Η ΧΩΡΑ ΕΧΕΙ ΑΝΑΓΚΗ από μια εναλλακτική πρότασης εξουσίας που θα εκπροσωπεί όχι απλώς όλους εκείνους οι οποίοι βρίσκονται από θέση απέναντι στη συντηρητική παράταξη αλλά και την κοινωνία που, απογοητευμένη, ιδιωτεύει (στις τελευταίες εκλογές είχαμε το μεγαλύτερο ποσοστό αποχής μεταπολιτευτικά), εκείνους τους πολίτες που βλέπουν τη μεγέθυνση των ανισοτήτων τις οποίες προωθεί η κυβέρνηση και αυτούς που τη στήριξαν τα πρώτα χρόνια της διακυβέρνησής της, αλλά βλέπουν καθαρά πια την αδιαφάνεια να κυριαρχεί σε πολλούς τομείς του δημόσιου βίου, οσμές σκανδάλων να αναδύονται ή και λογικές κουκουλώματος σε πολλά μεγάλα θέματα που πλήγωσαν πολύ την κοινωνία (π.χ. Τέμπη).
Η χώρα έχει ανάγκη να επανέλθει σε ένα είδος «κανονικότητας» αντίστοιχης με αυτήν του παρελθόντος, όπου τα κόμματα εναλλάσσονταν στην εξουσία, δημιουργώντας προσδοκίες, ανεξάρτητα από το αν αυτές συχνά διαψεύδονταν.
Ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας έχει ανάγκη από μια εκπροσώπηση με προοδευτικό χαρακτήρα που θα απαντάει στην ατζέντα της δεξιάς, η οποία κυριαρχεί τα τελευταία χρόνια και με αφορμή το διεθνές περιβάλλον διαμορφώνει ακόμα πιο συντηρητικές θέσεις. Θέλει μια εναλλακτική πρόταση εξουσίας που θα στηρίζει τους οικονομικά αδύναμους, θα επαναφέρει στοιχειώδη εργασιακά δικαιώματα, αξιοπρεπείς όρους διαβίωσης των συνταξιούχων (έξι στους δέκα παίρνουν συντάξεις κάτω των 1.000 ευρώ), ικανοποιητική περίθαλψη (το Εθνικό Σύστημα Υγείας αγκομαχά και ο ιδιωτικός τομέας συνεχώς επεκτείνεται), θα σπάσει τα καρτέλ κάθε είδους (από τα τραπεζικά μέχρι εκείνα στις υπηρεσίες και στα τρόφιμα), θα ενισχύσει το δημόσιο σύστημα παιδείας. Με άλλα λόγια, η κοινωνία ζητάει μερικά αυτονόητα πράγματα.
Εδώ και καιρό τα κόμματα της προοδευτικής αντιπολίτευσης βρίσκονται σε μια κατάσταση πολυδιάσπασης, και το κύριο χαρακτηριστικό τους είναι ότι κανένα από αυτά δεν καταφέρνει να γίνει ελκυστικό και να συγκεντρώσει σοβαρά ποσοστά επιρροής, ικανά να απειλήσουν τη Νέα Δημοκρατία και τον Κ. Μητσοτάκη.
Εδώ και καιρό τα κόμματα της προοδευτικής αντιπολίτευσης βρίσκονται σε μια κατάσταση πολυδιάσπασης, και το κύριο χαρακτηριστικό τους είναι ότι κανένα από αυτά δεν καταφέρνει να γίνει ελκυστικό και να συγκεντρώσει σοβαρά ποσοστά επιρροής, ικανά να απειλήσουν τη Νέα Δημοκρατία και τον Κ. Μητσοτάκη. Αυτή η πρωτοφανής για τα μεταπολιτευτικά χρόνια παραδοξότητα θέλει πολλά κόμματα με ιδιαίτερα χαμηλά ποσοστά, από τα οποία κανένα από δεν καταφέρνει να λειτουργεί ως εναλλακτικός φορέας εξουσίας.
Στην παραδοξότητα αυτή προστίθεται τον τελευταίο καιρό ένα νέο στοιχείο που παραπέμπει σε ημέρες των αρχών της περασμένης δεκαετίας. Ένα αρχηγικό, προσωποπαγές και λαϊκιστικό κόμμα, αυτό της Ζ. Κωνσταντοπούλου, με μοναδικό όπλο τη συναισθηματική προσέγγιση της τραγωδίας των Τεμπών, παγιώνεται στη δεύτερη θέση, όπως δείχνουν πολλές από τις τελευταίες δημοσκοπήσεις.
Το ΠΑΣΟΚ έκανε σχετικά πρόσφατα εσωκομματικές εκλογές, αλλά όλα δείχνουν ότι η ηγεσία του δεν καταφέρνει παρά να διατηρεί ποσοστά ενός μικρομεσαίου κόμματος, που κι αυτά συχνά μειώνονται, και σίγουρα δεν μοιάζει αρκετά απειλητικό ώστε να ανησυχήσει τον Κ. Μητσοτάκη. Όλα δείχνουν ότι μετά τη μεγάλη ήττα που υπέστη μετά τα πρώτα χρόνια των μνημονίων δεν μπορεί να συνέλθει, σίγουρα δεν μπορεί να παίξει τον ρόλο που έπαιζε σε ένα μεγάλο κομμάτι των μεταπολιτευτικών χρόνων. Η ηγεσία του αρνείται έναν ουσιαστικό διάλογο με άλλα κόμματα του προοδευτικού χώρου και αυτό δυσκολεύει ακόμα περισσότερο τη δημιουργία ενός κοινού μετώπου που θα βρεθεί απέναντι στη Νέα Δημοκρατία.
Στον ΣΥΡΙΖΑ, που επίσης θα μπορούσε να παίξει έναν ουσιαστικό ρόλο στη συσπείρωση όλων ή κάποιων δυνάμεων, η κατάσταση είναι ακόμα πιο απελπιστική. Το άλλοτε ισχυρό κόμμα έχει απαξιωθεί σε εντυπωσιακό βαθμό λόγω και της έλευσης του Στέφανου Κασσελάκη στην ηγεσία του, αλλά κυρίως λόγω της πολυδιάσπασής του, που πια εκφράζεται με πέντε διαφορετικά κόμματα: ΣΥΡΙΖΑ, Νέα Αριστερά, ΜέΡΑ25, Πλεύση Ελευθερίας, Κίνημα Δημοκρατίας. Οι πολιτικές πιρουέτες τα τελευταία χρόνια δεν ανάδειξαν απλώς προσωπικές φιλοδοξίες που μοιάζει αδύνατο να υπερκεραστούν αλλά λειτούργησαν και αποκαλυπτικά για πολλούς από εκείνους που διετέλεσαν υπουργοί και για κάποια χρόνια είχαν τις τύχες μας στα χέρια του. Είναι να αναρωτιέσαι πώς όλο αυτό το συνονθύλευμα εντελώς διαφορετικών αναφορών και παραστάσεων, πώς όλα αυτά τα πρόσωπα κυβέρνησαν τη χώρα για σχεδόν πέντε χρόνια.
Κάποιοι, και μάλλον είναι πολλοί αυτοί, περιμένουν έναν από μηχανής Θεό που θα τους βγάλει από το αδιέξοδο. Μερικοί ψέλλιζαν παλιότερα το όνομα του Χάρη Δούκα που, αν εκλεγόταν στην ηγεσία του ΠΑΣΟΚ, θα οδηγούσε τα λεγόμενα προοδευτικά κόμματα σε ευρύτερες συνεργασίες· μερικοί, μάλλον περισσότεροι, προσδοκούν να παίξει τον ρόλο αυτό ο Αλέξης Τσίπρας, παραγνωρίζοντας το γεγονός ότι αποτελεί τον βασικό υπεύθυνο για την εικόνα που εμφάνισε το κόμμα του μετά την παραίτησή του. Μεσσίες δεν υπάρχουν και όσοι πόνταραν σε κάποια πρόσωπα δοκίμασαν την απογοήτευση και τη ματαίωση.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.
Το νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.