταίος που δοκίμαζαν, μάλλον επειδή έμενα πιο μακριά απ’ όλους. Ήταν ένα μεγάλο στούντιο, σαν κανονικό λαϊβάδικο, με έτοιμο, στημένο backline και τα πάντα. Μου έδωσαν λίγο χρόνο να ζεσταθώ και ύστερα με έβαλαν να παίξω. Παίξαμε 3-4 τραγούδια και με τη μία

γυρνάει ο Όζι και μου λέει “φίλε, είσαι γαμώ” και κατευθείαν πάνε όλοι σ’ ένα δωμάτιο και με αφήνουν μόνο μου. Μετά από λίγο έρχεται η Σάρον και μου λέει “θέλεις να έρθεις να παίξεις σ’ ένα σόου μαζί μας;”. Τα υπόλοιπα είναι ιστορία...».

Tώρα ο Gus G. περιοδεύει με την μπάντα του Όζι σε όλο τον κόσμο. Με το προσωπικό του lear jet. «Μένουμε π.χ. στο Παρίσι στο Four Seasons και το έχουμε ως βάση. Μπαίνουμε στο αεροπλάνο, πάμε στη Βαρκελώνη ή στο Μιλάνο, κάνουμε το σόου και, όπως είμαστε με τα ιδρωμένα σώβρακα, πάμε κατευθείαν

στο αεροδρόμιο και πάλι πίσω στο Παρίσι. Έτσι είναι οι περιοδείες μας. Δεν αλλάζουμε ποτέ εύκολα ξενοδοχεία και βάσεις. Άλλωστε, ο Όζι δεν παίζει πότε πάνω από τρεις φόρες την εβδομάδα. Κάνει πάντα μεγάλα σόου και θέλει και προστατεύει τη φωνή του».

Ο Gus G. δεν πίνει, δεν καπνίζει, δεν κάνει ναρκωτικά, δεν ξεφεύγει ποτέ από τον στόχο του. Ξέρει ότι χωρίς σκληρή δουλειά δεν θα είχε φτάσει ποτέ στο υψηλότερο επίπεδο της «κιθαριστικής διανόησης». «Εγώ δεν κάνω τίποτα, αλλά έχω δει πολλά», μου λέει σαν το παιδί που το έβγαλες από τις κούνιες και το πέταξες στο μεγάλο roller-coaster.

Ματώνει τα δάχτυλά του πάνω στην κιθάρα κάθε βράδυ πριν βγει στη σκηνή. Και τρώει ελαφριά όταν εκεί, στην Καλαμαριά, όλοι τρώνε καζάν ντιπί από τον Χατζή. Κάποτε ρώτησε τον Όζι αν θυμόταν την πρώτη του εμφάνιση με τους Black Sabbath στο Rockwave .

«Δεν θυμόταν τίποτα. Δεν έχει βραχεία μνήμη. Αλλά θυμόταν που είχε έρθει το 1978 στον Άγιο Νικόλαο στην Κρήτη. “Γιατί σε κάθε γωνιά του δρόμου έχετε κι από ένα εκκλησάκι;”, με είχε ρωτήσει. “Και γιατί σπάγατε πιάτα στο πάτωμα σε μια ταβέρνα που είχα πάει”;».

Καυτές ερωτήσεις ζητούν απαντήσεις.

0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ο βασιλιάς της Όπερας λεγόταν Λουτσιάνο, ήταν προληπτικός, ανοικονόμητος, ανεπανάληπτος

Πέθανε Σαν Σήμερα / Ο βασιλιάς της Όπερας λεγόταν Λουτσιάνο, ήταν προληπτικός, ανοικονόμητος, ανεπανάληπτος

Στις 6 Σεπτεμβρίου του 2007 σιγεί για πάντα η πιο υπέροχη φωνή που πέρασε από τα λυρικά θέατρα τον 20ό αιώνα και έμεινε στην ιστορία με το όνομα Λουτσιάνο Παβαρότι
ΜΑΤΟΥΛΑ ΚΟΥΣΤΕΝΗ
Αγάπη που διαπερνάει το φακό: πώς η Ίνγκριντ Μπέργκμαν άφησε έκθαμβο ολόκληρο τον κόσμο

Γεννήθηκε και Πέθανε Σαν Σήμερα / Αγάπη που διαπερνάει το φακό: πώς η Ίνγκριντ Μπέργκμαν άφησε έκθαμβο ολόκληρο τον κόσμο

Η ομορφιά, η σκανδαλώδης -για την εποχή της- σχέση με τον Ροσελίνι, ο ορμητικός χαρακτήρας της κορυφαίας Σουηδέζας σταρ μέσα από ένα ντοκιμαντέρ.
THE LIFO TEAM
Ζαν Μορό: η πασιονάρια του γαλλικού σινεμά

Πέθανε Σαν Σήμερα / Ζαν Μορό: Η πασιονάρια του γαλλικού σινεμά

Η σπουδαία Γαλλίδα ηθοποιός που έζησε με έμπνευση και ενέργεια για το παρόν και πέθανε σαν σήμερα το 2017 απεχθανόταν τις μελό αναδρομές στο παρελθόν, τις γενικές ερωτήσεις και την ανοησία.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Ντίνα Κώνστα: «Έκανα αυτό που ήθελα, δεν έπληξα στη ζωή μου με γάμους και παιδιά»

Σαν Σήμερα Πέθανε / Ντίνα Κώνστα (1938-2022): «Έκανα αυτό που ήθελα, δεν έπληξα στη ζωή μου με γάμους και παιδιά»

Η Ελληνίδα ηθοποιός που πέρασε από όλες τις μεγάλες θεατρικές σκηνές της Αθήνας και αγαπήθηκε από το ευρύ κοινό για τους τηλεοπτικούς της ρόλους ως «Γιολάντα» στο «Δις Εξαμαρτείν» και Ντένη Μαρκορά στους «Δύο ξένους» αφηγήθηκε την πολυκύμαντη ζωή της στο LiFO.gr.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Η σύντομη αλλά φωτογενής και απόλυτα τραγική ιστορία ζωής του Billy Bo

Πέθανε Σαν Σήμερα / Η σύντομη αλλά φωτογενής και απόλυτα τραγική ιστορία ζωής του Billy Bo

Το όμορφο αγόρι από την Κοκκινιά που στα λαμπερά '80s ήταν ο σούπερσταρ της μόδας και της αθηναϊκής κοσμικής ζωής ήταν από τα πρώτα θύματα του AIDS στη χώρα μας. Πέθανε σαν σήμερα, στις 13 Ιουνίου του 1987.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Η μυθιστορηματική ζωή και οι πολιτικές απόψεις της Καλής Καλό θα σε μάθουν πολλά για το σήμερα

Πρόσωπα / Η μυθιστορηματική ζωή και οι πολιτικές απόψεις της Καλής Καλό θα σε μάθουν πολλά για το σήμερα

Η γυναίκα που έζησε την ιστορία του ελληνικού θεάτρου, και πάλεψε για την Αριστερά αφηγείται τη ζωή της στο LIFO.gr σε μια συνέντευξη-ποταμό στον Αντώνη Μποσκοΐτη.
ΑΝΤΩΝΗΣ ΜΠΟΣΚΟΪ́ΤΗΣ
Ιωάννινα - 45 Πρόσωπα

Faces of Ioannina / 45 πρόσωπα και δημιουργικές ομάδες που κάνουν τα Ιωάννινα ξεχωριστά

Γιαννιώτες, Γιαννιώτισσες και κάτοικοι των Ιωαννίνων κάθε ιδιότητας και ηλικίας φωτογραφίζονται στη LiFO, μιλούν για τις ασχολίες τους και για όσα κάνουν την πόλη τους ξεχωριστή.
M. HULOT, ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ & ΝΙΚΟΣ ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ