Η φωτογραφία της Μαρίας Κάλλας από την «Τραβιάτα» που τραγούδησε το 1958 στο Κόβεν Γκάρντεν στην αφίσα της έκθεσης στο Victoria & Albert Museum με τίτλο «DIVA», που θα ξεκινήσει στις 24 Ιουνίου και θα διαρκέσει έως τον Απρίλιο του 2024, σηματοδοτεί τη δύναμη της προσωπικότητας και του ταλέντου και τη λαμπρή εμφάνιση των μεγάλων σταρ που σφράγισαν την τέχνη με τη μοναδική τους λάμψη μέσα από τα θεαματικά τους κοστούμια.
Η λατινική λέξη για τη «θεά» έχει χρησιμοποιηθεί συχνά για να αναφερθεί σε μια διάσημη γυναίκα με εξαιρετικό ταλέντο στον κόσμο της όπερας, του θεάτρου, του κινηματογράφου, της μόδας και της ποπ μουσικής. Η λέξη «ντίβα», σύμφωνα με τα λεξικά, μπορεί επίσης να αναφέρεται σε ένα πρόσωπο, ιδίως στον χώρο του θεάματος, που έχει τη φήμη ότι είναι οξύθυμο ή απαιτητικό.
Η Εθνική Όπερα της Ουαλίας σημειώνει ότι ο τίτλος προέκυψε στις αρχές του 19ου αιώνα μετά την αύξηση των γυναικών κορυφαίων σοπράνο που έγιναν «σχεδόν θεές στα μάτια του κοινού που τις λάτρευε», ενώ η Ιταλίδα ηθοποιός Λίντα Μπορέλι θεωρείται η πρώτη κινηματογραφική ντίβα, μετά τον ρόλο της στην ταινία «Αιώνιος έρωτας». Ντίβες θεωρούνται και πολλές τραγουδίστριες της ποπ κουλτούρας, όπως η Αρίθα Φράνκλιν, η Μπιγιονσέ, η Σερ, η Νταϊάνα Ρος, η Τίνα Τέρνερ, η Γουίτνεϊ Χιούστον, η Μαντόνα. Η Μαράια Κάρεϊ είπε σε ένα podcast ότι σήμερα τα μέσα ενημέρωσης όταν λένε «ντίβα» δεν εννοούν μόνο το να είσαι μια επιτυχημένη γυναίκα, αλλά και «σκύλα».
Η έκθεση εξετάζει επίσης τον τρόπο με τον οποίο οι ερμηνεύτριες διασταυρώθηκαν με την κοινωνία και έπαιξαν ρόλο σε κοινωνικές και πολιτικές αλλαγές, συμπεριλαμβανομένων των παγκόσμιων πολιτικών δικαιωμάτων και του φεμινισμού.
Όσες πλευρές και αν έχει αυτός ο τίτλος, το βρετανικό μουσείο εξετάζει την πιο θεαματική, την όψη της ντίβας, μέσα από την πρώτη έκθεση αυτού του είδους που θα γιορτάσει την εξαιρετική δύναμη και δημιουργικότητα των εμβληματικών γυναικών που έκαναν τη φωνή τους να ακουστεί δυνατά σε όλο τον κόσμο από τον 19ο αιώνα μέχρι σήμερα.
Στην έκθεση θα παρουσιαστούν πάνω από 250 αντικείμενα που προέρχονται από τη συλλογή του V&A και από δάνεια, καλύπτοντας τη μόδα, τη φωτογραφία, τον σχεδιασμό, τα κοστούμια, τη μουσική και τις ζωντανές παραστάσεις. Μέσα από θεατρική σκηνοθεσία και μια ηχητική εμπειρία, η έκθεση θα τιμήσει δυνατές και προσωπικές ιστορίες δημιουργικότητας, φιλοδοξίας και ανθεκτικότητας μερικών από τις πιο γνωστές ντίβες, από τις θεές της όπερας και τις σταρ του βωβού κινηματογράφου μέχρι τις «σειρήνες» της μεγάλης οθόνης και τους σημερινούς παγκόσμιους αστέρες.
Η έκθεση εξετάζει επίσης τον τρόπο με τον οποίο οι ερμηνεύτριες διασταυρώθηκαν με την κοινωνία και έπαιξαν ρόλο σε κοινωνικές και πολιτικές αλλαγές, συμπεριλαμβανομένων των παγκόσμιων πολιτικών δικαιωμάτων και του φεμινισμού.
Θα παρουσιαστούν πάνω από 60 εμφανίσεις, πολλές από τις οποίες είναι σπάνιες ή εκτίθενται για πρώτη φορά, όπως: ένα κοστούμι που φορούσε η Μαρία Κάλλας ως Νόρμα στην παραγωγή της όπερας «Norma» στο Κόβεντ Γκάρντεν (1952), το μαύρο φόρεμα με κρόσσια που φορούσε η Μέριλιν Μονρό ως Sugar στο «Some Like it Hot» (1959), το μοναδικό γνωστό σωζόμενο φόρεμα που φορούσε η σταρ του βωβού κινηματογράφου Κλάρα Μπόου, το οποίο σπάνια βλέπουμε εκτός ΗΠΑ, εμβληματικά κοστούμια σχεδιασμένα από τον σχεδιαστή μόδας των αστέρων Μπομπ Μακί, συμπεριλαμβανομένων εμφανίσεων που φορέθηκαν από την Τίνα Τέρνερ, την Πινκ και τη Σερ, μια εμφάνιση εμπνευσμένη από τον Λουδοβίκο ΙΔ', με πανύψηλη πουδραρισμένη περούκα, που φορούσε ο Έλτον Τζον για τον εορτασμό των 50ών γενεθλίων του, σχεδιασμένη από τη Σάντι Πάουελ, το ροζ φόρεμα υψηλής ραπτικής της Σίρλεϊ Μπάσεϊ, σχεδιασμένο από τον Τζούλιεν Μακντόναλντ, και οι γαλότσες με διαμάντια που φόρεσε στη σκηνή του Γκλαστονμπέρι το 2007.
Η έκθεση θα περιλαμβάνει επίσης παραδείγματα του diva branding, αναδεικνύοντας το επιχειρηματικό πνεύμα των γυναικών αυτών και την πρωτοφανή ικανότητα της ντίβας να μεταμορφώνει, να εμπνέει και να αγκαλιάζει τις εξωτερικές και εσωτερικές δυνάμεις που συμβάλλουν στον ορισμό, τη διαμόρφωση και τη λατρεία της. Εμβαθύνοντας στην προέλευση του όρου «diva», η έκθεση θα διερευνήσει πώς η έννοια της λέξης έχει ανατραπεί με την πάροδο του χρόνου και με ποιον τρόπο διεκδικήθηκε μέσα στον χρόνο. Η έκθεση περιλαμβάνει ακόμα χειρόγραφα φύλλα σημειώσεων, καθώς και προσωπικά αντικείμενα και αξεσουάρ που ανήκουν σε ντίβες και έργα φωτογράφων όπως η Σίλα Ροκ, ο Ντέιβιντ Κόριο και ο Νικ Νάιτ και φυσικά την τέχνη του drag και τη σχέση του με την έννοια της ντίβας.
«Σήμερα η λέξη "ντίβα" έχει μυριάδες σημασίες. Στο επίκεντρο αυτής της έκθεσης βρίσκεται η ιστορία εμβληματικών ερμηνευτών που με δημιουργικότητα, θάρρος και φιλοδοξία αμφισβήτησαν το status quo και χρησιμοποίησαν τη φωνή και την τέχνη τους για να επαναπροσδιορίσουν και να διεκδικήσουν τον τίτλο», λέει η επιμελήτρια της έκθεσης Κέιτ Μπέιλι, ενώ η Σίρλεϊ Μπάσεϊ δήλωσε: «Για μένα, το να είσαι "ντίβα" έχει να κάνει με τη δύναμη της φωνής και την ικανότητα να διασκεδάζεις, να πετυχαίνεις ενάντια στις αντιξοότητες, να αγωνίζεσαι και να ξεπερνάς το ένα εμπόδιο μετά το άλλο: να ακούς τη φωνή σου».
Η έκθεση ξεκινά ορίζοντας το ιστορικό πλαίσιο για τη δημιουργία της έννοιας της ντίβας και αναφέρεται σε θεές της σκηνής και της οθόνης που διαμόρφωσαν τη λαϊκή μας κουλτούρα.
Στο πρώτο μέρος της έκθεσης, που ονομάζεται «Πρώτη Πράξη», παρουσιάζεται το ιστορικό πλαίσιο μέσα στο οποίο δημιουργήθηκαν οι πρώτες ντίβες της όπερας, Αντελίνα Πάτι και Τζένι Λιντ, που ερμήνευσαν εξαιρετικούς ρόλους και η φήμη και η επιτυχία τούς έφεραν πλούτο και αναγνώριση σε μια εποχή κατά την οποία οι περισσότερες γυναίκες αδυνατούσαν να επιδιώξουν καριέρες ή να έχουν πρόσβαση στην εκπαίδευση.
Η ίδια ενότητα θα διερευνήσει πώς ηθοποιοί όπως η Έλεν Τέρι, η Σάρα Μπερνάρ και η Μέρι Λόιντ οδήγησαν το πρώτο κύμα του φεμινισμού αλλά και πώς οι ισχυρές γυναίκες του 20ού αιώνα βασίστηκαν σε αυτόν τον αγώνα για ισότητα, συμπεριλαμβανομένων των «σειρήνων» του βωβού κινηματογράφου Κλάρα Μπόου και Μέρι Πίκφορντ και των σταρ της χρυσής εποχής του Χόλιγουντ Βίβιαν Λι, Μέι Γουεστ και Μέριλιν Μονρό.
Επίσης, σε αυτή την ενότητα διερευνάται ο αντίκτυπος της λατρείας του κοινού και ο ρόλος των στούντιο και του Τύπου στην τροφοδότηση του ενδιαφέροντος του κοινού για την προσωπική ζωή της ντίβας. Ανάμεσα στα αντικείμενα αυτής της ενότητας υπάρχει σύνολο που φορούσε η πρίμα μπαλαρίνα Ταμάρα Καρσαβίνα ως Σαλώμη στην «Τραγωδία της Σαλώμης», που παρουσιάστηκε από τα μπαλέτα Ντιαγκίλεφ στο Παρίσι το 1913, ένα φόρεμα υψηλής ραπτικής της μεγάλης ερμηνεύτριας και ακτιβίστριας Ζοζεφίν Μπέικερ, το φόρεμα του πάρτι που φορούσε η Μπέτι Ντέιβις στο «All About Eve», σχεδιασμένο από την εμβληματική σχεδιάστρια κοστουμιών και κάτοχο οκτώ βραβείων Όσκαρ Ίντιθ Χεντ, ένα βυσινί φόρεμα με κορσέ που σχεδιάστηκε από τον Κριστιάν Ντιορ και φορέθηκε από τη Βίβιαν Λι στο «Duel of Angels», ένα φόρεμα με χάντρες που φορούσε η Θέντα Μπάρα στο χαμένο φιλμ «Κλεοπάτρα» και ένα μεταξωτό σιφόν φόρεμα με παγιέτες που φορούσε η Μέι Γουεστ στο «I'm No Angel».
Στο τέλος αυτής της ενότητας αναδεικνύεται η διαχρονική ντίβα της όπερας Μαρία Κάλλας με κοστούμια που φορούσε στην πρώτη και την τελευταία της παράσταση στη Βασιλική Όπερα, ως Νόρμα στην παραγωγή της Covent Garden Opera Company το 1952 και στη θρυλική «Τόσκα» σε σκηνοθεσία Φράνκο Τζεφιρέλι το 1964. Παρουσιάζεται επίσης το κόκκινο σατέν φόρεμα της Τζόις Ντιντονάτο από τη Βίβιαν Γουέστγουντ το 2012 και ένα γκρι σατέν φόρεμα και τουρμπάνι διακοσμημένο με διαμάντια που φορούσε η Τζέσι Νόρμαν ως Αριάδνη στην παραγωγή της Royal Opera House «Αριάδνη στη Νάξο» το 1985.
Η «Δεύτερη Πράξη» της έκθεσης γιορτάζει την ντίβα σήμερα και διερευνά πώς ερμηνευτές όλων των φύλων επαναπροσδιορίζουν και διεκδικούν τον τίτλο «ντίβα» ως έκφραση της τέχνης, της φωνής και της αίσθησης του εαυτού τους.
Στις ιστορικά ανδροκρατούμενες επιχειρήσεις του θεάματος και της μουσικής ξεχώρισαν με το επιχειρηματικό τους πνεύμα ντίβες όπως η Ριάνα, η Ντόλι Πάρτον και η Μπάρμπαρα Στρέιζαντ, ενώ ερμηνεύτριες όπως η Μπίλι Χόλιντεϊ, η Νίνα Σιμόν και η Έλα Φιτζέραλντ χρησιμοποίησαν τη φωνή τους ενισχύοντας το αίτημα των κοινωνικών αλλαγών στις ΗΠΑ. Ο ύμνος της Αρίθα Φράνκλιν «Respect» έγινε συνώνυμο της γυναικείας ενδυνάμωσης και των πολιτικών δικαιωμάτων. Η έκθεση παρουσιάζει τις ντίβες –άντρες και γυναίκες– που ώθησαν στα άκρα τα όρια, όπως η Άνι Λένοξ, ο Πρινς, η Γκρέις Τζόουνς και ο Έλτον Τζον, δεν δίστασαν μπροστά σε καμία μεταμόρφωση και επανεφεύρεση του εαυτού τους, όπως η Μπιορκ, και επανερμήνευσαν την ιδέα της ντίβας, όπως η Siouxsie Sioux με το post punk και το new wave look της και η ντίβα ράπερ Μίσι Έλιοτ. Η έκθεση θα εξετάσει και τον τρόπο με τον οποίο βρίσκεται στο μικροσκόπιο του Τύπου και του κόσμου η ζωή της σύγχρονης ντίβας και η διαρκής της πάλη ανάμεσα στην ιδιωτική ζωή και τη δημόσια παρουσία της.
Αυτό το μέρος της έκθεσης είναι αφιερωμένο στην ερμηνεία της ντίβας που απαιτεί εξαιρετικό ταλέντο, αφοσίωση και το κυνήγι της τελειότητας. Σε αυτήν τη διαδρομή θρυλικές ντίβες όπως η Σερ και η Τίνα Τέρνερ συνεργάστηκαν με τον οραματιστή σχεδιαστή μόδας Μπομπ Μάκι για να κατασκευάσουν τις full glam σκηνικές τους περσόνες, κάτι που ενέπνευσε τις ντίβες του drag, όπως η Ρου Πολ.
Έτσι, στην έκθεση, οι επισκέπτες θα θαυμάσουν το άμεσα αναγνωρίσιμο μικρό μαύρο φόρεμα της Εντίθ Πιαφ, πολλά εμβληματικά κοστούμια που φορέθηκαν από τη Σερ μέσα στις δεκαετίες, το εμβληματικό «Flame Dress» της Τίνα Τέρνερ και ένα μίνι φόρεμα σε κίτρινο και ροζ χρώμα που φορέθηκε από την Ντέμπι Χάρι στην ευρωπαϊκή περιοδεία των Blondie το 1979 για να καταλήξει χρονολογικά μέχρι το φόρεμα από ψεύτικη ερμίνα με το σύνθημα «Don't Be a Drag Just Be a Queen» των Victor & Rolf που φόρεσε η Λίζο στη Νέα Υόρκη το 2021.