Σχέσεις γίνονται, γάμοι και παιδιά επίσης, ευτυχισμένες οικογένειες, ναι. Δεν έχει δουλειά ο έρωτας εδώ. Ο συνεκτικός δεσμός που συγκρατεί τέτοιου είδους δομές δεν έχει σχέση με το αν βρήκαμε την ευτυχία στο πρόσωπο ενός ανθρώπου, αλλά με το αν τη χτίσαμε στο πλαίσιο μίας κοινωνικής σύμβασης. Πότε, όμως, βρίσκουμε την αληθινή αγάπη; Σύμφωνα με τα στοιχεία της Βρετανικής Στατιστικής Υπηρεσίας, τα τελευταία 5 χρόνια ναι μεν έχει αυξηθεί το ποσοστό γάμων -κατά 47%-, όμως η αύξηση αυτή αφορά μια ηλικία κατά την οποία δεν είμαστε συνηθισμένοι να ακούμε για νέα ξεκινήματα ζωής και σχέσεων.
Και η ηλικία αυτή είναι τα 65. Αυτό είναι το ηλικιακό γκρουπ που φαίνεται ότι αλλάζει τα δεδομένα στο ποσοστό γάμων, δείχνοντας παράλληλα και την τάση των ανθρώπων να παίρνουν σοβαρές αποφάσεις για τη ζωή και το μέλλον τους σε μια ηλικία που παγκοσμίως θεωρείται όριο για την αρχή της ζωής στη σύνταξη και όχι για τη ζωή στον έρωτα, την αγάπη ή τη συντροφικότητα επί ίσοις όροις.
Τα αποτελέσματα έχουν τόσο ξαφνιάσει τα Μέσα Ενημέρωσης στη Βρετανία, που έχει ήδη ξεκινήσει εκστρατεία -υπό τη μορφή γκάλοπ- που να έχει απαντήσεις στο γιατί συμβαίνει αυτό. Για την ακρίβεια, ζητείται από ζευγάρια που παντρεύτηκαν, μπαίνοντας πια στην 6η δεκαετία της ζωής τους, να εξηγήσουν πού συνάντησαν τον σύντροφο τους; Γιατί αυτή η σχέση διέφερε από εκείνες που είχαν κάνει σε νεότερες ηλικίες; Μετανιώνουν που συναντήθηκαν τόσο αργά στη ζωή τους; Θεωρούν ότι αν είχαν βρεθεί στα 30 ή τα 40 τους χρόνια ενδεχομένως και πάλι κάτι θα πήγαινε στραβά;
Από τα 60 και μετά οι άνθρωποι, εκτός από το ότι ξέρουν τι πραγματικά θέλουν πια στη ζωή και δεν έχουν πρόβλημα να το εκφράσουν χωρίς περιστροφές, αγαπούν περισσότερο τον εαυτό τους, με όλα τα ελαττώματα και τις αλήθειες του.
Βέβαια, σύμφωνα με σχετικό άρθρο της κλινικής ψυχολόγου, Marie Hartwell-Walker, το φαινόμενο δεν πρέπει να εκπλήσσει και τόσο. Από τα 60 και μετά οι άνθρωποι τείνουν να συνειδητοποιούν ολοκληρωτικά τα λάθη και τα θέλω τους, δύο τομείς της ζωής, που στις νεότερες ηλικίες, κυριαρχούνται από τον εγωισμό και την υπερηφάνεια, δημιουργώντας τοίχους και αναχώματα και μοιραία συμβάσεις. Επίσης, εκτός από το ότι ξέρουν τι πραγματικά θέλουν πια στη ζωή και δεν έχουν πρόβλημα να το εκφράσουν χωρίς περιστροφές, αγαπούν περισσότερο τον εαυτό τους, με όλα τα ελαττώματα και τις αλήθειες του, χωρίς να προσπαθούν να γίνουν αρεστοί σε κάποιον μόνο και μόνο, επειδή τρέφουν μονομερή αισθήματα.
Το παραπάνω πλαίσιο τους επιτρέπει επίσης να μην κρύβονται, να είναι ανοιχτοί σε προσκλήσεις, νέες παρέες και νέα πρόσωπα και να προγραμματίζουν τη ζωή τους σύμφωνα με το δικό τους πρόγραμμα και ό,τι πραγματικά τους ευχαριστεί. Αυτό που στη συγκεκριμένη ηλικία κάνει τη διαφορά είναι η απροθυμία για συμβιβασμούς -να ένα χαρακτηριστικό που θα ταίριαζε στη νεότητα, αλλά τελικά βρίσκεται στους 60+!- κάτι που κάνει πολύ πιο εύκολη τη λήψη σοβαρών, ακόμη και ριψοκίνδυνων αποφάσεων, ωστόσο με το λιγότερο δυνατό κόστος.
Κατά την Walker, η οποία εργάζεται και ως οικογενειακή σύμβουλος, το μόνο πρόβλημα που ανακύπτει σε τέτοιου είδους ερωτικές σχέσεις και γάμους είναι τα παιδιά των δύο ανθρώπων που προχωρούν σ' αυτό το νέο βήμα στη ζωή τους. Συνήθως, οι νεότεροι σε ηλικία άνθρωποι αποδέχονται δύσκολα την απόφαση των γονέων τους να εμπλακούν σε μία σχέση σε προχωρημένη ηλικία. Ωστόσο, αυτό φαίνεται ότι από μόνο του δεν είναι αρκετό, ώστε να αλλάξουν τα δεδομένα που εμφανίζονται στην έρευνα.
Με στοιχεία από Guardian, Psychcentral.com