Φόρο τιμής σε μια από τις μείζονες χορογράφους του 20ού αιώνα, την Τρίσα Μπράουν, αποτελεί η επιστροφή της ομάδας της στο Φεστιβάλ Αθηνών για τρίτη φορά την τελευταία οκταετία. Μέσα από τα τέσσερα έργα της βραδιάς αποκαλύπτονται διαφορετικές όψεις μιας μοναδικής δημιουργικότητας με τεράστιο εύρος και μεγάλη αντοχή στον χρόνο: από την εποχή της αμφισβήτησης στα τέλη της δεκαετίας του 1960 στην Αμερική, όταν πρωτοστατούσε στους πειραματισμούς της Judson Church εξερευνώντας τα αχαρτογράφητα ύδατα γύρω από το χορευτικό θέαμα, που ανέδειξαν το απλό, καθημερινό σώμα, ένα σώμα «δημοκρατικό» και ανυπάκουο (Watermotor), έως την ανάδειξη του εμβληματικού της λεξιλογίου, συνώνυμου της διαρκούς ροής, που μαγνητίζει και γοητεύει με αιωρήσεις, πτήσεις και ανυψώσεις, στο απόγειο της πολυπλοκότητας (Son of Gone Fishin').
Τον Ιανουάριο του 2013, η Τρίσα Μπράουν παρουσίασε στην ακαδημία του Μπρούκλιν τα «Ι'm going to toss my arms-If you catch them they're yours» και «Les Yeux et l' ame» (σουίτα από την όπερα του Ραμό "Πυγμαλίων". Με αυτά τα έργα η θρυλική Αμερικανίδα χορογράφος αποχαιρέτησε το κοινό πριν αποσυρθεί. Η 75χρόνη εξαιρετική χορεύτρια και χορογράφος έζησε μια λαμπρή καριέρα. Θεωρήθηκε η τελευταία πρωτογενής δημιουργός. Μετά την εμφάνισή της στο στερέωμα του χορού, τίποτα δεν έμεινε ίδιο. Έφτασε στη Νέα Υόρκη στα μέσα της δεκαετίας του 60 και καθιερώθηκε πολύ γρήγορα ως μια από τις σημαντικότερες χορογράφους του φημισμένου Judson Dance Theatre.
Το 1970 ίδρυσε τη δική της ομάδα. Πειραματίστηκε με το ανθρώπινο σώμα σώμα σε σχέση με την αρχιτεκτονική και τη γεωμετρία και συνεργάστηκε με σπουδαίες προσωπικότητες από το χώρο των εικαστικών και της μουσικής. Μέλος της αβάν γκαρντ σκηνής της νέας Υόρκης, δημιούργησε ένα ρεπερτόριο βασισμένο στην αυστηρότητα της δομής και στην ευλυγισία της κίνησης. Ο χορευτής Στίβεν Πετρόνιο δήλωσε ότι τη θεωρεί την πιο σέξι χορεύτρια στον κόσμο. Οι New York Times έγραψαν ότι η Τρίσα Μπράουν «πήρε την καθημερινή κίνηση της πεζής ζωής μας και μας την επέστρεψε καινούργια».
Μέλος της αβάν γκαρντ σκηνής της νέας Υόρκης, δημιούργησε ένα ρεπερτόριο βασισμένο στην αυστηρότητα της δομής και στην ευλυγισία της κίνησης. Ο χορευτής Στίβεν Πετρόνιο δήλωσε ότι τη θεωρεί την πιο σέξι χορεύτρια στον κόσμο. Οι New York Times έγραψαν ότι η Τρίσα Μπράουν «πήρε την καθημερινή κίνηση της πεζής ζωής μας και μας την επέστρεψε καινούργια».
H Τρίσα Μπράουν είναι μια εξερευνήτρια του χορού, εφευρέτης μιας κίνησης που ταρακούνησε τα θεμέλιά του. Γεννήθηκε το 1936 στα βόρεια της πολιτείας της Ουάσινγκτον και έκανε από μικρή μαθήματα μπαλέτου. Πήγε στην καλοφόρνια για να μελετήσει τον σύγχρονο χορό και μετακόμισε στη Νέα Υόρκη το 1961. Εκεί γνωρίζεται με τον Robert Dunn, ένα μουσικό από το στούντιο χορού του Μερς Κάννιγκχαμ, ο οποίος ενδιαφερόταν να εφαρμόσει τις μουσικές ιδέες του John Cage στο χορό.
Τον Ιούλιο του 1962, η Μπράουν και άλλοι σπουδαστές παρουσιάζουν την περφόρμανς "Concert of Dance No 1". Αυτή η παράσταση ήταν η κρίσιμη καμπή όχι μόνο για την Μπράουν, αλλά και για την ιστορία του χορού. Η Judson Dance Theater, αυτή η χαλαρή κολεκτίβα χορού βρέθηκε στο επίκεντρο της αβάν γκαρντ σκηνής και τα κινήματα που καθόριζαν την καλλιτεχνική κίνηση της νέας Υόρκης στη δεκαετία του 60 και σηματοδότησαν με την εμφάνισή τους αυτό που σήμερα ονομάζουμε μεταμοντέρνο χορό.
Το 1970 έγινε με άλλους καλλιτέχνες ιδρυτικό μέλος μιας άλλης κολεκτίβας, που ασκούσε μεγάλη επίδραση στην καλλιτεχνική δημιουργία της Νέας Υόρκης, την Grand Union, η οποία διήρκεσε μέχρι το 1976. Αρχικά η Τρίσα Μπράουν δημιούργησε έργα σε μη θεατρικούς χώρους, σε σοφίτες, στέγες και σχεδίες. Άρχισε να χορογραφεί για θέατρα και για τη σκηνή μετά το 1979, όταν ο τότε οκτάχρονος γιός της, της ανακοίνωσε ότι θα ήθελε να πάει κάποια μέρα στο κολέγιο και εκείνη συνειδητοποίησε ότι δε θα μπορούσε να παρέχει τίποτα στο παιδί της αν δεν έδειχνε σε περισσότερο κόσμο τη δουλειά της.
Στη σκηνή των mainstream θεάτρων η Τρίσα Μπράουν φέρνει τον αέρα των πειραματικών και αποτελεσματικά "αντι-θεατρικών" ιδεών της. Το καλλιτεχνικό της προφίλ ενδυναμώνεται στη διάρκεια της δεκαετίας του 80 και το 1991 κερδίζει το MacArthur award. Αν και η ομάδα της παραμένει στο κέντρο της χορογραφικής της παραγωγής, η Μπράουν συνεργάζεται και με άλλες όπερες όπως αυτές της Λυόν και του Παρισιού. Από το 1998 χορογραφεί και σκηνοθετεί διάφορες όπερες και τα τελευταία χρόνια εκθέτει συχνά τα σχέδιά της. Η συνεργασία της με τον Robert Rauschenberg ήταν από τις πιο αξιοσημείωτες της καριέρας της.
Συνεργάστηκε με την Λόρι Άντερσον συμμετέχοντας ενεργά στην κοινότητα των καλλιτεχνών της Νέας Υόρκης σε μια περίοδο κατά την οποία ο καμβάς της πόλης ήταν ανοιχτός και ελεύθερος για πειραματικές και τολμηρές προσεγγίσεις, μέσα σε μια ραγδαία αναπτυσσόμενη σκηνή της δεκαετίας του 70, η οποία έκανε την ταλαιπωρημένη και στα πρόθυρα τότε της χρεωκοπίας πόλη, επίκεντρο της τέχνης παγκοσμίως. Οι καλλιτέχνες έδωσαν εκείνη την εποχή τη δική τους απάντηση σε ένα περιβάλλον παρακμής και ανομίας που επικρατούσε με την ανάληψη εγκαταλελειμμένων χώρων για να δημιουργήσουν και να εκθέσουν τα έργα τους, χρησιμοποιώντας την ίδια την πόλη ως μέσο, επικοινωνώντας άμεσα με το κοινό προκειμένου να οικοδομηθεί μια δυναμική κοινότητα τεχνών.
Η δουλειά της Τρίσα Μπράουν εξελίχθηκε σταθερά μέσα στο χρόνο, ακόμα και μακριά από τους πειραματισμούς της πρώτης δημιουργικής περιόδου της. Τα έργα της σήμερα εμφανίζουν την πνευματική ηρεμία μιας μεγάλης δημιουργού, τόσο καθοριστικά, όσο και τα δημιουργικά στοιχεία του πειραματισμού της. Μπήκε στο χώρο της μουσικής επειδή ήθελε να σκηνοθετήσει όπερα. Αναρωτήθηκε: «Τι δεν έχω κάνει ακόμα;». Δούλεψε ως χορογράφος στην Κάρμεν της Lina Wertmuller, το 1986, αλλά ήθελε περισσότερα.
Η Τρίσα Μπράουν είναι μια μεγάλη προσωπικότητα του σύγχρονου χορού, οπαδός της αστείρευτης κίνησης που πηγάζει από το ανθρώπινο σώμα. Έζησε την «ασέβεια» των καλλιτεχνών της εποχής της με τον πιο δημιουργικό τρόπο. Ανέτρεψε τα στερεότυπα, χόρεψε επί δεκαετίες στη σκηνή, συνεργάστηκε με τις πιο ενδιαφέρουσες καλλιτεχνικές προσωπικότητες, δοκίμασε τα όριά της, προκάλεσε, συναγωνίστηκε με τους συνεργάτες της σε μια προκλητικά θαρραλέα και αναρχική περίοδο όπου όλοι δήλωναν «οτιδήποτε και να μου προσφέρεις, εγώ θα το αλλάξω».
Η Τρίσα Μπράουν μας χάρισε μια ανεπανάληπτη εμπειρία. Όταν δεις τις χορογραφίες της, τίποτα δεν είναι πια το ίδιο στο χορό. Μας έμαθε να αντιλαμβανόμαστε τα ερεθίσματα και την ποιότητα της κίνησης. Την αίσθηση του χρόνου και την αίσθηση της κίνησης με έναν εντελώς διαφορετικό τρόπο. Ότι ο χορός με τη συνοδεία μουσικής και ο χορός δίχως αυτή είναι δύο τελείως διαφορετικά πράγματα. Μαθαίνοντάς μας ένα καινούργιο λεξιλόγιο, καταλάβαμε ότι ο χορός μπορεί να είναι μια σύνθετη, μυστηριώδης, εσωτερική και έντονη εμπειρία για τον καθένα μας.
Insight: Trisha Brown Set and Reset/Reset
Man Walking Down the Side of a Building
Trisha Brown's Walking on the Wall at the Barbican
Trisha Brown op DocumentaXII
Trisha Brown's Sololos(1976) and Watermotor(1978)
ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΑΥΤΟ ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΓΙΑ ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ ΣΤΙΣ 10.7.2014
σχόλια