Όταν πριν από λίγο καιρό έκλεισε το Chez Lucien στα Πετράλωνα, έκλεισε και μία ολόκληρη εποχή για την περιοχή. Το γαλλικό μπιστρό του Λουσιέν Λεσκάν και της Αγαθής Ροκανά ήταν για χρόνια ένας από τους βασικούς λόγους για να επισκεφτεί κάποιος τα Άνω Πετράλωνα και για πολλούς ο μόνος λόγος τότε – πριν αρχίσει να γίνεται η έκρηξη των μαγαζιών που την έκαναν αυτό που είναι σήμερα.
«Το Chez Lucien έκλεισε επειδή πέθανε η Αγαθή, η αφεντικίνα μας» λέει η Πατρίτσια, η βοηθός σεφ του μαγαζιού τα τελευταία δέκα χρόνια, «πάλεψε πολύ με την αρρώστια και όταν έφυγε το σοκ ήταν μεγάλο για όλους μας. Τα κορίτσια δούλευαν στο μαγαζί πιο πολλά χρόνια από μένα και ήταν αδύνατο να συνεχίσουμε. Ευτυχώς, ο Βασίλης που ήταν πελάτης μας σκέφτηκε να μας πάρει όλους εδώ και έτσι συνεχίζουμε η ίδια ομάδα, και μάλιστα όχι πολύ μακριά από το σημείο που βρισκόταν το Chez Lucien».
«Η ιστορία έχει ενδιαφέρον» λέει ο Βασίλης Χαραλαμπίδης, που αποφάσισε να φέρει το Chez Lucien στο bios και να του δώσει μια νέα ευκαιρία. «Ο Λουσιέν στα Πετράλωνα άνοιξε την χρονιά που άνοιξε και το bios στην Αθήνα, το 2002, και θυμάμαι ότι όταν φτιάχναμε τον χώρο πηγαίναμε το βράδυ επειδή έκλεινε αργά η κουζίνα και τρώγαμε στο Chez Lucien, το οποίο ήταν το αγαπημένο μας γαλλικό εστιατόριο. Τότε στην περιοχή υπήρχαν ο Ζέφυρος και το Λουσιέν, πήγαινες για ταινία και μετά στον Λουσιέν για να φας.
Η γυναίκα μου ήταν το μαγαζί. Ανοίγαμε μόνο τα βράδια επειδή την ημέρα είχαμε άλλη δουλειά, και αυτή το λειτούργησε για 17 χρόνια. Εγώ δεν μπορούσα ποτέ να είμαι το αφεντικό. Έτσι, όταν πέθανε, το μαγαζί έκλεισε. Όταν μας πρότεινε ο Βασίλης να ανοίξουμε το μαγαζί στο bios χάρηκα πολύ, γιατί ήταν κάτι που το όφειλα στο προσωπικό που δούλευε για μας όλα αυτά τα χρόνια.
Το πρώτο φαγητό που έφαγα όταν κάναμε το bios ήταν στο Chez Lucien. Είχα αναπτύξει μια σχέση πάρα πολύ καλή με το μαγαζί και τους ανθρώπους του όλα αυτά τα χρόνια, οπότε τώρα με το που μάθαμε ότι θα έκλεινε, πήγαμε να φάμε την τελευταία μέρα. Ήταν και συναισθηματικό το θέμα, κι επειδή δεν είχαν κανονίσει τίποτα και δεν ήξεραν τι θα κάνουν, τους είπα “ελάτε για μια περίοδο στην κουζίνα τη δικιά μας μέχρι να αποφασίσετε τα θα κάνετε”. Τους άρεσε αυτό, το σκέφτηκαν διαφορετικά και είπαν να μείνουν μόνιμα. Ο Λουσιέν έχασε τη γυναίκα του, πέρασε μεγάλη περίοδο με την αρρώστια, κι επίσης ο άνθρωπος δεν είναι μάνατζερ, ξέρει να μαγειρεύει αλλά δεν ξέρει να κάνει τα υπόλοιπα, που είναι και το βασικό του πρόβλημα, δεν θα μπορούσε να ξανακάνει το εστιατόριο ποτέ. Το Chez Lucien ταίριαζε εδώ, έτσι το φέραμε στο bios.
Η αλήθεια είναι ότι η Αθήνα δεν έχει άλλο γαλλικό μπιστρό, έχει δύο γαλλικά εστιατόρια, αλλά το Chez Lucien είναι το μοναδικό μπιστρό, ένα μαγαζί που δεν είναι ακριβό, είναι προσιτό για όλους, και είναι unpretentious, δεν είναι κυριλέ μέρος. Αυτή είναι η βασική διαφορά του Λουσιέν από τα υπόλοιπα εστιατόρια. Κι αυτό παραμένει ακόμα. Το μενού παραμένει στα 24 ευρώ το άτομο, που δεν είναι φτηνό, αλλά δεν είναι απαγορευτικό για όποιον θέλει να φάει κάτι αυθεντικά γαλλικό. Και παραμένει ακριβώς το ίδιο – όλα είναι ολόιδια, ίδια φαγητά, ίδια πρόσωπα, εκτός από τον χώρο, οπότε συνδυάζονται το ατόφιο του Chez Lucien με το ατόφιο του bios. Βάλαμε ακόμα και το καμπανάκι που ήταν το χαρακτηριστικό του μαγαζιού μαζί με το "merciiii", επειδή είναι κάτι αγαπάμε. Κι ο Λουσιέν είναι καταπληκτική cult φιγούρα, που έχει μεγάλο ενδιαφέρον. Είναι τόσο πληθωρικός όσο και το φαγητό του».
Είναι λίγο πριν την «τελική δοκιμή» στον καινούργιο χώρο, το μαγαζί μαγειρεύει για 25 άτομα, φίλους του Λουσιέν, και στην κουζίνα επικρατεί πανικός γιατί για όλους τα πάντα είναι καινούργια. Ωστόσο, όταν βγαίνουν τα πρώτα πιάτα όλα είναι οικεία, οι σαλάτες, το φουά γκρα, η καπνιστή ρέγκα με βραστή πατάτα, τα σαλιγκάρια α λα Μπουργκινιόν, το φιλέτο πάπιας με σως πιπεριού και πατάτες gratin dauphinois, το φιλέτο γαλοπούλας με σως γλυκιάς πάπρικας, το κοκοράκι σχάρας με σως μουστάρδας, το αντρεκότ και το φιλέτο μόσχου, το σουφλέ σοκολάτας και η κρεμ μπρουλέ. Όλα χαρακτηριστικά του Chez Lucien.
«Η ιστορία του Λουσιέν αρχίζει στην οδό Βούρβαχη, στην Καλλιρόης, το 1997» λέει ο Λουσιέν Λεσκάν, ο οποίος βρέθηκε στην Αθήνα το 1995. «Είχα έρθει εδώ επειδή είχε εκλεγεί ο Ζακ Σιράκ στη Γαλλία, και ήμουν απογοητευμένος από το πολιτικό σκηνικό. Μπορεί να μην ήταν ο χειρότερος, αλλά αυτός άνοιξε το δρόμο σε όσα ακολούθησαν στη Γαλλία. Ήμουν τεχνικός ηλεκτρονικών υπολογιστών και ήρθα με το κομπιούτερ μου και ένα ανεμόπτερο με σκοπό να ανοίξω μια σχολή με ανεμόπτερα. Πάντα είχα πάθος με την κουζίνα, έτσι όταν γνώρισα τη γυναίκα μου ανοίξαμε ένα μικροσκοπικό μαγαζί όπου στην αρχή φτιάχναμε μόνο σάντουιτς και το πιάτο της ημέρας. Αυτό πήγε πολύ καλά και το 2002 φύγαμε από κει και πήγαμε στα Άνω Πετράλωνα, στην οδό Τρώων. Η γυναίκα μου ήταν το μαγαζί. Ανοίγαμε μόνο τα βράδια επειδή την ημέρα είχαμε άλλη δουλειά, και αυτή το λειτούργησε για 17 χρόνια. Εγώ δεν μπορούσα ποτέ να είμαι το αφεντικό. Έτσι, όταν πέθανε, το μαγαζί έκλεισε.
Όταν μας πρότεινε ο Βασίλης να ανοίξουμε το μαγαζί στο bios χάρηκα πολύ, γιατί ήταν κάτι που το όφειλα στο προσωπικό που δούλευε για μας όλα αυτά τα χρόνια. Τώρα δουλεύουμε όλοι μαζί εδώ, οι ίδιοι άνθρωποι και κάνουμε το ίδιο μενού. Τα πιάτα που φτιάχνουμε δεν είμαι σημερινά, έχει αλλάξει πολύ σήμερα η γαλλική κουζίνα, είναι κλασικά πιάτα της παλιάς σπιτικής κουζίνας, κυρίως της δεκαετίας του ’70, με φαγητό που σε ταΐζει και δεν είναι μόνο για τα μάτια σου. Είναι πιάτα που μπορείς να αναγνωρίσεις, έτσι όπως θα έπρεπε να είναι. Αυτό ήταν πάντα το γαλλικό μπιστρό, το ελληνικό αντίστοιχο του κουτουκιού, με γεύσεις καθαρές που δεν έχουν πολλά στολίδια».
«Ποια είναι τα αγαπημένα σου πιάτα από το μενού;».
«Το φιλέτο της πάπιας, και για συναισθηματικούς λόγους, γιατί ήταν το πρώτο φαγητό που έφτιαξα στη γυναίκα μου. Μου αρέσει και το φιλέτο γαλοπούλας».
«Υπάρχει κάποιο μυστικό επιτυχίας; Κάτι που κάνει πετυχημένο ένα μαγαζί;».
«Το μυστικό της επιτυχίας είναι τρία πράγματα: πρώτον, να μην σκοτώσεις τον πελάτη σου. Να τον ταΐσεις καλά και να του δώσεις χαρά. Το φαγητό είναι ευχαρίστηση, γι’ αυτό θα πάει σε ένα εστιατόριο για να φάει. Υπάρχει κι άλλο ένα, να δίνει κάποια λεφτά στο αφεντικό, αλλά να μην είναι αυτός ο σκοπός...».
Info
Το Chez Lucien λειτουργεί στο bios, Πειραιώς 84, στον πρώτο όροφο.
Τηλέφωνο για κρατήσεις: 21 0342 5335.