Ο ΝΕΟΤΕΡΟΣ ΕΑΥΤΟΣ ΜΑΣ δεν είναι πλέον μια φωτογραφία που τυχαία ξανάρχεται στα χέρια μας όσο σκαλίζουμε παλιά άλμπουμ. Ούτε μια δειλή ματιά στα memories στο Facebook. Με τον νεότερο εαυτό μας αναμετριόμαστε καθημερινά, σε selfies, ξεχασμένα nudes και σκρολαρίσματα στο gallery του κινητού μας. Μπορεί την Ντέμι Μουρ στο «The Substance» να τη στοιχειώνει ένα παλιό εξώφυλλό της, σε περίοπτη θέση στο σαλόνι της, αλλά εμάς μας στοιχειώνει ο πολτός της ψηφιακής μας παρουσίας και της ψηφιακής καταγραφής του ποιες και πώς είμαστε καθημερινά.
Κάθε μέρα είμαστε σε θέση να μετρήσουμε πίξελ προς πίξελ πόσο μεγαλύτερες φαινόμαστε σε σχέση με χθες και να ζουμάρουμε σε λεπτομέρειες και πτυχές μας που υπό άλλες συνθήκες θα αγνοούσαμε εντελώς.
Μιλώντας για το «The Substance», η Μουρ στο φιλμ της Φαρζά ξεπερνά την αρχική της σνομπίστικη δυσπιστία για την «ουσία» που υπόσχεται μια καλύτερη, νεότερη εκδοχή του εαυτού της, απλώς φορώντας το κίτρινο παλτό της και βγαίνοντας από το σπίτι. Ακριβώς όπως γυναίκες κάθε ηλικίας κλείνουν το πρώτο δειλό ραντεβού τους για μπότοξ πριν καταλήξουν να ξέρουν όλα τα «σουσού» της προσωπικής ζωής της βοηθού του γιατρού απ’ έξω, να της μιλούν στον ενικό και να περνούν το κινητό της στις επαφές τους. Τότε είναι πια που το μπότοξ έχει μπει για τα καλά στη λίστα με τα καθιερωμένα ραντεβού και τα πάγια έξοδά τους.
Όλες παλεύουμε να παραμείνουμε νέες, ακόμα και αν στον δικό μας «κώδικα» αυτό σημαίνει να εφαρμόζουμε μια μαύρη sheet mask στο πρόσωπό μας για έξι ώρες, ξαπλωμένες ανάσκελα, παριστάνοντας τις νεκρές. Το θέμα είναι αν αξίζει τον κόπο.
Τα μαθηματικά των αισθητικών επεμβάσεων
Η Άντζελα (35 ετών) έχει ξεκινήσει να κάνει μπότοξ από τα 32 της. Έχει κάνει συνολικά τρεις εφαρμογές, ενώ φέτος έκανε και την πρώτη εφαρμογή υαλουρονικού στα χείλη της (0,5ml). «Ξεκίνησα αρχικά από περιέργεια. Ήθελα να δω αν θα είχε αυτό το άμεσο αποτέλεσμα που υποσχόταν, καθώς μέχρι τότε είχα δοκιμάσει διάφορες μη επεμβατικές θεραπείες σε αισθητικό», λέει. Αντιμετωπίζοντάς το πια ως μέσο αυτοφροντίδας και πρόληψης, υπολογίζει πως έχει δαπανήσει περίπου 1.000 ευρώ.
Η Πέννυ (26 ετών) έχει ήδη εφαρμόσει υαλουρονικό στα χείλη της, γιατί «όσα έβλεπα στα social media με έκαναν να σκέφτομαι πως αν έκανα υαλουρονικό το μακιγιάζ μου θα απογειωνόταν ή ότι τα χείλη μου μόνο με ένα lip gloss θα ήταν top και πολύ juicy. Δεν ξέρω πώς να το περιγράψω, αλλά ένιωθα ότι θα ήταν μια πινελιά που θα έδινε μια παραπάνω λάμψη στο πρόσωπό μου». Μαζί με την τεχνική microblading που δοκίμασε στα φρύδια της «για περισσότερο όγκο», έχει δαπανήσει γύρω στα 600 ευρώ.
Η Μαρία (70 ετών) άρχισε από πολύ νωρίς στη ζωή της να αφιερώνει χρόνο και χρήματα για να διατηρήσει το δέρμα της σε καλή κατάσταση. «Έχω ξοδέψει άπειρα λεφτά σε κρέμες, σε θεραπείες, σε ό,τι μπορούσα να κάνω για να διατηρήσω μια νεανική επιδερμίδα», μου λέει. «Έχω επίσης όμως στερηθεί και πολλά πράγματα. Δεν έχω πιει ποτέ καφέ στη ζωή μου, έχω να φάω κρόκο αυγού σαράντα χρόνια, δεν τρώω ποτέ γλυκά, ειδικά σοκολάτα».
Θυμάται την κόρη της «να κοιμάται στην αγκαλιά μου, μωρό ακόμα, όσο εγώ έκανα μια θεραπεία προσώπου σε ένα από τα ινστιτούτα που ήταν της μόδας εκείνη την εποχή». Τα τελευταία χρόνια κάνει μπότοξ στο «dreaded 11» (πρόκειται για αυτές τις κάθετες, παράλληλες ρυτίδες έκφρασης ανάμεσα στα φρύδια). Έως τώρα έχει δαπανήσει για ενέσιμες θεραπείες γύρω στα 1.250 ευρώ.
Ο χρόνος ως εχθρός και το κυνήγι της νεότητας
«Φυσικά είναι εχθρός μου ο χρόνος και εχθρός των γυναικών γενικώς», μου λέει η Μαρία, κάνοντάς με να νιώθω εντελώς χαζή, σαν να ρωτάω κάτι αυτονόητο και αποδεδειγμένο. «Προσωπικά, επειδή πολλά πράγματα στη ζωή μου τα έκανα αργά, ας πούμε τα παιδιά μου, άργησα πολύ να έρθω σε ευθυγράμμιση με τη βιολογική μου ηλικία. Ένα πρώτο σοκ ήταν όταν γέννησα τη δεύτερη κόρη μου, στα 40κάτι, που άκουσα μια νοσοκόμα στο μαιευτήριο να με αποκαλεί “Σάρα” [το βιβλικό πρόσωπο]. Aλλά στην εμμηνόπαυση ήρθε για τα καλά η συνειδητοποίηση.
Εκεί πια καταλαβαίνεις πως όχι μόνο δεν είσαι πια γόνιμη, αλλά δεν είσαι πια ακριβώς γυναίκα. Χάνεις μερικές από τις πιο διασκεδαστικές ποιότητες της γυναικείας φύσης. Για τους άλλους, φυσικά, γιατί εσύ μέσα σου νιώθεις άλλα πράγματα. Συχνά καλύτερα και από πριν», περιγράφει.
«Δεν έπαθα εμμονή με το να παραμείνω νέα, απλώς αρνούμαι συνειδητά να αφήσω τον χρόνο να με ρημάξει κατά το δοκούν και να μου κάνει ό,τι γουστάρει. Στο μέτρο που μπορώ να αντισταθώ, πάντα».
Για την Άντζελα ο χρόνος δεν είναι εχθρός, αλλά σύμμαχος, τόσο για τις γυναίκες όσο και για τους άντρες. Ωστόσο, «οι γυναίκες συχνά αντιμετωπίζουμε τη γήρανση ως κάτι αφύσικο, πιθανότατα λόγω της κοινωνικής πίεσης και των εικόνων τελειότητας που προβάλλονται στα μέσα. Υπάρχει πίεση για τις γυναίκες να παραμένουν “κορίτσια”, κάτι που δεν ισχύει στον ίδιο βαθμό για τους άντρες», αναφέρει, τη στιγμή που η Πέννυ, στα 26 της χρόνια, έχει ήδη αρχίσει να εντοπίζει διαφορές στην εμφάνισή της σε σχέση −ας πούμε− με τα 23 της. «Κάθε ηλικία έχει τη δική της ομορφιά και αργά ή γρήγορα το καταλαβαίνουν όλοι αυτό», καταλήγει.
Αντιμέτωπες με το πιο χειριστικό μάρκετινγκ της αγοράς: Το πιο προσωπικό
Τις προάλλες η nail artist μου με ρώτησε αν βλέπω κάτι διαφορετικό στο πρόσωπό της. Μέσα σε λίγα λεπτά έμαθα πως όσες γυναίκες έχουν κάπως επιβλητικό κόκκαλο στη μύτη τους, αλλά δεν θέλουν «να μπλέξουν με νυστέρια», μπορούν να εφαρμόσουν υαλουρονικό στη βάση της, δημιουργώντας το εφέ μιας πιο ίσιας μύτης. Γύρισε προφίλ και μου ζήτησε να παρατηρήσω τη μύτη της. Το αποτέλεσμα ήταν εντυπωσιακό, αλλά και φυσικό.
«Κοίταξε τα χείλη μου», μου είπε με νόημα αμέσως μετά, για να με ενημερώσει πως «ό,τι έμεινε στο μπουκαλάκι το έβαλα στα χείλη». Της είπα ότι δεν θα το καταλάβαινα, αν δεν μου το έλεγε. «Δεν διανοείσαι πόσο πάλεψα γι’ αυτό», μου είπε, συστήνοντάς με σε ένα νέο πεδίο πωλήσεων, πίεσης και διαφημιστικού manipulation και πειθούς: το επιθετικό μάρκετινγκ των αισθητικών παρεμβάσεων. Όσο περισσότερες «ατέλειες» τόσο περισσότερο κέρδος.
«Ένας γιατρός σε ραντεβού μού επισήμανε πως θα έπρεπε να κάνω κάτι για τα χοντρά μου γόνατα, αντί να επικεντρωθεί στο μπότοξ για το οποίο τον είχα επισκεφτεί. Αυτή η προσέγγιση ήταν αποθαρρυντική, καθώς νιώθω ότι στοχεύουν στις ανασφάλειές μου για οικονομικό κέρδος», περιγράφει η Άντζελα, κάνοντας λόγο για αντιεπαγγελματική συμπεριφορά.
Η Μαρία ξέρει πως η γυναικεία ανασφάλεια είναι το πιο πρόσφορο έδαφος για πωλήσεις και κέρδος «χρόνια τώρα». Μου λέει πως «αν δεν έχεις βρεθεί στο γραφείο ενός πλαστικού ή ενός δερματολόγου, δεν ξέρεις πώς είναι να πρέπει να αποκρούσεις χίλιες δυο “ανάγκες” και ατέλειες που θα ανακαλύψουν πάνω σου. Δεν ξέρω αν είναι μόνο η ανάγκη τους να πουλήσουν μια νέα θεραπεία, ένα νέο filler ή αν πλέον έχουν φτάσει σε σημείο να αντιμετωπίζουν το γυναικείο πρόσωπο σαν ένα ατελές πράγμα που όλο κάτι του λείπει και κάτι χρειάζεται για να βελτιωθεί», λέει.
«Πρέπει να κρατάς μια πολύ σταθερή και επίμονη επαφή με το ποια είσαι και τι θέλεις εσύ, ποια είναι η γυναίκα που βλέπεις κάθε μέρα στον καθρέφτη σου όλα αυτά τα χρόνια, για να μην πέσεις στην παγίδα μιας καλύτερης έκδοσης, με καλύτερη μύτη, πιο μυτερό σαγόνι και έντονα ζυγωματικά». Τη ρωτάω πώς καταφέρνει η ίδια να μην πέσει στην παγίδα. «Κυρίως γιατί είμαι μεγάλη και όσα χρόνια ζω αγαπώ τον εαυτό μου και το πρόσωπό μου σχεδόν ναρκισσιστικά», απαντάει.
Αξίζει τον κόπο;
Όλες παλεύουμε να παραμείνουμε νέες, ακόμα και αν στον δικό μας «κώδικα» αυτό σημαίνει να εφαρμόζουμε μια μαύρη sheet mask στο πρόσωπό μας για έξι ώρες, ξαπλωμένες ανάσκελα, παριστάνοντας τις νεκρές. Το θέμα είναι αν αξίζει τον κόπο.
«Για εμένα, ναι, αξίζει. Η όλη διαδικασία όταν είσαι 70 λειτουργεί και σαν ένας τρόπος να δείξεις στον εαυτό σου ότι τον αγαπάς και ότι τον νοιάζεσαι. Ότι κάνεις κάτι για εκείνον. Βέβαια οι κόρες μου επιμένουν πως αν αυτά τα λεφτά τα έδινα σε ψυχοθεραπεία, θα ήταν καλύτερα», απαντά η Μαρία.
Για την Άντζελα, «το πρόβλημα ξεκινά όταν οι παρεμβάσεις αλλοιώνουν την εικόνα που έχεις για τον εαυτό σου, κάτι που συχνά συμβαίνει λόγω της πίεσης των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και των προτύπων που αυτά προβάλλουν. Η ευθύνη ανήκει κυρίως στους επαγγελματίες της αισθητικής και, σε μικρότερο βαθμό, στους καταναλωτές», τονίζει.
Φταίνε μόνο τα −social− media;
Τα τελευταία χρόνια όλοι μιλάνε για το «Instagram face». Το 2022, η γυναίκα την οποία κρυφά και φανερά κατηγορούν όλοι για την αύξηση των αισθητικών επεμβάσεων είχε δηλώσει στους «Times»: «Θα δοκίμαζα τα πάντα για να μοιάζω νεότερη». Βασικά, είχε πει το ασύλληπτο: «Αν μου έλεγες ότι κυριολεκτικά θα έπρεπε να τρώω σκατά κάθε, μα κάθε μέρα για να μοιάζω νεότερη, θα το έκανα. Απλώς θα το έκανα».
Φταίνε η Καρντάσιαν και οι κλώνοι της για τη ραγδαία αύξηση των μπότοξ; Η άνοδος των influencers και της αψεγάδιαστης εικόνας τους έκαναν το «λίγο μπότοξ, ίσα ίσα» τη νέα κανονικότητα; Ή πρόκειται για τον πιο βολικό τρόπο να λάβουν άφεση αμαρτιών τα παραδοσιακά μίντια για όλα τα χρόνια κατά τα οποία έκαναν τις γυναίκες να νιώθουν πως «καλές είναι, μωρέ, αλλά μπορούν και καλύτερα»;
«Θα ήταν πολύ απελευθερωτικό να πέταγες το μπαλάκι στην εξέδρα, δηλαδή στο feed του Instagram. Αυτό το “και να μην το γράψω εγώ, θα το δει στο TikTok”. Σίγουρα η παραδοσιακή lifestyle δημοσιογραφία δεν έχει τα αντανακλαστικά και την ταχύτητα των social media στο να μεταφέρει εικόνες και τάσεις, αλλά αυτό δεν σημαίνει πως οι λέξεις δεν δημιουργούν κουλτούρα. Πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικές στον τρόπο που τις χρησιμοποιούμε. Η ευθύνη μας, όσο κλισέ και αν ακούγεται, είναι να προβάλλουμε πρότυπα και ιστορίες γυναικών που να έχουν κάτι να πουν και κάτι −αληθινό− να δείξουν. Και να το κάνουμε με συνέπεια», τονίζει η Διονυσία Καλαποθαράκου, διευθύντρια του γυναικείου site Queen.
Νύχια, μαλλιά, μπότοξ, υαλουρονικό; «Αυτή θα είναι η λίστα με τα πάγια beauty έξοδά μας από εδώ και πέρα;», ρωτάω τη Διονυσία.
«Σαν την “Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων”, ένα από τα πιο αριστουργηματικά και περίπλοκα παραμύθια στην ιστορία των παραμυθιών, θα έλεγα: “Δεν έχει νόημα να με ρωτάς πώς ήμουν χθες, χθες ήμουν ένας εντελώς διαφορετικός άνθρωπος”. Θα έλεγα, λοιπόν, ότι δεν έχει νόημα να εξετάζουμε τα πρότυπα και τα άγχη της ομορφιάς και της “αιώνιας νεότητας” έως σήμερα.
Οι προσλαμβάνουσες της Gen Z και της Gen A θα είναι εντελώς διαφορετικές από τις δικές μας και όλο αυτό που τώρα φαντάζει ως άγχος στα μάτια μας είμαι σίγουρη πως θα οδηγήσει σε μια νέα, δίκη τους συνειδητοποίηση της εικόνας τους. “We are all mad here", έτσι κι αλλιώς… Μπορεί η επόμενη γενιά να είναι καλύτερη», μου λέει και ξεχνάω να της αναφέρω τη δήλωση μιας 15χρονης σε ένα ρεπορτάζ του The Cut για τη skincare ρουτίνα των έφηβων κοριτσιών σήμερα: «Το beauty standard είναι να μείνεις νέα, και εγώ προσπαθώ να χωρέσω στο beauty standard».