Η πλάνη μου ήταν ότι καθόμουν στο ηλιόλουστο κομμάτι του κήπου και απέφευγα τη σκοτεινή και σκιερή πλευρά του» είχε πει κάποτε ο Όσκαρ Ουάιλντ. Με αυτήν τη σκέψη πορεύτηκε η συγγραφέας και κοινωνική ψυχολόγος Μαρία Φαφαλιού όταν αποφάσισε να εστιάσει τα ερευνητικά της ενδιαφέροντα σε αυτού του είδους την «πλάνη». Στον κόσμο των «ψυχικά πασχόντων», οι οποίοι μπορεί να περάσουν μια ολόκληρη ζωή χωρίς εργασία, χρήματα, κίνητρα, στόχους, φίλους και αγάπη.
Γεννήθηκε το 1950 στην Αθήνα και προέρχεται από αστική οικογένεια. Έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στην Κοινωνική Ψυχολογία, έμεινε για πολλά χρόνια στην Αγγλία και έχει ασχοληθεί ενδελεχώς με την ψυχοκοινωνική αποκατάσταση και επαγγελματική ένταξη ατόμων με προβλήματα ψυχικής υγείας ή άλλες αναπηρίες.
Θυμάμαι ενδεικτικά τον ζωγράφο Αλέξη Α., με τα χαρακτηριστικά μπλε μάτια του, να μου λέει "κοιτάξτε, εγώ δεν είμαι τρελός. Αυτή η κατάσταση εδώ μέσα με αρρωσταίνει"»
Παράλληλα, έχει γράψει βιβλία Kοινωνικής Iστορίας ‒πολλά σε συνεργασία με τον Κώστα Ν. Χατζηπατέρα‒, με έμφαση πάντα στις προσωπικές μαρτυρίες.
Αφορμή για τη συνάντησή μας αποτέλεσε η επανέκδοση του βιβλίου της «Ιερά οδός 343 - Μαρτυρίες από το Δρομοκαΐτειο» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Αλεξάνδρεια. Μια συγγραφική σύζευξη ιστορικής έρευνας και αυθεντικών εξομολογήσεων.
Στο πολυσέλιδο πόνημά της η συγγραφέας περιλαμβάνει ζωντανές μαρτυρίες, εξερευνά την «τρέλα» πέρα από τα στερεότυπα και δημιουργεί έναν τόμο για τον κόσμο του Δρομοκαΐτειου.
Συναντηθήκαμε σε ένα καφέ της πλατείας Κολωνακίου. Μαζί της είχε φέρει ένα βιβλίο με ποιήματα ανθρώπων με ψυχιατρική εμπειρία για να μου το δωρίσει. Μια συλλογή που περιέχει ποιήματα για «άσυλα, ηλεκτροσόκ, φάρμακα, κάγκελα ορατά και αόρατα, απουσίες, μοναχικότητα, αγάπη, έρωτα καθώς και μια μοναδική αίσθηση ελευθερίας».
Πάντοτε την ενδιέφερε να συλλέγει και να ανθολογεί προσωπικές ιστορίες σχετικές με ακανθώδη θέματα, όπως ο πόλεμος. Για εκείνη το ψυχιατρείο ήταν μια παράλληλη πραγματικότητα.
Γνώρισε ξεχωριστούς ανθρώπους και πρόσωπα που την ενέπνευσαν να γράψει. Η συνάντησή της με τους ψυχικά αρρώστους ήταν για την ίδια μια αποκάλυψη. Εκεί αντίκρισε έναν κόσμο πλούσιο σε ατομικές διαφορές και γνησιότητα.
Το βιβλίο είναι μια ιστορική καταγραφή της εξέλιξης του Δρομοκαΐτειου, της ελληνικής ψυχιατρικής γενικότερα αλλά και ανέκδοτων μαρτυριών από άτομα που συνδέθηκαν κάποια στιγμή στη ζωή τους με το γνωστό θεραπευτήριο ψυχικών παθήσεων της Δυτικής Αττικής.
Στην αρχή της συζήτησής μας μου αναφέρει ότι το ερώτημα που της έθεταν διαρκώς συγγενείς και φίλοι ήταν «πώς αντέχει» και «αν φοβάται».
«Νομίζω ότι έπαιξε σημαντικό ρόλο το γεγονός ότι δεν τους αντιμετώπισα ποτέ ως διαφορετικούς ανθρώπους. Βέβαια, υπήρχαν πάντοτε στιγμές και εικόνες που με ακολουθούσαν. Θυμάμαι ενδεικτικά τον ζωγράφο Αλέξη Α., με τα χαρακτηριστικά μπλε μάτια του, να μου λέει "κοιτάξτε, εγώ δεν είμαι τρελός. Αυτή η κατάσταση εδώ μέσα με αρρωσταίνει"».
Αυτό που αντιλήφθηκε άμεσα από τη συναναστροφή της με τους ψυχικά πάσχοντες ήταν η έλλειψη αγάπης και κοινωνικών σχέσεων στη ζωή τους. Ήταν πρόσωπα που κραύγαζαν σιωπηρά «γνωρίστε μας». Αυτός ήταν και ο κύριος σκοπός του βιβλίου της κ. Φαφαλιού: διεύρυνση των συνόρων, των στερεοτύπων, των προκαταλήψεων, καθώς και ένα ουσιαστικό ρήγμα στον κοινωνικό αποκλεισμό.
«Οι περισσότερες οικογένειες των ανθρώπων αυτών, ιδιαίτερα στο παρελθόν, όχι μόνο τους ξεχνούσαν αλλά τους εγκατέλειπαν κιόλας. Κάποτε, στη Λέρο, ήταν οι "αζήτητοι". Έτσι ονόμαζαν όσους δεν είχαν δεχτεί επισκεπτήριο για έναν χρόνο» επισημαίνει και εκείνη τη στιγμή μού διαβάζει το ποίημα του κυρ-Γιάννη, ο οποίος από τη Λέρο βρέθηκε σε ξενώνα του ψυχιατρείου. «Γιατί, γιατρέ, έμεινα τόσα χρόνια στο ψυχιατρείο; Επειδή το μυαλό δεν λειτούργαγε. Ή δεν είχα κάποιον να με βγάλει;».
Τι είναι εκείνο που κρατάει από τις μαρτυρίες των τροφίμων του Δρομοκαΐτειου; «Το πιο ισχυρό εφόδιο, όσο παράδοξο κι αν ακούγεται ίσως, είναι η ζεστασιά, η ευγένεια και η ανάγκη τους να μοιραστούν τα βιώματά τους με κάποιον που ενδιαφέρεται. Από την άλλη πλευρά, διατηρώ κι έναν θυμό για τις πόρτες που παρέμεναν κλειστές χωρίς ουσιαστικό λόγο. Πολλές φορές ήθελα να τις κλοτσήσω. Ένα τείχος».
«Η τρέλα είναι ένα πολύπλοκο θέμα» τονίζει και εκφράζω την απορία μου ποιο είναι το βασικό περιεχόμενο της τρέλας, πέρα από τα στερεότυπα που ακούμε ή διαβάζουμε.
«Ανατρέχοντας στο λεξικό, θα δούμε ότι "τρέλα είναι η παθολογική κατάσταση κατά την οποία διαταράσσεται η πνευματική ισορροπία και η λογική του ανθρώπου". Ή, όπως είχε πει ο Βιζυηνός, "μετεβλήθη εντός μου και ο ρυθμός του κόσμου". Πώς τρέχει ο λογισμός τού ψυχικά πάσχοντος όμως και πώς εμείς προσπαθούμε να τον δαμάσουμε; Ταιριάζει εδώ, πιστεύω, να θυμηθούμε τα λόγια ενός σπουδαίου Ιταλού ψυχιάτρου, του Φράνκο Μπαζάλια, που έλεγε: "Είναι σαν να έχουμε ένα μεγάλο κουτί κι εμείς να προσπαθούμε να το χωρέσουμε σε ένα πιο μικρό"».
Τι ενώνει και τι διαχωρίζει έναν «υγιή» από έναν «ψυχικά ασθενή»; «Δεν είμαι ειδικός, αλλά πιστεύω ότι η διαχωριστική γραμμή είναι πολύ λεπτή, μπορεί όλοι μας κάποια στιγμή να βρεθούμε στη μία ή στην άλλη όχθη. Χίλιες δυο συγκυρίες παίζουν ρόλο, γι' αυτό και τίποτα δεν είναι μη αναστρέψιμο».
Πώς περιγράφει τον κόσμο του ψυχιατρείου; Στο βιβλίο γράφει ότι είναι «ο σταθμός και η αφετηρία για αναζήτηση των χαμένων δεσμών με τη ζωή».
«Θα έλεγα ότι ο κόσμος του ψυχιατρείου, δυστυχώς, δεν είναι διόλου ο σταθμός και η αφετηρία για αναζήτηση των χαμένων δεσμών με τη ζωή. Αυτό το ανέφερα σε συνάρτηση με το δικό μου βίωμα από τον χώρο του Δρομοκαΐτειου, όπως προσπάθησα να το μεταδώσω στον αναγνώστη. Όχι, η ζωή στο ψυχιατρείο είναι ένα τέλμα, με ελάχιστες, σπάνιες ακτίνες φωτός. Στο ψυχιατρείο, οι όποιοι δεσμοί χάνονται και πάνε» υπογραμμίζει.
«Κι αν τ' όνειρο έχει ωριμάσει μέσα σου/ κι οι γύρω σου τ' αρνιούνται/ ψάξε για νέο ορίζοντα» γράφει ο τρόφιμος Δημήτρης Β. «Εμένα πάντα με συγκινούν οι στίχοι αυτοί του Δημήτρη Β., ενός σπάνιου, ξεχωριστού ανθρώπου, ο οποίος τελικά δεν βρήκε ποτέ τον "νέο ορίζοντα" και αυτοκτόνησε.
Ήξερε πολύ καλά το περιεχόμενο της ψύχωσης. Όπως το βλέπω εγώ, αναφέρεται σε όλα εκείνα που θα μπορούσαν να γίνουν, που μπορούν να γίνουν, έτσι ώστε να γίνει ο κόσμος πιο όμορφος. Πόσο μάλλον ο χώρος της ψυχικής υγείας που, λόγω τόσων και τόσων αγκυλώσεων ‒έξω και μέσα μας‒, είναι στα χάλια που είναι. Γι' αυτό, λοιπόν, "ας ψάξουμε για νέο ορίζοντα", που λέει και ο ποιητής».
Καθώς την παρατηρώ να μιλά, ήρεμα και αβίαστα, για τον κόσμο της «Ιεράς Οδού», τη ρωτώ ποια εικόνα της έχει εντυπωθεί πιο έντονα. «Αναμφίβολα, για μένα ήταν καθοριστική η πρώτη μέρα. Θυμάμαι έντονα τη στιγμή που διέσχισα το προαύλιο υπό την καθοδήγηση μιας ασθενούς, της Ρίτας, παλιάς Σταρ Ελλάς. Ξέρετε, οι σκέψεις που κάνεις εκείνη τη στιγμή είναι χιλιάδες. Αισθανόμουν λίγο ανοχύρωτη, ίσως και φοβισμένη. Νομίζω, επειδή οι όροι είχαν πλήρως αντιστραφεί». Το «Ιερά Οδός 343» είναι ένα βιβλίο για «απουσίες σχέσεων, θεσμών και εκφράσεων. Μιλά για πράγματα παρόντα, για φτερουγίσματα υπαρκτά, συχνά θαμμένα κάτω από τον όγκο των απόντων». Γιατί έχουμε την ανάγκη να «ανήκουμε» κάπου;
«Είναι μια ανάγκη, όχι μόνο του ανθρώπου αλλά και των ζώων. Η αγέλη ή η κοινωνία των ανθρώπων, πέρα από την ασφάλεια που προσφέρει από τους εξωτερικούς κινδύνους, δίνει και μια άλλη, εσωτερική ασφάλεια. Δεν είναι τυχαίο ότι πρόσφατες μελέτες δείχνουν πώς τα άτομα που έχουν κοινωνικούς δεσμούς και ανθρώπινη επαφή έχουν καλύτερη σωματική και ψυχική υγεία, καθώς και μεγαλύτερο προσδόκιμο ζωής». Ο χρόνος έχει μια εντελώς διαφορετική σημασία για τους ανθρώπους μέσα στα άσυλα. Ουσιαστικά, δεν έχει απολύτως καμία χρησιμότητα. Πώς αντιμετωπίζει κανείς την απουσία χρόνου;
«Μέσα από δραστηριότητες που στο ψυχιατρείο, όπως ξέρουμε, σπανίζουν. Δεν είναι τυχαίος, εξάλλου, ο όρος "ιδρυματισμός". Γι' αυτό γίνεται προσπάθεια να ζουν τα άτομα με ψυχιατρική εμπειρία μέσα στην κοινότητα αντί μέσα στο άσυλο και να δομούν τον χρόνο τους με εργασία ή ψυχαγωγικές δραστηριότητες. Φυσικά, απέχουμε πολύ από το ζητούμενο» αναφέρει.
Η συζήτηση φτάνει στο σήμερα και στο ερώτημα γιατί στην εποχή μας οι περισσότεροι στρέφονται στη λύση της ψυχανάλυσης. «Δεν πιστεύω ότι πρόκειται για την πλειοψηφία, ωστόσο είναι αλήθεια ότι όλο και περισσότεροι άνθρωποι καταφεύγουμε εκεί. Πιστεύω ότι αυτό γίνεται για να καλύψουμε κενά και ανάγκες μας που αναδύονται ευκολότερα με τη βοήθεια κάποιου ειδικού.
Ας μην ξεχνάμε, δε, ότι ζούμε σε μια εποχή που κυριαρχεί το άγχος, ότι οι ανθρώπινες σχέσεις κατέχουν όλο και μικρότερη θέση στη ζωή μας και, ενδεχομένως, δεν μπορούμε εύκολα να μοιραζόμαστε τα "σώψυχά" μας με κάποιον δικό μας άνθρωπο, όπως γινόταν παλαιότερα.
Μελέτες στις ΗΠΑ έδειξαν ότι ένας στους τέσσερις ανθρώπους δεν έχει κανέναν κοντινό του άνθρωπο για να εκμυστηρεύεται τα προβλήματά του. Επίσης, είναι ενδιαφέρον ότι το 1985 οι ερωτηθέντες στις ΗΠΑ είχαν μόνο τρία τέτοια κοντινά άτομα, που το 2004 μειώθηκαν σε ένα άτομο και το 2014 σε κανένα. Ελπίζω τα στοιχεία της έρευνας αυτής να μην είναι αντιπροσωπευτικά, ίσως όμως μας λένε κάτι».
Η σχιζοφρένεια κατέχει κεντρική θέση στο φάσμα των ψυχικών διαταραχών. Πώς την ορίζει και πώς εξηγεί ότι μερικοί άνθρωποι έχουν παρεκκλίνουσα κοινωνική συμπεριφορά; «Οι ορολογίες αλλάζουν διαχρονικά, πιστεύω επίσης ότι διάφοροι επαγγελματίες της ψυχικής υγείας, αναφερόμενοι στη σχιζοφρένεια, θα εστιάσουν σε διαφορετικές εκφάνσεις της, ανάλογα με τον προσανατολισμό τους.
«Ό,τι χαρακτηρίζει την τρέλα είναι ένας απόλυτος και αθώος εγωισμός που αιχμαλωτίζει αδιέξοδα την ψυχή μέσα εις τον ίλιγγον των υποκειμενικών παραισθήσεων της. Πουθενά αλλού δεν αισθάνεται κανείς ζωηρότερα, τραγικώτερα, το συναίσθημα της ανθρώπινης μηδανινότητας»
Εγώ θα αναφερθώ στα λόγια του ψυχιάτρου Marius Romme, που εδώ και πάρα πολλά χρόνια ασχολείται με τα άτομα που ακούνε φωνές. Συγκεκριμένα, σημειώνει ότι "ο όρος σχιζοφρένεια στα διαγνωστικά κριτήρια του DSM (Diagnostic and Statistical Manual of Mental Disorders) αποτελεί μια κατηγορία με βάση ένα μάλλον ευρύ φάσμα συμπτωμάτων σε μια συγκεκριμένη στιγμή ή περίοδο της ζωής του ατόμου. Αυτή η περίοδος δεν μας λέει τίποτα για τα πιθανά αίτια ούτε περιλαμβάνει τις προσωπικές εμπειρίες ή το τι αυτές σημαίνουν για εκείνο το άτομο. Ούτε υποδεικνύει τρόπους αντιμετώπισης της εμπειρίας αυτής".
Θα ήθελα να σταθώ στο εξής: από το ερώτημά σας έχω την αίσθηση ότι συνδέετε τη σχιζοφρένεια με την παρεκκλίνουσα κοινωνική συμπεριφορά και ως "παρεκκλίνουσα" νομίζω ότι εννοείτε την "παραβατική" συμπεριφορά. Πρέπει να διευκρινίσω, όμως, ότι, βάσει διεθνών ερευνών, οι ανθρωποκτονίες που διεπράχθησαν από ψυχικά πάσχοντες αναλογικά δεν ήταν περισσότερες από εκείνες που διεπράχθησαν από ψυχικά υγιείς. Αλλά συχνά ο Τύπος και τα ΜΜΕ αναφέρονται με πηχυαίους τίτλους σε κάποια τέτοια περιστατικά όταν διαπράττονται από άτομα με ψυχιατρικά προβλήματα, δίνοντας έτσι την εντύπωση ότι οι ψυχικά πάσχοντες, ιδίως οι άνθρωποι με σχιζοφρένεια, είναι και επικίνδυνοι, κάτι που δεν ευσταθεί καθόλου».
«Όταν μπήκα στο Δρομοκαϊτειο, την πρώτη βραδιά, αισθάνθηκα αμέσως τη συμφορά μου βαρύτερη, την πλήξη με τα μαύρα της φτερά να με σκεπάζει ολόκληρο, σύγκορμο και σύψυχο» έχει γράψει ο Ρώμος Φιλύρας σε άρθρο του το 1929, ενώ σε άλλο σημείο σημείωνε: «Ό,τι χαρακτηρίζει την τρέλα είναι ένας απόλυτος και αθώος εγωισμός που αιχμαλωτίζει αδιέξοδα την ψυχή μέσα εις τον ίλιγγον των υποκειμενικών παραισθήσεων της. Πουθενά αλλού δεν αισθάνεται κανείς ζωηρότερα, τραγικώτερα, το συναίσθημα της ανθρώπινης μηδανινότητας».
Στην ερώτηση τι θεωρεί σημαντικό στη ζωή, επισημαίνει: «Την ελευθερία, την αγάπη, την υγεία. Καθώς και ότι τίποτα στη ζωή δεν είναι άσπρο-μαύρο».
Καθώς φτάνει στο τέλος της η κουβέντα μας, η κ. Φαφαλιού μου λέει ότι σκοπός της επανέκδοσης αυτού του βιβλίου είναι να καταφέρει να σπάσει με οποιονδήποτε τρόπο το φράγμα που χωρίζει τον ψυχικά άρρωστο από τους «απέξω». Να συμβάλει στη θεσμοθέτηση βασικών αρχών και στην επανένταξη των ψυχικά αρρώστων στην κοινωνία.
Φεύγοντας από την συνάντησή μας, στέκομαι σε ένα σημείο του βιβλίου, στη μαρτυρία του Νίκου, ο οποίος αναρωτιέται: «Τι θα πει φυσιολογικό; Τι θα πει ψυχική υγεία; Υγεία είναι ισορροπία, είναι αυτάρκεια. Να μη φοβάσαι».
Info
Το βιβλίο της Μαρίας Φαφαλιού «Ιερά Οδός 343 - Μαρτυρίες από το Δρομακαΐτειο» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Αλεξάνδρεια.
σχόλια