ΟΙ ΤΙΤΛΟΙ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΥ ΔΕΚΑΗΜΕΡΟΥ του 2024 μοιάζουν εξαιρετικά ενθαρρυντικοί γι' αυτό που έρχεται: «Καλωσήρθες χρονιά του ζόφου». Πού να τολμήσει πλέον κανείς να ανακοινώσει τις ανάλαφρες lifestyle αποφάσεις του χωρίς να φανεί εντελώς ντελούλου (ναι, μιλάω τη γλώσσα των νέων).
Μία, εξάλλου, είναι η αλλαγή που ξεκινάνε όλοι κάθε Γενάρη: η «διατροφή». Δεν λέμε δίαιτα πια, είναι κακή λέξη, η δίαιτα θυμίζει τοστάκια τυρί-γαλοπούλα και ψητά με σαλάτα που κάναμε πριν από δεκαπέντε χρόνια. Τώρα κάνουμε «ολιστική διατροφή», «αλλαγή τρόπου ζωής», «mindful eating», διατροφή μέσω Ιnstagram με πράσινα smoothies και προσευχές στον Θεό της πρωτεΐνης.
Θα μπορούσα να γράψω μπεστ-σέλερ με τις δίαιτες που έχω κάνει και τους διαιτολόγους που έχω γνωρίσει. Η χειρότερη δίαιτα ήταν σίγουρα αυτή με τα συμπληρώματα διατροφής. Έπαιρνα 800 θερμίδες την ημέρα από διάφορα αλλόκοτα σκευάσματα σε μπάρες και σκόνες, γιαούρτια και αγγούρια. Το χειρότερο ήταν πως όταν ήθελες να φας κάτι αλμυρό, έπρεπε να κάνεις τη σκόνη πίτα. Την ανακάτευες με νερό και μετά την πατίκωνες στο πιάτο σαν τετράχρονο που φτιάχνει τασάκι με πηλό, για να απολαύσεις μια απόλυτα χωμάτινη γεύση, η οποία όμως σε γέμιζε αγαλλίαση μέσα στη λυσσαλέα πείνα σου. Έχασα δώδεκα κιλά σε ενάμιση μήνα και τα ξαναπήρα σχεδόν αμέσως, μαζί με άλλα πέντε. Νομίζω πως ήταν από τα χειρότερα πράγματα που έχω κάνει ποτέ στο σώμα μου.
Θα μπορούσα να γράψω μπεστ-σέλερ με τις δίαιτες που έχω κάνει και τους διαιτολόγους που έχω γνωρίσει. Η χειρότερη δίαιτα ήταν σίγουρα αυτή με τα συμπληρώματα διατροφής. Έπαιρνα 800 θερμίδες την ημέρα από διάφορα αλλόκοτα σκευάσματα σε μπάρες και σκόνες, γιαούρτια και αγγούρια.
Nα μιλήσουμε και για τη δίαιτα της ομάδας αίματος; Όπως μου είχε εξηγήσει η διαιτολόγος μου, μια Ελληνογαλλίδα που θύμιζε βαλσαμωμένο πουλί και είχε γραφείο κάπου στο Χαλάνδρι, η ομάδα αίματός μου είχε σχέση με το γονιδιακό μου παρελθόν. Οι πρόγονοί μου, μου εξήγησε με μάτια που έλαμπαν, ήταν κυνηγοί και ζούσαν στις σπηλιές (όση ώρα μού μιλούσε τους φανταζόμουν να γρυλίζουν ντυμένοι με προβιές σαν τους Φλιντστόουν), γι’ αυτό έπρεπε να τρώω κρέας και όσπρια και να αποφεύγω όλους τους υδατάνθρακες, εκτός από τη βρόμη, την οποία έπρεπε να καταναλώνω ωμή με το κουτάλι ή μουλιασμένη στο νερό σαν χυλό, σαν να ήμουν πεινασμένο ορφανό στα βιβλία του Ντίκενς. «Αν πεινάσετε με τον χυλό», μου είπε στο τέλος του λογυδρίου, «μπορείτε να βάλετε λίγη κανέλα».
Έχω επίσης δοκιμάσει τη δίαιτα Άτκινς (η κορνουκόπια με το μπέικον, τα κρέατα και τα τυριά μού είχε φανεί υπέροχη μέχρι που άρχισα να διψάω ακατάπαυστα και να κατουριέμαι μέσα στη νύχτα), τη δίαιτα South Beach (ενδεικτικό προτεινόμενο σνακ: 2 μαρουλόφυλλα με ένα τριγωνάκι τυρί), την blοod sugar diet, μέχρι κι ένα βιβλίο που είχε CD με υπνωτισμό είχα αγοράσει.
Γελάω με κάποιες από τις δίαιτες της εφηβείας μου. Για ένα καλοκαίρι, στις αρχές της δεκαετίας του '00, έπινα φραπέ με κουλούρι Θεσσαλονίκης και μετά έτρωγα μια χωριάτικη για μεσημεριανό. Έχω ζυγίσει εκατοντάδες φιλέτα κοτόπουλου, καταναλώσει χιλιάδες μαρουλοσαλάτες, φέτες ανανά και ζελέ με λίγες θερμίδες. Εκτός από τις δίαιτες, βέβαια, τότε ήταν διαφορετικοί και οι διαιτολόγοι. Δεν θα ξεχάσω τον κύριο Λ. – το σπίτι του στη Διδότου ήταν και το ιατρείο του με κάτι πολύ βαριά έπιπλα και αδιάβαστες εγκυκλοπαίδειες. Ήταν ψηλός, μελαχροινός, γύρω στα 30. Την ώρα της επίσκεψης μπαινόβγαινε η μάνα του και τον ρωτούσε διάφορα («Πού έχεις βάλει το ξεσκονόπανο;», «Πήρε τηλέφωνο η Βιβή του Τάκη»);
Ούτε την κυρία Κ. που τότε ήταν σαράντα (ήμουν στην εφηβεία – στο μυαλό μου βρισκόταν με το ένα πόδι στον τάφο). Όλα πήγαιναν καλά μέχρι που κάποια στιγμή κάτι της συνέβη. Σε ένα ραντεβού άναβε το ένα τσιγάρο μετά το άλλο βουρκωμένη και μου έλεγε διάφορα ασυνάρτητα τσιτάτα. Αν η συνάντησή μας είχε soundtrack, θα ήταν «Το φιλαράκι» της Βόσσου και η κυρία Κ. θα τραγουδούσε για το κορμί της που πρέπει κάπου να το γείρει μετά τα μπαρ και τα ξενύχτια. «Δεν θα πάω πουθενά φέτος διακοπές και με κανέναν. Αυτό πώς σου φαίνεται;» με ρώτησε ξαφνικά. «Δεν ξέρω», ψέλλισα με όλη μου την αμηχανία των 18 χρόνων, προχωρώντας προς τη ζυγαριά. Ανέβηκα. Αντί να χάσω, είχα πάρει μισό κιλό. «Πω πω!» είπα όλο ντροπή. «Δεν γα…ται», μου απάντησε κυνικά και τράβηξε μια τζούρα από το τσιγάρο της.