Περπατώντας στην οδό Δομοκού στη Νίκαια, στη συνοικία της Παλαιάς Κοκκινιάς, θα έχεις διάφορες ενδιαφέρουσες συναντήσεις. Είναι ένας δρόμος όπου το νέο συναντά το παλιό, όπου συνυπάρχουν σπίτια προσφυγικά και άλλα μεταγενέστερα, τα οποία, αν και από διαφορετικές δεκαετίες, τα βρίσκουν σχετικά στο ύψος.
Σ' αυτή την ήσυχη γειτονιά, περνώντας από το μαγαζί της γωνίας με τα παπαγαλάκια και τα ωδικά πτηνά θα σου πουν καλημέρα ένα σωρό τιτιβίσματα, αλλά ήδη κάτι άλλο θα σε τραβάει απ' τη μύτη. Γιατί λίγα μέτρα πιο κάτω, στο νούμερο 40 Α1, ψήνονται από τα χαράματα οι δημιουργίες της κ. Ρίτας Αμιραλιάν, που σκορπίζουν σε μεγάλη ακτίνα μυρωδιές από βούτυρο, μπαχαρικά, ξηρούς καρπούς, ανάλογα με το τι φουρνίζεται εκείνη την ώρα.
Στο Rita’s cookies πρέπει να πας από νωρίς. Γιατί, αν και συνοικιακό μαγαζί, είναι πολλοί εκείνοι που ξέρουν τον δρόμο, και όχι άδικα. Aν δεν έχει ουρά, θα είσαι τυχερός. Και αν προλάβεις αυτό που θέλεις πριν εξαντληθεί για τη μέρα, διπλά τυχερός.
Η κ. Ρίτα με υποδέχθηκε με ένα τεράστιο χαμόγελο, μια κούπα ζεστό καφέ και πολλή μουσική. «Σε ενοχλεί η μουσική; Είναι δυνατά; Ο Νταλάρας είναι ο αγαπημένος μου».
Η κυρία Ρίτα ξεκίνησε με διάφορα κουλουράκια και τσουρέκια, τα οποία από τον πρώτο χρόνο έγιναν ανάρπαστα, και σήμερα, 33 χρόνια μετά, έχουν αλλάξει πολλά αλλά και τίποτα.
Γεννήθηκε και μεγάλωσε στον Λίβανο. Ήρθε με τον άντρα της, ο οποίος έχει καταγωγή από την Αρμενία, και την οικογένειά τους στην Ελλάδα το 1977. Από μικρό παιδί έχει μνήμες να φτιάχνει παραδοσιακά λιβανέζικα κουλούρια, συνταγές-αποσκευές που έφερε μαζί της στον Πειραιά από τη γενέτειρα της.
Την παράδοση τη συνέχισε και εδώ, στην κουζίνα του σπιτιού της, και κάθε φορά που είχε φίλους και επισκέπτες όλοι ενθουσιάζονταν τόσο πολύ με τα τραταρίσματά της, που άρχιζαν τις παραγγελίες. «Ρίτα, δεν μου φτιάχνεις ένα ταψί μελομακάρονα;». Σε δύο χρόνια είχε αποκτήσει το δικό της εργαστήριο. Ξεκίνησε με διάφορα κουλουράκια και τσουρέκια, τα οποία από τον πρώτο χρόνο έγιναν ανάρπαστα, και σήμερα, 33 χρόνια μετά, έχουν αλλάξει πολλά αλλά και τίποτα.
Οι πελάτες, σταθεροί, αλλά και δεύτερης ή και τρίτης γενιάς, δεν είναι μόνο Πειραιώτες. Άλλοι έρχονται από τη Βούλα, άλλοι από την Κηφισιά ή το Χαλάνδρι. Και αυτό ξεκίνησε σε μια εποχή που δεν έβρισκες «κρυμμένα διαμαντάκια» στο διαδίκτυο. Το Rita’s cookies διαδόθηκε στόμα με στόμα, επίσκεψη την επίσκεψη, κουτί το κουτί.
«Από τσουρέκια και μελομακάρονα είχαμε ξαφνικά ξεμείνει», θυμάται. «Κουραμπιέδες βγάζαμε μέρα νύχτα. Το μαγαζί έγινε γνωστό κυρίως από τους κουραμπιέδες μας».
Τους λιβανέζικους κουραμπιέδες της κ. Ρίτας, με άχνη ή χωρίς (έχω μια αδυναμία στους χωρίς, αλλά όπως και να έχει είναι οι καλύτεροι που έχω δοκιμάσει), τους βρίσκουμε, όπως και όλους τους άλλους κωδικούς, όλο τον χρόνο, γιατί αυτός ο κουραμπιές απλά πρέπει να καταναλώνεται κατ' εξακολούθηση.
Εκτός από βουτυράτους κουραμπιέδες και ζουμερά, τραγανά μελομακάρονα, πρέπει να δοκιμάσεις την παντός καιρού ταχινόπιτα που λιώνει στο στόμα λες και είναι μαλλί της γριάς, αλλά εκατό φορές πιο νόστιμο και ουσιώδες, το αφράτο, ινώδες τσουρέκι με μαστίχα και μαχλέπι, ή τις εκδοχές του με σοκολάτα, με σοκολάτα και χουρμάδες, και εκείνο με σταφίδα και καρύδι. Φυσικά, τη βασιλόπιτα-τσουρέκι που είναι και των ημερών, αλλά και πολλά κουλούρια σε μέγεθος μπουκιάς, που κατακλύζουν το μαγαζί με την ποικιλία και τα αρώματά τους, έτσι όπως είναι επιμελώς τακτοποιημένα στα ψάθινα καλάθια που στολίζουν τους τοίχους.
Τα αυθεντικά λιβανέζικα μπαραζί με φιστίκια Αιγίνης, τα μααμούλ με χουρμά, το κουλούρι με το όνομα Rita’s cookies (συνταγή της ίδιας από όταν ήταν 16 χρονών), αυτά με το χαρουπάλευρο και το πετιμέζι, τα σοκολατένια soft mini cookies, αυτά με τη βρόμη, το πορτοκάλι και τη μαύρη σοκολάτα, αλλά και τα αλμυρά με τυρί και φουντούκι και εκείνο με το θυμάρι και το κρεμμύδι, είναι μόνο κάποιες από τις επιλογές.
Τα υλικά της επιτυχίας
Όλα τα προϊόντα είναι ημέρας ή από την προηγούμενη σε περίπτωση που θέλουν σιρόπιασμα. Όχι μόνο για να είναι φρέσκα, αλλά και γιατί δεν προλαβαίνουν να καθίσουν στο ράφι πάνω από ένα 24ωρο.
Το γαλλικό βούτυρο είναι το μόνο βούτυρο που μπαίνει στις παρασκευές της κ. Ρίτας, γιατί δεν περιέχει καθόλου νερό.
Όλοι οι ξηροί καρποί αγοράζονται ολόκληροι. Σπάνε ή θρυμματίζονται στο εργαστήριο, για να είναι σίγουρη η κ. Ρίτα για την ποιότητά τους.
Όλα γίνονται στο χέρι. Γι' αυτό και οι ποσότητες είναι περιορισμένες.
Όλα τα υλικά είναι φρέσκα, όπως τα αυγά και τα πορτοκάλια που στύβονται εκεί, και δεν χρησιμοποιούνται καθόλου συντηρητικά.
Το μότο της κα. Ρίτας είναι: «Αν είναι να αλλάξει κάτι, θα είναι μόνο προς το καλύτερο».
Όση ώρα συζητούσαμε στο αστραφτερά καθαρό μα γεμάτο μυρωδιές εργαστήριο, κάναμε κάποια αναγκαστικά διαλείμματα, γιατί οι πελάτες που έμπαιναν και φώναζαν την κ. Ρίτα με το μικρό της έπρεπε φυσικά να εξυπηρετηθούν.
Σε αυτά τα διαλείμματα μού ήρθε στο μυαλό η τελευταία σκηνή από την «Πολίτικη Κουζίνα», με τους κόκκους των μπαχαρικών να αιωρούνται στον αέρα σαν πλανήτες. Δεν μπόρεσα να μη χαμογελάσω στη σκέψη των γευστικών παραδόσεων της δικής μου οικογένειας, αλλά και να μην εκτιμήσω για ακόμη μια φορά το πώς ο Πειραιάς έχει καταφέρει να χωρέσει ένα πολυπολιτισμικό μείγμα ανθρώπων με τέτοια γευστική αρμονία. Και γράφοντας αυτό θυμήθηκα ότι μου τελείωσαν οι ταχινόπιτες και πώς θα πιω τον καφέ μου αύριο πρωί ξεροσφύρι;
Δομοκού 40 Α1, Πειραιάς, τηλ. 210 4912323