Άφησέ με μόνη σε ένα έρημο νησί του Αιγαίου, σε μια βραχονησίδα στις Κυκλάδες. Εξασφάλισέ μου μόνο, σε παρακαλώ, τρία –δυσεύρετα– πράγματα: νερό, Ίντερνετ και πατάτες τηγανητές (το αγαπημένο μου φαγητό). Όλα τα υπόλοιπα κράτα τα, θα βρίσκομαι σε καλή κατάσταση όταν με βρεις.
Ίσως τρώω αχινούς, αλμύρα για σαλάτα, πεταλίδες και καμιά κάππαρη για νοστιμιά. Θα κολυμπάω, θα διαβάζω τα αγαπημένα μου βιβλία και περιοδικά online, θα μιλάω με όσους φίλους δεν βαριούνται να ακούνε ιστορίες για σχοινοπούλια και περαστικά δελφίνια και θα μαζεύω αλάτι από τα βορεινά βραχάκια για τις πατατούλες μου και τα πεντανόστιμα αυγά των γλάρων. Θα με βρεις να χαζεύω το ηλιοβασίλεμα και το φεγγάρι όταν βγαίνει, και να κολυμπάω τουλάχιστον δυο ώρες κάθε μέρα. Υποθέτω ότι, όταν βρέχει, θα λούζομαι και θα πλένω τα ρούχα μου και θα μαζεύω νερό στα πλαστικά μπουκάλια που σίγουρα θα έχει ξεβράσει εκεί το καλοκαιρινό κύμα.
Αυτά ονειρεύομαι χαμογελώντας, όταν αναρωτιέμαι πώς θα βγει ο φετινός χειμώνας που μπήκε απότομα. Μετά ξυπνάω και, αντί να ναυαγήσω στα έρημα μικροκυκλαδονήσια, πάω την καθιερωμένη βόλτα στις γειτονιές της Αθήνας, περνώντας από μανάβηδες και ψαγμένους μπακάληδες, ψαράδες και μαγείρους, μιλάω με πιτσιρίκια που έχουν φοβερές ιδέες για ΤΟ εστιατόριο που ονειρεύονται να ανοίξουν, φίλους που μαγειρεύουν εξαιρετικά, μαθαίνω από ειδικούς της γεύσης που είναι σοβαρότεροι από μένα για τις ελιές, το κρασί, τα βότανα, ρωτάω, ελπίζω.
Σε μια λαϊκή συναντώ τον κύριο Στασινόπουλο που πουλάει πατάτες Τριπόλεως. Τσιμπάω μια τηγανητή πατάτα από το δισκάκι του στο πίσω μέρος του πάγκου του. «Ο τύπος το ’χει πιάσει το νόημα» σκέφτομαι αγοράζοντας ένα-δυο κιλά, όσα χωράνε στο σακίδιό μου: τηγανίζει μερικές πατάτες, ο κόσμος τις δοκιμάζει, εκείνος, σιωπηλός και χαμογελαστός (χωρίς να διαλαλεί φωναχτά την πραμάτεια του), γεμίζει σακούλες, ζυγίζει, προτείνει μια δοκιμή, όλοι μα όλοι δοκιμάζουν την εξαιρετική πατάτα του.
Γιατί δεν το κάνουν και οι διπλανοί; Κόψε μια τομάτα σαλάτα να φάμε, να δούμε αν αξίζει… Βράσε λίγα κολοκυθάκια κι ένα μπρόκολο, ψιλόκοψε μια μαρουλοσαλάτα, φτιάξε μια σπιτική λεμονάδα με τα λεμόνια σου, μια πορτοκαλάδα με τα πορτοκάλια σου… να δοκιμάσουμε. Οι γραφικές φωνές τύπου «εδώ οι καλές τομάτες» και το «καρότα για μωρά» δεν πιάνει πια – οι γεύσεις έχουν χαθεί και ο κόσμος γίνεται όλο και πιο δύσπιστος σε πλαστικά, άνοστα λαχανικά, χωρίς «ονομασία προέλευσης». Κάποτε οι λαϊκές ήταν αξιόπιστες πηγές φρέσκων λαχανικών και φρούτων, όχι όμως πια, με τις φωτεινές εξαιρέσεις και μερικές βιολογικές λαϊκές να επιβεβαιώνουν τον κανόνα.
Ο κύριος Στασινόπουλος είναι ένας από αυτούς που τολμούν να αναγράψουν την προέλευση της πατάτας τους, να σου συζητήσουν για τον σπόρο της, να σου δώσουν δυο-τρεις να δοκιμάσεις. Να κρίνεις –πριν τις αγοράσεις– για να μην απογοητευτείς με το που θα φτάσεις σπίτι και θα τις τηγανίσεις.
Είμαι ρομαντική όταν σκέφτομαι ότι αυτό είναι μια κίνηση αλληλεγγύης στους καιρούς που διανύουμε; Ίσως ναι, γιατί ποιος άλλος θα σκεφτόταν ότι το να μαγειρέψεις ένα καλό φαγητό είναι μία από τις λιγοστές καθημερινές απολαύσεις που μας έχουν απομείνει;
Πού θα τον βρεις:
Δευτέρα – Καλογρέζα
Τρίτη – Νέα Φιλοθέη
Τετάρτη – Άγιοι Ανάργυροι
Πέμπτη – Αλσούπολη
Παρασκευή – Ψυχικό
Σάββατο – Μπουρνάζι
σχόλια