Το 1970 έγινε το πρώτο μεγάλο σκάνδαλο του φεστιβάλ, όταν ο υπερσυντηρητικός πρόεδρος της κριτικής επιτροπής Τζορτζ Στίβενς έγινε έξαλλος, επειδή βρήκε στο μενού του ένα γερμανικό φιλμ για τον πόλεμο στο Βιετνάμ, το O.K. του Μίκαελ Βερχόφεν. Ο σκηνοθέτης του Γίγαντα ήθελε να πετάξει έξω την ταινία, αλλά δεν είχε το δικαίωμα να το κάνει, βάσει των κανονισμών. Οι σκηνοθέτες που συμμετείχαν αλλά και άλλοι που δεν είχαν άμεση σχέση με το φεστιβάλ εξέφρασαν την αλληλεγγύη τους και ανάγκασαν τους διοργανωτές να κλείσουν το φεστιβάλ, για πρώτη και μοναδική φορά στα χρονικά του.
Όπως στις Κάννες τα γεγονότα του Μάη του '68 ακόνισαν τα αντανακλαστικά του Νέου Κύματος και οι εκπρόσωποί του το έκλεισαν, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί το δημοκρατικό Δεκαπενθήμερο των Σκηνοθετών την επόμενη χρονιά, κατ' αντιστοιχία και στο Βερολίνο καθιερώθηκε το Forum από το 1971 κι έπειτα.
Το 1990, μερικές εβδομάδες μετά την πτώση του Τείχους, έγιναν εκδηλώσεις και στις δυο πλευρές της πόλης. Το φεστιβάλ δεν είχε να επιδείξει πολλά μυστικά της κρεβατοκάμαρας και παρασκήνια όπως συμβαίνει συνήθως στις Κάννες. Αντίθετα, επιβίωσε από τη διχαστική κίνηση, και τη ρετσινιά του υποδουλωμένου στους Αμερικανούς προγράμματος με τα διακριτικά πάρτι και την ψυχροπολεμική λογική της αμπιγιέ προπαγάνδας. Μετά από μια επίσκεψη το 1997 στα δυτικά του λημέρια, δίπλα στον ζωολογικό κήπο, προσωπικά γνώρισα το φεστιβάλ μετά το 2000, όταν και μετακόμισε στην Potzdamer Platz, στο κέντρο της ενοποιημένης πόλης. Είναι σίγουρα το πιο οργανωμένο από τα μεγάλα φεστιβάλ, με υπερσύγχρονες αίθουσες, τον καλύτερο ήχο και σχεδόν τέλεια εικόνα. Αναπόφευκτα, πολλοί ντόπιοι αντιπάθησαν την περιοχή, θεωρώντας την τουριστική και κατά κάποιον τρόπο no man's land χωρίς προσωπικότητα. Αλλά και για κάποιους από τους παλιότερους φαν του φεστιβάλ, ο νέος τόπος διεξαγωγής του φαίνεται ψυχρός και άψυχος. Η Τίλντα Σουίντον είχε έρθει για πρώτη φορά το 1986 μαζί με τον Ντέρεκ Τζάρμαν και αισθάνεται ξένη πέριξ της πλατείας του Πότσνταμ. Όταν πέρυσι ήταν πρόεδρος της επιτροπής, προτιμούσε να καλεί τα μέλη σε συνέλευση στο θέατρο Delphi, στο Δυτικό Βερολίνο, το οποίο θεωρεί την παιδική της χαρά, όπως το αποκαλεί με ζεστασιά. Έτσι θέλει να εκφράσει την αυθεντική της αγάπη για την πόλη που μοιάζει πιο ευρωπαϊκή από εκείνες που φιλοξενούν τα μεγάλα φεστιβάλ. Οι Κάννες μοιάζουν με τη Σάντα Μόνικα, η Βενετία είναι η Βενετία ό,τι και να κάνει, ενώ στο Βερολίνο χτυπάει η καρδιά της κεντρικής Ευρώπης, την οποία φέτος θα νιώσουμε σε όλη της τη χειμωνιάτικη επιθετικότητα. Ο καλλιτεχνικός διευθυντής Ντίτερ Κόσλικ, υπερασπιζόμενος το φεστιβάλ που «τρέχει» εδώ και μερικά χρόνια, υποστηρίζει πως το κόκκινο χαλί και το glam είναι μια χαρά, αλλά, αν δεν υπάρχουν ουσία και πολιτική αφύπνιση, ένα φεστιβάλ δεν υφίσταται. Η σπόντα πάει για τους συναδέλφους του εκλέκτορες των άλλων διοργανώσεων, αν και δεν χρειάζεται να χτυπιέται γιατί όλοι τα ίδια λένε και στο τέλος ξυρίζουν τον γαμπρό, όταν αποτιμηθούν οι ταινίες και μπουν στο ζύγι οι σκάρτες, τα παραγεμίσματα και τα διαμάντια. Πάντως, ο Κόσλικ είπε το ψεματάκι του όταν φέτος υποστήριξε πως το φεστιβάλ υπήρξε ένας ιστορικός δίαυλος επικοινωνίας ανάμεσα στην Ανατολή και τη Δύση. Περίεργο για ένα event με τέτοιο υπόβαθρο.
Pulp Fiction /
σχόλια