ΣΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ πολιτικής στρατηγικής που αποφασίστηκε τις τελευταίες μέρες και έχει δύο στόχους, έναν βραχυπρόθεσμο και έναν με ορίζοντα διετίας, μέχρι τις επόμενες εκλογές, προχωρά το Μέγαρο Μαξίμου με την ανακοίνωση επιδοματικών μέτρων για ειδικές κατηγορίες, προκειμένου να αντιμετωπιστεί η αυξανόμενη λαϊκή δυσαρέσκεια που κατέγραφαν όλες οι δημοσκοπήσεις την τελευταία περίοδο.
Ο πρωθυπουργός, με τα τελευταία μέτρα που ανακοίνωσε, θεωρεί πως απαντά και στην κριτική που δέχεται από την αντιπολίτευση για το λεγόμενο υπερπλεόνασμα του προϋπολογισμού που δεν επιστρέφεται στην κοινωνία. Η κυβέρνηση προβάλλει σταθερά τα τελευταία χρόνια τη βελτίωση του οικονομικού κλίματος και τα πλεονάσματα ως σημαντικές επιτυχίες της και ως το πιο ισχυρό της χαρτί, δεχόμενη όμως την κριτική ότι αυτό δεν φτάνει στην κοινωνία, καθώς ούτε το βιοτικό επίπεδο των πολιτών βελτιώνεται ούτε οι υποδομές εκσυγχρονίζονται, παρά τα δισεκατομμύρια του Ταμείου Ανάκαμψης.
Ο πρωθυπουργός, βλέποντας δημοσκοπήσεις να καταγράφουν την πρόθεση ψήφου προς τη ΝΔ χαμηλότερα και από το 25%, αντιλήφθηκε ότι αν δεν δράσει άμεσα και δυναμικά τώρα, σε λίγο η κατάσταση ίσως να μην είναι αναστρέψιμη, καθώς είναι ήδη οριακή.
Οι ενοικιαστές και οι χαμηλοσυνταξιούχοι είναι δύο από τις στοχευμένες κατηγορίες τις οποίες η κυβέρνηση θέλει να κερδίσει βάσει του προσεκτικά μελετημένου σχεδίου της. Στο Μέγαρο Μαξίμου διενεργούν διαρκώς κυλιόμενες δημοσκοπήσεις, τις οποίες το επιτελείο του πρωθυπουργού λαμβάνει σοβαρά υπ’ όψιν προκειμένου να σχεδιάζει τα επόμενα βήματα ή και να αλλάζει πολιτικές, όταν αυτό κρίνεται αναγκαίο. Οι δημοσκοπήσεις αυτές διενεργούνται σε τακτική βάση ώστε να παρακολουθείται σε πραγματικό χρόνο η εξέλιξη της κοινής γνώμης για όλα τα μεγάλα ζητήματα και κυρίως για τον βαθμό αποδοχής της κυβερνητικής πολιτικής.
Τα αποτελέσματα των μετρήσεων ήταν ιδιαίτερα ανησυχητικά τελευταία, καθώς σχεδόν έναν χρόνο μετά τις Ευρωεκλογές και το ηχηρό μήνυμα διαμαρτυρίας, που κατέστησε το περίφημο 41% παρελθόν, η κυβέρνηση δεν είχε καταφέρει να επανέλθει και να πετύχει τον στόχο της που ήταν να σταματήσει την καθοδική πορεία και να περάσει ξανά τον πήχη του 30% στις δημοσκοπήσεις.
Ο πρωθυπουργός, βλέποντας δημοσκοπήσεις να καταγράφουν την πρόθεση ψήφου προς τη ΝΔ χαμηλότερα και από το 25%, αντιλήφθηκε ότι αν δεν δράσει άμεσα και δυναμικά τώρα, σε λίγο η κατάσταση ίσως να μην είναι αναστρέψιμη, καθώς είναι ήδη οριακή. Οπότε η επιλογή που έχει κάνει είναι να τα δώσει όλα αυτή την περίοδο ‒ό,τι θεωρεί ότι μπορεί να δώσει δηλαδή εντός του συγκεκριμένου πλαισίου‒ ώστε να αντιστρέψει το κλίμα.
Ο βραχυπρόθεσμος στόχος είναι να σταματήσει η καθοδική πορεία, στην οποία συνέβαλαν και οι κακοί χειρισμοί της υπόθεσης των Τεμπών, όπου κάθε λάθος που έκαναν το διόρθωναν με ένα νέο λάθος. Οι παροχές στις στοχευμένες κατηγορίες είναι το (παραδοσιακό) μέσο. Ο πιο μακροπρόθεσμος στόχος, για τα επόμενα δύο χρόνια μέχρι τις εκλογές, είναι η συνολική ανάκαμψη της ΝΔ και η επιστροφή της σε ένα ποσοστό γύρω στο 35%, το οποίο θα τη διατηρήσει στον πρωταγωνιστικό ρόλο.
Το κυβερνών κόμμα εξακολουθεί να έχει μια χαλαρή συσπείρωση που αφορά κυρίως τον πυρήνα της βάσης των παραδοσιακών ψηφοφόρων, αλλά η πολιτική ρευστότητα εξακολουθεί να είναι μεγάλη, όπως και η κινητικότητα, κάτι που δεν προβλέπεται να αλλάξει.
Το φούσκωμα των δημοσκοπικών ποσοστών του κόμματος της Ζωής Κωνσταντοπούλου, ανεξάρτητα από το αν θα έχει ή όχι διάρκεια, κατέδειξε πόσο εύκολα πλέον μπορεί να αλλάξει δραματικά η κατάσταση στο πολιτικό σκηνικό από τη μία μέρα στην άλλη και αυτή είναι η νέα συνθήκη. Μια οποιαδήποτε αφορμή στη χώρα όπου όλα μπορούν να συμβούν είναι ικανή να αλλάξει εντελώς τους πολιτικούς συσχετισμούς.
Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης και ο νέος υπουργός Οικονομικών Κυριάκος Πιερρακάκης προβάλλουν μια νέα εκδοχή της πολιτικής του «δώσ’ τα όλα», στην οποία καταφεύγουν συνήθως οι Έλληνες πολιτικοί όταν τα πράγματα γίνονται δύσκολα, καθώς γνωρίζουν ότι φέρνει πάντα κάποια άμεσα μετρήσιμα αποτελέσματα. Το θέμα είναι αν αυτά θα είναι αρκετά και κυρίως ικανά να διορθώσουν πραγματικά τη ζημιά που έχει υποστεί η κυβέρνηση τα τελευταία δύο χρόνια και όχι απλώς να ανακόψουν προσωρινά την καθοδική πορεία.
Η κυβέρνηση δέχεται κριτική για τα μέτρα που ανακοίνωσε, όχι μόνο από αριστερά αλλά και από την οικονομικά φιλελεύθερη σκοπιά, πως αυτά είναι αποσπασματικά και δεν εντάσσονται σε μια στρατηγική αντιμετώπισης των μεγάλων προβλημάτων, π.χ. όπως το στεγαστικό.
Ακόμα και σύλλογοι ενοικιαστών που αποδέχονται ως θετική την επιστροφή ενός ενοικίου διατηρούν επιφυλάξεις και στις ανακοινώσεις τους αναφέρουν ότι το μέτρο αυτό δεν αποτελεί στεγαστική πολιτική και ενδέχεται να οδηγήσει σε αύξηση των ενοικίων.
Σε συνέντευξη που επέλεξε να δώσει την Τετάρτη στο «Πρώτο Θέμα» ο πρωθυπουργός για να υποστηρίξει τα μέτρα που εξήγγειλε την προηγούμενη μέρα ανέδειξε την επικοινωνιακή γραμμή της κυβέρνησής του και το πώς θα κινηθεί το επόμενο διάστημα. Απαντώντας στις αναμενόμενες κατηγορίες της αντιπολίτευσης και στις διαμαρτυρίες διαφόρων κοινωνικών ομάδων, ο Κυριάκος Μητσοτάκης ανέφερε ότι στην πορεία θα ανακοινωθούν και μέτρα στήριξης της μεσαίας τάξης, κυρίως μέσω της μείωσης φόρων, που θα ανακοινωθεί στη ΔΕΘ. Ξεκαθάρισε επίσης ότι σκοπεύει να διεκδικήσει και τρίτη πρωθυπουργική θητεία στις επόμενες εκλογές του 2027, οπότε καθίσταται προφανές γιατί θα κάνει τα πάντα το επόμενο διάστημα για να αλλάξει το αρνητικό πολιτικό κλίμα.
Απαραίτητη προϋπόθεση γι’ αυτό, σύμφωνα με κυβερνητικά στελέχη, είναι να «μην ξεφύγει ξανά η υπόθεση των Τεμπών και να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά οι πυρκαγιές το καλοκαίρι». Η Τουρκία και ο Ταγίπ Ερντογάν είναι πάντα ένας μη προβλέψιμος παράγοντας και ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν σκοπεύει να αλλάξει την τακτική του. Όπως ανέφερε στην τελευταία συνέντευξή του, «δεν ψάχνει για καβγά με την Τουρκία» και το έργο της ηλεκτρικής διασύνδεσης θα γίνει στον κατάλληλο χρόνο.
Για την ώρα, λοιπόν, και μέχρι τη ΔΕΘ, μετά την οποία θα γίνει ο απολογισμός, η γραμμή του Μεγάρου Μαξίμου θα είναι η επικοινωνιακή ανάδειξη όποιου κυβερνητικού έργου μπορούν να παρουσιάσουν, η διατήρηση των «ήρεμων νερών» με την Τουρκία και η αποφυγή νέων λαθών που στοιχίζουν.