ΤΙΠΟΤΑ ΔΕΝ ΜΕΝΕΙ ΟΡΘΙΟ στο Ατυχές πήδημα ή Παλαβό πορνό του Ράντου Ζούντε. Το συζυγικό sextape μιας καθηγήτριας Ιστορίας διαρρέει στο διαδίκτυο και εκείνη καταλήγει σε ένα ιδιότυπο λαϊκό δικαστήριο, όπου οι γονείς των μαθητών θα κρίνουν το ήθος της.
Ο Ζούντε αποκαθηλώνει όλους τους θεσμούς: Εκκλησία, στρατό, αγία ρουμανική οικογένεια, ΜΜΕ. Ρατσισμός και εθνικισμός, μνησικακία και απανθρωποποίηση της καθημερινότητας, βία που σκάει στα πεζοδρόμια και στις ουρές των σούπερ-μάρκετ. Μίσος για τους Ρομά, υποτίμηση των φτωχών, ακραίος συντηρητισμός, θρησκοληψία, τοξικός σεξισμός.
Σε όλα αυτά, η καθηγήτρια είναι θύμα και παρατηρήτρια. Όταν, τέλος, αποφασίζει να απαντήσει στους χυδαίους υπαινιγμούς των «αμέμπτου ηθικής» μπαμπάδων και μαμάδων, όλοι πέφτουν να τη φάνε.
Τέτοια ανθρωποφαγία επιφυλάχθηκε στην Ολλανδή δημοσιογράφο Ingeborg Beugel. Δεν στέκομαι στο αποκαλυπτικό στιγμιότυπο στο Μέγαρο Μαξίμου, στην επιθετική τοποθέτηση-ερώτηση, στη μη απάντηση-επίθεση του πρωθυπουργού. Ούτε στην παραδοχή «ναι-κάνουμε-pushbacks-αλλά-δεν-τα-λέμε-έτσι-γιατί-δεν-επιτρέπονται-οπότε-τα-λέμε-αλλιώς-και-εμείς-εδώ-στην-Ελλάδα, δε-ρωτάμε-τον-πρωθυπουργό-τέτοια-πράγματα». Αυτά σχολιάστηκαν πολύ.
Θέλω να σταθώ στα μετά. Ακόμα και αν κανείς θεωρεί ότι η «Ολλανδή το παράκανε» (αν και δεν καταλαβαίνω τι σημαίνει αυτό για μια δημοσιογραφική ερώτηση), ποιος δεν είδε τον θηριώδη μηχανισμό συκοφάντησης, απαξίωσης, στιγματισμού και στοχοποίησης που τέθηκε σε λειτουργία;
Όποιος «ενοχλεί» οδηγείται μεθοδευμένα σε κοινωνική αχρήστευση μέσω κυμάτων απαξίωσης που δημιουργούνται συστηματικά στις μάζες. Σεξιστικές συνυποδηλώσεις, εθνικιστικά και ρατσιστικά συμφραζόμενα, βρόμικα υπονοούμενα για άδηλους πόρους και σκοπούς: ο ενοχλητικός γίνεται ένας κοινωνικά λεπρός.
Ποια η αναλογία με την καθηγήτρια στο Βουκουρέστι; Η μια είναι «φιλήδονη σεξουλιάρα», ακατάλληλη να κάνει μάθημα στα παιδιά των αστών, γιατί θα τα διαφθείρει. Η αναιδής δημοσιογράφος είναι φιλότουρκη «τεκνατζού», βοηθάει μετανάστες με αντάλλαγμα το σεξ και έχει Πακιστανούς για το σκυλί της.
Αυτά γράφτηκαν. Και όσοι κόπτονται τάχα για τη φιλελεύθερη εικόνα της χώρας στο εξωτερικό, μπορούν ελεύθερα να κοκκινίσουν: «διαδικτυακή στοχοποίηση, δυσφήμηση και προσβλητική επίθεση στην Ολλανδή δημοσιογράφο Ingeborg Beugel από πολλά υπέρ της κυβέρνησης μέσα ενημέρωσης και δημοσιογράφους στην Ελλάδα» είδε το Διεθνές Ινστιτούτο Τύπου.
Έψαξαν οι περισσότεροι Έλληνες δημοσιογράφοι να βρουν αν ισχύουν όσα γράφονται στον ξένο Τύπο και μετέφερε, κομψά ή άκομψα, η δημοσιογράφος; Όχι βέβαια. Όταν η δημοσιογράφος έδειχνε τα pushbacks, οι στοιχημένοι κονδυλοφόροι κοίταζαν το κόκκινο καπέλο της.
Μαζί τους σειρά από εξέχουσες προσωπικότητες. Δεν αναφέρω ονόματα, είναι γνωστές δύσοσμες περιπτώσεις, τροφή τους η δημοσιότητα. Ο λόγος που χρησιμοποιούν όμως έχει τη σημασία του. «Σπίτωσε τον 23χρονο Αφγανό η ερίτιμος. Εντάξει, μπερδεύτηκε, τον πέρασε για μωρομάνα. Δεν φορούσε και τα γυαλιά της πρεσβυωπίας», ο ένας. «Μικρή πρόστυχη Ολλανδέζα. Ουστ από δω, μωρή κοκκινοβαμμένη ρέγγα, κακώς δεν σε έκλεισαν σε καταυλισμό μεταναστών», ο άλλος. Και ένας τρίτος: «Η γριά Ολλανδέζα, στην προσπάθειά της να υποστηρίξει τους επιβήτορες, απλώς ξεφτιλίστηκε».
Τι κοινό έχουν; Ηλικιακός και φυλετικός ρατσισμός, τοξικός σεξισμός, ηθικολογία. Το κοκτέιλ του λιγούρη αρσενικού που ξερογλείφεται καθώς φτύνει τις λέξεις του, ερεθίζεται με τη σκέψη όσων κατακεραυνώνει. Κάθε λέξη του κι ένας ύμνος του στερημένου.
Θα μου πείτε, πού τους ξέθαψες τον υπηρέτη της χούντας και τους νοσταλγούς της; Απαντώ: ακόμα και οι μούμιες, όταν νιώθουν ευνοϊκή την ατμόσφαιρα, παίρνουν θάρρος. Πόθεν λοιπόν η ευνοϊκή ατμόσφαιρα; Μα, εν προκειμένω είχε προηγηθεί η επιστράτευση του βαρέος πυροβολικού. Όταν ένας Χατζηνικολάου χαρακτηρίζει φιλότουρκο όποιον κάνει δυσάρεστες ερωτήσεις, τότε τα πράγματα βοούν. Κι όταν ο «επίσημος» κυβερνητικός ΣΚΑΪ λέει «και λίγα της είπε», τότε κάτι πάει πολύ άσχημα.
Και λοιπόν; Θα πουν κάποιοι. Δεν είναι η πρώτη ούτε η τελευταία δολοφονία χαρακτήρα. Ξεχάσατε τις επιθέσεις στην Πρόεδρο της Δημοκρατίας για την οικογενειακή της κατάσταση, στον Αντετοκούνμπο για την καταγωγή του, στον Τσιτσιπά για τοποθετήσεις του; Και άλλες πολλές, διαφορετικών αποχρώσεων και προελεύσεων.
Όχι, δεν τις ξεχνώ. Αλλά εδώ δεν έχουμε μια λασπολογία από τα κάτω. Δεν αναμοχλεύεται απλώς ο σκοτεινός μνησίκακος χυλός του διαδικτύου. Εδώ, ένα σύστημα από φιλοκυβερνητικά μέσα αλληλοτροφοδοτείται με τον ανώνυμο εσμό του διαδικτύου και πρόθυμους επώνυμους. Μαζί εκτελούν δολοφονίες χαρακτήρα εν ψυχρώ. Όποιος «ενοχλεί» οδηγείται μεθοδευμένα σε κοινωνική αχρήστευση μέσω κυμάτων απαξίωσης που δημιουργούνται συστηματικά στις μάζες. Σεξιστικές συνυποδηλώσεις, εθνικιστικά και ρατσιστικά συμφραζόμενα, βρόμικα υπονοούμενα για άδηλους πόρους και σκοπούς: ο ενοχλητικός γίνεται ένας κοινωνικά λεπρός.
Τελευταία σημείωση: Αν όσα αναφέρθηκαν δεν πείθουν τους δύσπιστους, ας ανατρέξουν στην ετήσια αναφορά των «Δημοσιογράφων χωρίς Σύνορα» για την ελευθερία Τύπου: βρισκόμαστε πλέον στην 70ή θέση, από την 65η.
Η ελευθερία του Τύπου στην Ελλάδα «κακοποιήθηκε ιδιαίτερα μέσα στο 2020». Γίνεται αναλυτικά λόγος για τη λίστα Πέτσα και τα χρήματα που αυτή προσέφερε στα ελληνικά ΜΜΕ, ενέργεια που σύμφωνα με την οργάνωση έγινε για να ελέγξει η κυβέρνηση τη ροή των πληροφοριών.
Αυτές οι πρακτικές μάς πάνε πολύ γρήγορα και πολύ κοντά σε χώρες που προκαλούν αποστροφή και ανησυχία στη δημοκρατική Ευρώπη. Το βρόμικο κυβερνητικό παιχνίδι με τα media είναι το πιο παλαβό πορνό της ελληνικής πραγματικότητας.