«Τι είναι χορός;» Στο ερώτημα που απασχολεί διαχρονικά δημιουργούς που ασχολούνται με αυτήν τη μορφή τέχνης έρχεται να δώσει μια «λοξή» απάντηση, με επίκεντρο αυτήν τη φορά την εικαστικότητα, ένα αγαπημένο φεστιβάλ σύγχρονου χορού που γεμίζει ασφυκτικά τις σκηνές της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση εδώ και δώδεκα χρόνια, πειραματίζεται, δοκιμάζει και πετυχαίνει τελικά να δικαιώσει τα αδάμαστα σώματα, εκφράζοντας τις αγωνίες, τις ελπίδες και τις ματαιώσεις τους, στήνοντας βωμούς, αποτινάσσοντας ρόλους και ταυτότητες, συνομιλώντας με την Ιστορία και το παρόν.
Από τις 3 έως τις 6 Απριλίου, στο πλαίσιο του Onassis Dance Days 2025, Έλληνες χορογράφοι πειραματίζονται με νέες αισθητικές, συνεργάζονται στενά με γλύπτες, εικαστικούς, αρχιτέκτονες και sound designers και συνομιλούν επί σκηνής με άξονα την υλικότητα των σωμάτων, την αισθητική του ήχου, την ποιητική του λόγου και την εικαστικότητα των σκηνικών αντικειμένων σε παραγωγές που προέκυψαν από το open call του Onassis AiR και αναπτύχθηκαν με την υποστήριξη του Onassis AiR Dramaturgy, σε επιμελητική κατεύθυνση της Αφροδίτης Παναγιωτάκου.
Στην Κεντρική Σκηνή της Στέγης, ο Damien Jalet, σε συνεργασία με τον Ιάπωνα εικαστικό Kohei Nawa, δημιουργεί μια μνημειώδη εγκατάσταση, μια κοσμογονία εν κινήσει. Μεταξύ χορογραφίας και οπτικού πειραματισμού, εκθέτει το σώμα των χορευτών σε μια διαρκή αναμέτρηση με τα στοιχεία της φύσης, τον άνεμο, το νερό, το χώμα, τον καπνό, την ομίχλη, το φως, το σκοτάδι.
Για τέσσερις ημέρες, από τις 5 το απόγευμα έως τα μεσάνυχτα, μέσα από πέντε έργα και μία ταινία, οι σκηνές της Στέγης θα συστήσουν στους θεατές νέους εικαστικούς κόσμους, όπου το σώμα αποκτά άλλες διαστάσεις και η κίνηση δίνει μορφή στο άυλο. Και φέτος το πρόγραμμα του φεστιβάλ περιλαμβάνει έναν διεθνή χορογράφο, τον Damien Jalet, που θα παρουσιάσει για πρώτη φορά τον μοναδικό κόσμο του στην Ελλάδα.

Στο -1 της Στέγης, στο σόλο έργο του Μιχάλη Θεοφάνους, ecdysis, γινόμαστε ηδονοβλεψίες, παρατηρώντας την αέναη μεταμόρφωση ενός πλάσματος στον προσωπικό του χώρο – το σκηνικό είναι της Τίνας Τζόκα. Ακόμα περισσότερο, γινόμαστε αυτόπτες μάρτυρες του ευάλωτου ξεγυμνώματός του, καθώς το βλέπουμε να απεκδύεται μια σειρά από ταυτότητες. Το πλάσμα ενσαρκώνει έναν πυκνοκατοικημένο εσωτερικό κόσμο, έναν κόσμο που έρχεται από μέσα μας και μοιάζει με την αντανάκλαση του νάρκισσου στο νερό. Μονάχα το είδωλό μας στον καθρέφτη είναι που μετακινείται, υποδεικνύοντας όλα όσα θα θέλαμε να κάνουμε.
«Το είδωλο αυτό είναι το πλάσμα που παίρνει διάφορες μορφές και δοκιμάζει διάφορα πράγματα στην προσπάθειά του να βρει τι είναι, καλωσορίζοντας το άβολο, το ανοίκειο και κυρίως τη μεταμόρφωση», λέει ο Μιχάλης και όταν ρωτώ τι σημαίνει ένα σώμα και κατά προέκταση ένα πρόσωπο σε διαρκή μεταμόρφωση στην εποχή μας εξηγεί πως «βλέπουμε την ανάγκη αυτού του πλάσματος να βρει τον εαυτό του. Δεν αναιρούνται το δικαίωμα και η διάθεση για προσωπικό χρόνο. Αν και δεν είναι τόσο απλό, η μετάλλαξη, η έκδυση αυτή είναι η ροή της ζωής. Σήμερα οι ταχύτητες διαφέρουν και το προβληματικό σε αυτό, ίσως, είναι ότι ο χρόνος δεν είναι αρκετός για να αφουγκραστείς αυτή την αλλαγή. Ίσως κι αυτό, όμως, αυτή η ασυνείδητη μετάβαση και η ανάγκη να ακολουθήσεις τους καιρούς να είναι μέρος της μεταμόρφωσης. Σε κάθε περίπτωση, η μεταμόρφωση είναι επιτακτική».
Μιλώντας για έναν κόσμο που βρίσκεται σε αδιάκοπη ροή, αναρωτιέμαι πόση σημασία έχει η ταυτότητα στον προσδιορισμό των σχέσεων και των πράξεών μας, κι εκείνος υποστηρίζει ότι «παρατηρούμε συχνά μια ομοιογένεια, σαν να ομαδοποιούνται οι ταυτότητες, ωστόσο η ατομικότητα παραμένει. Η ταυτότητα δεν είναι ενιαία oύτε και σε πολύ απλά μοτίβα, λέμε “κάτι άλλαξε μέσα μου” ή “ένα μέρος του εαυτού μου” κ.λπ. Ωστόσο, αυτό που κάνει την ταυτότητα συμπαγή είναι κυρίως μια εσωτερική συνοχή, η oποία έχει μεταβάσεις που την αιτιολογούν. Aν υπάρχει και ειλικρίνεια, μιλάμε για μια αναπόδραστη επίγνωση που μας καθιστά “ταυτοτικούς”. Νομίζω όμως ότι αυτό που χρειάζεται να αποδεχθούμε είναι η μεταβλητότητα που ενυπάρχει στην ταυτότητα και την κάνει πιο ολοκληρωμένη».

Στη μικρή σκηνή της Στέγης, στο Ιt’s the end of the amusement phase, τρεις γυναίκες στήνουν έναν άναρχο κινητικό, αισθητικό και ηχητικό μαραθώνιο, αναζητώντας την απόλαυση που διαρκώς ανακόπτεται. Η Χαρά Κότσαλη, συνεργαζόμενη με τον γλύπτη και εικαστικό Περικλή Πραβήτα, δημιουργεί ένα ξέφρενο πανόραμα χορών σε διαρκή συνδιαλλαγή με την Ιστορία. Διαβάζοντας ένα άρθρο για το παράδοξο της παραγωγικότητας μέσα στο ψηφιακό συγκείμενο, κόλλησε σε ένα σημείο που μιλούσε για το τέλος της φάσης της διασκέδασης στη συνδιαλλαγή μας με τις τεχνολογίες και τι αντίκτυπο (δεν) είχαν στη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των γενικού πληθυσμού.
Παίρνοντας αφορμή από τη συναισθηματική αυτή περιοδολόγηση, εμπνεύστηκε τον τίτλο της παράστασης που σε πρώτη ανάγνωση σημαίνει ένας τέλος, αλλά στα δικά της μάτια ορίζει μια αρχή. Μιλώντας για τις γυναίκες σήμερα, αν μπορούν να βιώσουν απολαύσεις χωρίς ενοχές και προκαταλήψεις και τι εμπόδια βρίσκουν, η Χαρά σημειώνει ότι γνωρίζει γυναίκες που παλεύουν να τα βγάλουν πέρα, να κάνουν τα πράγματα αλλιώς, γυναίκες που συγκρούονται και μάχονται για το δίκαιο, που φροντίζουν η μία την άλλη και δημιουργούν.
«Ξέρω, και ξέρουμε, όμως και γυναίκες που κάνουν τη ζωή των άλλων γυναικών κόλαση. Ξέρω, και ξέρουμε, γυναίκες σε υψηλά ιστάμενες θέσεις –ενίοτε μη αιρετές και οριακά ισόβιες, για να μιλήσω για τον κλάδο μου–, σε διευθυντικές θέσεις επιχειρήσεων που λειτουργούν σε κάκιστες συνθήκες για τις υπόλοιπες εργαζόμενες, γυναίκες στο αστυνομικό σώμα, γυναίκες ακροδεξιές πρωθυπουργούς, κ.ο.κ. Δεν μπορώ να υπερασπιστώ όλες αυτές τις γυναίκες και είμαι σίγουρη ότι καθεμία έχει πολύ διαφορετικά προνόμια και εμπόδια, ανάλογα με την τάξη και το γεωγραφικό της στίγμα. Αν επιχειρήσω όμως μια λίγο απλουστευτική γενίκευση, θα έλεγα ότι σίγουρα η απόλαυση για τη γυναικεία ταυτότητα έχει υπάρξει ένα πεδίο μάχης. Η ενοχή έχει ποτίσει το δέρμα και την ψυχή πολλών από εμάς, καθώς καλούμαστε να εκπληρώσουμε προκατασκευασμένους ρόλους, να γεράσουμε με έναν τρόπο, να επιτύχουμε ή να αποτύχουμε με έναν τρόπο και κυρίως να φταίμε εμείς για την αποτυχία των άλλων».

Η Σοφία Μαυραγάνη και η εικαστικός Τζάνις Ράφα στήνουν στη Μικρή Σκηνή της Στέγης μια σουρεαλιστική, ποιητική αλληγορία για τα όρια της συμβίωσης της ανθρώπινης και της μη ανθρώπινης φύσης, με επίκεντρο την εικόνα του αλόγου και τη σχέση σωμάτων που καβαλούν και καβαλικεύονται. Η στόχευσή τους; Το δικαίωμα του σώματος να παραμείνει ανεξερεύνητο, αδιευκρίνιστο και αδάμαστο.
Στο Horse me μαστίγια και στομίδες μπλέκονται σε μια παράδοξα ερωτική σύνθεση. Γλουτοί και ουρές δονούνται σε άριες και ηλεκτροπόπ ρυθμούς. Με χλιμιντρίσματα, καλπασμούς, πτώσεις, σαδιστικούς δεσμούς, βασανισμό, λατρεία και με τις φαντασιώσεις, τους πόθους και την ανάγκη του ανθρώπου να δαμάσει άλλα σώματα και να κυριαρχήσει, το έργο θέτει ερωτήματα σχετικά με τις χαρές και τις οδύνες που όλα τα όντα, άνθρωποι και ζώα, μπορούν να μοιραστούν.
«Η παράσταση ήταν μια αφορμή για μένα να μελετήσω και να αναμετρηθώ καλλιτεχνικά με τα μη οικεία αυτά αδιέξοδα. Ο άνθρωπος –λένε οι μελετητές ζώων– έχει προσπαθήσει να εντάξει τα ζώα στο σύστημα αξιών του. Οι υπερασπιστές των ζώων διεκδικούν τα δικαιώματα των ζώων, την αναβάθμιση της υπόστασής τους, την απόδοση σε αυτά γλωσσικών ικανοτήτων κ.λπ. Τα ζώα όμως μπορεί να μη θέλουν να ενταχθούν στο παράδειγμα το ανθρώπινο. Είναι τόσο σαθρό το οικοδόμημα του δυτικού πολιτισμού, που μόνο ό,τι έχει μείνει ανέγγιχτο ίσως φέρει τη γνώση μιας ουσιαστικής ανατροπής», λέει η Σοφία, με την Τζάνις να θεωρεί έννοια της συμβίωσης ανθρώπου και ζώου προβληματική.
«Τι εννοούμε όταν λέμε ότι συμβιώνουμε στον ίδιο χώρο με ένα ον με διαφορετικό σώμα, ανάγκες και ένστικτα;» λέει. «Οι περισσότερες μορφές της, όπως τις έχουμε ορίσει μέσα στο πλαίσιο της συντροφιάς, της διασκέδασης και της άθλησης (βλέπε ιππασία), είναι καταχρηστικές ως προς το ζώο και μη συναινετικές. Οι βαθμίδες της εξαπάτησης των ενστίκτων των ζώων και της παραβίασης των σωμάτων τους ποικίλλουν. Προκειμένου να τραφούν, να νιώσουν ασφάλεια, να μην πονέσουν, τα ζώα εγκλωβίζονται μέσα στο ανθρώπινο πλαίσιο. Όμως αυτό το πλαίσιο είναι ένα κατασκεύασμα δικών μας προσδοκιών και απολαύσεων που επιτρέπει να έχεις κατοικίδιο και συγχρόνως να τρως τα μωρά αγελάδων, κατσικιών και γουρουνιών στο τραπέζι του σπιτιού. Είναι μια τελείως διαστρεβλωμένη αντίληψη γύρω από την έννοια της συμβίωσης με τα ζώα και της πολιτικής και ηθικής μας θέσης απέναντι σε αυτά».

Στο Near Misses η Φωτεινή Σταματελοπούλου χορογραφεί στο -1 της Στέγης τη/το Δέσποινα Σανιδά-Κρεζία σε μια σόλο περφόρμανς/εικαστική εγκατάσταση σε συνεργασία με τους Δημήτρη Ταμπάκη και Πάνο Αλεξιάδη, εξετάζοντας το σώμα ως ένα πεδίο σύγκρουσης και ορίων – ένα εσωτερικευμένο αίσθημα οργής και επιμονής ξεδιπλώνεται και εξερευνά την αντίσταση και την αποδοχή. Πόσο μεγάλο πεδίο συγκρούσεων, αναδιατυπώσεων, εννοιών και αποδοχής είναι σήμερα το σώμα ρωτώ τη δημιουργό που υποστηρίζει πως «οι παγκόσμιες συνθήκες διαμορφώνουν ένα οριακό πεδίο ύπαρξης του σώματος. Πασχίζει, κουράζεται, παλεύει, ξεχνάει, κάποιες φορές αρρωσταίνει, άλλες υπάρχει όσο παρατηρεί το “κάθε εδώ”, προσπαθεί να συμβαδίσει, θυμάται και συνεχίζει να παλεύει, και σταματά να υπάρχει. Το σώμα μας, όσο και να θέλουμε να μας ακολουθεί πιστά, δεν υπακούει στους δικούς μας όρους. Αλλάζει διαρκώς και αποτυπώνει συνθήκες που καλούμαστε να διαπραγματευτούμε. Η ταυτότητα και η εικόνα του σώματός μας ψυχοκοινωνικά είναι συνεχώς ρευστή. Η παρατήρηση, η πρόληψη και ο χρόνος αντίληψης των αισθήσεων και των ορίων μας ανοίγουν πεδία αντίστασης και αποδοχής, ενώ η απομάκρυνση από την αποσιώπηση, το μοίρασμα εμπειριών, η διαπραγμάτευση με “κάθε δύσκολο” πεδίο συζήτησης είναι σημεία που φέρνουν ξανά το σώμα στην επιφάνεια, και αφού μπορέσουμε να αποδεχθούμε αυτό, θα μπορέσουμε να ακούσουμε καλύτερα και να μιλήσουμε όλο και πιο δυνατά».
Οι τρεις συνεργάτες εστίασαν στη διερεύνηση της λειτουργίας των προστατευτικών αντικειμένων, δράσεων και ήχων μέσα σε διαφορετικά εθνογραφικά πλαίσια. Ανοίγοντας ένα ευρύ πεδίο αναφορών κατέληξαν σε επιλογές που ενθάρρυναν και εμβάθυναν την ανάγκη να διατυπωθεί μια μεταιχμιακή κατάσταση οργής και σιωπής του σώματος απέναντι σε κάθε πιθανή θνητότητα. «Με τον Δημήτρη και τον Πάνο ξεκινήσαμε τη συνεργασία μας πριν από αρκετό καιρό, εστιάζοντας στα αντικείμενα που κατασκεύασε ο Δημήτρης και συνδυάστηκαν με ευρήματα προστατευτικών αντικειμένων από παζάρια για να δημιουργηθεί ένα “φορέσιμο αρχείο” που κουβαλάει το σώμα ως αναπόφευκτο βάρος, ενώ επεκτείνει τις δυνατότητές του ανά στιγμές. Ο Πάνος εξερεύνησε μαζί μας τις ακουστικές και ηχητικές δυνατότητες αυτών των μεταλλικών αντικειμένων, δίνοντας μουσικά θέματα που εξελίσσονται καθοδηγώντας τη σκηνική δράση».

Για την πρώτη του σκηνική εμφάνιση στη Στέγη ο εικονοκλάστης, διεθνούς κύρους χορογράφος και χορευτής Damien Jalet επέλεξε το έργο που ξεκίνησε να δημιουργεί στην Ιαπωνία στον απόηχο του καταστροφικού σεισμού και του τσουνάμι του 2011. Στο έργο έδωσε τελικά τον τίτλο Planet [wanderer] (Πλανήτης [περιπλανώμενος]), αντλώντας έμπνευση από τις έννοιες του αρχαιοελληνικού ρήματος «πλανάομαι-ῶμαι»: περιπλανιέμαι / χάνω τον δρόμο μου / σφάλλω.

Στην Κεντρική Σκηνή της Στέγης δημιουργεί, μαζί με τον Ιάπωνα εικαστικό Kohei Nawa, μια μνημειώδη εγκατάσταση, μια κοσμογονία εν κινήσει. Μεταξύ χορογραφίας και οπτικού πειραματισμού, εκθέτει το σώμα των χορευτών σε μια διαρκή αναμέτρηση με τα στοιχεία της φύσης, τον άνεμο, το νερό, το χώμα, τον καπνό, την ομίχλη, το φως, το σκοτάδι, σε διαφορετικής έντασης και ποιότητας υλικά, για να προκαλέσει με έναν σπλαχνικό και ονειρικό τρόπο τον δεσμό μεταξύ των ανθρώπων και του πλανήτη τους. Στη δημιουργία του συνδυάζει εξαιρετικά την αισθητική, την πρωτοποριακή του προσέγγιση στον χορό και τις καινοτόμες τεχνικές με την ουσία της ανθρώπινης εμπειρίας.
Οκτώ πλάσματα περιφέρονται αέναα στο ίδιο ουράνιο σώμα σαν νομάδες καταδικασμένοι από τον νόμο της βαρύτητας. Οι περιπλανώμενες υπάρξεις μάς προκαλούν να εξετάσουμε τις έννοιες της μοναξιάς, της αβεβαιότητας και της αναζήτησης του νοήματος, ενώ το έργο εστιάζει και στον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι αντιλαμβάνονται και αντιμετωπίζουν το περιβάλλον τους, δημιουργώντας ένα φανταστικό όσο και αβέβαιο κόσμο στον οποίο όλα αλληλεπιδρούν.
Εκτός από το Planet [wanderer], στο φεστιβάλ θα μπορέσουμε να παρακολουθήσουμε και το Mist, τη διαθεματική ταινία χορού που ο Jalet γύρισε σε στενή συνεργασία με τον Ιάπωνα εικαστικό καλλιτέχνη Kohei Nawa και τον Ιρανό κινηματογραφιστή Rahi Rezvani, μαζί με το μοναδικό ανσάμπλ του Nederlands Dans Theater 1. Δημιουργήθηκε εν μέσω της πανδημίας του Covid-19 και αποτυπώνει την αίσθηση της παράδοσης σε μια ατμόσφαιρα θολή, αναδεικνύοντας παράλληλα μια υπερβατική ομορφιά που βυθίζει τους θεατές σε μια κατάσταση που μοιάζει με την ύπνωση. Ο χορογράφος κάνει τα σώματα να αναμετρηθούν με κάθε είδους υλικά προκειμένου να αποκαλύψει τη συνεχώς μεταβαλλόμενη φύση των μορφών της ζωής, διερευνώντας παράλληλα έναν οριακό χώρο μεταξύ επιστήμης και μυθολογίας.
Για 49 λεπτά το εμπνευσμένο από το φαινόμενο των συσσωρεύσεων ομίχλης στη θάλασσα έργο, το οποίο συχνά συνδέεται με την Ολλανδία όπου και γυρίστηκε, διερευνά τον εφήμερο χώρο μεταξύ πραγματικότητας και οφθαλμαπάτης μέσω μιας σωματικότητας που παραπέμπει στη δυναμική του νερού το οποίο εξατμίζεται, συμπυκνώνεται και πέφτει. Δεκαοκτώ σχεδόν γυμνοί χορευτές και χορεύτριες αλληλεπιδρούν, συγχρωτίζονται, εμφανίζονται και εξαφανίζονται μέσα σε μια την αχλή στο πλαίσιο μιας ενστικτώδους, σαρκικής αλλά και φασματικής χορογραφίας που ανακαλεί το σφουμάτο του Λεονάρντο ντα Βίντσι και εμπνέεται από ποικίλους μύθους για την πορεία των ψυχών μετά θάνατον, καθώς και από την παραδοσιακή ιαπωνική θρησκεία Σίντο.
Dance Days, Στέγη Ιδρύματος Ωνάση, 4-6/4/2025, www.sgt.gr
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.