ΗΘΕΛΑ ΝΑ ΓΡΑΨΩ κάτι για τους δασμούς του Τραμπ. Μετά, σκέφτηκα: ποιους δασμούς; Ήδη τα πράγματα άλλαξαν τόσο πολλές φορές. Μέχρι να γράψω το άρθρο, να το τσεκάρω, να το στείλω, να περάσει επιμέλεια, να σελιδοποιηθεί στο τεύχος, να τυπωθεί και να φτάσει στα σημεία διανομής, η κατάσταση μπορεί να έχει μεταβληθεί μία, δύο, μπορεί και τρεις φορές.
Αυτή η συνθήκη δεν αφορά μόνο τον «παράγοντα Τραμπ». Απεναντίας, αντανακλά μια ευρύτερη δυναμική επιτάχυνσης, θρυμματισμού και ρευστοποίησης του χρόνου: οι ρυθμοί είναι πιο έντονοι, οι εξελίξεις πιο καταιγιστικές, η ενημέρωση άμεση, ενσωματωμένη σε κάθε χώρο και στιγμή της καθημερινής ζωής.
«Εάν [στη νεωτερικότητα] ο χρόνος μετατράπηκε από κυκλικός σε ιστορικό, υπήρξαμε εσχάτως μάρτυρες της έλευσης μιας φασματικής ταυτοχρονίας που αντικαθιστά τον χρόνο με τα σπαράγματά του· μιας χρονικής ενδόρρηξης που αντικατοπτρίζεται σε μια ντεμέκ αιωνιότητα, στα ρηχά νερά της οποίας άπειρα πεπερασμένα αντικείμενα ανταγωνίζονται βάναυσα για την προσοχή μας».¹
Δεν βιώνουμε το παρόν ως μια σειρά από εξελίξεις με αιτίες και αποτελέσματα ούτε ως πτυχές ευρύτερων δυναμικών, αλλά ως απότομα ηλεκτρικά τινάγματα, αόριστα ερεθίσματα που προκαλούν μια σύντομη αντίδραση κι ύστερα υποχωρούν απ’ τη μνήμη μας, για να δώσουν τη θέση τους στο επόμενο σοκ.
Σε αυτό το καθεστώς διαρκούς συνδεσιμότητας και ασφυκτικής ενημέρωσης, χάνουμε τη δυνατότητα να κατανοήσουμε πραγματικά μια εξέλιξη, να την εξετάσουμε σφαιρικά, να δούμε τις πτυχές της, να ζυγίσουμε το βάρος της και την ποιότητά της. Τεράστια θαυμαστικά καινοτομίας συσκοτίζουν την αντίληψη του παρόντος, κραυγές φόβου και ενθουσιασμού πνίγονται σε μια στάσιμη θάλασσα αδιαφορίας.
Όλα είναι καινούργια, υπό την προϋπόθεση ότι το «καινούργιο» έχει χάσει κάθε ένταση και κάθε σημασία. Η δυνατότητα ένταξης μιας εξέλιξης σε ένα ιστορικό συνεχές, ανάλυσης αιτιών και πιθανών επιπτώσεων στο μέλλον χάνεται, αφού το «υπερπαρόν» μας, που είναι «πιο παρόν από το παρόν», «παραγκωνίζει με αγένεια τις άλλες χρονικές διαστάσεις, τις απορροφά».²
Δεν είναι απλώς ότι η καθημερινότητά μας έχει επιταχυνθεί, ότι η δουλειά ξεχύνεται σε κάθε τομέα της ζωής, έτσι που ο «ελεύθερος χρόνος» μοιάζει με κακό αστείο και ότι, συνεπώς, δεν έχουμε τον καιρό ή την ενέργεια για να εξετάσουμε τις εξελίξεις∙ είναι, ταυτόχρονα, ότι οι ίδιες οι εξελίξεις καλπάζουν με τρομακτικούς ρυθμούς, γλιστρούν μέσα απ’ τα χέρια μας, έτσι που, όταν προσπαθούμε να προσεγγίσουμε ένα ζήτημα, αυτό είναι πλέον παρελθόν, καθώς μια νέα είδηση απαιτεί την προσοχή μας.
Ούτε, όμως, αρκεί να επικαλεστούμε τις θρυμματισμένες υποκειμενικότητές μας και την αόριστη αίσθηση μιας διαφορετικής, πιο γρήγορης πραγματικότητας, για να κατανοήσουμε αυτές τις δυναμικές. Η υπερπληροφόρηση και η παράφορη άνθηση των εξελίξεων συνιστά ένα ζήτημα πολιτικής οικονομίας. Από τη μία, είναι απόρροια του καταναλωτικού πυρήνα των μέσων ενημέρωσης και επικοινωνίας, των οποίων το κέρδος βασίζεται στη διαρκή παραγωγή αξιοσημείωτων νέων και ελκυστικού περιεχομένου. Από την άλλη, οι ίδιες οι κρατικές και κυβερνητικές πολιτικές ευνοούνται από τη σύγχυση που παράγει η πληροφοριακή, υπερπαροντική μας συνθήκη. Ο πολλαπλασιασμός των λόγων περί «κρίσης» και των γεγονότων που ορίζονται ως «κριτικής σημασίας» είναι ενδεικτικός: όπως τα «πάντα συγκλίνουν» όχι «προς κάποιο συμβάν […], μα προς τη γενικευμένη αποσυμβαντοποίηση» που συνεπάγεται ο αλγόριθμος,³ έτσι και η παλιά «κρίση» στην οικονομία ή στο πολιτικό σύστημα έχει αντικατασταθεί από απανωτές, ζωηρότατες μικροκρίσεις, από μια διαρκή κρίση που λειτουργεί ως κανονικότητα, που μας κρατάει σε εγρήγορση και δικαιολογεί την εφαρμογή κάθε είδους «εξαιρετικών» δυνάμεων.
Κατ’ αυτόν τον τρόπο, δεν βιώνουμε το παρόν ως μια σειρά από εξελίξεις με αιτίες και αποτελέσματα ούτε ως πτυχές ευρύτερων δυναμικών, αλλά ως απότομα ηλεκτρικά τινάγματα, αόριστα ερεθίσματα που προκαλούν μια σύντομη αντίδραση κι ύστερα υποχωρούν απ’ τη μνήμη μας, για να δώσουν τη θέση τους στο επόμενο σοκ. Το σκωτζέζικο ντους των τραμπικών δεσμών δεν είναι κάτι εξαιρετικό, παρά μια αποκρυστάλλωση αυτών των διαδικασιών: θεαματική σαγήνη, φόβος που γίνεται ανακούφιση που γίνεται θυμός που γίνεται σύγχυση και ενθουσιασμός, όλα μέσα στους υδρατμούς της ανιστορικότητας.
Σε αυτό το πλαίσιο, οι εξελίξεις είναι πακέτα εντάσεων που κυλάνε χωρίς τριβή στην επιφάνεια των μυαλών μας, pixel και συχνότητες μιας συσκευής που θα μας κάνουν να γελάσουμε, ν’ αηδιάσουμε ή να αγχωθούμε, χωρίς να προσπαθήσουμε να τα κατανοήσουμε ή να τα υπερβούμε.
Για να δούμε τα πράγματα στις πραγματικές τους διαστάσεις, για να τα εντάξουμε σ’ ένα πλαίσιο ή μια θεωρία που ούτε τα μεγαλοποιεί ούτε τα κουτσουρεύει, χρειαζόμαστε απόσταση, χρόνο και προσοχή. Χρειαζόμαστε, δηλαδή, αυτά που στερούμαστε.
[1] Στέφανος Ρέγκας. 2019. «Το μέλλον ανήκει στο παρελθόν». Kaboom 6.
[2] Ό.π.
[3] Ό.π.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.
Το νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.